Ποιος, ποιον και πώς;
Παναγιώτης Μαυροειδής
Κανείς δεν αμφισβητεί πλέον πως βρισκόμαστε στη δίνη μιας καπιταλιστικής κρίσης με βάθος, ποιότητα και διάρκεια που υπερβαίνουν τα όρια ενός συνηθισμένου καθοδικού κύκλου.
Κι οι πιο ανυποψίαστοι συνειδητοποιούν-συχνά με τρόμο-κάτι ακόμη: Η κοινωνική σύγκρουση, στο φόντο αυτής της κρίσης και των προσπαθειών εξόδου από αυτήν, θα είναι αντίστοιχης ποιότητας και βάθους και για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, θα είναι εξαιρετικά βίαιη.
Να αγωνιστούμε λοιπόν. Αντίσταση, ανατροπή αυτής της πορείας. Δεν έχει κάνει και λίγα η κοινωνία. Σε παλιότερες εποχές θα είχαν πέσει όχι μία αλλά δέκα κυβερνήσεις. Υπάρχει όμως ένα πραγματικό τείχος απέναντι στο λαό.
Η συσπείρωση του αστικού κόσμου, με πολιτική έκφραση τη συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ, ορθώνεται απέναντι μας ολοκάθαρα. Η αντικατάσταση του Παπανδρέου έστειλε διπλό μήνυμα: Το ΠΑΣΟΚ μόνο του δεν μπορούσε απέναντι στη λαϊκή οργή. Από την άλλη όμως, αυτή η σπουδή για τόσο γρήγορη επιστράτευση και έκθεση των εφεδρειών, αποτελεί ταυτόχρονα και μέτρο της σφοδρότητας της επίθεσης που ετοιμάζεται. Θα ‘’μοιραστεί παιχνίδι’’ τώρα. Έτσι βλέπουμε το ΠΑΣΟΚ να θέτει το ζήτημα της νέας μείωσης των επικουρικών, τον Σαμαρά να ζητά εδώ και τώρα μείωση εργοδοτικών εισφορών και το ΛΑΟΣ να απαιτεί εκλογές του αγίου …ποτέ και ολιγαρχική κυβέρνηση.
Δεν πρόκειται ούτε να μείνουν, αλλά ούτε να πέσουν με συνηθισμένο τρόπο. Χρειάζεται άλλου τύπου αγώνας και οπωσδήποτε μια μεγάλη ένωση δυνάμεων του λαού, ένα αποφασισμένο μέτωπο.
Όλοι μιλάνε για ένα κάποιο μέτωπο. Ποιο να διαλέξουμε και με τι κριτήρια; αντιμνημονιακό, εθνικό-πατριωτικό, αριστερό, αντικαπιταλιστικό; Μήπως λίγο από όλα; Τι είναι τώρα όλη αυτή η παρέλαση; Απλά η επιβεβαίωση της γνωστής σαρακοτυραννίας του να θεωρεί κάθε πολιτική δύναμη ή προσωπικότητα της αριστεράς πως είναι το κέντρο του κόσμου και η πηγή της αλήθειας;
Ας το σκαλίσουμε λίγο ακόμη, πριν αρχίσουμε τα εύκολα αναθέματα.
Μπροστά σε μια κοινωνική και πολιτική διαπάλη που απειλεί να καταβυθίσει ολόκληρη την κοινωνία, οφείλουμε με σαφήνεια να αναζητήσουμε απαντήσεις στα ερωτήματα
Ποιος;
Ποιον;
Πώς;
Φαίνεται κοινότυπο; Αν όμως σε κάποιους αριστερούς ή κομμουνιστές πάει ο νους στο γνωστό ‘’ποιος/ποιoν’’ που είναι το κλασσικό ερώτημα μιας επαναστατικής κατάστασης, διευκρινίζουμε πως δεν έχουμε την εκτίμηση ότι είμαστε σε τέτοια περίοδο. Τουλάχιστον με τον κλασσικό τρόπο. Θα διαβούμε ένα σημαντικό διάστημα όπου οι νίκες αλλά και οι ήττες θα έχουν προσωρινό και όχι οριστικό χαρακτήρα.
Αναφερόμαστε στη μεθοδολογία που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε στην προσπάθεια για την ανάταξη του εργατικού και λαϊκού κινήματος και με στόχο την ανατροπή του επιχειρούμενου κοινωνικού κανιβαλισμού.
Θα ξεκινήσουμε σκόπιμα από το δεύτερο ερώτημα.
Ποιον λοιπόν, έχουμε απέναντι μας;
Μήπως το πρόβλημα αλήθεια ήταν ένας ανόητος οσφυοκάμπτης Γιωργάκης Παπανδρέου, πρωθυπουργός κατώτερος των περιστάσεων; Σε συνδυασμό ενδεχομένως με το συρφετό και άλλων ανεπαρκών, διεφθαρμένων και καλοταϊσμένων από τα λογής λογής σκάνδαλα πολιτικών;
Υπάρχει αρκετή αλήθεια σε αυτές τις σκέψεις. Έντρομος όμως ο κόσμος συνειδητοποιεί πως το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Κλονίζεται η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση, κινδυνεύει το ευρώ, ταράσσεται ολόκληρος ο καπιταλιστικός κόσμος, σε μια στιγμή που δεν υπάρχει αντίπαλο κρατικό ‘’σοσιαλιστικό στρατόπεδο’’, ούτε κατά φαντασία και όνομα.
Αλλά και για αυτό πάλι, τι φταίει;
Μήπως ο κίνδυνος για το ευρώ πηγάζει από με μια τρελή και αλόγιστη Μέρκελ; Μήπως να ενοχοποιήσουμε το λαίμαργο εκείνο τμήμα του κεφαλαίου που δεν είχε τη σωφροσύνη να αρκεστεί σε ένα λογικό κέρδος, αλλά ήθελε τα πάντα, που διοχέτευσε σε στοιχήματα τύπου παραγώγων και cds ποσά, εικονικά η μη, που σήμερα φτάνουν 12 φορές πάνω από το παγκόσμιο ΑΕΠ ; Και ποιες είναι τελικά αυτές οι αόρατες και ανώνυμες ‘’αγορές’’, που εμφανίζουν συνεχώς ‘’νευρικότητα’’;
Πολλές από αυτές τις επισημάνσεις είναι σωστές. Αλλά υπάρχει άραγε κεφάλαιο… «εγκρατές»; Το ματοκύλισμα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου οφειλόταν στην τρέλα του Χίτλερ ή στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό και την επιλογή για εξαφάνιση της μπολσεβίκικης απειλής; Γιατί δεν βρίσκονται ‘’λογικές’’ και ‘’σώφρονες’’ δυνάμεις του κεφαλαίου να παρέμβουν, αντί να αποτυχαίνει το ένα μετά το άλλο τα σχέδια σωτηρίας της ευρωζώνης;
Δεν θέλουμε να περιπαίξουμε τις παραπάνω απόψεις, ούτε να τις προσπεράσουμε αβασάνιστα. Δεν υποτιμούμε ούτε άλλες πιο απλοϊκές, αλλά δυστυχώς εύληπτες σε λαϊκό κόσμο αντιλήψεις πως μπορεί να φταίνε οι ‘’εβραίοι’’ ή και οι ‘’μασόνοι’’. Όλα αυτά τα συναντούμε καθημερινά δίπλα μας και πρέπει να διαλεχθούμε και με αυτόν τον προβληματισμό.
Σε καμία μάχη, δεν διαλέγεις αντίπαλο υποκειμενικά και μάλιστα από κάποιο μενού. Ο αντίπαλος είναι συγκεκριμένος και στέκει απέναντι σου. Ή τον βλέπεις και τον αναγνωρίζεις, αν το μπορείς και το θέλεις ή πολύ απλά χάνεις τη μάχη. Ακόμη και αν παλέψεις ηρωικά. Είναι στοιχειώδες, για μια στρατηγική άμυνας, επίθεσης , ανατροπής του και νίκης, να εκτιμήσεις σωστά την φύση του, τα όπλα του, τον στόχο του, την τακτική του.
Εμείς λέμε ότι απέναντι μας έχουμε τον καπιταλισμό σε μια στιγμή βαθύτατης και ιστορικών διαστάσεων κρίσης. Στην προσπάθεια του να την φορτώσει δια πυρός και σιδήρου στον κόσμο της εργασίας. Να τον γδάρει ακόμη περισσότερο. Αλλά όχι μόνο αυτό πλέον. Ζητούμενο είναι και η πλήρης καταστροφή με προσδοκία την ανάταξη και «επαναλειτουργία» του καπιταλιστικού κύκλου μέσα από μια γιγαντιαία κοινωνική επιχείρηση ‘’σοκ και δέος’’, τύπου Βαγδάτης. Ακόμη και οι αστοί οικονομολόγοι μιλούν πλέον καθαρά για αυτό. Καμία μοιρολατρία δε χρειάζεται. Δεν μπορούν να το καταφέρουν. Η κοινωνία δεν κάμπτεται. Οι λαοί αντιστέκονται στην εποχή των τεράτων. Χωρίς εμάς δεν είναι τίποτα. Εμείς χωρίς αυτούς είμαστε τα πάντα.
Διακρίνουμε επίσης, ειδικότερα και αμεσότερα, την Ευρωπαϊκή Ένωση, περιφερειακή μορφή της καπιταλιστικής διεθνοποίησης. Να σχεδιάζει και να επιβάλλει την πολιτική των μνημονίων διαρκείας στην Ελλάδα και αλλού. Αλλά και να προετοιμάζεται ταχύτατα για τη νέα ‘’οικονομική διακυβέρνηση’’. Την μεταφορά όλων των κρίσιμων οικονομικών και πολιτικών αποφάσεων, από το εθνικό πεδίο και τους επηρεασμούς που μπορεί να υπάρχουν εκεί από τους λαούς και τον αγώνα τους, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή που ελέγχεται απόλυτα από το κεφάλαιο και το Γαλλο-Γερμανικό άξονα. Μίλησε κανείς για δημοκρατία ή λαϊκή κυριαρχία;
Βλέπουμε την ελληνική αστική τάξη, να δικαιώνει αυτό που λένε οι ομοτράπεζοι της στην ΕΕ: ‘’πάμπλουτοι έλληνες-πάμφτωχη Ελλάδα’’. Γίνεται αυτό; Μια χαρά! Να πλουτίζουν οι επιχειρηματίες και να φτωχαίνουν οι εργαζόμενοι, η χώρα στην οποία ζουν, σε πολλές περιπτώσεις και οι ίδιες οι επιχειρήσεις. Άλλωστε είναι γνωστό πως τα πρώτα πράγματα που μαθαίνει ένας σύγχρονος επιχειρηματίας είναι να μην ταυτίζεται με ένα τόπο, ένα κλάδο, αλλά ούτε και με την επιχείρηση του.
Αναγνωρίζουμε απέναντι, τις διαδοχικές κυβερνήσεις των αστικών κομμάτων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που διαχρονικά και σε διάφορες παραλλαγές, με χρησιμοποίηση και ‘’προθύμων’’ τύπου ΛΑΟΣ, έχουν υπηρετήσει με πειθαρχία και την ΕΕ και το κεφάλαιο. Δε χαριζόμαστε στις μεγάλες ευθύνες της κοινοβουλευτικής αριστεράς. Πιστεύουμε όμως πως η θεωρία ‘’όλοι ίδιοι είναι’’, έρχεται να συγκαλύψει τα συμβόλαια θανάτου σε βάρος των κοινωνικών αναγκών που εκτελούν το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ μαζί με τα ακροδεξιά μαντρόσκυλα του συστήματος.
Διακρίνουμε ένα βαρύ πλέγμα πολιτικής εξουσίας να επικάθεται πάνω στην πλάτη των εργαζομένων. Ένα κράτος-υπηρέτη του επιχειρηματικού κέρδους, ένα σάπιο πολιτικό σύστημα καρικατούρα δημοκρατίας, τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης, τις λογής λογής πνευματικές αστυνομίες, από την εκκλησία ως τους ενσωματωμένους διανοούμενους και πανεπιστημιακούς.
Βλέπουμε άραγε λάθος; Μήπως είμαστε άραγε υπερβολικοί ή άδικοι σε αυτές τις εκτιμήσεις;
Εξ αιτίας αυτής της αναγνώρισης του αντιπάλου, λέμε ότι ο αγώνας των εργαζομένων, του λαού, σε αυτή τη φάση, θα πρέπει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τελικά, να έχει συγκεκριμένη στόχευση. Τι σημαίνει αυτό;
Αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό και το φόρτωμα της κρίσης του στους εργαζόμενους και την κοινωνία.
Ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την δικτατορία των γιγάντιων πολυεθνικών και πολυκλαδικών ομίλων.
Ενάντια στην επιβολή της θέλησης των ηγεμονικών ιμπεριαλιστικών κρατών- με την ξεδιάντροπη συνενοχή των ντόπιων ομοϊδεατών τους- για βίαιη ένταση της καταπίεσης κι εκμετάλλευσης λαών, με κατάπνιξη των δικαιωμάτων τους για κυριαρχία και αυτοδιάθεση.
Ενάντια στην ελληνική, ευρωπαϊκή και διεθνή κεφαλαιοκρατία, που προσδοκά διατήρηση ή/και αύξηση του πλούτου της πάνω στην κοινωνική καταβύθιση του κόσμου της εργασίας.
Να γιατί θεωρούμε ότι οι λογικές αντι-μνημονιακών ή εθνικο-πατριωτικών ή αντι-πολιτικών μετώπων, ενώ έχουν κάτι σωστό και ιδιαίτερο κατά περίπτωση να επισημάνουν, αποτελούν μια λαθεμένη στην γενίκευση της προσέγγιση.
Ποιος είναι ο δικός μας ''στρατός'';
Ας μας συγχωρηθεί λίγο ο …μιλιταρισμός, για να συνεχίσουμε στο ίδιο μοτίβο. Καμία μάχη δεν κερδήθηκε χωρίς γνώση και σωστή εκτίμηση των ‘’ημετέρων δυνάμεων’’. Ποιοι είμαστε; Ποια είναι τα επίλεκτα τμήματα μας; Πόσοι μπορούν να παραταχθούν στη μάχη, αλλά και πώς; Και πάνω από όλα πού θα βάλλει η συγκέντρωση πυρός; Ποια τα δυνατά μας σημεία και ποια του αντιπάλου;
Θα μπορούσε να πει κάποιος πως είμαστε απλά οι Έλληνες. Ενάντια στους Γερμανούς και τους Γάλλους που μας διασύρουν και μας ποδοπατάνε. Είναι πολύ σημαντική πλευρά η βεβήλωση της εθνικής αξιοπρέπειας όπως τη νοιώθει ένα πολύ μεγάλο του λαϊκού κόσμου, αλλά δεν είναι αυτή η ταυτότητα που μπορεί να συγκροτήσει στρατηγική νίκης. Νίκη με το Δούρειο Ίππο μέσα σου, δεν υπήρξε ποτέ. Έλληνες είναι και ο Παπανδρέου και ο Σαμαράς και ο Παπαδήμος και όλοι αυτοί οι υπηρέτες της ΕΕ, των τοκογλύφων, των τραπεζιτών, του κεφαλαίου, του κέρδους. Έλληνες είναι και ο Δασκαλόπουλος και όλη η παρέα του ΣΕΒ, των εφοπλιστών, των μεγαλοξενοδόχων, γενικά ο αστικός κόσμος, που τρίβει τα χέρια του με την εξάρθρωση των εργασιακών σχέσεων μέσω των μνημονίων και τρέμει μήπως φύγουμε από το ευρώ.
Θα μπορούσε κάποιος να διορθώσει διευκρινίζοντας ότι πρέπει να αφαιρέσουμε σαφώς τους προδότες και δοσίλογους και να μείνουμε οι πραγματικοί πατριώτες. Σημαντικότατη διάσταση αυτή. Έχει παράδοση αυτός ο τόπος και από δοσιλογισμό και από λαϊκή εθνική αντίσταση. Χρειάζονται να ανασυρθούν οι καλύτερες από αυτές τις παραδόσεις. Κάθε άλλο όμως παρά μας φτάνει αυτό. Σε μια γειτονιά, κάποιοι μαχητές κατά των μνημονίων, κυκλοφόρησαν μια αφίσα με σύνθημα ‘’ΕΧΟΥΜΕ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΕΛΛΗΝΕΣ’’. Ούτε για Γερμανούς, ούτε για Πακιστανούς, η λογική συνέχεια της κουβέντας. Αν η απάντηση στον αστικό κοσμοπολιτισμό και στον ιμπεριαλιστικό εθνικισμό είναι αυτού του τύπου, έχουμε χάσει πριν δώσουμε την μάχη. Ποιος θα μπορούσε άραγε να κατηγορήσει τον Χίτλερ για οσφυοκάμπτη; Μήπως δεν αγαπούσαν την πατρίδα τους οι Γερμανοί στρατιώτες, άνεργοι και εργάτες, που απάντησαν στην εθνική ταπείνωση του πρώτου παγκόσμιου πολέμου και στην καπιταλιστική κρίση, συμπαρατασσόμενοι με το ναζισμό; Όμως έτσι το μόνο που κατάφεραν ήταν να ματοκυλίσουν τη χώρα τους και όλους τους λαούς της Ευρώπης. Η απάντηση στον ‘’πατριωτισμό’’ του χρήματος δεν είναι ο πατριωτισμός του ‘’αίματος’’.
Μήπως το κουράζουμε πολύ, ενώ θα αρκούσε να πούμε πως απλά είμαστε οι πολλοί; Είναι σημαντικό να υπάρχει αυτή η ηθική υπεροχή. Πράγματι, είμαστε η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, αν όχι το 99% που λένε οι καταληψίες της wall street, απέναντι σε μια οικονομική και πολιτική ολιγαρχία που επιβάλλεται και εξουσιάζει με την οικονομική βία και το μονοπώλιο της ένοπλης στρατιωτικής βίας. Καμία όμως μάχη δεν κερδήθηκε ποτέ απλά με μεγάλους αριθμούς και μπουλούκια. Πολύ περισσότερο η κοινωνική διαπάλη και επανάσταση, απαιτεί πολιτικές απαντήσεις, οργάνωση, θεωρία, σχέδιο, τακτική και στρατηγική.
Η μετατροπή της διάχυτης κοινωνικής δυσαρέσκειας σε δρών πολιτικό υποκείμενο ανατροπής, απαιτεί μια διαφορετική αυτο-συνείδηση.
Φορέας αυτού του μετασχηματισμού, με προοδευτικό πρόσημο, μπορεί να είναι μια ευρύτατη κοινωνική συμμαχία με ηγεμονία του κόσμου της εργασίας. Των παραγωγών του κοινωνικού πλούτου και πολιτισμού, όσων δουλεύουν για να ζήσουν.
Να συζητήσουμε και τις δύο πλευρές αυτής της προσέγγισης.
Γιατί ‘’ευρύτατη κοινωνική συμμαχία’’;
Είμαστε σε στιγμή τεράστιας κοινωνικής τομής στο φόντο της αντεργατικής επίθεσης. Τα μικρομεσαία στρώματα της πόλης και της υπαίθρου καταβυθίζονται. Ο μη ενεργός οικονομικός πληθυσμός στην Ελλάδα, παραδοσιακά πολύ μεγάλος, γίνεται πλέον πλειοψηφία και σε περίοδο καταλήστευσης των μισθωτών στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, δεν μπορεί να ζήσει. Οι συνταξιούχοι, όχι μόνο δεν μπορούν να ‘’τσοντάρουν’’ πλέον παιδιά και εγγόνια, αλλά χρειάζονται αυτή στήριξη που δε μπορεί να προσφέρει κανείς. Οι άνεργοι πληθαίνουν εφιαλτικά. Οι επιστήμονες μοιράζουν πίτσες ή παίρνουν το δρόμο της ξενιτιάς. Η κοινωνία καίγεται…. Διαμορφώνεται μια ταυτότητα ενιαίου λαού που δέχεται καταιγιστική επίθεση. Οι δυνατότητες συμμαχιών του κεφαλαίου ψαλιδίζονται. Είναι επείγουσα ανάγκη να δούμε πως θα συγκροτηθεί μια συμμαχία αγώνα για επιβίωση.
Γιατί ‘’ηγεμονία του κόσμου της εργασίας’’;
Δεν είναι ζήτημα ιδεολογικής εμμονής, όπως βιάζονται όσοι αρέσκονται σε ευκολίες.
Πρώτα πρώτα, η εργατική τάξη, ενεργή οικονομικά ή άνεργη, στην πόλη ή στην ύπαιθρο, έχει αντικειμενικό συμφέρον, αλλά και τη δύναμη να ανατρέψει την επιδρομή του κεφαλαίου. Να επιβάλει μια πορεία κοινωνικής δικαιοσύνης, ισότητας, αλληλεγγύης και δημοκρατίας.
Δεν πρέπει να σταθούμε μόνο σε αυτό. Εκτός από το στενά νοούμενο ‘’συμφέρον’’, ο κόσμος της εργασίας είναι φορέας απελευθερωτικών αξιών για όλη την κοινωνία που είναι ικανές να κατανικήσουν τον εγωισμό και τον ανταγωνισμό που καλλιεργεί ο αστικός κόσμος. Πλατιά στρώματα μικρομεσαίων καταστρέφονται σήμερα και είναι επείγουσα μια ευρύτερη κοινωνική συμμαχία. Πάντα ωστόσο θα έχει μια ποιοτική διαφορά αυτός που έχει μάθει να ζει μόνο από τη δική του δουλειά, με τα χέρια ή το μυαλό και όχι από τη δουλειά άλλων.
Τέλος, η εργαζόμενη πλειοψηφία, έχει την πείρα της οργάνωσης, της πολιτικής πάλης, ακόμη και της πολιτικής νίκης πάνω στον κόσμο του κεφαλαίου. Η κριτική και πολεμική στην κοινοβουλευτική αριστερά και στον υποταγμένο, στην εργοδοσία, την κυβέρνηση και την ΕΕ, συνδικαλισμό, δεν αναιρεί το ιστορικό κεκτημένο του εργατικού κινήματος, που πρέπει φυσικά να ξανακατακτήσει την εμπειρία απ’ όλες τις σελίδες της ιστορίας του και να ανασυντεθεί με τη γνώση, τις ανάγκες και τα κριτήρια του σήμερα.
Μα είναι δυνατόν να μη βλέπουμε όλοι ακριβώς αυτό που έχουμε απέναντι μας;
Φυσικά και είναι, διότι ‘’δεν κοιτάμε όλοι με τα ίδια μάτια’’.
Είναι διαφορετικές οι καθημερινές εμπειρίες και τα συμφέροντα της ευρύτατης κοινωνικής πλειοψηφίας που θίγεται από τα αντιλαϊκά μέτρα, από τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις της οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας που τα επιβάλλει ή/και ωφελείται εκ των πραγμάτων από αυτά.
Οι εργαζόμενοι δεν ονειρεύονται ‘’ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας’’ γενικά. Το εθνικό τους συναίσθημα εκφράζεται και συνδέεται με το δημοκρατικό δικαίωμα της επιβολής του λαϊκού δίκιου και όλο και πιο πολύ με το ταξικό συμφέρον της νίκης πάνω στο κεφάλαιο. Συνδέεται με την απομυθοποίηση της ΕΕ των δήθεν «χρυσών κουταλιών» και του έντονου προβληματισμού αν έχει νόημα πια να είμαστε μέσα σ’ αυτήν. Συνδέεται με αναζητήσεις για δημοκρατικές και αμοιβαίου οφέλους σχέσεις με τους γειτονικούς λαούς και χώρες, χωρίς απατηλές κούρσες εξοπλισμών που μας γονατίζουν και εντάξεις στο ΝΑΤΟ αλλά και με ερωτήματα για πανόμοια συνεργασία με άλλες χώρες που σηκώνουν μύτη σε ηγετικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Αντίθετα, ο ‘’επιχειρηματικός κόσμος’’, αντιλαμβάνεται την εθνική υπόσταση ως εργαλείο διαπραγμάτευσης μιας καλύτερης θέσης σε σχέση με τους ανταγωνιστές του. Ως πεδίο θυσιών του λαού, για την διαιώνιση της δικής του κυριαρχίας, έστω και με υποδεέστερη θέση στην ουρά της ΕΕ.
Οι φτωχοί, οι άνεργοι δεν ζητούν απλά ‘’επιστροφή των ΔΕΚΟ στο κράτος’’, αλλά απαιτούν φιλολαϊκή, δημόσια, πραγματικά κοινωνική πολιτική. Τμήματα της αστικής τάξης ονειρεύονται την νεκρανάσταση του (γνωστού χθεσινού) δημόσιου τομέα-υπηρέτη των εργολαβικών συμφερόντων της, χωρίς την απευθείας κυρίευση του από τα ευρωπαϊκά μονοπώλια.
Οι δημόσιοι υπάλληλοι θα επιθυμούσαν ένα δημόσιο τομέα, στήριγμα των κοινωνικών πολιτικών και του πολίτη. Το παλιό αστικό κομματικό πολιτικό σύστημα, θέλει να μπορεί να συνεχίσει να τους καταδικάζει σε δούλους του ρουσφετιού και αιμοδότες του κρατικού συνδικαλισμού της συμφοράς.
Οι νέοι που μένουν άνεργοι, που ενοχοποιούνται για ‘’βίαιη’’ συμπεριφορά, που αν δουλεύουν είναι χωρίς ασφάλιση και με μισό μαύρο μισθό, δεν ελκύονται από καμία ‘’αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης’’. Απαιτούν πραγματική δημοκρατία παντού. Στη δουλειά, στη γειτονιά, στο σχολείο, σε όλη την κοινωνική και πολιτική σφαίρα. Αντίθετα, δυνάμεις της ‘’λαϊκής’’ δεξιάς και της ακροδεξιάς, τμήματα της αστικής τάξης που απειλούνται, ακόμη και όταν εξεγείρονται υποκριτικά ενάντια στην ‘’επιβολή των ξένων’’ και μιλούν για τη ‘’σωτηρία της χώρας’’, θέλουν το λαό δεμένο. Θεωρούν τα συνδικάτα και τις απεργίες αιτίες της κρίσης και ευαγγελίζονται ‘’τάξη, εργασία και ησυχία παντού’’.
Πώς μπορούμε να νικήσουμε;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό, οριοθετείται σε μεγάλο βαθμό από τις απαντήσεις στα προηγούμενα ερωτήματα.
Δεν υπάρχει επιστροφή στο παρελθόν. Ακόμα κι οι κατακτήσεις που απέσπασε το εργατικό και λαϊκό κίνημα σε προηγούμενες φάσεις του καπιταλισμού (όπως το κράτος πρόνοιας), θα πρέπει να επανακατοχυρωθούν με νέους όρους και σε σύγκρουση μαζί του. Αυτές οι καταχτήσεις θα είναι προϊόν οξυμένης συνολικής πολιτικής σύγκρουσης. Θα ανακύψουν, προσωρινά και για επιμέρους ζητήματα, ως παράγωγο του κοινωνικού αγώνα για τον αμετάθετο στόχο ενός ριζικού επαναστατικού μετασχηματισμού. Ακόμη και με πρωτοβουλία του αντίπαλου, για ν’ αποφύγει τα χειρότερα. Αλλά, θα στερεωθούν, μόνο με τους εργαζόμενους στο τιμόνι, με εργατική εξουσία και δημοκρατία.
Με ποια όπλα όμως;
Ο αντίπαλος έχει το κράτος, την κυβέρνηση, την ΕΕ, τα αστικά κόμματα, την ακροδεξιά, τα ΜΜΕ.
Χρησιμοποιεί την οικονομική βία, το φόβο της απόλυσης και της πείνας. Την ιδεολογική χειραγώγηση με τα ΜΜΕ. Την ανοιχτή πολιτική καταστολή, ακόμη και την απειλή του πολέμου. Ο αντίπαλος κυριαρχεί οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά στην παραγωγή, στη διοίκηση, στην αναπαραγωγή. Επισείει την τιμωρία των δανειστών, το δίκαιο της ΕΕ, την ισχύ του ΝΑΤΟ.
Εμάς ποια είναι τα όπλα μας κι οι συμμαχίες μας; Ποιοι είναι οι στόχοι μας;
Μια ‘’πατριωτική κυβέρνηση’’ ανθρώπων με εθνική συνείδηση, όπως αφελώς ή με περισσή πονηριά ψιθυρίζουν ορισμένοι, εμποδίζοντας τη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνικής δυσαρέσκειας;
Μια νέα ‘’αρχιτεκτονική στην Ευρωπαϊκή Ένωση’’, ευρωομόλογο και άλλα τινά; Είναι η πιο ανέφικτη και ανεδαφική προσέγγιση.
Μήπως μια ‘’αριστερή προοδευτική κυβέρνηση’’; Μπορούν άραγε τα εκλογικά ποσοστά της αριστεράς -και μάλιστα τα εικονικά/δημοσκοπικά, μπροστά κιόλας σε εκλογές που ΔΕΝ γίνονται!- να νικήσουν ένα αντίπαλο με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, μέσα από ένα εύκολο εκλογικό περίπατο; Μήπως μας πιάσουν πάλι με τις πυτζάμες; Μήπως πρέπει να θυμηθούμε τα κυβερνητικά κάζο της αριστεράς στην Ιταλία και την Γαλλία ή να κοιτάξουμε στην Κύπρο;
Νομίζουμε ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε πως δεν έχουμε πραγματικά δημοκρατία. Ακόμη και αυτή η κολοβή αστική δημοκρατία κουτσουρεύεται ακόμη περισσότερο. Η λαϊκή κρίση, η δήθεν ελεύθερη επιλογή, φιλτράρονται μέσα από τα σκληρά κόσκινα της οικονομικής βίας, της ιδεολογικής χειραγώγησης και του ψέματος, του τρόμου του χειρότερου. Και αν κατ’ εξαίρεση ξεφύγουν από τον έλεγχο, καραδοκεί ο στρατός και το ΝΑΤΟ.
Σε αυτή την εποχή είμαστε. Της υπεραντιδραστικής στροφής σε ένα απόλυτο, ολοκληρωτικό καπιταλισμό. Δεν πετάμε τίποτα. Υπερασπίζουμε και το τελευταίο χιλιοστό της ανάπηρης αστικής δημοκρατίας. Αλλά έχουμε και επίγνωση, πως ο αντίπαλος δεν πιάνεται στον ύπνο. Έχει πείρα και δύναμη. Έχει και εσωτερική ενότητα απέναντι στον λαό.
Ποια είναι λοιπόν η δική μας γνώμη;
Χωρίς όργανα επιβολής της λαϊκής θέλησης και εργατικού κοινωνικού ελέγχου, χωρίς την ανώτερη δυνατή συγκρότηση της δημοκρατίας του λαού και του πολιτικά απειλητικού κινήματός του, δεν μπορεί να συμβεί καμία σημαντική πολιτική και κοινωνική μεταβολή, πολύ περισσότερο αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης που είναι το ζητούμενο. Μας το διδάσκει η ιστορική πείρα, αλλά βοά και η σύγχρονη πραγματικότητα.
Είναι βαρύ το έργο αυτής της ανατροπής. Είναι δύσκολο να επιβάλλεις μια νίκη ενάντια στον σύγχρονο καπιταλισμό και τις υπερεθνικές συγκροτήσεις όπως η ΕΕ. Πολύ πιο δύσκολο δε, είναι να βαδίσει η κοινωνία έξω και πέρα από την ΕΕ και τον καπιταλισμό που θα παραμένει φυσικά ως το διεθνές σύστημα.
Τι μορφή θα έχουν αυτά τα όργανα; Συνελεύσεις χώρων δουλειάς ή στις πλατείες; Ενώσεις ανέργων; Εργατικά συμβούλια; Πολιτικές κινήσεις με έμβρυα τα κινήματα ανυπακοής; Νέοι συντονισμοί συνδικάτων βάσης; Η αλήθεια είναι ότι η αγωνιζόμενη κοινωνία ψάχνει και αναδεικνύει μορφές. Καμία από μόνη της δεν είναι ικανοποιητική. Βρίσκονται ακόμη όλα στα σπάργανα. Το ερώτημα ωστόσο μιας νέας οργάνωσης του κόσμου, με πραγματική δημοκρατία και στόχο την ανατροπή, έχει τεθεί.
Όλοι αυτοί οι δρόμοι, τα ρυάκια, κάπου πρέπει να συντείνουν. Με πολιτικούς όρους και πολιτική στόχευση. Μια τετραπλή συμπόρευση πρέπει να δώσει το υπόβαθρο και την υλική δύναμη σε ένα νικηφόρο αγωνιστικό μέτωπο για την αντικαπιταλιστική ανατροπή με καρδιά ένα ταξικά ανασυγκροτημένο πολιτικό εργατικό κίνημα. Σ’ ένα λαϊκό ποτάμι με σημαντικό ανέβασμα, της δραστηριότητας των μαζών, πού σε «ειρηνική» εποχή αφήνουν να τις ληστεύουν ήσυχα, ενώ σε καιρούς θύελλας τραβιούνται τόσο απ' όλες τις συνθήκες της κρίσης, όσο κι από την ίδια την πολιτική των «κορυφών του συστήματος», σε αυτοτελή ιστορική δράση».
Ενότητα της εργατικής τάξης, κόντρα στις διαιρέσεις δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων, εργαζομένων και ανέργων, ελλήνων και μεταναστών, με παλιές ή νέες εργασιακές σχέσεις.
Κοινωνική συμμαχία, όλων των πληττόμενων στρωμάτων από την κρίση (εργάτες, βιοτέχνες, αγρότες, μεσαία στρώματα, οικονομικά μη ενεργός πληθυσμός). Βάση μπορεί να είναι ένα εργατικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα που θα συγκροτεί σε νέα βάση την παραγωγική δομή και την δημόσια κοινωνική πολιτική, που θα στηρίζονται στις κοινωνικές ανάγκες και όχι στο καπιταλιστικό κέρδος ή την εξυπηρέτηση των τοκογλύφων. Η έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η άρνηση πληρωμής του χρέους, η εθνικοποίηση τραπεζών και μεγάλων επιχειρήσεων, η ανακατανομή του κοινουνικού πλούτου με μέτρα ανόδου του άμεσου και έμμεσου μισθού των εργαζομένων, είναι οι σημαντικοι κόμβοι που ενώνουν αυτή την κοινωνική συμμαχία, την πλειοψηφία του λαού.
Αγωνιστική συμπόρευση όλων των μαχόμενων δυνάμεων. Μόνο με σκληρό αγώνα θα πέσει ο αντίπαλος. Και ο αγώνας χρειάζεται ενότητα.
Κοινή δράση της αριστεράς. Οι προγραμματικές συμβολές όλων των τάσεων της αριστεράς, μαζί και οι πολιτικές διαφορές, μπορούν να αποκτήσουν άλλη ποιότητα και γόνιμο χαρακτήρα, αν δοκιμαστούν στη μεγάλη προσπάθεια ανάταξης του λαϊκού κινήματος. Εκεί θα καταξιωθεί, θα αναγεννηθεί και θα αλλάξει η αριστερά. Οι ηττοπαθείς μονόδρομοι, η ιδεολογική ακινησία, το εμπόριο ενότητας και η μιζέρια της κάλπης και της κοινοβουλευτικής αυταπάτης, δεν αποτελούν απαντήσεις. Θα κριθούν αυστηρά στο πεδίο της κοινής δράσης. Της συμβολής ή της απουσίας.
«Όποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει, στρατιώτη μου, τον πόλεμο τον χάνει»
Το ερώτημα της λαϊκής νίκης και ανατροπής είναι κατά τη γνώμη μας ανοιχτό. Η ηττοπάθεια δεν είναι καλός σύμβουλος. Η κρίση θα βαθύνει. Ο κόσμος υποφέρει. Η αριστερά έχει μεγάλες δυνάμεις και δυνατότητες. Μπορεί και πρέπει να συμβάλλει στο καθοριστικό ζήτημα. Στο πως δηλαδή, οι εργαζόμενοι, όλα τα καταπιεζόμενα στρώματα θα γίνουν ικανά να αναλάβουν εξεγερτική μαζική δράση. Δραστηριότητα αρκετά ισχυρή, ώστε να τσακίσει (ή να εξασθενίσει σημαντικά) το παλιό σάπιο πολιτικό σύστημα και τις κυβερνήσεις του, πού ποτέ, ακόμα και σε εποχή κρίσεων, δεν «πέφτει», αν δεν το «ρίξουν».
Ένας λαός που ηττάται δεν δίνει δύναμη στην αριστερά. Η σωτηρία των εργαζομένων, ολόκληρου του λαού και της κοινωνίας είναι ο στόχος και η ελπίδα αναγέννησης της αριστεράς ως δύναμης ανατρεπτικής και επαναστατικής.
Αυτός είναι ο δρόμος, η εικόνα, η κουλτούρα, η ταυτότητα, που θα δώσουν τη δυνατότητα της αριστεράς να δώσει και τις κοινοβουλευτικές μάχες, χωρίς να μοιάζει με τον τρελό στο πανηγύρι του χωριού ή τον ζητιάνο της πλατείας.
‘’Γιατί τα σκαλίζετε τόσο πολύ; Έτσι δεν θα ενωθούμε ποτέ’’. Μου είπε ένας φίλος σε μια συγκέντρωση.
Ας δούμε την αλήθεια κατάματα. Σε μια κοινωνική σύγκρουση σαν την τωρινή, οι μάχες του παρόντος, δεν πρόκειται να κερδηθούν με ευκολίες. Η ιστορία της ταξικής πάλης δεν ξεκίνησε τώρα.
Απαιτείται, μια βαθιά ματιά πίσω, στην αρνητική και θετική εμπειρία του εργατικού κινήματος και της αριστεράς. Και ένα τολμηρό, προβλεπτικό, διορατικό κοίταγμα μπροστά στις δυνατότητες της εποχής για ένα νέο απελευθερωτικό κομμουνιστικό πρόταγμα.