Σπύρος Μαρκέτος
Στα
τρία χρόνια μνημονιακής πολιτικής η χώρα έχει καταρρεύσει. Το εγχώριο
προϊόν μειώθηκε παραπάνω από 21% σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΔΝΤ,
και αναμένεται να μειωθεί άλλο 6% φέτος. Ποτέ στην παγκόσμια ιστορία,
αφότου άρχισαν να τηρούνται οικονομικές στατιστικές, δεν σημειώθηκε
τέτοια πτώση της παραγωγής χωρίς πόλεμο ή εμφύλιο. Σε δυο προηγούμενες
συγκυρίες η Ελλάδα πλήγηκε από οικονομική κρίση ενώ βρισκόταν δεμένη σε
μια νομισματική ένωση ή σε ένα σκληρό νόμισμα. Ανάμεσα στον πόλεμο του
1897 και τους Βαλκανικούς, οπότε ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος τήν
κρατούσε στη Λατινική Ένωση, δηλαδή το ευρώ εκείνης της εποχής. Και το
1929-1932, όταν διατηρούσε σταθερή ισοτιμία με τη στερλίνα. Και τις δυο
φορές διαλύθηκε το πολιτικό σύστημα. Η πορεία είναι σαφής: ή εμείς ή
αυτοί. Το πρόβλημα είναι ότι ενώ αυτοί ετοιμάζονται συστηματικά για μια
σύγκρουση που μπορεί να μετατρέψουν σε εμφύλιο, η αριστερά σφυρίζει
αμέριμνα.
Τρεις
είναι οι βασικοί πυλώνες της πολιτικής που εφαρμόζουν οι μνημονιακές
κυβερνήσεις από το 2010, στο μέτρο βέβαια που κάμπτουν την αντίσταση του
λαού, η οποία ωστόσο παραμένει ακλονητη. Πρώτος, η αναγνώριση του
δημόσιου χρέους, μολονότι αυτό έχει καταγγελθεί ως απεχθές, αθέμιτο, ή
ακόμη και παράνομο, όπως για παράδειγμα αποδείχθηκε στην περίπτωση του
μεγάλου δανείου που συνήψε ο δήμος Ζωγράφου και το οποίο φορτώθηκε στον
κρατικό προϋπολογισμό κατ’ απαίτηση της Τρόικας. Ο λογιστικός έλεγχος
του χρέους, ο οποίος θα ήταν αυτονόητος αν το δημόσιο λειτουργούσε με
κριτήρια ιδιωτικού τομέα, δεν συζητιέται καν, μολονότι τόν αξιώνουν με
πειστικά επιχειρήματα φορείς όπως η Πρωτοβουλία για την Επιτροπή
Λογιστικού Ελέγχου ή το Χωρίς Χρέος Χωρίς Ευρώ. Παρά την ανθρωπιστική
κρίση που προκάλεσε τούτη η πολιτική, και η οποία από μόνη της συνιστά
λόγο έγκυρο κατά το διεθνές δίκαιο για να ανασταλούν οι πληρωμές στους
πιστωτές, δηλαδή κατάστασης ανάγκης, η Τρόικα και οι ελληνικές
κυβερνήσεις επιμένουν ότι οι υποχρεώσεις του κράτους προς τους
τραπεζίτες είναι ιερές, ενώ προς τους πολίτες ανύπαρκτες. Επιστρέψαμε σε
αντιλήψεις περί κράτους χειρότερες ακόμη και από εκείνες τις οποίες
κατάργησε η Γαλλική Επανάσταση.
Δεύτερος
πυλώνας, η διάσωση των τραπεζιτών με τίμημα την καταστροφή της
πραγματικής οικονομίας. Οι νέες ρυθμίσεις υπέρ των τραπεζών στο
τελευταίο νομοσχέδιο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, και γενικά η
δημιουργία ενός νομικού πλαισίου το οποίο ευνοεί σκανδαλωδώς τους
τραπεζίτες εις βάρος οικογενειών και επιχειρήσεων, είναι απλώς η κορυφή
του παγόβουνου. Από το 2010 το κράτος ενίσχυσε τις τράπεζες με
τουλάχιστον 168 δις σε ρευστό και εγγυήσεις, εκτοξεύοντας έτσι στα ύψη
το δημόσιο χρέος. Για την εξυπηρέτηση του οποίου, με επιτόκια πιστωτικών
καρτών πλέον, δαπανούνται ασύλληπτα ποσά, τα οποία επίσης καταλήγουν
στα θησαυροφυλάκια των … τραπεζιτών. Εννοείται ότι από κανέναν δεν
ζητούνται ευθύνες για τη χρεωκοπία του συστήματος, η οποία θα είχε
αποφευχθεί αν οι τράπεζες τηρούσαν τις νόμιμες προβλέψεις περί
ρευστότητας. Ευθύνες όχι μόνον αστικές, αλλά και ποινικές. Οι πολιτικοί
έχουν πλέον γίνει αναλώσιμοι, αλλά οι τραπεζίτες εξακολουθούν να μη
μπαίνουν φυλακή.
Ο
τρίτος πυλώνας, ο οποίος ελάχιστα απασχόλησε τη δημόσια συζήτηση, ήταν η
παραμονή στην ευρωζώνη. Οι λιγοστές φωνές που ακούστηκαν υπέρ του
εθνικού νομίσματος περιθωριοποιήθηκαν συστηματικά. Για παράδειγμα, όσοι
κόπτονται υπέρ της παραμονής στο ευρώ, και ιδίως πολλοί λεγόμενοι
αριστεροί οικονομολογοι, άφησαν ασχολίαστα τα τεκμηριωμένα αντίθετα
επιχειρήματα του διεθνούς ερευνητικού φορέα Repοrt On Mοney and Finance
που παρουσιάστηκαν στη μελέτη Ρήξη. Μια διέξοδος από την κρίση της ευρωζώνης.
Όλοι εκείνοι που καταστροφολόγησαν για τη δήθεν φρίκη της εξόδου από το
ευρώ είναι άφαντοι τώρα που οι συνέπειες της παραμονής σ’ αυτό
αποδεικνύονται ακόμη χειρότερες. Και κανείς τους δεν προτείνει μια
στρατηγική για να ξεπεραστεί η κρίση εντός της ευρωζώνης. Ξέρουν οτι δεν
υπάρχει.
Κανείς
τους δεν λέει με ποιόν τρόπο θα ανακάμψει η παραγωγή, ή ακόμη και πώς
θα σωθεί το τραπεζικό σύστημα όταν η παροχή χρήματος ρυθμίζεται από την
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οι επιλογές της οποίας αποδείχθηκαν
διαλυτικές για τις οικονομίες της ευρωπαίκής περιφέρειας. Και η οποία,
επικεφαλής της Τρόικας, μας ποδηγετεί στην τωρινή συμφορά. Κανείς τους
δεν παραδέχεται ότι το ίδιο το ευρώ γίνεται καθημερινά πιο εύθραυστο,
ενώ εξελίξεις σε χώρες όπως η Ιταλία ή η Ισπανία μπορούν ανά πάσα στιγμή
να το βυθίσουν. Ή ότι μπορεί απλούστατα να μας εκπαραθυρώσει όποτε
θέλει η Γερμανία, ίσως μόλις οι επιχειρηματίες της ολοκληρώσουν την
καταλήστευση του εθνικού μας πλούτου. Προκαλεί πανικό η ιδέα ότι ίσως
σύντομα αποδειχτούν μάταιες όλες οι θυσίες που έγιναν για να μείνουμε
στο κοινό νόμισμα. Ποιός θα εισπράξει τότε τη λαϊκή οργή;
Ορθά
τονίζουν πολλοί οικονομολόγοι, αριστεροί και δεξιοί, έλληνες και ξένοι,
ότι η έξοδος από την ευρωζώνη είναι μονόδρομος για τις περιφερειακές
οικονομίες. Ένα απλό παράδειγμα μας δείχνει πόσο περισσότερές επιλογές
έχουμε αν ελέγχουμε το νομισμά μας απ’ ό,τι αν το ελέγχουν άλλοι. Πως
δηλαδή η εξασφάλιση εθνικού νομίσματος δεν είναι καμιά εθνικιστική
εμμονή, ούτε επουσιώδης λεπτομέρεια, αλλά αντίθετα συνιστά στοιχειώδες
ζήτημα δημοκρατίας· ακόμη περισσότερο, ζήτημα πλέον επιβίωσης. Δεν αρκεί
για μια φιλολαϊκή οικονομική πολιτική, αλλά είναι απαραίτητη προϋπόθεσή
της.
Οι
δημοσκοπήσεις που δίνουν παράσταση νίκης στον Σύριζα αποτυπώνουν τις
ελπίδες που γεννά η ιδέα μιας αριστερής κυβέρνησης. Όταν η λαϊκή
αντίσταση επιβάλει να προκηρυχθούν εκλογές, ελπίζεται να βγει νικήτρια η
αριστερά. Η ηγεσία του Σύριζα δείχνει ωστόσο με τις πράξεις της πως
περιμένει να πάρει την κυβέρνηση όχι με μαζικές κινητοποιήσεις, αλλά σαν
‘ώριμο φρούτο’. Για να κερδίσει το πολυθρύλητο ‘κέντρο’ ο Αλέξης
Τσίπρας υμνεί το χρεωκοπημένο αμερικανικό όνειρο, δοξολογεί τον
Καραμανλή και χαριεντίζεται με τον Μητσοτάκη. Εκτιμά ότι ο κόσμος μέσα
στην απόγνωσή του θα ψηφίσει Σύριζα όταν έρθει η ώρα, άρα καλύτερα να
μην κουνήσει τη βάρκα. Και κυρίως να μη συγκρουστεί με την Ευρωπαϊκή
Κεντρική Τράπεζα και τις κυβέρνήσεις που στηρίζουν το ευρώ. Είναι όμως
έτσι;
Στις
τελευταίες εκλογές πλησιάσαμε τα όρια της τραπεζικής κρίσης όταν η
ενδεχόμενη νίκη του Σύριζα έκανε τους αποταμιευτές ν’ αποσύρουν από τις
τράπεζες δεκαπέντε δισεκατομμύρια, ρίχνοντας τις καταθέσεις κάτω από τα
δυο τρίτα του ύψους που είχαν αρχές του 2010. Πιστεύει κανείς ότι το
ίδιο φαινόμενο δεν θα επαναληφθεί στις ερχόμενες εκλογές; Στην κυβέρνηση
της αριστεράς ίσως να μη δοθούν όχι οι εκατό ημέρες που φαντάζεται ότι
θα έχει για να επιβάλει φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις, αλλά ούτε καν εκατό
δευτερόλεπτα.
Και
αν η τραπεζική κρίση ξεσπάσει προτού καν σχηματιστεί νέα κυβέρνηση; Αν ο
κόσμος πάει τη δευτέρα μετά τις εκλογές να πάρει τα ευρώ του από τις
τράπεζες, αυτές θα έχουν άραγε να τού τα δώσουν; Ο ιρλανδός τραπεζίτης
Τζόναθαν Σούγκαρμαν αποκάλυψε πρόσφατα ότι η τράπεζα στην οποία
εργαζόταν, θυγατρική της ιταλικής Unicredit, πέμπτης μεγαλύτερης
τράπεζας στην Ευρώπη, διατηρούσε διαθέσιμα πολύ λιγότερα από εκείνα που
πρόβλεπε ο νόμος, αλλά η ρυθμιστική αρχή παρά τις καταγγελίες ‘έκανε τα
στραβά μάτια’. Γιατί να πιστέψουμε ότι έχουμε σήμερα αυστηρότερη
εποπτεία των τραπεζών στην Ελλάδα; Αλλά ακόμη και αν τηρούνται τα νόμιμα
διαθέσιμα, οι τράπεζες θα έχουν επαρκή ρευστότητα;
Οπότε
ο Αλέξης Τσίπρας θα έχει δυο επιλογές. Η πρώτη είναι να σπεύσει στο
Βερολίνο εκλιπαρώντας έκτακτη χρηματοδότηση ώστε να αποφευχθεί η
τραπεζική κρίση και η επακολουθη κοινωνική αναταραχή. Με τίμημα την
υποταγή του στη μνημονιακή πολιτική, να γίνει δηλαδή δεύτερος Σαμαράς.
Την περασμένη άνοιξη είχαν συζητηθεί προεκλογικά, ως αντάλλαγμα για να
συνεχιστεί η χρηματοδότηση, δεσμεύσεις του Σύριζα ότι θα σεβόταν το
Μνημόνιο. Γιατί να μην απαιτηθούν τώρα;
Η
δεύτερη επιλογή είναι άμεσος δημόσιος έλεγχος του τραπεζικού
συστήματος, ακαριαία παύση της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και
διαγραφή του, και έξοδος από το ευρώ για να αποτραπεί η τραπεζική κρίση.
Όταν πληρώνεις σε εθνικό νόμισμα έχεις όσο θέλεις, ενώ οι επικυρίαρχοι
χάνουν τα περιθώρια εκβιασμών που διαθέτουν σήμερα. Δεν μπορούν πια να
σου κλείσουν τις στρόφιγγες της χρηματοδότησης.
Αν
τυχόν βλέπει κανείς τρίτη επιλογή, ας την καταθέσει. Αν δεν βλέπει,
τότε η αριστερά επείγει να εξηγήσει καθαρά στον λαό ότι η έξοδος από το
Μνημόνιο προϋποθέτει έξοδο από το ευρώ. Πόσο μάλλον όταν υπάρχει κι ένα
άλλο ενδεχόμενο. Η τραπεζική κρίση να απειληθεί νωρίτερα, και εγγυήσεις
από την αντιπολίτευση να ζητηθούν προεκλογικά, ανατρέποντας τη μεγαλοφυή
στρατηγική του Σύριζα, που είναι να αποσυνδέει Μνημόνιο από ευρώ.
Δημοκρατία
σημαίνει ότι οι πολίτες αποφασίζουν για την οικονομική πολιτική, και
μάλιστα γνωρίζοντας τις εναλλακτικές λύσεις. Έχουμε αλήθεια δημοκρατία
όταν τις βασικές αποφάσεις τις παίρνει η ανεξέλεγκτη από το λαό ΕΚΤ, ενώ
ο λαός δεν πληροφορείται καν την αμφισβήτηση του ευρώ από τους
ειδικούς;
Δημοσιεύτηκε με τροποποιήσεις στο περιοδικό «Επίκαιρα»