Σελίδες

Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2015

αναρχοκομμουνισμός και ο αναρχοσυνδικαλισμός

*του Γιωργου Σωρου





omniasuntcommunia3.blogspot.gr
Αυτό το άρθρο επιχειρεί να διασαφηνίσει τη σχέση ανάμεσα στην ελευθεριακή παράδοση και το ιδιαίτερο ρεύμα του αναρχοσυνδικαλισμού εντός αυτής. Αν και κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας μπορεί να βρει κανείς πάμπολλες φιλοσοφικές ή κοινωνικές αντιλήψεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αντιεξουσιαστικές ή αντικρατικές ο αναρχισμός ως κοινωνικό κίνημα των από κάτω συγκροτείται κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα ως αναπόσπαστο τμήμα των εργατικών κινημάτων της εποχής. Τα δύο βασικότερα ρεύματα στο εσωτερικό του αναρχισμού είναι ο αναρχοκομμουνισμός και ο αναρχοσυνδικαλισμός. Και τα δύο αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως τμήμα του κόσμου της εργασίας και οι υποστηρικτές τους παλεύουν στη βάση της κοινωνικής τους θέσης ως εργάτες για την απελευθέρωση της τάξης τους.


Υπάρχουν ακόμα οι συνθετιστές που πιστεύουν στη σύνθεση όλων των τάσεων του αναρχισμού ( από τους αναρχοατομικιστές μέχρι τους αναρχοσυνδικαλιστές ) στα πλαίσια μιας μεγάλης αναρχικής ομοσπονδίας, συγκροτημένης στη βάση ενός μίνιμουμ πλαισίου αντιεξουσιαστικών αρχών που να μην αποκλείουν κανέναν. Ως τρόπο λήψης αποφάσεων που να χωράει όσο γίνεται περισσότερους προκρίνουν την ομοφωνία και τη συναίνεση. Παρά τις ενδεχομένως καλές προθέσεις των εμπνευστών του, το συγκεκριμένο μοντέλο οργάνωσης και δράσης είναι εμφανώς δυσλειτουργικό και πολιτικά ασύμφορο. Ποια είναι η κοινή κατεύθυνση πάνω στην οποία μπορούν να δράσουν πχ. ένας ατομικιστής και ένας ελευθεριακός κομμουνιστής και τι είδους προπαγάνδα πέρα από μια γενικόλογη άρνηση κάθε εξουσίας μπορούν να κάνουν; Πρακτικά σε τέτοιου τύπου οργανώσεις ή η μία τάση θα ηγεμονεύσει επί των υπολοίπων ή θα διαλυθούν στα εξ ων συνετέθησαν.

Οι πλατφορμιστές αντίθετα ( που είναι αναρχοκομμουνιστικής αντίληψης ) συγκροτούνται στη βάση μιας κοινής πλατφόρμας που εκφράζει τις αρχές τους στόχους, το πρόγραμμα και τη στρατηγική της οργάνωσης τους και την οποία κάθε μέλος πρέπει να αποδέχεται και να υποστηρίζει.

Οι ιλλεγκαλιστές τέλος, υιοθετούν την προπαγάνδα μέσω της δράσης, δηλαδή τις ένοπλες επιθέσεις σε κυβερνώντες, τραπεζίτες, κλπ. φθάνοντας ακόμα και σε επιθέσεις σε “αστικά” καφενεία όπως ο Εμίλ Ανρί. Πιο πρόσφατη τάση του Αναρχισμού που εμπνέεται σε μεγάλο βαθμό από αυτούς είναι η εξεγερσιακή τάση χαρακτηριστικός εκφραστής των ιδεών της οποίας μπορεί να θεωρηθεί ο Αλφρέντο Μπονάνο, πρώην πανεπιστημιακός καθηγητής κοινωνιολογίας που συνελήφθη πρόσφατα κατηγορούμενος για συμμετοχή σε ληστεία τράπεζας.

Ο αναρχοσυνδικαλισμός από πολλούς θεωρείται ότι είναι απλά μια λέξη που περιγράφει εκείνο το τμήμα των αναρχικών που αποφάσισαν να ασχοληθούν με τον εργατικό συνδικαλισμό. Με τον συνδικαλισμό ωστόσο ασχολούνται ανέκαθεν αναρχικοί όλων σχεδόν των τάσεων. Οι αναρχοκομμουνιστές ξεκάθαρα δήλωναν υπέρμαχοι του επαναστατικού συνδικαλισμού στους χώρους εργασίας, αλλά και αναρχικοί που στέκονταν ιδιαίτερα επικριτικοί απέναντι στον αναρχοσυνδικαλισμό όπως ο Ιταλός συνθετιστής Ερρίκο Μαλατέστα είχαν πλούσια συνδικαλιστική δράση στη δουλειά τους. Η διαφορά του αναρχοσυνδικαλισμού είναι ότι δίνει προτεραιότητα στο συνδικάτο ως κύτταρο οργάνωσης της μελλοντικής κοινωνίας. Σκοπός του α/συνδικαλιστή δεν είναι να προπαγανδίσει τις αναρχικές ιδέες μέσα στην εργατική τάξη, αλλά η ίδια η τάξη να αποκτήσει οργανώσεις με ελευθεριακή δομή. Για αυτόν ο κόσμος δε χωρίζεται σε αριστερούς, δεξιούς, κεντρώους και αναρχικούς, αλλά σε αφεντικά και εργάτες, σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους. Δεν είναι ένας αναρχικός που προσπαθεί να συναντηθεί με τους εργαζόμενους αλλά ένας εργαζόμενος που συναντά τον αναρχισμό. Για να το πούμε αλλιώς δεν είναι η ιδεολογία του που καθορίζει την κοινωνική του θέση, αντίθετα με βάση την κοινωνική του θέση επιλέγει εκείνη την κοσμοθεωρία που κρίνει πως εκφράζει καλύτερα τις επιθυμίες, τα συμφέροντα και τις ανάγκες του. Έτσι πολλά μέλη εργατικών ελευθεριακών συνδικάτων δεν αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί αλλά και πολλοί αναρχικοί συμμετέχουν σε μη ελευθεριακά συνδικάτα για να προπαγανδίσουν τις ιδέες τους σε μεγαλύτερες μάζες κόσμου ( πχ. σήμερα στη Γαλλία αρκετοί αναρχοκομμουνιστές δε συμμετέχουν στην αναρχοσυνδικαλιστική CNT-F αλλά στα αριστερού προσανατολισμού SUD ).

η αντίληψη αυτή που σε πολλούς -ακόμα και αναρχικούς- στην υπερ-πολιτικοποιημένη Ελλάδα μπορεί να μοιάζει ακατανόητη έχει τις ρίζες της στην ιστορική κόντρα της Α' Διεθνούς ανάμεσα στους αναρχικούς με πιο γνωστό εκφραστή τους το Μπακούνιν και στους μαρξιστές. Ο Μπακούνιν υποστήριζε ότι οι αφηρημένες ιδέες δύσκολα υιοθετούνται από τις μεγάλες μάζες των εργατών. Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα πολιτικό πρόγραμμα και να καλέσεις όλους τους εργαζόμενους να προσχωρήσουν σε αυτό. Θα ήταν πιο χρήσιμο να ενώσεις τους εργαζόμενους στη βάση του κοινού βιώματος της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης από τα αφεντικά και μέσα από την κοινή ζωή του συνδικάτου , να τους μορφώσεις ώστε να φτάσουν οι ίδιοι να δημιουργήσουν ένα κοινό απελευθερωτικό πρόγραμμα για τους εαυτούς τους. ( Bacounine, 2009 ) Αυτή η ιδέα της προτεραιότητας του κοινωνικού αγώνα έναντι του πολιτικού είναι που πρεσβεύει ο αναρχοσυνδικαλισμός. Και είναι τραγελαφικό άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί να υιοθετούν λενινιστικές λογικές προτεραιότητας της πολιτικής ταυτότητας έναντι της κοινωνικής θέσης στο όνομα της “κοινωνικής απελευθερωτικής δράσης”.

Γενικά στον ελλαδικό χώρο επικρατεί μια σύγχυση πάνω στα διάφορα ιστορικά ρεύματα του αναρχισμού με αποτέλεσμα πολλές φορές να χρησιμοποιούνται όροι δανειζόμενοι από το αναρχικό κίνημα της Ευρώπης οι οποίοι επενδύονται με ένα εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο διάλογος που αναπτύσσεται ανάμεσα στους αναρχικούς του ελλαδικού χώρου για το ποιος είναι και ποιος δεν είναι “κοινωνικός αναρχικός”. Ως κοινωνικοί αναρχικοί εδώ εκλαμβάνονται όσοι στο λόγο τους διάκεινται θετικά απέναντι στην κοινωνία και ως μη κοινωνικοί ή και “αντικοινωνικοί αναρχικοί” ( sic ) όσοι της ασκούν κριτική ως υποταγμένης, αλλοτριωμένης,κλπ. Αντίστοιχα ως αναρχοκομμουνιστές εκλαμβάνονται όσοι αναφέρουν στα κείμενά τους ως τελικό στόχο τον ελευθεριακό κομμουνισμό ενώ ως ατομικιστές ή μηδενιστές όσοι δεν αναφέρουν κάποιο σαφές πρόταγμα και μιλούν για διάχυση του χάους και της αταξίας, κλπ.

Στην πραγματικότητα κοινωνικός αναρχισμός είναι εκείνο το ρεύμα του αναρχισμού που επιλέγει την παρέμβαση μέσα στην κοινωνία ( ως εργαζόμενος στη δουλειά, ως κάτοικος στη γειτονιά, ως φοιτητής στη σχολή ,κλπ. ) με βάση την κοινωνική ιδιότητα και όχι με βάση μια διαχωρισμένη πολιτική-πολιτιστική ταυτότητα και κουλτούρα που στηρίζεται σε έναν άλλο τρόπο ζωής ( lifestyle ) από αυτόν της πλειοψηφίας. Έτσι πχ. σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί κοινωνικός αναρχικός ένας υποστηρικτής του αναρχοπριμιτιβισμού ή της ένοπλης βίας επειδή απλά μιλάει στα κείμενά του με θετικό τρόπο για την κοινωνία. Επομένως κάποιος που ασκεί κριτική ας πούμε στην αλλοτρίωση της σημερινής κοινωνίας μπορεί κάλλιστα να ανήκει στο ρεύμα του κοινωνικού αναρχισμού και το ανάποδο.
Επίσης το πρόταγμα μιας αναρχικής κομμουνιστικής κοινωνίας δεν αρκεί για να θεωρηθεί κάποιος αναρχοκομμουνιστής. Οι ιλλεγκαλιστές οπαδοί για παράδειγμα της “προπαγάνδας μέσω της δράσης” πολλές φορές αναφέρουν ως στόχο τους την αταξική κομμουνιστική κοινωνία, θεωρούν ωστόσο ότι αυτή θα επιτευχθεί μέσα από ενέργειες ένοπλης βίας. Το αναρχοκομμουνιστικό ρεύμα αντίθετα υποστηρίζει ως μέσο δράσης τη δουλειά των αναρχικών μέσα στον κόσμο της εργασίας, μέσα στα συνδικάτα.
Το σύνολο του ρεύματος του κοινωνικού αναρχισμού επίσης υιοθετεί δομές οργάνωσης με μέλη, γραπτές αρχές και αμεσοδημοκρατική λειτουργία λήψης αποφάσεων. Αντίθετα οι αφορμαλιστικές οργανώσεις που λειτουργούν χωρίς μέλη, οργανωτικές δομές και συγκεκριμένες διαδικασίες λήψης αποφάσεων δεν αποτελούν τμήμα της παράδοσης του κοινωνικού αναρχισμού αλλά ορισμένων τάσεων της εργατικής αυτονομίας και της λεγόμενης “νέας αναρχικής σχολής” που δίνει έμφαση στο ατομικό βίωμα, τη δημιουργία απελευθερωμένων ζωνών εντός του υπάρχοντος συστήματος, τη διάδοση μιας εναλλακτικής αντιεξουσιαστικής κουλτούρας, κλπ. Στοιχεία που χωρίς να είναι αρνητικά καθεαυτά αν δε συνδέονται με την παρέμβαση μέσα στο εργατικό κίνημα καταλήγουν απλά ένα ακόμα νεολαιίστικο lifestyle

Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι όλα τα ρεύματα του παραδοσιακού αναρχισμού ( με εξαίρεση τους ιλλεγκαλιστές ) έχουν ως βασική τους προτεραιότητα τη συνδικαλιστική δράση μέσα στους χώρους δουλειάς με τον αναρχοσυνδικαλισμό να προσδίδει απλώς μια ιδιαίτερη βαρύτητα στις κοινωνικές οργανώσεις των εργαζομένων έναντι των ειδικών πολιτικών ομάδων.


Βιβλιογραφικές αναφορές
Bacounine M., ( 2009 ) Για την ελευθερία του καθενός και την ισότητα όλων, Αθήνα, Καινά Δαιμόνια.
Μπούκτσιν, Μ. ( 2005 ) Κοινωνικός ή Lifestyle Αναρχισμός: Ένα αγεφύρωτο χάσμα, Εκδόσεις Ισνάφι.

Πολύ κατατοπιστικό για τη διάκριση ανάμεσα στην “παλιά” και τη “νέα” αναρχική σχολή ή αλλιώς τους αναρχικούς με κεφαλαίο και τους αναρχικούς με μικρό άλφα ( πρόκειται για μια διάκριση ανάλογη με αυτήν του Μπούκτσιν ανάμεσα στον κοινωνικό και το lifestyle αναρχισμό: Μπούκτσιν, 2005 ) που συζητάμε εδώ είναι το παρακάτω άρθρο ενός μέλους της αναρχοκομμουνιστικής NEFAC http://ngnm.vrahokipos.net/home/2011-04-09-12-18-07/276-2011-08-16-10-57-00.html Χαρακτηριστικό της σύγχυσης που επικρατεί στην Ελλάδα είναι ότι του κεφαλαίου Α υπεραμύνονται ομαδοποιήσεις ( που βάση της παραπάνω κατηγοριοποίησης ανήκουν στη νέα σχολή των αναρχικών με μικρό άλφα ) οι οποίες έχουν δημιουργήσει μια αντι-συνδικαλιστική “παράδοση” στη βάση της οποίας “οι αναρχικοί δε θέτουν αιτήματα προς το κράτος και το κεφάλαιο” η οποία εκτός του ότι διαστρέφει την ιστορία των αναρχικών οδηγεί μέσω μιας υπερεπαναστατικής ρητορικής στο ρεφορμισμό όπως πολύ εύστοχα καταδεικνύει ο συγγραφέας του ανωτέρω άρθρου.

* το κειμενο δημοσιευεται στο 3ο τευχος του περιοδικου ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

Μικρασιατική Εκστρατεία και Εμφύλιος Πόλεμος – Αμεση Δημοκρατία: Από την ιδέα στην πράξη


Δυο χρήσιμα μαθήματα: Μικρασιατική Εκστρατεία και Εμφύλιος Πόλεμος – Αμεση Δημοκρατία: Από την ιδέα στην πράξη

image002Πηγή: Στέλιος Ελληνιάδης«Δρόμος της Αριστεράς»
Η ιστορία δεν τελείωσε ούτε οι εκπλήξεις , από τις τροπές της εξέλειπαν. Γι’ αυτό, έχει αξία να μαθαίνουμε από τη συσσωρευμένη εμπειρία της ανθρωπότητας γενικότερα και τη δική μας ειδικότερα. Είναι φυσικό να σκεφτούμε ότι ποτέ δεν είσαι απόλυτα προετοιμασμένος ακόμα και γι’ αυτό που περιμένεις, αλλά είναι πολύ αναγκαίο να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι ζωτικής σημασίας να είμαστε συνεχώς σε εγρήγορση για να μπορούμε να προσαρμοζόμαστε στις συνθήκες που συχνά αλλάζουν με απρόβλεπτο και ανεπιθύμητο τρόπο, γιατί η παραμικρή καθυστέρηση αποβαίνει μοιραία.
Δύο ιστορικά γεγονότα που επιβεβαιώνουν αυτή την ανάγκη επιφυλακής, αντίληψης και ευελιξίας, είναι η μικρασιατική τραγωδία και ο εμφύλιος πόλεμος, που όχι μόνο χάραξαν τα όριά μας, αλλά δίνουν και ανεκτίμητα μαθήματα για το σήμερα και το αύριο, αφού είναι σίγουρο ότι πάντα κάτι πολύ κρίσιμο για τις εξελίξεις μάς διαφεύγει.
Η εκστρατεία-περίπατος κατέληξε σε εθνική καταστροφή
Από τη θριαμβευτική είσοδο του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, το Μάη του 1919, μέχρι την ταπεινωτική του έξοδο, τον Αύγουστο του 1922, το γεωπολιτικό τοπίο είχε αλλάξει τόσο πολύ που ήταν αγνώριστο. Ήδη από τον πρώτο χρόνο, οι συνιστώσες που στήριζαν την ελληνική εκστρατεία είχαν αρχίσει να μεταβάλλονται. Η ιθύνουσα τάξη στην Ελλάδα φαίνεται ότι δεν είχε αντιληφθεί ποια ήταν η πραγματική κατάσταση, ούτε στο πεδίο του πολέμου ούτε στον ευρύτερο γεωπολιτικό χώρο. Ο ελληνικός στρατός έπαιρνε από την Αθήνα τη διαταγή να απλωθεί σε ένα τεράστιο μέτωπο εκατοντάδων χιλιομέτρων στα βάθη της Μικράς Ασίας, ενώ κάθε θετικός παράγοντας που συνέτεινε αρχικά στην εκστρατεία μετατρεπόταν σε αρνητικό.
Η Αγγλία, ο μέγας σύμμαχος της Ελλάδας που αποφάσισε και προώθησε την επέμβαση, επιδίωκε προσέγγιση με τους Τούρκους της Ανατολίας. Η ελληνική στρατιωτική παρουσία έδινε τεράστια ώθηση στον τούρκικο εθνικισμό και επέσπευδε τη συγκρότηση του νέου στρατού υπό τον Μουσταφά Κεμάλ. Οι Γάλλοι αποχωρούσαν από την Κιλικία παραδίδοντας το στρατιωτικό τους υλικό στους Τούρκους. Οι μπολσεβίκοι, οι οποίοι είχαν πολύ πρόσφατα δεχτεί στρατιωτική επίθεση από τους συμμάχους μας με τη συμμετοχή του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος στην Κριμαία και την Οδησσό, έδιναν βοήθεια στον Κεμάλ που αντιμαχόταν τους ίδιους ιμπεριαλιστές που προσπαθούσαν να ανατρέψουν την επανάσταση στη Ρωσία.
Ο στρατός της ανεξαρτησίας, με τον Κεμάλ επικεφαλής, αποκομμένος από την Πύλη και σχεδόν ανενόχλητος προετοίμαζε στην Ανατολία την αντεπίθεσή του.
Στην Ελλάδα, η σύγκρουση στους κόλπους της άρχουσας τάξης κορυφώθηκε με την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του 1920, ο στρατός στο μέτωπο παρουσίαζε σημεία κόπωσης και το κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που ήταν αντίθετο στη συνέχιση του πολέμου μεγάλωνε. Παρ’ όλ’ αυτά, με τις συνθήκες διεξαγωγής της εκστρατείας να αλλάζουν δραματικά, η άρχουσα τάξη στην Ελλάδα ενεργούσε σαν να ήταν όλα σταθερά και ευνοϊκά, όπως φαίνονταν την άνοιξη του 1919. Εθελοτυφλία, ανικανότητα, φανατισμός, αλαζονεία, κομματισμός, εξάρτηση από ξένα κέντρα, υποτίμηση του αντιπάλου και άλλοι παράγοντες είχαν ξεκόψει την ελληνική ηγεσία από την πραγματικότητα και την εμπόδιζαν να προσαρμοστεί εγκαίρως στις νέες καταστάσεις. Το αποτέλεσμα ήταν ιδιαζόντως καταστροφικό.
Από το έπος της αντίστασή στην τραγωδία του εμφυλίου
Αν και πολύ διαφορετική η περίπτωση , η ελληνική Αριστερά πραγματοποιώντας, μετά το έπος της Εθνικής Αντίστασης, το μεγαλύτερο και ηρωικότερο επαναστατικό της εγχείρημα, οδηγείται στην ήττα καθώς οι συνθήκες αλλάζουν, ρόλοι αντιστρέφονται και νέοι παράγοντες υπεισέρχονται δυναμικά στο προσκήνιο.
Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι οι Άγγλοι σύμμαχοι, και συνεργάτες του ΕΛΑΣ, σε μία βδομάδα, από την αναχώρηση των Γερμανών μέχρι την άφιξη της κυβέρνησης Παπανδρέου και του στρατηγού Σκόμπι στην Αθήνα, τον Οκτώβρη του 1944, μεταβλήθηκαν σε εχθρούς το ίδιο σκληρούς με τους Γερμανούς.
Και πριν λαλήσει τρις, οι άλλοι μεγάλοι φίλοι, οι Αμερικανοί έριχναν το βάρος τους στην Ελλάδα, με προσωπικό, δολάρια, πολεμικά αεροπλάνα και διπλωματική επίθεση, για να αιματοκυλήσουν περισσότερο τον τόπο και να αποτρέψουν την επικράτηση της Αριστερός.
Με τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, παρ’ όλο που αφενός το κίνημα είχε δεχτεί βαρύ πλήγμα τον Δεκέμβρη του 1944 και τα όπλα είχαν παραδοθεί με τη συμφωνία της Βάρκιζας και αφετέρου η Δεξιά είχε εξαπολύσει δολοφονικό πογκρόμ εναντίον των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και ιδίως των κομμουνιστών σε όλη την Ελλάδα, υπήρχαν σημαντικοί παράγοντες που δημιουργούσαν τη βάσιμη πεποίθηση για μια αληθινή και νικηφόρα επανάσταση στην Ελλάδα.

Πρώτα-πρώτα, η ΕΣΣΔ ήταν ο μεγάλος νικητής του πολέμου και το κύρος της ήταν σε όλο τον κόσμο, και ιδίως στην Ευρώπη, στα ύψη. Όλα τα κομμουνιστικά κόμματα, που αποτελούσαν τμήματα ενός παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος με τη Σοβιετική Ένωση επικεφαλής, είχαν αναθαρρήσει. Ειδικότερα στα Βαλκάνια, το σοσιαλιστικό συνεχές, Αλβανία, Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία, έφτανε και κάλυπτε όλα τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας! Και στο εσωτερικό της χώρας, το ΚΚΕ, σαν αποτέλεσμα του αντιφασιστικού αγώνα, με το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, είχε πρωτόγνωρη επιρροή και οργάνωση. Και το κυριότερο, υπήρχε αξιόμαχη επαναστατική συνείδηση.
Αλλά εάν η κατάσταση είχε ευνοϊκά στοιχεία στο ξεκίνημα της ένοπλης αντιπαράθεσης το 1946. μέσα σε δύο χρόνια θα γινόταν δυσμενής για την ελληνική Αριστερά. Πέρα από το ότι η βοήθεια από τη Σοβιετική Ένωση δεν ήταν επαρκής, διαψεύδοντας προσδοκίες, η ρήξη της ΕΣΣΔ με τη Γιουγκοσλαβία στην πιο κρίσιμη φάση της ένοπλης σύγκρουσης και η άμεση εμπλοκή των Αμερικανών στην ελληνική υπόθεση, ήταν δύο παράγοντες που άλλαζαν άρδην την κατάσταση και περιόριζαν ασφυκτικά τις δυνατότητες νίκης του Δημοκρατικού Στρατού.
Το 1948, είχε χαθεί η δυνατότητα ελέγχου των μεγάλων αστικών κέντρων από τις επαναστατικές δυνάμεις και είχε περιοριστεί η δυνατότητα τροφοδοσίας, αλλά και στρατολόγησης στο Δημοκρατικό Στρατό λόγω της μαζικής τρομοκρατίας και της αναγκαστικής μετακίνησης πληθυσμών από τις εμπόλεμες περιοχές. Έτσι, οι προϋποθέσεις για μια νίκη στο μέτωπο συρρικνώνονταν απελπιστικά.
Ο πατριωτισμός, το αγωνιστικό φρόνημα και η αυτοθυσία των κομμουνιστών δεν μπορούσαν να αντισταθμίσουν τη δυνατότητα της κυβέρνησης να αυξάνει συνεχώς το μέγεθος και τη δύναμη πυρός του κυβερνητικού στρατού με την καθοριστική οικονομική και στρατιωτική στήριξη των ΗΠΑ, που είχαν βγει αλώβητες και ενισχυμένες από τον Παγκόσμιο Πόλεμο και αποφασισμένες να επιβάλλουν την κυριαρχία τους σ’ αυτό που θεωρούσαν ως δυτική σφαίρα επιρροής. Αντιθέτως, η ΕΣΣΔ ήταν εξαντλημένη οικονομικά, πιεζόταν να ανοικοδομήσει τη Ρωσία και όλη την Ανατολική Ευρώπη που ήταν ερειπωμένη και ξεχαρβαλωμένη και να διασώσει τα κεκτημένα που αμφισβητούνταν και υπονομεύονταν από τη δυτική συμμαχία.
Από καραμπόλα
Ουσιαστικά, αυτή η προσπάθεια από την αρχή είχε εναντίον της σοβαρά γεωπολιτικά δεδομένα. Η συμφωνία της Γιάλτας, στην αρχή του 1945, δεν άφηνε πολλά περιθώρια για να αξιοποιηθεί στην Ελλάδα η μεγάλη νίκη της Σοβιετικής Ένωσης. Η ίδια η ΕΣΣΔ φρόντιζε πρώτα και πάνω απ’ όλα να διασφαλίσει την ακεραιότητά της, που είχε κατακτηθεί με τη θυσία 25 εκατομμυρίων ανθρώπων, και να σταθεροποιήσει την κυριαρχία της στις χώρες που είχε συμφωνηθεί να ανήκουν στη σφαίρα επιρροής της.
Η Σοβιετική Ένωση δεν διαχειριζόταν την ελληνική υπόθεση σαν ανεξάρτητο κομμάτι, αλλά σαν ένα μέρος του ευρύτερου μετώπου που της είχαν ανοίξει οι δυτικοί, οι μέχρι πρότινος σύμμαχοί της. Οπότε, η όποια βοήθεια του ελληνικού κινήματος από τους Σοβιετικούς εξαρτιόταν από τις εξελίξεις σε άλλες περιοχές, από το μπραντεφέρ Δύσης-Ανατολής, σε ένα πολύ πιο σύνθετο πλέγμα.
Για παράδειγμα, οι Αγγλο-Αμερικάνοι πίεζαν πολύ τη Σοβιετική Ένωση αναμιγνυόμενοι στα εσωτερικά της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Πολωνίας, επιδιώκοντας την όσο το δυνατό μεγαλύτερη παρέμβασή τους στις πολιτικές εξελίξεις αυτών των χωρών. Πίεζαν πάρα πολύ και τη Γιουγκοσλαβία να αποσκιρτήσει προσφέροντάς της οικονομική βοήθεια που ήταν απαραίτητη για την ανοικοδόμησή της και την οποία η ΕΣΣΔ δεν μπορούσε να καλύψει.
Η ηγεσία της Γιουγκοσλαβίας, έχοντας σαν πρώτο μέλημα της το δικό της συμφέρον, κρατούσε ευμετάβλητες και ριψοκίνδυνες ισορροπίες ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και τους Δυτικούς. Επιπλέον, στην περιοχή, αναφύονταν ενδοβαλκανικές τριβές, επειδή κάθε χώρα διαφορετικά όριζε τα συμφέροντά της και χαρτογραφούσε τα σύνορά της.
Τα ντοκουμέντα δείχνουν ότι ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, που είχε το γενικό πρόσταγμα, αντιλαμβανόταν τις δυσχέρειες, αντιλαμβανόταν και τις μεταβλητές, αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι είχε και τα περιθώρια ελιγμών και αναπροσαρμογών που θα αντιστάθμιζαν τις απώλειες που προξενούσαν αυτές οι μεταβολές.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έγιναν σοβαρά λάθη, αλλά ήταν μάλλον αξεπέραστη η δυσκολία να παρακολουθεί κανείς τις πολλαπλές μεταβολές και να προσαρμόζεται εγκαίρως, να λαμβάνει υπόψη στους σχεδιασμούς και τις αποφάσεις του όλα τα νέα δεδομένα που ήταν πολύ ρευστά και να αποφεύγει τα χτυπήματα από τις καραμπόλες των παιχνιδιών που παίζονταν σε ολόκληρο το γεωπολιτικό πεδίο.
Η δολοφονική επίθεση των Άγγλων στο αντιφασιστικό κίνημα, η επιστράτευση των συνεργατών των Γερμανών από την εγκάθετη κυβέρνηση, το στρίμωγμα της Σοβιετικής Ένωσης μετά τις ρίψεις των ατομικών βομβών στην Ιαπωνία, η κάθοδος των Αμερικάνων στην Ελλάδα και το δόγμα Τρούμαν, οι βαλκανικές ιδιαιτερότητες και πολλοί άλλοι παράγοντες δημιουργούσαν καταστάσεις που μάλλον ξέφευγαν από τις δυνατότητες που είχε το εντόπιο επαναστατικό κίνημα είτε να τις αντιληφθεί σε όλο τους το βάθος είτε να τις διαχειριστεί έγκαιρα και σωστά.
Μετά τη συντριβή, ο ίδιος ο Ζαχαριάδης είχε δηλώσει ότι εάν γνώριζε εγκαίρως ότι ο Τίτο θα συνεργαζόταν με τους Δυτικούς, δεν θα είχε ξεκινήσει την επανάσταση. Συμπερασματικά, σε κάθε περίπτωση, είναι καθοριστικό για την έκβαση μιας αναμέτρησης η ευχέρεια γρήγορης και σωστής προσαρμογής σε συνθήκες που μεταβάλλονται συνεχώς είτε προς το ευνοϊκότερο είτε, ιδίως, προς το δυσμενέστερο. Οι αγώνες εκτός από αρετή και τόλμη θέλουν και ταχύτητα προσανατολισμού.
Αμεση Δημοκρατία: Από την ιδέα στην πράξη
Στο αντιεξουσιαστικό χώρο γίνονται πολλές αναφορές στην άμεση δημοκρατία. Πολλές συλλογικότητες, με πολίτες ανένταχτους, αριστερούς και αντιεξουσιαστές, προσπαθούν να λειτουργήσουν χωρίς ιεραρχίες, αμεσοδημοκρατικά. Ορισμένοι πιο ειδικοί (όρος που απορρίπτεται σε επίπεδο αρχής από πολλούς ακτιβιστές) βγάζουν και βιβλία με τις απόψεις τους. Ακόμα και πολιτικοί χωρίς καμία σοβαρή σχέση με την άμεση δημοκρατία, την αναφέρουν στο δημόσιο λόγο τους σαν αντιστάθμισμα στην αστική δημοκρατία που μπάζει από παντού.
Αρκεί, όμως, η επίκληση της άμεσης δημοκρατίας για να υπάρξει άμεση δημοκρατία; Εάν, βέβαια, θεωρήσουμε ότι η επίκλησή της προϋποθέτει τη συνειδητοποίηση και την αποδοχή της, τότε και μόνο η επίκλησή της αποτελεί ένα πρώτο σωστό βήμα στη σωστή κατεύθυνση. Από κει και πέρα, όμως, πώς προχωράμε;
Είναι προφανές ότι οι δυσκολίες είναι μεγάλες. Παρακολουθώντας μία εκδήλωση για τον Κορνήλιο Καστοριάδη στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου της Αθήνας με τρεις αξιόλογους ομιλητές (Νίκος Ιωάννου, Γιώργος Ν. Οικονόμου και Αλέξανδρος Σχισμένος), όπου τελικά η συζήτηση επικεντρώθηκε στο θέμα της άμεσης δημοκρατίας, σκεφτόμουν πόσο, συχνά, εμείς οι ίδιοι δυσκολεύουμε τη ζωή μας στενεύοντας τον τρόπο σκέψης μας.
Οι προβληματισμοί είναι πολλοί. Μια κοπέλα αναρωτήθηκε αν μπορεί να υπάρξει άμεση δημοκρατία σε μια νησίδα, από μια ομάδα ανθρώπων μέσα σε ένα σύστημα καθολικά αντι-δημοκρατικό. Αλλά ακόμα κι αν υπάρξει, τι σημαίνει αυτό; Μήπως πρόκειται «για ένα νούφαρο μέσα σε μια πελώρια πετρελαιοκηλίδα»;
Χωρίς να θέλω να υπερκεράσω τις ενδιαφέρουσες απόψεις που εκφράστηκαν από το βήμα κι από το σε σημαντικό βαθμό νεανικό ακροατήριο, προσπάθησα με συνοπτικό τρόπο να θέσω ένα ζήτημα που κατά τη γνώμη μου περιορίζει πάρα πολύ την οπτική μας γωνία και τελικά, τη βάση και τη δυνατότητα μετατροπής μιας μεγάλης ιδέας σε εφαρμοστέα ύλη.
Για παράδειγμα, όσοι αναφέρονται στην άμεση δημοκρατία έχουν βασικό σημείο αναφοράς την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία. Και συμπληρωματικά αναφέρονται στην Παρισινή Κομμούνα του 1871, σαν υπόδειγμα αμεσοδημοκρατικά. Ταυτόχρονα, απορρίπτουν μεγάλες επαναστάσεις προτάσσοντας είτε τον τρόπο συγκρότησής τους είτε το χαρακτήρα της εξέλιξή τους. Με την ίδια περίπου λογική απορρίπτουν και κάθε επαναστάτη που δεν ενήργησε δημοκρατικά στην εποχή του και στο περιβάλλον του. Έτσι, αποκομμένη από την πραγματικότητα η «ιδέα» αναδύεται άσπιλη, αμόλυντη, τέλεια. Με αυτή τη λογική, οι αγώνες, η πρόοδος, τα επιτεύγματα, οι απόπειρες και οι ατελείς προσπάθειες αιώνων ρίχνονται ολοσχερώς στον ιστορικό κάλαθο των αχρήστων. Αλλά με αυτό τον τρόπο η άμεση δημοκρατία καταδικάζεται εσαεί να παραμείνει στον κόσμο των ιδεών.
Γιατί σ’ αυτή την κλειστή κριτική ούτε τα υποδείγματα που επικαλούνται οι θιασώτες της αντέχουν. Η αθηναϊκή δημοκρατία, στις δεκαετίες που λειτούργησε, κουβαλούσε μαζί της αναπόσπαστα δεμένα πελώρια βάρη. Την οικονομική ανισότητα των πολιτών της, τη δουλεία και τους συνεχείς πολέμους τους οποίους διεξήγε καθ’ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής της, που συνέβαλαν καθοριστικά στον αφανισμό της.
Είναι απολύτως αναγκαίο και θεμιτό, να διαχωρίζει κανείς την ήρα από το στάρι. Να κρατάει τους δημοκρατικούς θεσμούς που ίσχυαν μόνο μεταξύ των ελεύθερων πολιτών, που αποτελούσαν, στην ακμή της πόλης, κάτι μεταξύ 10 % και 15% του συνολικού πληθυσμού, και να απορρίπτει όλα τα αρνητικά συμπαρομαρτούντα. Αλλά όταν το κάνει κανείς αυτό, και σωστά το κάνει, δεν μπορεί να χρησιμοποιεί δύο μέτρα και δύο σταθμά για να αξιολογεί όλες τις άλλες προσπάθειες που έχουν κάνει με πάμπολλες θυσίες και φαιά ουσία οι άνθρωποι στην πορεία της ανθρωπότητας από τότε μέχρι σήμερα.
Κάθε αγώνας προεκτείνεται στο μέλλον
Η μεγάλη σοβιετική επανάσταση δεν μπορεί να διαγράφεται καθ’ ολοκληρίαν επειδή η δημοκρατία ήταν λειψή και ο συγκεντρωτισμός περίσσιος. Γιατί το εγχείρημα, όπως και το αθηναϊκό, εμπεριείχε πολλές συναρτώμενες πτυχές, θετικές και αρνητικές. Οι αρνητικές είναι γνωστές και είναι αυτές που σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, οδήγησαν στον εκφυλισμό και την κατάρρευση του εγχειρήματος.
Υπάρχουν, όμως, και οι θετικές. Για πρώτη φορά, η ιδιοκτησία από ατομική έγινε συλλογική . Αυτό και μόνο το γεγονός είναι κοσμοϊστορικό και αφήνει μια τεράστια κληρονομιά στην ανθρωπότητα. Και έχει επιπλέον αξία, γιατί η εξάλειψη της ατομικής ιδιοκτησίας αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη σύσταση της πραγματικής δημοκρατίας.

Κανένα βήμα της ανθρωπότητας δεν είναι το πλήρες και τελειωτικό. Η πρόοδος, από τα συστήματα και τις επιστήμες μέχρι τις ιδέες και τις επαναστάσεις, συντελείται ανισόμετρα και αποσπασματικά. Πουθενά και ποτέ συνολικά και απόλυτα. Γι’ αυτό, προοδευτικό είναι οτιδήποτε ανοίγει άλλο ένα παράθυρο στο μέλλον, ακόμα κι αν το ίδιο εκφυλιστεί ή πεθάνει αργά ή γρήγορα. Η δημοκρατία εξαφανίστηκε από το χάρτη της ανθρωπότητας, για να επανεμφανιστεί σε άλλες συνθήκες με άλλη μορφή μετά από δύο-και χιλιάδες χρόνια. Με δούλους στην αρχή, με μεγάλη οικονομική ανισότητα και συνεχείς πολέμους.
Μ’ αυτή την πολύ περιορισμένη δημοκρατία ξεπέρασε η ανθρωπότητα τη φάση της δουλοπαροικίας και βίωσε, στα θετικά της, μια πρωτόγνωρη σε σχέση με το παρελθόν ελευθερία στην έκφραση και μια επίσης σπάνια καθολική ισονομία, όλοι ίσοι ενώπιον του νόμου.
Πηγαίνοντας πέρα από την Ευρώπη και την Αμερική, οι λαοί από πιο υπανάπτυκτες περιοχές, που παρέμεναν καθηλωμένοι και λεηλατημένοι κάτω από την κυριαρχία των ισχυρών, εξεγέρθηκαν κατά κύματα και πέτυχαν την ανεξαρτησία και αυτοδιάθεσή τους, άλλοι μόνιμα και άλλοι πρόσκαιρα. Αυτοί οι αγώνες, όμως, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην παραπέρα συνειδητοποίηση των προηγμένων κοινωνιών για το χαρακτήρα των καθεστώτων τους και για την αξία του σεβασμού των άλλων.

Και μ” αυτή την έννοια, ακόμα και τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα που τελικά ηττήθηκαν, αλλοτριώθηκαν, εξελίχθηκαν σε εθνικιστικά ή διεφθάρησαν, από το Βιετνάμ ως την Αγκόλα, ενίσχυσαν μέσα στο λογισμικό της ανθρωπότητας το δικαίωμα της ανεξαρτησίας και της αυτοδιαχείρισης. Σ’ αυτή την μακρόχρονη διαδικασία, ανάλογη είναι η συνεισφορά των προσπαθειών ακόμα και της πιο μικρής ομάδας και του ενός ατόμου. Που συνεισφέρουν με το δικό τους μερίδιο, όχι κατά κανόνα για πάντα ούτε με όλα τα στοιχεία τους. Όμως, όπως κρατάμε από ένα συνθέτη τα καλά του τραγούδια και από ένα ζωγράφο τα έργα της χρυσής εποχής του, έτσι κρατάμε από ένα αγώνα και από μια προσπάθεια, τα θετικά τους στοιχεία.
Κι αυτά όλα, μικρά και μεγάλα, από την εξέγερση του Σπάρτακου μέχρι την κινέζικη επανάσταση του 1949. από την επανάσταση του 1821 μέχρι την αντίστασή του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στο ναζισμό και του ΔΣΕ στο μοναρχοφασισμό ή από τον Κάστρο και τον Τσε μέχρι τον Τσάβες κόντρα στον ιμπεριαλισμό, αθροίζονται στον επεξεργαστή της ανθρωπότητας. Τίποτα δεν γίνεται αποδεκτό σαν κληρονομιά εξ ολοκλήρου και τίποτα δεν απορρίπτεται εξ ολοκλήρου. Και μόνο όταν αυτή η επεξεργασία προοδεύσει στο κρίσιμο σημείο της ποιοτικής αλλαγής, μέσα κι από άλλα εγχειρήματα, που το καθένα θα συνεισφέρει λιγότερο ή περισσότερο με κάτι νέο ή με κάτι καλύτερο από το προηγούμενο, θα μπορέσει η κοινωνία, καθώς όλα τα παλιά θα έχουν φθαρεί και μαραζώσει, παρ’ όλα τα πισωγυρίσματα, να προχωρήσει στη μεγάλη ανατροπή και να εφαρμόσει στην πράξη τη δημοκρατία στην ανώτερη της μορφή.
Γιατί, χωρίς ανεξαρτησία από κηδεμόνες και πάτρωνες, χωρίς ελευθερία, ισότητα και συλλογικότητα, με εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, ατομική ιδιοκτησία και οικονομική διαστρωμάτωση, με πολέμους, εθνικισμούς και φυλετικές διακρίσεις, η δημοκρατία ούτε υφίσταται ούτε μπορεί να ευδοκιμήσει.
Με αυτό το σκεπτικό, όσοι από μας θεωρούν τη δημοκρατία (αυτή που λέμε άμεση εξ ανάγκης για να τη διαχωρίσουμε από την εφαρμοσμένη) όχι μόνο σαν μια καλή ιδέα αποκομμένη από την πραγματική ζωή, αλλά και σαν σύστημα ειρηνικής, ελεύθερης και δημιουργικής συνύπαρξης των ανθρώπων, χωρίς ανώτερους και κατώτερους, χωρίς αφεντικά και δούλους, καλό είναι να συνεχίσουμε να την καλλιεργούμε και να τη διαδίδουμε σε όποια κλίμακα μπορούμε, όντας βέβαιοι ότι κανένας σπόρος δεν πάει χαμένος. Γιατί η δημοκρατία δεν είναι κάτι κόμπακτ, αλλά κάτι που το συνθέτεις από τα καλύτερα υλικά της ανθρώπινης εμπειρίας και σύλληψης.
Και επειδή το πιο εύκολο και αποδεκτό πράγμα είναι να επικαλείσαι τη δημοκρατία, αλλά το πιο δύσκολο είναι να την εφαρμόσεις ακόμα και στον προσωπικό σου κύκλο, σοφό είναι να αποφεύγουμε τις μεγαλοστομίες, τους αποκλεισμούς και τις απολυτότητες περί δημοκρατίας. Γιατί κι αυτοί που σκέφτονται διαφορετικά από εμάς είναι απαραίτητοι για να πάρει σάρκα και οστά η δημοκρατία που περιγράφουμε με τόσο ωραία λόγια.

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015

Το φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού


 http://www.anarkismo.net

Ο Μ.Μ δεν περιγράφει “βιωματικά” την Ισπανική επανάσταση και τον εμφύλιο,αλλά ως ερευνητής. Ως τέτοιος, θεωρητικά πάντα, υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχει μια πιο ψυχρή ματιά, αυτή του μελετητή. Ωστόσο, η καταγραφή του δεν περιέχει την αντικειμενικότητα του ερευνητή που θεωρητικά θα έπρεπε να έχει,υπερτερώντας, όμως, ενδεχομένως από αυτούς που έζησαν και κατέγραψαν τον ηρωικό αγώνα, οπότε μοιραία έβαζαν και το συναισθηματικό στοιχείο.
cnt300x217.jpg
Mερικές κριτικές σημειώσεις πάνω στο φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού του Μ.Μπούκτσιν
Εισαγωγή

1. Αφορμή για το παρόν κείμενο στάθηκε το σύγγραμμα του Μάρραιυ Μπούκτσιν (στο εξής για συντομογραφία: Μ.Μ): “Το φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού”.

Τόσο στο “φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού” (μετάφραση από την ομάδα του Eagainst), όσο και στο πόνημά του “Οι Ισπανοί Αναρχικοί τα ηρωικά χρόνια”, δεν ασκεί απλά κριτική στα λάθη των Αναρχοσυνδικαλιστών της CNT, αλλά έχει από επιλογή ξεκάθαρη αντι-Αναρχοσυνδικαλιστική θεώρηση. Ο Μ.Μ θεωρεί μάλιστα τον Αναρχοσυνδικαλισμό “παρωχημένο”, καθώς σύμφωνα με τη δική του οπτική, η εργατική τάξη δεν είναι η μοναδική ριζοσπαστική δύναμη. Με λίγα λόγια το μοναδικό επαναστατικό υποκείμενο.

2. Ο Μ.Μ δεν περιγράφει “βιωματικά” την Ισπανική επανάσταση και τον εμφύλιο,αλλά ως ερευνητής. Ως τέτοιος, θεωρητικά πάντα, υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχει μια πιο ψυχρή ματιά, αυτή του μελετητή. Ωστόσο, η καταγραφή του δεν περιέχει την αντικειμενικότητα του ερευνητή που θεωρητικά θα έπρεπε να έχει,υπερτερώντας, όμως, ενδεχομένως από αυτούς που έζησαν και κατέγραψαν τον ηρωικό αγώνα, οπότε μοιραία έβαζαν και το συναισθηματικό στοιχείο.

3. Οι ασάφειες,οι παρερμηνείες και οι αυτο-αναιρέσεις χαρακτηρίζουν το κείμενο. Χαρακτηριστικό είναι ότι, αν και στα δύο προαναφερόμενα έργα του ήταν ιδεολογικά πολέμιος της CNT & της FAI, σε ένα παλαιότερο έργο του το :»Άκου Μαρξιστή«, αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο για τα Groupos De Afinidad και την FAI.

Mέρος πρώτο

4. Ξεκινάει με τη λάθος αντίληψη ότι, σήμερα οι Αναρχοσυνδικαλιστές είναι προσκολλημένοι στην ιδέα του Αναρχοσυνδικαλισμού, όπως αυτός διατυπώθηκε και εφαρμόστηκε στην Ισπανία. Μπορεί ο Ισπανικός Αναρχοσυνδικαλισμός να εμπνέει ακόμα και σήμερα, αλλά κανείς δεν το αποδέχεται ως θέσφατο.

5. Η άποψη του Μ.Μ, ότι ο Αναρχοσυνδικαλισμός είναι μια από τις πιο εσωστρεφείς τάσεις του αναρχικού κινήματος σήμερα,είναι αναληθής. Στην Ισπανία η CNT και η CGT, στη Γαλλία η CNT, στη Γερμανία η FAU (και λιγότερο σε χώρες όπως η Σουηδία με την SAC,ή η Ολλανδία με την ASB), το κίνημα όχι μόνο δεν είναι «εσωστρεφές», αλλά αριθμεί και κάποια εκατομμύρια μέλη. Αλλά ακόμα και σε χώρες που αριθμεί λίγα μέλη έχει ανοιχτεί στην κοινωνία.

6. Οι Αναρχοσυνδικαλιστές- υποστηρίζει ο Μ.Μ- πιστεύουν ότι ο Αναρχοσυνδικαλισμός είναι το Α και το Ω του αναρχισμού. Ωστόσο, πέρα από αυτή τη στρεβλή προσέγγιση του συγγραφέα, η αλήθεια είναι ότι ο Αναρχοσυνδικαλισμός, μαζί με τον Αναρχοκομμουνισμό, ήταν από τα πιο βασικά ρεύματα του Κοινωνικού Αναρχισμού. Με αυτή την έννοια, δεν ήταν ποτέ εχθρικός προς τον Κοινοτικό Αναρχισμό ή τον Οικο-αναρχισμό που πρέσβευε σε διάφορες περιόδους της ζωής του ο Μ.Μ.

7. Όσον αφορά την κατηγορία ότι, οι Αναρχοσυνδικαλιστές αναφέρονται σε κοινωνικούς αγώνες με την ευρεία έννοια και όχι στη σύγκρουση μεταξύ μισθωτής εργασίας και κεφαλαίου, είναι πέρα για πέρα εσφαλμένο, καθώς οι Αναρχοσυνδικαλιστές παλεύουν για την απελευθέρωση της τάξης τους από τη μισθωτή σκλαβιά, και μέσω αυτής και για την απελευθέρωση ολόκληρης της κοινωνίας.

8. Ο ισχυρισμός ότι, ο καπιταλισμός έχει υποστεί μορφολογικές και δομικές αλλαγές, και άρα ο Αναρχοσυνδικαλισμός δεν είναι επίκαιρος, είναι εκ του πονηρού και ο συσχετισμός δεν αποδεικνύεται από τον Μ.Μ.

9. Τα περί “ιδεολογικής ηγεμονίας” του Αναρχοσυνδικαλισμού είναι γελοιότητες. Οι Αναρχοσυνδικαλιστές, πάντα πίστευαν-σε αντίθεση με τους Αναρχοκομμουνιστές που πρέσβευαν σε μία πιο γενική μορφή επαναστατικού συνδικαλισμού- ότι το συνδικάτο θα αποτελέσει την μήτρα- για να χρησιμοποιήσω την έκφραση του Φράνκ Μίντς- που θα γεννήσει τη σύγκρουση με το υπάρχον και τη δημιουργία ενός καινούργιου κόσμου, όχι σαν μία πρωτοπορία, αλλά σαν ένα όχημα με “εργαλειακή” αξία.

10. Λέει ο Μ.Μ ότι οι Ισπανοί και Γάλλοι Αναρχικοί πίστευαν ότι ο Αναρχοσυνδικαλισμός είναι η “καλύτερη” και συχνά μοναδική προσέγγιση για την επίτευξη μιας ελευθεριακής κοινωνίας. Οι Αναρχοσυνδικαλιστές ποτέ δεν υποστήριξαν φανερά η κρυφά κάτι τέτοιο. Υποστήριζαν όμως, ότι ο επαναστατικός συνδικαλισμός, ο συνδικαλισμός βάσης (δλδ, οριζόντιος άρα αντιεραρχικός και αντιγραφειοκρατικός) θα αποτελέσει την απαρχή για μια τέτοια κοινωνία (βλέπε σχετικά: “περί Αναρχοσυνδικαλισμού”: omniasuntcommunia3.blogspot.gr /2011/5/blog-post_12.html). Ότι απλά θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα όπλα και μια από τις μεγαλύτερες -σίγουρα όχι η μοναδική- εφαρμογές της αυτοοργάνωσης, και άρα της κοινωνίας που οραματίζονται. βλέπε σχετικά: “περί Αναρχοσυνδικαλισμού”:omniasuntcommunia3.blogspot.gr /2011/5/blog-post_12.html).

11. Πράγματι στην Ισπανική CNT υπήρχαν δύο τάσεις. Οι ρεφορμιστές, όπως ο Πεστάνια, ο Σεγκί και ο Μπουενακάσα, και οι αναρχικοί της πράξης και ταυτόχρονα συνδικαλιστές, όπως ο Ντουρούτι, ο Ασκάσο,ο Ολιβέρ (τον οποίο στο βιβλίο του αναφέρει εσφαλμένα σαν ….μαρξιστή, που γι” αυτόν τον λόγο συγκρούστηκε με τον Ντουρούτι), οι αδερφοί Σαμπατέ, και εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι που παρέμειναν -όπως συνήθως γίνεται – οι αφανείς ήρωες αυτού του αγώνα.Τελικά, οι ρεφορμιστές αποχώρησαν από την CNT και κάποιοι- όπως ο Πεστάνια που δημιούργησε κόμμα-, ενώ κάποιοι άλλοι δημιούργησαν νέα συνδικαλιστικά σχήματα, ή ενσωματώθηκαν σε ήδη υπάρχοντα, κυρίως ρεφορμιστικά.

12. Ο Αναρχοσυνδικαλισμός, πράγματι δεν έγινε ποτέ πλήρως αποδεκτός από μια μερίδα αναρχικών. Ίσως γιατί, από κάποιους έγινε κατανοητό ως εκείνο το κομμάτι των αναρχικών που προσανατολίστηκε προς τον επαναστατικό συνδικαλισμό (βλέπε σχετικά:“περι αναρχοσυνδικαλισμού”:omniasuntcommunia3.blogspot.gr /2011/5/blog-post_12.html). Θα το ξαναπώ: Οι Αναρχοσυνδικαλιστές θεωρούν ότι ο Αναρχοσυνδικαλισμός ,είναι απλά το μέσο που θα οργανωθούν οι νέες δομές που θα προκύψουν στην μετεπαναστατική περίοδο (βλέπε σχετικά:“περί Αναρχοσυνδικαλισμού”:omniasuntcommunia3.blogspot.gr /2011/5/blog-post_12.html). Και το συνδικάτο θα είναι η πρώτη δομή της νέας κοινωνίας που θα λειτουργήσει άμεσα και χρηστικά μέχρι να μετασχηματιστεί η κοινωνία και να δημιουργήσει νέες μορφές δομών. Μια κοινωνία στην οποία θα ισχύει το: “από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητες του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του”(Κροπότκιν).

13.Οι Αναρχοσυνδικαλιστές- γράφει ο Μ.Μ- με την δική τους στενότητα, εκτόπισαν εξ’ολοκλήρου το κοινοτικό, το ηθικό, οικουμενικό και αντιεραρχικό. Λάθος εσκεμμένο, η προσπάθεια αποσιώπησης αυτού που ίσχυε στην τελική;
Ο Μπακούνιν υποστήριζε ότι οι αφηρημένες ιδέες δύσκολα θα υιοθετούνταν από την μεγάλη μάζα των εργατών. Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα πολιτικό πρόγραμμα και να καλέσεις όλους τους εργαζόμενους να προχωρήσουν σε αυτό. Θα ήταν πιο χρήσιμο να ενωθούν οι εργαζόμενοι στην βάση του κοινού βιώματος της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης από τα αφεντικά, μέσα από την κοινή ζωή του συνδικάτου, να τους μεταμορφώσεις ώστε να φτάσουν οι ίδιοι, να δημιουργήσουν ένα κοινό απελευθερωτικό πρόγραμμα για τους εαυτούς τους (αναφορά από το “Αναρχισμός και Αναρχοσυνδικαλισμός»-περιοδικό Ελευθεριακός Συνδικαλισμός-της ΕΣΕ, τεύχος 3- μπορείτε επίσης να ανατρέξετε εδώ: http://omniasuntcommunia3.blogspot.gr/2012/04/blog-post....html). Επιπλέον: η εργατική τάξη,χρειάζεται ένα οργανωτικό μοντέλο, όχι απλά επαναστατικό, αλλά επίσης, απαραιτήτως και ελευθεριακό και αντιεξουσιαστικό, ένα μοντέλο που θα δίνει αξιοπρέπεια στο συνδικαλισμό και θα τον κάνει όπλο για να ξεπεράσουμε τη σκλαβιά( βλέπετε σχετικά: Η ισπανική CGT (των Jacinto Ceacero,Emilio Contavitrare & Antonio Riviera).

14. Άλλη ανακρίβεια: η Γαλλική CGT δεν υπήρξε Αναρχοσυνδικαλιστική. Στην πραγματικότητα, αρχικά και για βραχύ διάστημα η CGT, ήταν Αναρχοσυνδικαλιστική, μέχρι που αλώθηκε από κομμουνιστές και προσδέθηκε στο άρμα του ΚΚΓ. Μέχρι το 1919 στην CGT κυριαρχούσε η Αναρχοσυνδικαλιστική τάση, με τον Εmile Pouget να είναι η κεντρική φιγούρα αυτής της τάσης. Η CGT, αντίθετη τόσο στις αρχές, όσο και στους εργοδότες, είχε έντονα συγκρουσιακή κατεύθυνση, ενώ, αρνιόταν να συνδεθεί με οποιοδήποτε πολιτικό κόμμα.
Η Οκτωβριανή επανάσταση και η αλλαγή των ισορροπιών με τους κομμουνιστές να παίρνουν τον έλεγχο στη συνδικαλιστική ένωση οδήγησαν στην σύνδεση της με το ΚΚΓ.

15. Μία ακόμη ανακρίβεια, αφορά την Ισπανική CNT, η οποία σύμφωνα πάντα με τον Μ.Μ, έκανε “απλό και καθαρό συνδικαλισμό”.Ηταν όμως έτσι? Η αυτοδιαχείριση στα κατειλημμένα εργοστάσια, το δίκαιο μοίρασμα της αγροτικής παραγωγής -μέσω του αγροτικού ελέγχου της παραγωγής- (κάτι που και ο ίδιος ο Μ.Μ αναφέρει στο βιβλίο του για τους Ισπανούς Αναρχικούς, (δείτε σχετικά: Μurray Bookchin: ΟΙ ΙΣΠΑΝΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΤΑ ΗΡΩΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ 1868-1936).

Η CNT, σύμφωνα με τον Φράνκ Μίντς, δεν περιορίστηκε στον συνδικαλισμό, αλλά κυρίως στην επιμόρφωση των εργατών (σχετικά διαβάστε: Φράνκ Μίντς: Αναρχοσυνδικαλισμός και αυτοδιαχείριση στην Ισπανία).

Για την κοινωνικοποίηση των κολεκτιβοποιημένων εργοστασίων, ο Μ.Μ., φθάνει στο σημείο να χρησιμοποιεί κάποιες αναφορές μιας εμβληματικής μορφής του Ισπανικού Αναρχοσυνδικαλισμού, του Λαβάλ. Για να μειώσει την σημασία των κολεκτιβών, τις αποδίδει σε κάποιους “μειοψηφούντες” αγωνιστές της CNT, που έκαναν το όραμα πράξη, μακρυά από τις αποφάσεις της ηγεσίας της CNT. Ωστόσο, για να μην αδικήσω τον Μ.Μ, η τοποθέτηση αυτή δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα, καθώς και άλλοι ερευνητές αναφέρουν ότι, οι επικεφαλής της CNT-FAI δεν είχαν προκαλέσει, αλλά και ούτε ενθαρρύνει τα εγχειρήματα αυτοδιαχείρησης (δείτε σχετικά: ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ-Μια ιδέα πάντα επίκαιρη / εκδόσεις των συναδέλφων- σελ.39-).

Αλλά αυτό δεν μειώνει την σημασία των κολεκτιβοποιημένων επιχειρήσεων. Ειδικά, μάλιστα, όταν ο Μ.Μ δεν διστάζει να μιλήσει ακόμα και για “νεοκαπιταλισμό των εργατών”. Και δυστυχώς δεν είναι ο μόνος. Γράφει ο Φ. Μίντς: «Ο νεοκαπιταλισμός αυτών των κολεκτίβων μπορεί να περιγραφεί συνοπτικά ως αντικατάσταση ενός αφεντικού από μια πλειάδα αφεντικών στην ίδια επιχείρηση» (δείτε σχετικά: ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ-Μια ιδέα πάντα επίκαιρη / εκδόσεις των συναδέλφων-σελ.45-). Το θέμα της κολεκτιβοποίησης στην εξεγερμένη Ισπανία, δεν μπορεί να εξαντληθεί σε πέντε αράδες και θα χρειαστεί μάλλον να επιστρέψω σε αυτό. Ωστόσο, η επιτυχημένη πορεία της κολεκτιβοποίησης δεν αμφισβητείτε μόνο από τον Μ.Μ ή ιστοριογράφους του χώρου όπως ο Φ.Μιντς. Αν υπήρχε αυτή η απαξίωση από αναρχικούς συγγραφείς,πόσο μάλλον λογικό φαντάζει το γεγονός ότι, ουδέποτε δεν αναγνωρίστηκε τόσο από τους φιλελεύθερους, όσο και από τους κομμουνιστές (διαβάστε σχετικά: Η κολεκτιβοποίηση στην Ισπανία-1936-1939-Μαρτυρίες και κριτικές προσεγγίσεις,των: Diego Abad Santillan, Antoni Castels Duran, Luis Garrido Gonzalez, Michael Seidman, Martha Ackelsberg / εκδόσεις των ξένων). Οπότε δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Μ.Μ παρερμηνεύει ηθελημένα τον Λαβάλ. Αντίθετα, από άλλες πηγές της επίσημης ιστοριογραφίας, υπάρχει ο οξύμωρος ισχυρισμός: ότι είτε η κολεκτιβοποίηση προέκυψε αυθόρμητα, είτε υπήρξε αποτέλεσμα επιβολής (διαβάστε σχετικά: Κολεκτιβοποίηση στην Ισπανία-1936-1939-Μαρτυρίες και κριτικές προσεγγίσεις,των: Diego Abad Santillan, Antoni Castels Duran, Luis Garrido Gonzalez, Michael Seidman, Martha Ackelsberg / εκδόσεις των ξένων).

Μέρος δεύτερο

16. Ο Μ.Μ.,επιχειρεί να σκιαγραφήσει ποιοί ήταν οι Αναρχοσυνδικαλιστές που συμμετείχαν στην CΝΤ , ώστε να αμφισβητήσει την δομή της Αναρχοσυνδικαλιστικής ένωσης, και εν συνεχεία να την κατηγορήσει για γραφειοκρατική στάση. Μακρυά από το όραμα του libertario comunismo. Και όμως, όπως παρατηρεί ο Φ.Μίντς (στο εξής συντομογραφία Φ.Μ), η “στελέχωση” της CNT, έγινε κύρια από τον χώρο των εργαζομένων. Προέρχεται από τους εργαζόμενους τους ίδιους και από την Αναρχοσυνδικαλιστική μήτρα (σχετικά διαβάστε: Φράνκ Μίντς: Αναρχοσυνδικαλισμός και αυτοδιαχείριση στην Ισπανία).
Οποιαδήποτε συνδικαλιστική οργάνωση που εκπίπτει από τις αρχές του Αναρχοσυνδικαλισμού, γίνεται συντηρητική και προσηλωμένη αποκλειστικά στα άμεσα συμφέροντα της, δημιουργώντας στο εσωτερικό της μια συνδικαλιστική γραφειοκρατία που δεν έχει άλλο στόχο από το να ισχυροποιηθεί και να μεγαλώσει η ίδια (σχετικά:όπως προηγουμένως). Άρα δεν ήταν εκεί που “πονούσε” η CNT.
Αλλού ήταν το αδύνατο σημείο της. Ήταν η άρνηση δημιουργίας βιομηχανικών ομοσπονδιών, ακριβώς από το φόβο γραφειοκρατικοποίησης, και κυρίως η εθελουσία αβουλία χωρίς γραφειοκρατικοποίηση (σχετικά: όπως προηγουμένως)
Η εθελουσία αβουλία εξηγείται από την πελώρια προσωπικότητα ορισμένων αγωνιστών-εργαζομένων, που είχαν κατακτήσει μια κουλτούρα αναμφισβήτητα μεγαλύτερη, και που κατά συνέπεια επιβαλλόντουσαν στους συντρόφους τους (σχετικά: όπως προηγουμένως).
Ένα θετικό αντίθετα ήταν, ότι οι περισσότεροι εργαζόμενοι πραγματοποιούσαν δράσεις με τα χρήματα που διέθεταν από την δουλειά τους, καθώς και τον προσωπικό τους χρόνο.
Ένα άλλο αδύνατο σημείο, σύμφωνα με το Φ.Μ., ήταν η απουσία εναλλαγής ρόλων, που έτσι έδινε μεγαλύτερη βαρύτητα στους ικανούς αγωνιστές, που συχνά έπαιρναν αποφάσεις, χωρίς να συμβουλεύονται τη βάση. Έτσι, η εθελουσία αβουλία ελάχιστα διαφέρει από τη γραφειοκρατικοποίηση (σχετικά: όπως προηγουμένως).

17. Ο ισχυρισμός ότι το ελευθεριακό κίνημα, δηλαδή η CNT-FAΙ, με βάση τις δομές και τον οπλισμό που είχε, θα μπορούσε να ανακόψει την άνοδο του Φράνκο στην εξουσία, είναι επίσης αναληθής. Ο ίδιος ο Μ.Μ στο βιβλίο του (βλέπε σχετικά:Μurray Bookchin: ΟΙ ΙΣΠΑΝΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΤΑ ΗΡΩΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ 1868-1936), περιγράφει πως η χούντα του Πρίμο ντε Ριβιέρα είχε αποδεκατίσει το κίνημα από αγωνιστές.
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι οι αναρχικοί, εκτός από τους στρατιωτοφύλακες της Guardia Civil (πολιτοφύλακες του καθεστώτος του Φράνκο), και τους λοιπούς παρακρατικούς, είχαν να αντιμετωπίσουν και τους ένοπλους κομμουνιστές που συχνά πυκνά προέβαιναν σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, εναντίον των πολιτικών τους αντιπάλων (βλέπε σχετικά: Κ.ΦΛΩΡΟΣ- Οι άνθρωποι που κύκλωσαν το Α).

18. Η αποσιώπηση και η χειραγώγηση της ιστορικής σύγκρουσης των Ισπανών αναρχικών με τη χούντα του Φράνκο, επιβλήθηκε από τους κομμουνιστές και τους σοσιαλιστές, και είναι απορίας άξιον πως πέφτει σε αυτή την παγίδα ο Μ.Μ.
CNT &FAI, έδωσαν σκληρές μάχες σε Βαρκελώνη,Βαλένθια, Μάλαγα, Γρανάδα και αλλούθε.
Αλλά η δικτατορία του Φράνκο, ενισχυμένη από τα φασιστικά καθεστώτα (λόγω ιδεολογικής εγγύτητας) της Γερμανίας και της Ιταλίας, καθώς και από τον Πάπα και την opus dei, αλλά και το χριστεπώνυμο πλήθος της Ισπανίας, ήταν δύσκολο να ανατραπεί.
Ακόμα και σήμερα ο ακριβής αριθμός των νεκρών ανταρτών των πόλεων και του βουνού, αλλά και αυτών που φυλακίστηκαν δεν είναι γνωστός. “Επίσημα”στοιχεία υπάρχουν μόνο από τις καταγραφές της Γκουάρδια Θιβίλ,αλλά εκτιμάται ότι ήταν πολλοί περισσότεροι.
Οι τεράστιες απώλειες σύμφωνα με τον Μ.Μ., έφεραν σημαντική μείωση της “ηθικής τάσης” και όσοι δεν σκοτώθηκαν κατηγορούνται για αδράνεια. Μία κατηγορία που θα μπορούσε κάλλιστα κάποιος να προσάψει στους ρεφορμιστές της CNT, που διέφυγαν στη Γαλλία, αλλά σίγουρα όχι σε εκείνους που έμειναν στην Ισπανία και έχυσαν το αίμα τους. Το πραξικόπημα του Φράνκο είχε προβλεφθεί από την CNT, αλλά δεν μπορούσε να προληφθεί.
“Για το ότι θα μπορούσαμε αποτελεσματικά να νικήσουμε το φασισμό μέσα σε δυο εβδομάδες το πολύ και αυτό δεν έγινε από ανικανότητα ,προτιμώ να μην πω τίποτα”(απόσπασμα από κείμενο του Μοντσενί στο περιοδικό FRANGUA SOCIAL). Yπάρχουν πιο «μελανά» σημεία στην ιστορία του Ισπανικού Αναρχοσυνδικαλισμού. Σταχυολογώντας κάποια από αυτά, όπως λ.χ την συνεργασία της CNT το 1934, με την UGT(Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Ένωση,που συνεργάστηκε με τη χούντα του Πρίμο ντε Ριβιέρα και μόνιμος ανταγωνιστής της CNT), για την κήρυξη απεργίας στις Αστούριες. Επίσης, τη συνεργασία με συνδικαλιστικές οργανώσεις του ”δημοκρατικού τόξου”, ακόμα και με φιλομοναρχικούς, στη λογική που οι ρεφορμιστές της CNT είχαν, περί κοινού αγώνα και συνεργασιών στο πλαίσιο υποτίθεται κοινού αντιδικτατορικού αγώνα. Τη συνεργασία το 1947 με την STV (Solitaridad Travajadores Vasko-Αλληλεγγύη Βάσκων εργατών), δηλαδή με τη συνδικαλιστική οργάνωση Βασκικού Εθνικιστικού Κόμματος. Τη χαμερπή συμφωνία με την CNS (την Εθνική Συνδικαλιστική Ομοσπονδία-υποχρεωτικό Φρανκικό σωματείο), για την αντιμετώπιση των κομμουνιστών στο φασιστικό αυτό έκτρωμα. Και τέλος, την επιμέρους -και δυστυχώς όχι ολική- συνεργασία με το POUM (Partido Obrero Unification Marxista-τροσκιστές), (για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να ανατρέξετε στο G.Orwell: Φόρος τιμής στην Καταλονία).

Συμπεράσματα

Όσο και να αμφισβητηθεί, η CNTκαι η FAI, έβαλαν τα θεμέλια για την εφαρμογή του libertario comunismo. To “πείραμα” της αυτοδιαχείρησης ήταν επιτυχημένο, αν και κάποιες ανισότητες και οικονομικές “αδικίες” συνεχίστηκαν. Δεν υπήρχε η ίδια ευμάρεια σε όλες τις κολεκτίβες, καθώς άλλες ήταν πιο «εύρωστες” και άλλες πιο “ασθενείς” οικονομικά. Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι κολεκτίβες, ήταν η είσοδος τόσο κομμουνιστών όσο και φασιστών, που είτε έβρισκαν καταφύγιο σε αυτές, είτε έμπαιναν για να τις υπονομεύσουν. Όμως το πιο σημαντικό πρόβλημα ήταν αυτό της έλλειψης φεντεραλισμού (ομοσπονδιοποίησης) των κολεκτιβών. Οι κολεκτίβες αυξανόταν, αλλά δεν υπήρχε μια συνεκτικότητα, με αποτέλεσμα οι κολεκτίβες να είναι αποκομμένες μεταξύ τους. Και εδώ υπάρχει μια ασάφεια για το τι τελικά ισχύει, καθώς ο Φ.Μ. υποστηρίζει αντίθετα ότι, οι κολεκτίβες δημιουργούσαν σχέσεις μεταξύ τους, χάρη σε μια συνομοσπονδία που οργάνωνε τις ανταλλαγές στο εμπόριο με τον μη κολεκτιβοποιημένο τομέα της οικονομίας. (βλ. σχετικά: ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ-Μια ιδέα πάντα επίκαιρη / εκδόσεις των συνάδελφων-σελ.45-).

Οι ελευθεριακοί κομμουνιστές, κατήργησαν το χρήμα σε πολλά χωριά (πχ στην περιοχή της Αραγωνίας),αλλά από την άλλη, υπάρχει η αντίφαση της δημιουργίας τράπεζας από την CNT, η οποία όμως δεν τα πήγε καθόλου καλά.

Εσωτερικά στις κολεκτίβες, δεν υπήρχε χρήμα και το μόνο χρήμα που υπήρχε το είχε η επιτροπή, η οποία και το διέθετε στα μέλη της αν χρειαζόταν να μετακινηθούν σε άλλες περιοχές. Σιγά-σιγά απαξιώθηκε το χρήμα και άρχισε να ισχύει η ανταλλαγή προϊόντων.
Από την άλλη το “μισθολογικό”, έμεινε ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα, αν και τελικά σε πολλές περιπτώσεις, κατέστη δυνατόν να εφαρμοστεί το: ο καθένας σύμφωνα με τις ανάγκες του, ο καθένας σύμφωνα με την εργασία του.

Κάποιοι πίστευαν ότι η έλλειψη μισθού ή καλύτερα, η έλλειψη διαφοροποίησης του μισθού, δεν θα έδινε το κίνητρο στους εργαζόμενους να αυτομορφωθούν και αλλάξουν κλίμακα.

Το πραγματικό πρόβλημα, λέει ο Φ.Μ., δεν ήταν το κίνητρο, αλλά η εξουσία των εργαζομένων. Όταν η βάση έλεγχε, ήξερε και θυσιαζόταν. Όταν δεν είχε την εξουσία, η βάση δεν δεχόταν θυσιαστεί (σχετικα διαβάστε: Φράνκ Μίντς: Αναρχοσυνδικαλισμός και αυτοδιαχείρηση στην Ισπανία).

Οι εργατικές οργανώσεις και ειδικά η CNT, έπρεπε να ετοιμαστούν για την πραγματοποίηση ενός οικονομικού μετασχηματισμού που θα περάσει από την κολεκτιβοποίηση στην κοινωνικοποίηση των πρώτων υλών και της βιομηχανίας (βλέπε προηγούμενη σημείωση).
Οι μαρξιστές -λενινιστές, ποτέ δεν μπόρεσαν να καταλάβουν την επαναστατική πνοή που έφερνε ο Αναρχοσυνδικαλισμός.
Ήταν τόσο μεγάλη και σημαντική η επιτυχία της κολεκτιβοποίησης στην Ισπανία το διάστημα 1936-19389, που το pet (κατοικίδιο) της τότε ΕΣΣΔ, κομμουνιστής στρατηγός Λίστερ με τη μεραρχία του, με τις ευλογίες της Σοβιετικής Ένωσης, κατέστρεφαν στο πέρασμα τους, ό,τι οι Ισπανοί αναρχικοί είχαν δημιουργήσει με τόσο κόπο και στερήσεις.

Οι Ισπανοί αναρχικοί δημιούργησαν επίσης για την αυτομόρφωση των εργατών, πολιτιστικές δομές, όπως βιβλιοθήκες και ελευθεριακά σχολεία εμπνευσμένα από τον Φρανσίσκο Φερέρ.

Συμπερασματικά: Παρά τις όποιες αντιφάσεις και αδυναμίες μπορεί να αναδείχθηκαν, είναι τεράστια η παρακαταθήκη που άφησαν οι Ισπανοί Αναρχικοί._

Σ.σ: τα δύο μέρη αφορούν τον τρόπο με τον οποίο αναδημοσιεύτηκαν στο blog omnia sunt communia :Το Φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού/ του Murray Bookchin / (μέρος πρώτο): http://omniasuntcommunia.espivblogs.net/?p=7967 Το Φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού / του Murray Bookchin / (μέρος δεύτερο): http://omniasuntcommunia.espivblogs.net/?p=7993

Related Link: http://radiofragmata.espivblogs.net/?p=4398

Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2015

Eκδόσεις των Συναδέλφων



Ψηλά στην Καλλιδρομίου βρίσκεται το βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων των Συναδέλφων. Η μεγάλη βιτρίνα του αφήνει το φως να μπαίνει δημιουργώντας έναν ζεστό χώρο περιτριγυρισμένο από βιβλία. Τι άλλο; Ήταν Σάββατο όταν το επισκεφθήκαμε και έξω είχε στηθεί η λαϊκή αγορά της γειτονιάς. «Κάθε Σάββατο γινόμαστε mall… Έρχεσαι παίρνεις τα βιβλία σου, παίρνεις και κολοκυθάκια» μας ανέφερε ο Κώστας, ο γραφίστας του εκδοτικού οίκου, που ανέλαβε να μας μιλήσει για το εγχείρημα.
Προερχόμενα από τον κλάδο του βιβλίου, τα 8 μέλη της κολεκτίβας οργανώθηκαν μέσω του σωματείου τους και ξεκίνησαν την έκδοση βιβλίων ως ένα είδος παρέμβασης. «Το πρώτο βιβλίο τυπώθηκε εκ των εν όντων με πίστωση από το τυπογραφείο. Πουλήσαμε κάποια αντίτυπα, ξοφλήσαμε το τυπογραφείο, έμειναν κάποια λεφτά στο σωματείο και κάποια πήγαν για να τυπωθεί το δεύτερο βιβλίο».
Αυτή ήταν η αρχή του εκδοτικού οίκου των Εκδόσεων Συναδέλφων, μιας επιχείρησης αλληλέγγυας οικονομίας με τα χαρακτηριστικά που αυτό υπονοεί. Η ιδιοκτησία του μαγαζιού είναι συλλογική: «Σε κανέναν δεν ανήκει τίποτα εδώ μέσα. Αν αύριο το πρωί εγώ φύγω από το εγχείρημα, θα φύγω παίρνοντας την τσάντα μου. Δεν υπάρχει καθόλου ατομική ιδιοκτησία, μόνο συλλογική. Αν το διαλύσουμε, ότι υπάρχει στο μαγαζί θα πάει σε κάποιον ευγενή σκοπό. Δεν θα τα πουλήσουμε και μετά θα μοιράσουμε τα λεφτά. Το μόνο που δικαιούμαστε είναι η αρχική μας συνεταιριστική μερίδα».
Οι αποφάσεις λαμβάνονται με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες: «Κάθε βδομάδα μαζευόμαστε και κάνουμε συνέλευση. Ο καθένας εκφράζει τη γνώμη του και προσπαθούμε να αποφασίζουμε δια της συναίνεσης. Όπου αυτό δεν είναι εφικτό και μας μπλοκάρει, καταλήγοντας να το συζητάμε για μία ή δύο συνελεύσεις, μπορεί να κάνουμε και ψηφοφορία. Συζητάμε τα πάντα στις συνελεύσεις: Τι βιβλία θα βγάλουμε; Πώς θα τα βγάλουμε; Πώς θα τα χρηματοδοτήσουμε; Πώς θα τα διακινήσουμε; Αλλά και πιο πεζά θέματα, όπως ας πούμε το ότι πρέπει να καθαρίσουμε το μαγαζί».
popaganda-ekdoseis_synadelfwn_tag
Για έναν εκδοτικό οίκο η πιο σημαντική απόφαση είναι σίγουρα το ποια βιβλία θα εκδώσει. Με ποια κριτήρια λοιπόν κάνουν τις επιλογές τους; «Εμείς εκδίδουμε όλα τα είδη των βιβλίων, αν και έχουμε μία κλίση προς τη θεωρία, το δοκίμιο και το πολιτικό βιβλίο. Όταν πρόκειται για αυτό το είδος βιβλίων, θέλουμε να είναι καλογραμμένα και τεκμηριωμένα. Τώρα, όταν πρόκειται για λογοτεχνία είναι πολύ υποκειμενικά τα κριτήρια. Να μας αρέσει το γράψιμο και να ταιριάζει κάπως στον χαρακτήρα μας. Υπάρχουν βέβαια κάποια δεν και μη. Δεν θα εκδίδαμε ένα βιβλίο με περιεχόμενο εθνικιστικό, ρατσιστικό, ή σεξιστικό. Αλλά δεν κάνουμε κάποιου είδους ιδεολογική λογοκρισία. Θα μπορούσαμε να βγάλουμε και ένα βιβλίο με το οποίο δεν συμφωνούμε ιδεολογικά».
Ο καπιταλισμός έχει μεγάλο στομάχι και τα χωνεύει όλα. Όμως δεν μπορούμε να μην κάνουμε κάτι επειδή ελλοχεύει ο κίνδυνος της αφομοίωσης, γιατί τότε θα είμαστε σαν τους Πειρατές στον Αστερίξ.
Στο κείμενο της αυτοπαρουσίασής τους αναφέρουν πως είναι μια αυτοδιαχειριζόμενη κοινότητα για την προώθηση ενός διαφορετικού πολιτισμού και μιας άλλης σχέσης με το βιβλίο. «Για εμάς το βιβλίο δεν είναι απλώς ένα εμπόρευμα. Είναι ένα μέσο διάδοσης ιδεών, τέχνης, αισθητικής και γνώσης, άρα δεν μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε όπως όλα τα άλλα προϊόντα. Είναι αλήθεια ότι τις τελευταίες δεκαετίες αντιμετωπιζόταν από τους κλασσικούς εκδότες ως ένα εμπορικό προϊόν, εξ ου η έννοια του best seller και το φαινόμενο ένα βιβλίο μετά από τρεις μήνες να θεωρείται παλιό. Όλο αυτό ήταν απότοκο της φούσκας που έγινε στον κλάδο από τα μέσα της δεκαετίας του ‘90 μέχρι την αρχή της κρίσης. Όσοι έβγαλαν χρήματα την περίοδο της ισχυρής Ελλάδας έπρεπε να δείξουν ότι ξέρουν και γράμματα, οπότε έπρεπε κάτι να διαβάζουν. Επειδή όμως δεν τους ήταν εύκολο, γιατί δεν είχαν μάθει ποτέ, βγήκε εκείνο το είδος της λογοτεχνίας το πιο ελαφρό, το οποίο εκτινάχθηκε. Κάποιοι άλλοι έπαιρναν βιβλία επειδή έφτιαχναν τα σπίτια τους και ήθελαν να στολίσουν τις βιβλιοθήκες τους. Δεν νομίζω να τα είχαν ανοίξει ποτέ. Τα έπαιρναν με κριτήριο αν τους άρεσε το εξώφυλλο και η ράχη. Κάτι να ταιριάζει με τον καναπέ και με τα χρώματα στους τοίχους».
popaganda-ekdoseis_synadelfwn_14AM3_0746a
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν μέχρι τώρα ήταν οι συνθήκες μέσα στις οποίες έστησαν το εγχείρημά τους: «Ξεκινήσαμε με μηδενικό κεφάλαιο. Ήμασταν απολυμένοι και άνεργοι. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που μπορεί να υπάρχει».
Η γραφειοκρατία ήταν ένα ακόμη: « Ήμασταν και από τις πρώτες Κοιν.Σ.Επ., με το που έγινε ο νόμος και άνοιξε το μητρώο στο Υπουργείο. Ήταν Μ. Πέμπτη του 2012, το θυμάμαι πολύ καλά. Πήγαινες λοιπόν στην εφορία και έλεγες είμαι Κοιν.Σ.Επ. και σε κοιτάζανε…. Ενδεχομένως αν τους έλεγες είμαι Αρειανός να σε κοίταζαν πιο καλά. Δεν είχαν ιδέα. Ή πήγαινες σε μια δημόσια υπηρεσία, όπου τα συστήματα είχαν προεπιλεγμένες νομικές μορφές στις οποίες δεν συμπεριλαμβανόταν η Κοιν.Σ.Επ., και σου έλεγε ο υπάλληλος “Και που να σε βάλω τώρα;”. Έτσι, για άλλες δημόσιες υπηρεσίες είμαστε αστικός μη κερδοσκοπικός συνεταιρισμός, για άλλες είμαστε κερδοσκοπικός, ανάλογα με το τι μπορούσε να περάσει ο καθένας στον υπολογιστή του».
Η ανυπαρξία άμεσης κοινωνικής διασύνδεσης των εγχειρημάτων, δηλαδή ένας ανοικτός διάλογος με τους καταναλωτές, οφείλεται σύμφωνα με τον Κώστα στον μικρό αριθμό των εγχειρημάτων: «Έχουν μία αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια αλλά δεν ξέρω πόσα από αυτά είναι πραγματικά εγχειρήματα συνεργατικής λογικής και της αλληλέγγυας οικονομίας και όχι φωτοβολίδες που προσδοκούν μελλοντικές επιχορηγήσεις. Τα εγχειρήματα που λειτουργούν πράγματι σύμφωνα με τις αρχές της αλληλέγγυας οικονομίας, δηλαδή χωρίς αφεντικό, χωρίς ατομική ιδιοκτησία, με συλλογικές αποφάσεις στη βάση του ένα μέλος μία ψήφος, είναι πολύ λίγα. Οπότε δεν μπορούμε να μιλάμε για διασύνδεση με την κοινωνία. Τώρα είμαστε σταγόνα στον ωκεανό».
Αυτά τα λίγα εγχειρήματα μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες, μας λέει ο Κώστας: «Υπάρχουν τα τελείως ψεύτικα. Υπάρχουν τα παιδιά που δημιουργούν κολεκτίβες, ως μια εναλλακτική στη σημερινή κατάσταση, και σταματούν εκεί. Τους αρκεί αυτό. Και οι κολεκτίβες που έχουν και πολιτικό πρόταγμα. Εμείς θεωρούμε, ελπίζουμε, προσπαθούμε να ανήκουμε στις τελευταίες. Το ζητούμενο είναι να είμαστε εκτός συστήματος και ενάντια σε αυτό, αλλά δεν νομίζω ότι το έχουμε καταφέρει. Αυτό θα μπορούσε να γίνει αν ήμασταν πολλοί και δρούσαμε παράλληλα αλλά και ανταγωνιστικά στο σύστημα». 
«Και που θα μπορούσε να οδηγήσει αυτό;» ρωτάμε. «Τα εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης από μόνα τους δεν είναι ικανά να αλλάξουν τον κόσμο. Είμαστε αναγκαία συνθήκη, αλλά όχι ικανή. Άλλοι παλεύουν το σύστημα οργανωμένοι σε πολιτικά κόμματα, άλλοι σε πολιτικές ομάδες. Βεβαίως δεν θεωρούμε ότι υπάρχει και κάτι άλλο, το οποίο από μόνο του αποτελεί ικανή συνθήκη. Μάλλον τα δικά μας τα εγχειρήματα είναι ένα ρυάκι, που μαζί με άλλα ρυάκια θα ενωθούμε κάποτε σε ένα μεγάλο ποτάμι που θα πάρει μπάλα το σύστημα. Είμαστε όλοι μέρους του ίδιου κινήματος».
Ο αντισυστημικός προσανατολισμός του εγχειρήματος φαίνεται και από τις προσδοκίες τους σε θεσμικό επίπεδο: «Βασικά, αυτό που θέλουμε από το κράτος είναι να μας αφήσει ήσυχους. Να μας δώσει χώρο. Ή μάλλον παλεύουμε να τον κερδίσουμε, δεν θέλουμε να μας δώσει κανείς τίποτα. Αλλά δεν έχουμε αυταπάτες. Σήμερα μπορεί τα πράγματα να είναι λίγο πιο ευνοϊκά, αύριο μπορεί να μην είναι. Μπορεί αύριο να μας κυνηγήσουν. Παρ’ όλα αυτά, ενδεχομένως να έχουμε και κάποια αιτήματα σε θεσμικό επίπεδο, όπως κάποια «κίνητρα» για τις πραγματικά συνεργατικές επιχειρήσεις, και το ξαναλέω γιατί υπάρχει πάρα πολύ λαμόγιο στο χώρο. Άρα ταυτόχρονα θα χρειαζόταν και κάποιος έλεγχος για το ποιες είναι πραγματικά συνεργατικές επιχειρήσεις. Αυτό ιδανικά θα πρέπει να το κάνουμε εμείς οι ίδιοι και όχι το κράτος, όχι κάποιος γραφειοκράτης στο υπουργείο που δεν ξέρει τι του γίνεται και το μόνο που ζητάει είναι χαρτιά και καταστατικά».
Τον καπιταλισμό και τη δύναμή του να αφομοιώνει τις καινούργιες ιδέες, τον φοβούνται; «Ο καπιταλισμός έχει μεγάλο στομάχι και τα χωνεύει όλα. Όμως δεν μπορούμε να μην κάνουμε κάτι επειδή ελλοχεύει ο κίνδυνος της αφομοίωσης, γιατί τότε θα είμαστε σαν τους Πειρατές στον Αστερίξ. Θα βουλιάζουμε το σκάφος για να μην μας το βουλιάξει ο Οβελίξ. Δηλαδή, θα αυτοαφομοιωνόμαστε για να μην αφομοιωθούμε. Ο κίνδυνος λιγοστεύει όσο πιο σαφής είναι η δομή που έχεις φτιάξει και αυστηρές οι αρχές με βάση τις οποίες λειτουργείς. Αν γίνουμε αριθμητικά περισσότεροι, πολύ στενά μεταξύ μας δικτυωμένοι, φτιάξουμε τις δικές μας δομές, τη δική μας εσωτερική μικροοικονομία και τα δικά μας ταμεία αλληλεγγύης, όταν κάποια στιγμή μας επιτεθεί το σύστημα, γιατί θα γίνει και αυτό, θα έχουμε τους αμυντικούς μηχανισμούς για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε, να αντιπαρατεθούμε, να συγκρουστούμε».
Info: Eκδόσεις των Συναδέλφων, Καλλιδρομίου 30, Αθήνα, Τηλέφωνο: 210 3818840, www.ekdoseisynadelfwn.wordpress.com

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

Ελεύθερες Γυναίκες«Mujeres Libres»

Ελεύθερες Γυναίκες της Ισπανίας


Μια συνέντευξη της Martha Eckelsberg
ackelsbergfreewomenofspain.jpg
Διδάγματα από τις Ελεύθερες Γυναίκες της Ισπανίας

Η Martha Ackelsberg είναι καθηγήτρια Κοινωνιολογίας, με ειδίκευση στα κινήματα γυναικείας χειραφέτησης. Ζει και εργάζεται στην Αμερική. Είναι συγγραφέας του βιβλίου «Οι Ελεύθερες Γυναίκες της Ισπανίας», της ιστορίας της αναρχικής οργάνωσης γυναικών «Mujeres Libres» (Ελεύθερες Γυναίκες) -που έδρασε στην Ισπανία από το 1934 και κατά τη διάρκεια της Κοινωνικής Επανάστασης στην Ισπανία (1936-1939)-, όπως αυτή καταγράφεται από τις μαρτυρίες των αγωνιστριών που επέζησαν τη νίκη του φασισμού και τη δικτατορία του Φράνκο. Η συνέντευξη της συγγραφέως που παρουσιάζεται εδώ, βρίσκεται στο τέλος του βιβλίου. Δόθηκε στον Geert Dhondt τον Απρίλιο του 2004 και δημοσιεύτηκε στο αναρχικό περιοδικό "Upping The Anti!".

Ποιές ήταν οι ελεύθερες γυναίκες της Ισπανίας;
Οι «Ελεύθερες γυναίκες» ήταν το όνομα μιας οργάνωσης που ιδρύθηκε επίσημα το καλοκαίρι του 1937, αν και οι απαρχές της εντοπίζονται σε διάφορες πόλεις σε όλη την Ισπανία ήδη από το 1934. Οι γυναίκες που την ίδρυσαν ήταν, στο μεγαλύτερο μέρος τους, μέλη μιας ή περισσότερων αναρχικών οργανώσεων που ήταν τότε ενεργές στην Ισπανία (η CNT -Η Εθνική Συνομοσπονδία Εργασίας, το αναρχοσυνδικαλιστικό συνδικάτο-, η FIJL -η Ομοσπονδία της Ελευθεριακής Νεολαίας Ιβηρικής-, η FAI -η Ιβηρική Αναρχική Ομοσπονδία). Οι γυναίκες αυτές, ενώ ήταν αφοσιωμένες στα ιδανικά αυτών των οργανώσεων -συμπεριλαμβανομένης της εκφρασμένης δέσμευσης τους στο σκοπό μιας κοινωνίας ισότητας των φύλων- πίστευαν πως οι γυναίκες δεν λαμβάνονταν σοβαρά υπόψιν από πολλά αρσενικά μέλη των οργανώσεων αυτών. Αυτές (όσες επρόκειτο να ιδρύσουν τις »Ελεύθερες Γυναίκες») πίστευαν πως μια Κοινωνική Επανάσταση, αν ήθελε να πετύχει, οι γυναίκες θα έπρεπε να εμπλακούν σε αυτή από κοινού με τους άντρες. Αυτό σήμαινε πως οι γυναίκες θα έπρεπε να είναι μέρος των οργανώσεων που «ετοίμαζαν» τους ανθρώπους να συμμετάσχουν στην επανάσταση. Οι μαζικές αναρχικές οργανώσεις αγνοούσαν σε μεγάλο βαθμό τις γυναίκες ως πιθανά μέλη, υπονομεύοντας με αυτό το τρόπο τους σκοπούς τους. Έτσι οι γυναίκες αποφάσισαν να καθιερώσουν μια νέα οργάνωση που θα δούλευε στο πλευρό των υπόλοιπων αλλά θα ήταν αφιερωμένη εξ ολοκλήρου στην καταπολέμηση αυτού που ονόμαζαν «τριπλή σκλαβιά των γυναικών»: σκλάβες ως εργάτριες, σκλάβες ως γυναίκες και σκλάβες της άγνοιας.

Τι σε ώθησε να γράψεις αυτό το βιβλίο;

Ανακάλυψα τις «Ελεύθερες Γυναίκες» μέσω ενός άρθρου που γράφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 από την Τίμα Καπλάν και με συνάρπασε. Μερικά χρόνια μετά, όταν βρέθηκα στην Ισπανία για μια έρευνα σχετικά με τις αναρχικές κολλεκτίβες κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφύλιου, συνάντησα κάποιες που είχαν εμπλακεί περιφερειακά στην οργάνωση και μου είπαν πως μερικές από τις σημαντικότερες αγωνίστριες ήταν ακόμα ζωντανές. Ξεκίνησα ένα μακρύ «κυνήγι θησαυρού» για να τις βρω. Και όσο τις έβρισκα και τις συναντούσα τόσο με συγκινούσαν και με ενέπνεαν οι ιστορίες τους για όσα είχαν περάσει, για όσα είχαν αγωνιστεί, για όσα κατάφεραν. Ένιωσα πως μου έκαναν ένα δώρο με το να μου διηγηθούν τις ιστορίες τους και πως όφειλα σε αυτές και στους νεότερους πολιτικούς ακτιβιστές -ιδίως τις φεμινίστριες- να διηγηθώ αυτές τις ιστορίες σε ένα ευρύτερο κοινό.

Πώς γεννήθηκαν οι «Ελεύθερες Γυναίκες» μέσα από τον εμφύλιο πόλεμο, την κοινωνική επανάσταση και το αναρχικό κίνημα;
Τα πρώτα στάδια της δημιουργίας των Ελεύθερων Γυναικών ξεκίνησαν αρκετά πριν τον Εμφύλιο Πόλεμο (που άρχισε τον Ιούλιο του 1936), τουλάχιστον από το 1934. Οι Ελεύθερες Γυναίκες προέκυψαν από την συμμετοχή των ιδρυτριών τους σε διάφορες οργανώσεις του αναρχικού κινήματος και την απογοήτευση τους από τη φύση της συμμετοχής τους σε αυτές. Για παράδειγμα, η Λουτσία Σάντσεζ Σαορνίλ έγραψε μια σειρά από άρθρα στην Solidaridad Obrera (Εργατική Αλληλεγγύη), τους τελευταίους μήνες του 1935, για το «πρόβλημα των γυναικών» σε διάφορες οργανώσεις. Αυτά τα άρθρα (και η ανταλλαγή άρθρων που ακολούθησε με τον Μαριάννο Βάσκεθ, ένα ηγετικό μέλος της CNT) βοήθησαν στη δημοσιοποίηση των ανησυχιών τους και οδήγησαν στην απαρχή ενός δικτύου γυναικών με τις ίδιες αντιλήψεις. Μέχρι τις αρχές του 1936, είχαν δημιουργηθεί μικρές ομάδες σε μια πλειάδα πόλεων και κωμοπόλεων σε όλη την Ισπανία και το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Ελεύθερες Γυναίκες», γραμμένο εξολοκλήρου από γυναίκες, κυκλοφόρησε στα περίπτερα.
Ωστόσο, το ξέσπασμα του Εμφυλίου Πολέμου έκανε την προσπάθεια των Ελεύθερων Γυναικών, σαφώς, ακόμα πιο επείγουσα. Την ώρα που όλο και περισσότεροι άντρες άφηναν τα σπίτια τους και την εργασία τους για να πολεμήσουν τους φασίστες στασιαστές, οι γυναίκες καλούνταν ολοένα και περισσότερο να πάρουν τις θέσεις τους. Οι Ελεύθερες Γυναίκες το είδαν αυτό ως ευκαιρία. Ήθελαν να εκπαιδεύσουν (με την εύρυτερη δυνατή έννοια) τις γυναίκες ώστε να μπορούν να πάρουν τις θέσεις των αντρών που έφευγαν, αλλά και για να αναγνωρίσουν οι γυναίκες αυτό το βήμα ώς κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε μια πιο εξισωτική κοινωνία.
Με την Κοινωνική Επανάσταση προ των πυλών, τα προγράμματα των Ελεύθερων Γυναικών -όπως η εκμάθηση γραφής, η εκπαίδευση σε διάφορες εργασίες, η πληροφόρηση για θέματα υγειινής- μπορούν εύκολα να ειδωθούν ως μέρη ενός μεγαλύτερου κοινωνικού-επαναστατικού σχεδίου.

Πώς έθεσαν τις προκλήσεις τους στη Κοινωνική Επανάσταση και το αναρχικό κίνημα;
Με μια έννοια, δεν το προκάλεσαν καθόλου -εκτός από το κάλεσμα προς το κίνημα να συμπεριφερθεί σύμφωνα με τις δηλωμένες του θέσεις σχετικά με την ισότητα όλων των ανθρώπων. Όπως έχω αναφέρει ήδη, αν και το κίνημα ήταν αφοσιωμένο στην ισότητα μεταξύ γυναικών και αντρών -και αυτό αποτελούσε έναν από τους βασικούς σκοπούς του-, ατομικά οι άντρες αναρχικοί αλλά και οι οργανώσεις του κινήματος σπάνια συμπεριφέρονταν στις γυναίκες ως ισάξιες συνεργάτιδες. Οι περισσότερες από τις γυναίκες που μου έδωσαν συνέντευξη ανέφεραν πως -και οι άντρες και τα αγόρια-, περίμεναν από τις γυναίκες να φτιάχνουν το φαγητό και να καθαρίζουν, να «είναι εκεί» ώστε να εξυπηρετούν τις ανάγκες τους, αλλά όχι απαραίτητα να είναι ισάξιες συνεργάτιδες σε δραστηριότητες σχεδιασμού. Έτσι, οι Ελεύθερες Γυναίκες διέκριναν για τον εαυτό τους την ανάγκη να ισχυροποιήσουν τις γυναίκες ατομικά -ώστε να είναι αυτόνομες- και να ισχυροποιήσουν τις ομάδες των γυναικών ώστε να βοηθούν η μια την άλλη να ξεχωρίζουν σε εργασιακούς χώρους, κοινότητες, εργατικές οργανώσεις κτλ.

Ωστόσο, αν και οι Ελεύθερες Γυναίκες έβλεπαν τους εαυτούς τους ως συνεργάτιδες των υπόλοιπων οργανώσεων του κινήματος -και οι περισσότερες από τις αγωνίστριες συνέχιζαν να είναι ενεργές σε όποιες άλλες οργανώσεις ανήκαν(τη CNT, τη FAI, ή τη FIJL)- πολλοί από τους άντρες τις έβλεπαν ως ανταγωνιστικές. Κάποιοι υποστήριξαν πως οι Ελεύθερες Γυναίκες ήταν διασπαστικές και αποπροσανατόλιζαν το κίνημα από τους πιο άμεσους στόχους του, την κοινωνική επανάσταση και τη νίκη στο πόλεμο.
Τι είδους στρατηγική χρησιμοποιήσαν αυτές οι επαναστάτριες για να επιτύχουν τους στόχους τους; Είχαν αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ως «στρατηγική δύο σημείων» για την επίτευξη της χειραφέτησης των γυναικών: μέσω της «capacitacion» (που μια χαλαρή μετάφραση της λέξης σημαίνει «ισχυροποίηση»,«ενδυνάμωση» ή «να συνειδητοποιείς τις δυνατότητες σου») και της «captacion» (η κινητοποίηση/συμμετοχή των γυναικών στις οργανώσεις του κινήματος). Τα προγράμματα ενδυνάμωσης ήταν το επίκεντρο του προγράμματός τους. Αυτά περιελάμβαναν μαθήματα γλώσσας όλων των επιπέδων, μιας και πίστευαν πως ο αναλφαβητισμός απέτρεπε τους ανθρώπους να συμμετέχουν ενεργά σε κοινωνικές δραστηριότητες και πως το να μπορεί να διαβάζει κανείς ήταν μια εξόχως ενδυναμωτική διαδικασία.

Επιπρόσθετα, ανέπτυξαν προγράμματα υποστήριξης γυναικών που δούλευαν σε εργοστάσια, συναντώντας τες σε ομάδες για να τις βοηθήσουν να συνηθίσουν να μιλάνε για τον εαυτό τους μπροστά σε κόσμο, ώστε να είναι ικανές να συμμετέχουν πιο ενεργά στις συναντήσεις των συνδικάτων. Είχαν προγράματα για θέματα μητρότητας και παιδικής υγειινής, όπως και προγράμματα σχετικά με την βιολογία και την σεξουαλικότητα της γυναίκας (μιας και ολόκληρη σχεδόν η εκπαίδευση ελέγχονταν από την Καθολική Εκκλησία, η άγνοια σχετικά με την γυναικεία βιολογία και σεξουαλικότητα κάλπαζε). Από κοινού με τις ενώσεις των συνδικάτων, ανέπτυξαν προγράμματα επαγγελματικής και τεχνικής κατάρτισης, ώστε να εκπαιδεύσουν τις γυναίκες να γίνουν μέρος των δυνάμεων της μισθωτής εργασίας. Ανέπτυξαν επίσης ένα είδος «γραφείου ομιλητών» για να εκπαιδευτούν γυναίκες να μιλάνε άνετα δημοσίως για τις ιδέες τους, ώστε να είναι διαθέσιμες ομιλήτριες από τις Ελεύθερες Γυναίκες να συμμετέχουν από κοινού με εκπροσώπους των CNT, FAI και FILJ, σε εκδηλώσεις προπαγάνδας σε χωριά της επαρχίας. Βοήθησαν επίσης στην οργάνωση σε εργοστάσια και εργασιακούς χώρους, ώστε να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της Ομοσπονδίας των Γυναικών Αντιφασιστριών (μιας κομμουνιστικής οργάνωσης) που κινητοποιούσαν γυναίκες να συμμετέχουν σε κομματικές οργανώσεις.

Ποια ήταν η προσφορά τους στη φεμινιστική θεωρία και πρακτική;

Είναι λίγο δύσκολο να τη συνοψίσουμε, μιας και είναι στην ουσία το αντικείμενο ολόκληρου του βιβλίου. Πρώτα από όλα,είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε πως δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους «φεμινίστριες». Για αυτές, «φεμινίστριες» σήμαινε κυρίως γυναίκες της μικροαστικής ή μεγαλοαστικής τάξης που πάλευαν για ισότητα με τους άντρες εντός του ίδιου συστήματος προνομίων, ενώ ως αναρχικές, οι Ελεύθερες Γυναίκες ήθελαν την κατάργηση όλων των προνομίων λόγω τάξης, θρησκείας ή φύλου. Ωστόσο, φυσικά, τις βλέπω (και τις είδα) ως φεμινίστριες, με την ευρεία έννοια. Πιστεύω πως μας έδωσαν εναλλακτικά μοντέλα ηγεσίας, οργανωτικής δομής ή πως να πετυχαίνουμε την αυτονομία μέσα στο πλαίσιο μιας μεγαλύτερης συνομοσπονδίας ομάδων και πως να παλεύουμε για ισότητα ακόμα και στα πλαίσια ενός πολέμου και μιας επανάστασης.

Γιατί οργανώθηκαν αυτόνομα αυτές οι γυναίκες; Τι υποδοχή είχαν από το αναρχικό κίνημα;

Οργανώθηκαν αυτόνομα γιατί -μέσα από τις εμπειρίες τους στο κίνημα- έφτασαν να πιστεύουν πως μόνο με το να οργανωθούν οι ίδιες στις δικές τους οργανώσεις, θα μπορούσαν οι γυναίκες να αναπτύξουν τη συνείδηση και τις ικανότητες που θα χρειάζονταν, ώστε να πάρουν στα σοβαρά τους εαυτούς τους και να τις πάρουν στα σοβαρά και οι υπόλοιποι. Αν συνέχιζαν να συμμετέχουν μόνο στις υπάρχουσες οργανώσεις που ήταν ανδροκρατούμενες, δεν θα μάθαιναν ποτέ πως να ηγούνται σε συναντήσεις, πως να μιλάνε ανοιχτά, να παίρνουν αποφάσεις, να αναπτύσουν στρατηγικές και να τις εφαρμόζουν, να σχεδιάζουν δράσεις κτλ. Χρειάζονταν να βρίσκονται σε μια κατάσταση, όπου δεν θα υπήρχε κανένας άλλος να κάνει τις δουλειές εκτός από τις ίδιες (και φυσικά να μη βρίσκονται συνέχεια σε μια κατάσταση όπου θα τις καλούσαν διαρκώς να «υποστηρίζουν» τις δουλειές άλλων).

Είδαν αυτή τη κατάσταση ως προσωρινή. Δεν θα ήταν πια απαραίτητη όταν οι περισσότερες γυναίκες θα είχαν αναπτύξει τους εαυτούς τους και όταν οι άντρες θα αναγνώριζαν τις δυνατότητες και τα επιτεύγματα τους.

Ενώ κάποιοι άντρες -και κάποιες τοπικές ενώσεις- καλωσόρισαν τις ιδέες και τις δράσεις τους, ακόμα και τις υποστήριξαν οικονομικά, η ηγεσία σε εθνικό επίπεδο -και πολλοί άντρες και ομάδες- ήταν επιφυλακτικοί αν όχι αντίθετοι. Οι ανδροκρατούμενες οργανώσεις δεν μπορούσαν να καταλάβουν την επιμονή των Ελεύθερων Γυναικών για την ανάγκη αυτονομίας. Οι περισσότερες από αυτές ήθελαν οι Ελεύθερες Γυναίκες να γίνουν είτε «κλαδικές» εντός της FIJL ή να υπάγονται στη CNT. Δεν ήθελαν να έχουν οι Ελεύθερες Γυναίκες μια ανεξάρτητη υπόσταση, ως η τέταρτη συστατική οργάνωση του ευρύτερου ελευθεριακού κινήματος (μαζί με τις CNT,FAI,FIJL).

Πώς συνδέεται ο αναρχισμός με την χειραφέτηση των γυναικών; Τι ρόλο έχει -ή θα έπρεπε να έχει- η αναρχική θεωρία στο παρόν φεμινιστικό κίνημα;

Aυτή είναι ακόμα μια μεγάλη ερώτηση, που μπορώ μόνο να ξεκινήσω να απαντώ εδώ. Όπως τονίζω και στο βιβλίο, οι αναρχικοί είχαν μια ποικιλία διαφορετικών απόψεων για τη γυναικεία χειραφέτηση. Μερικοί (π.χ Ο Προυντόν και οι ακόλουθοι του) πίστευαν, εν συντομία, πως η θέση της γυναίκας ήταν στο σπίτι και την οικογένεια και πως ο ρόλος των γυναικών ήταν να βοηθάνε τους άντρες. Άλλοι (π.χ ο Μπακούνιν, ο Κροπότκιν, η Έμμα Γκόλντμαν. ο Ισαάκ Πουέντε) επέμεναν πως ο αναρχισμός ήταν αντίθετος σε όλες τις ιεραρχικές σχέσεις εξουσίας, συμπεριλαμβανομένης και αυτής των αντρών επάνω στις γυναίκες.

Επομένως, γυναίκες και άντρες θα έπρεπε να υπάρχουν και να δρούν σαν ίσοι, σε όλα τα πεδία της ζωής, κάτι που σήμαινε τον μετασχηματισμό των εργασιακών χώρων, των οικογενειών και των κοινοτήτων. Πέρα από αυτό, υπήρχε επίσης ένας σημαντικός αριθμός συγγραφέων στην Ισπανία, στα χρόνια πριν και κατα τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφύλιου, που αναγνώριζε σημαντικούς δεσμούς μεταξύ της σεξουαλικής καταπίεσης και της καταπίεσης των γυναικών: υποστήριζαν μια πιο ανοικτή αντιμετώπιση για τα θέματα σχετικά με το σεξ και τις σεξουαλικές πρακτικές -και για τους άντρες και για τις γυναίκες. Αυτό επίσης, ήταν μια σημαντική συνεισφορά. Ωστόσο, όπως τόνισαν αρκετοί σχολιαστές (και οι περισσότερες γυναίκες των Ελεύθερων Γυναικών), η δέσμευση στην ισότητα στη θεωρία, είναι πολύ διαφορετική από την δέσμευση στην ισότητα στη πράξη.

Περιληπτικά, πίστευαν (και πιστεύω και εγώ) πως ο αναρχισμός παρέχει σημαντικές πηγές για τη χειραφέτηση των γυναικών. Προσφέρει μια οπτική στη φύση και τη διαδικασία του κοινωνικού επαναστατικού μετασχηματισμού (π.χ η επιμονή για τη συνάφεια μέσων και σκοπών και η θέση πως τα οικονομικά ζητήματα είναι καίρια αλλά δεν είναι η μοναδική πηγή των ιεραρχικών σχέσων εξουσίας) μπορεί να είναι πολύτιμα προς -και για- την γυναικεία χειραφέτηση. Αλλά δεν μπορεί να ειπωθεί πως οι αναρχικοί θεωρητικοί -ή ακτιβιστές- ήταν πάντα αφοσιωμένοι στο σκοπό της γυναικείας χειραφέτησης.

Οσο για το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, αυτό είναι λίγο δύσκολο να απαντηθεί. Η αίσθηση μου είναι πως το κίνημα της γυναικείας απελευθέρωσης των τελών της δεκαετίας του ΄60 και του ΄70 ήταν, παραγματικά, πολύ αναρχικό, αν και δεν αναγνώριζε απαραίτητα τον εαυτό του ως τέτοιο, δεδομένης της κυριαρχίας του Μαρξιστικού σοσιαλισμού -εντός της Αριστεράς- εκείνη τη περίοδο. Προσωπικά, πιστευώ πως οι φεμινίστριες εκείνης της εποχής θα τα είχαν καταφέρει καλύτερα αν έστρεφαν τη προσοχή τους στην αναρχική θεωρία, αντί του μετασχηματισμού της σοσιαλιστικής θεωρίας που επιχειρήθηκε.

Ο σοσιαλισμός επικεντρώθηκε κυρίως στις οικονομικές δομές ως τη βάση για όλα τα συστήματα καταπίεσης. Οι φεμινίστριες αναγνώρισαν πως, ενώ η οικονομία ήταν πολύ σημαντική, ο μετασχηματισμός από καπιταλισμό στο σοσιαλισμό -και μόνο- δεν θα έφερνε απαραίτητα τη γυναικεία χειραφέτηση. Και πάλεψαν για να δημιουργήσουν έναν «σοσιαλιστικό φεμινισμό», ως ένα είδος «τροποποιημένου» Μαρξισμού, που θα μπορούσε να λάβει υπόψη του όλες αυτές τις διαφορετικές δομές καταπίεσης. Όπως έγραψα και στο βιβλίο, πιστεύω πως ο αναρχισμός ήταν ήδη εκεί, αλλά δεν χρειάζονταν να «τροποποιηθεί» με τον ίδιο τρόπο, γιατί οι αναρχικοί είχαν ήδη αναγνωρίσει πως πρέπει να λαμβάνουμε υπόψιν τις πολλαπλές μορφές και διαστάσεις της εξουσίας.

Ωστόσο, η κατάσταση τώρα είναι αρκετά διαφορετική. Εξακολουθώ να πιστεύω πως το μήνυμα των αναρχικών είναι πολύτιμο και έγκυρο. Από την άλλη, η πραγματικά ριζοσπαστική-χειραφετική πλευρά του γυναικείου κινήματος φαίνεται να έχει χαθεί στο μεγαλύτερο μέρος. Πολλά που θεωρούνται φεμινισμός τώρα, φαίνεται να επικεντρώνονται στην προώθηση των γυναικών σε θέσεις πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Έχει αφεθεί στην άκρη η πρώιμη φεμινιστική(και αναρχική) κριτική των ίδιων των δομών εξουσίας. Ίσως λέω πως η αναρχική θεωρία μπορεί να υπενθυμίσει στις φεμινίστριες, ποια μπορεί να είναι κάποια από τα πιο βασικά ζητήματα!

Πώς σχετίζοταν οι Ελεύθερες Γυναίκες με τα φεμινιστικά κινήματα της εποχής τους; Με την Έμμα Γκόλντμαν;
Όπως άφησα να εννοηθεί και πριν, δεν τους ενδιέφεραν ιδιαίτερα τα φεμινιστικά κινήματα της εποχής τους. Τα θεωρούσαν πολύ μικροαστικά και επικεντρωμένα μόνο στη μεταρρύθμιση αυτού που αυτές (οι αναρχικές) θεωρούσαν ως ένα βαθειά διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, ή στο να κερδίζουν πρόσβαση σε αυτό κάποιες γυναίκες αγνοώντας τα βαθύτερα ταξικά προβλήματα. Η Φεντερίκα Μοντσένυ, για παράδειγμα (η οποία δεν ήταν μέλος των Ελεύθερων Γυναικών, αλλά έγραφε γι' αυτές περιστασιακά) έγραψε μια σειρά καυστικών άρθρων για το δικαιώμα ψήφου των γυναικών, επηρρεασμένα από την δουλειά της Έμμα Γκόλντμαν. Η Έμμα Γκόλντμαν ήταν υποστηρίκτρια των Ελύθερων Γυναικών, και περιστασιακή αρθογράφος στο περιοδικό. Ως αναρχική ήταν κριτική απέναντι στο κράτος και τις εκλογές, κτλ, και οι απόψεις της ήταν ευθυγραμισμένες περισσότερο με αυτές των Ελεύθερων Γυναικών παρά με τις απόψεις των περισσότερων φεμινιστριών της εποχής.

Γιατί σε αυτή την οργάνωση δεν θεωρούσαν τον εαυτό τους φεμινίστριες; Και γιατί πολλές, από αυτές τις γυναίκες που πήρες συνέντευξη, απορρίπτουν το φεμινισμό; Τι μαθήματα μπορούν να πάρουν από αυτό οι φεμινίστριες σήμερα;
Δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους φεμινίστριες γιατί, σύμφωνα με την οπτική τους, οι φεμινίστριες ενδιαφέρονταν περισσότερο να αποκτήσουν ισότητα εντός ενός υπάρχοντος συστήματος(π.χ το καπιταλιστικό σύστημα) και άρα δεν έδιναν επαρκή προσοχή στα ταξικά ζητήματα. Το να καλείς για «ισότητα μεταξύ αντρών και γυναικών» δεν είναι αρκετό αν μια κοινωνία είναι βαθειά χωρισμένη σε τάξεις: ο σκοπός τους δεν ήταν απλά οι γυναίκες της εργατικής τάξης να είναι ισότιμες με τους άντρες της εργατικής τάξης, αλλά η κατάργηση όλων των ταξικών ανισοτήτων μαζί με τις ανισότητες μεταξύ των φύλων.

Πιστεύω ότι αυτά τα ζητήματα τα έχουμε ακόμα μπροστά μας. Υπάρχουν πολλές που πιστεύουν πως το «φεμινιστικό κίνημα» στις Ηνωμένες Πολιτείες επίσης δεν δίνει επαρκή προσοχή σε ζητήμα τάξης(και φυλής). Είναι η «μεταρύθμιση του συστήματος ιατροφαρμακευτικής περίλθαψης» ένα «φεμινιστικό ζήτημα», για παράδειγμα; Γιατί δεν υπήρξαν περισσότερες εκπρόσωποι του φεμινιστικού κινήματος να μιλήσουν το 1996 όταν ο πρόεδρος Κλίντον πρότεινε «το τέλος του συστήματος υγείας όπως το ξέραμε» ; Ζητήματα υγείας στους εργασιακούς χώρους, η συμφωνία NAFTA, η απουσία υγειονομικής περίλθαψης, η απουσία παιδικών σταθμών… όλα αυτά τα πολύ σημαντικά ζητήματα για την εργατική τάξη και τις φτωχές γυναίκες. Αλλά οι φεμινιστικές οργανώσεις του κυρίαρχου ρεύματος δεν μιλάνε πάντα για αυτά. Το μάθημα των Ελεύθερων Γυναικών, από αυτή την άποψη, είναι να σκεφτούμε μια «φεμινιστική ατζέντα» που να παίρνει στα σοβαρά τις ζωές των φτωχών γυναικών, των γυναικών της εργατικής τάξης και των γυναικών διαφορετικού χρώματος, όσο παίρνουν τις ζωές τους στα σοβαρά και οι πιο πλούσιες γυναίκες.

Πώς επηρρέασαν οι Ελεύθερες Γυναίκες τον αγώνα για την απελευθέρωση των γυναικών τα τελευταία 70 χρόνια;
Αυτή είναι μια δύσκολη ερώτηση για να απαντήσω. Δυστυχώς, εκτός από έναν σχετικά μικρό κύκλο ανθρώπων, η ιστορία των Ελεύθερων Γυναικών, είχε χαθεί στο μεγαλύτερο μέρος της. Ως εκ τούτου, πιστεύω ότι είχε μικρή επιρροή ως τον θάνατο του Φράνκο, το 1976/1977. Σε αυτό το σημείο, άνθρωποι στην Ισπανία(και στο εξωτερικό) ξεκίνησαν να εξερευνούν την ιστορία τους και νέες ομάδες άρχισαν να ξεφυτρώνουν στην Ισπανία(π.χ με το όνομα «Ελευθεριακές Γυναίκες» ή «Ελεύθερες Γυναίκες»). Αλλά, η αίσθηση μου είναι πως πολύ λίγες γυναίκες στις Ηνωμένες Πολιτείες ή αλλού στην Ευρώπη -που ενεπλάκησαν στο Γυναικείο Απελευθερωτικό Κίνημα των δεκαετιών του ΄60 και του ΄70-,ήξεραν για τις Ελεύθερες Γυναίκες ώστε αυτή η γνώση να έχει αντίκτυπο στις δράσεις τους. Ακόμα και αυτές που είχαν διαβάσει το «Ζώντας τη ζωή μου» της Έμμα Γκόλντμαν ή άλλα κείμενα της, για παράδειγμα, πιθανώς δεν ήξεραν πολλά για την ανάμειξη της με τις αναρχικές στην Ισπανία γενικά, ή με τις Ελεύθερες Γυναίκες ειδικά.

Πώς επηρρέασε η εμπειρία τους, τους αγώνες των φεμινιστριών στις Ηνωμένες Πολιτείες; Τι υποδοχή είχε το βιβλίο σου από τις φεμινίστριες στις Η.Π.Α;
Όπως είπα και πριν, δεν πιστεύω πως οι φεμινίστριες στις Η.Π.Α. είχαν μεγάλη επίγνωση για το τι συνέβει στο αποκαλούμενο Δημοκρατικό «στρατόπεδο» κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφύλιου Πόλεμου. Κάποιες, λίγες, φεμινίστριες δεύτερης γενιάς, ήξεραν αρκετά για τον αναρχισμό(είτε στην Ισπανία είτε αλλού) ώστε να αναζητήσουν μοντέλα οργάνωσης και έμπνευση από τις Ελεύθερες Γυναίκες. Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους για τους οποίους έγραψα αυτό το βιβλίο, όταν τις ανακάλυψα! Από τότε που εκδόθηκε το βιβλίο έχω λάβει πολύ θετικές αντιδράσεις από φεμινίστριες στις Η.Π.Α. και αλλού. Αλλά το κατά πόσο επηρρέασε το βιβλίο τις δράσεις των φεμινιστριών, είναι κάτι που δεν μπορώ να το ξέρω.

Σε καιρούς που υπάρχει τεράστια αντίδραση από τη δεξιά -που προσπαθεί να αποκαταστήσει τις «οικογενειακές αξίες και επιτίθεται στα δικαιώματα των γυναικών-, ποια είναι τα μαθήματα που μπορούν να πάρουν οι σύγχρονες φεμινίστριες από τις Ελεύθερες Γυναίκες; Οι σύγχρονες αναρχικές και επαναστάτριες; Αυτή είναι μια ερώτηση που τη κάνω συχνά στον εαυτό μου. Πιστεύω, πως το πιο σημαντικό πράγμα -πιθανώς- που πρέπει να θυμάται κανείς σε δύσκολους καιρούς, είναι η σημασία που έδιναν οι αναρχικοί γενικά και οι Ελεύθερες Γυναίκες ειδικά, στην προετοιμασία και την άμεση δράση. Αναγνώριζαν πως η επαναστάσεις -ή για να το θέσουμε πιο κόσμια- οι μεγάλοι κοινωνικοί μετασχηματισμοί, δεν γίνονται μέσα σε μια νύχτα. Χρειάζονται προετοιμασία. Οι άνθρωποι χρειάζονται να μάθουν για νέες δυνατότητες, να αναγνωρίσουν πως τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν Πιστεύω πως ένα σημαντικό μάθημα για εμάς είναι: μην παραδίνεσαι, θυμήσου ότι τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε τόσο άσχημα και συνέχισε να θυμίζεις στον εαυτό σου-και στους άλλους- πως μπορεί να αλλάξουν. Οι μεγαλύτεροι σύμμαχοι των Συντηρητικών, είναι η παραίτηση και η απελπισία αυτών που θα ήθελαν να είναι Προοδευτικοί!

Το άλλο σημαντικό κομμάτι που πρέπει να θυμόμαστε είναι πως το αναρχικό κίνημα στην Ισπανία ξεκίνησε και άνθισε κατά τη περίοδο σημαντικών οικονομικών δυσκολιών και πολιτικής καταστολής. Οι Ελεύθερες Γυναίκες ξεκίνησαν να σχηματίζονται πολύ πριν την εκλογική νίκη του Λαικού Μετώπου το Φεβρουάριο του 1936. Και πως αυτές οι οργανώσεις(κινήματα) «ειδικεύονταν» στην προετοιμασία και την άμεση δράση: στη δημιουργία θεσμών μικρής κλίμακας (εργατικές ενώσεις, σχολεία, θεατρικές ομάδες, εκδρομές, ομάδες συζητήσεων κτλ) όπου οι άνθρωποι μπορούσαν να βιώσουν διαφορετικούς τρόπους να ζουν, να δρουν και να αναπτύσουν νέους τρόπους κατανόησης του εαυτού τους και της νέας θέσης τους(πιθανώς) στη κοινωνία. Με αυτό το τρόπο, ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν τη παραίτηση και την απελπισία και να προσφέρουν στα μέλης τους εναλλακτικές προοπτικές.

Πιστεύω πως χρειαζόμαστε πολλά περισσότερα από αυτού του είδους τις δραστηριότητες. Φυσικά, χρειαζόμαστε να κάνουμε ότι περνά από το χέρι μας για να αντισταθούμε και να σταματήσουμε τις οπισθοδρομικές πολιτικές που εφαρμόζονται από την Αμερικάνικη κυβέρνηση, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Οι Ελεύθερες Γυναίκες (και γενικά οι αναρχικοί) αναγνώρισαν πως η αντιπολιτευτική δράση από μόνη της δεν μπορεί να συντηρήσει τους ανθρώπους, ούτε να τους δώσει κίνητρα μακροπρόθεσμα. Έπρεπε επίσης να υπάρχει ένα θετικό όραμα. Εκεί είναι που υστερούμε, νομίζω, για την ώρα. Ξέρουμε σε τι αντιστεκόμαστε, αλλά δεν έχουμε ξεκαθαρίσει ποιο είναι το θετικό μας όραμα. Αν είχα να διαλέξω ένα μάθημα, σκεπτόμενη τις Ελεύθερες Γυναίκες, αυτό θα ήταν: χρειαζόμαστε να ενωθούμε σε ομάδες, μικρές και μεγάλες και να ξεκινήσουμε να σκεφτόμαστε και να συζητάμε και έπειτα να δρούμε, βασισμένοι πάνω σε εναλλακτικά οράματα της κοινωνικής ζωής.
anarkismo.net


300401427_4cfcb0d3c7.jpg