Σελίδες

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Χάνα Άρεντ – Εμείς οι πρόσφυγες (Μέρος Β)


160308marvad_b
Κυκλοφόρησε το 1943 σε ένα μικρό εβραϊκό περιοδικό, το The Menorah Journal Μετάφραση: Κώστας Δεσποινιάδης, από το 13ο τεύχος του Τετραδίου Ολικής Αντιπαράθεσης, ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ
Διαβάστε εδώ το Α Μέρος

ΜΕΡΟΣ Β
Μιλώ για μη δημοφιλή γεγονότα· και τα πράγματα γίνονται χειρότερα απ’ ότι για να αποδείξω αυτά που λέω δεν χρησιμοποιώ τα μόνα επιχειρήματα που εντυπωσιάζουν τους σύγχρονους ανθρώπους – αριθμούς. Ακόμα κι αυτοί οι Εβραίοι που αρνούνται μανιωδώς την ύπαρξη του εβραϊκού λαού μας δίνουν μια αρκετά μεγάλη πιθανότητα επιβίωσης σε ό,τι έχει να κάνει με αριθμούς – πώς αλλιώς θα μπορούσαν να αποδείξουν ότι μόνο λίγοι Εβραίοι είναι εγκληματίες και ότι πολλοί Εβραίοι σκοτώνονται σαν καλοί πατριώτες σε καιρό πολέμου; Παρά την προσπάθειά τους να περισώσουν τη στατιστική ζωή του εβραϊκού λαού, ξέρουμε ότι οι Εβραίοι είχαν το μικρότερο ποσοστό αυτοκτονιών ανάμεσα σε όλα τα πολιτισμένα έθνη. Είμαι αρκετά βέβαιη ότι αυτοί οι αριθμοί δεν ισχύουν πια, αλλά δεν μπορώ να το αποδείξω με καινούργιους αριθμούς, μολονότι μπορώ με βεβαιότητα να το αποδείξω με βάση καινούργιες εμπειρίες. Αυτό μπορεί να αρκεί στις σκεπτικιστικές εκείνες ψυχές που ποτέ δεν ήταν αρκετά πεπεισμένες ότι το μέγεθος του κρανίου κάποιου δίνει ακριβή ιδέα και για το περιεχόμενό του, ή ότι οι στατιστικές του εγκλήματος δείχνουν τον ακριβή βαθμό των εθνικών ηθών. Εν πάση περιπτώσει, οπουδήποτε κι αν ζουν σήμερα οι Ευρωπαίοι Εβραίοι, δεν συμπεριφέρονται πλέον σύμφωνα με τους στατιστικούς νόμους. Οι αυτοκτονίες δεν συμβαίνουν μόνο μεταξύ πανικόβλητων ανθρώπων στο Βερολίνο και τη Βιέννη, στο Βουκουρέστι ή το Παρίσι, αλλά και στη Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες, το Μπουένος Άιρες και το Μοντεβιδέο.
Από την άλλη, έχουν αναφερθεί λίγες αυτοκτονίες στα γκέτο και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στην πραγματικότητα διαθέτουμε ελάχιστες ή καθόλου αναφορές από την Πολωνία, είμαστε όμως αρκετά καλά πληροφορημένοι για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γαλλίας και της Γερμανίας. Στα στρατόπεδο του Gurs, για παράδειγμα, όπου είχα την ευκαιρία να περάσω κάποιον καιρό, μόνο μια φορά άκουσα για αυτοκτονία, και αυτό αφορούσε μια πρόταση για ομαδική αυτοκτονία, προφανώς ένα είδος διαμαρτυρίας προκειμένου να ενοχληθούν οι Γάλλοι. Όταν κάποιοι από εμάς παρατήρησαν ότι έχουμε μεταφερθεί εκεί «για να πεθάνουμε» σε κάθε περίπτωση, η γενική διάθεση άλλαξε ξαφνικά και μετατράπηκε σε ένα φλογερό θάρρος για ζωή. Η κοινή γνώμη υποστήριζε ότι κάποιος έπρεπε να είναι αφύσικα αντικοινωνικός και αδιάφορος για όσα συμβαίνουν αν μπορούσε ακόμη να ερμηνεύσει ολόκληρο το περιστατικό ως προσωπική και ατομική κακοτυχία και, αναλόγως, να θέσει τέρμα στη ζωή του ατομικά και προσωπικά. Αλλά οι ίδιοι άνθρωποι, καθώς επέστρεφαν στις ατομικές τους ζωές, κι έρχονταν αντιμέτωποι με φαινομενικά ατομικά προβλήματα, στρέφονταν και πάλι σε αυτή την παράλογη αισιοδοξία η οποία γειτνιάζει με την απελπισία.
Είμαστε οι πρώτοι μη θρησκευόμενοι Εβραίοι που διώκονται – και είμαστε οι πρώτοι που, στο έσχατο σημείο, απαντάμε με αυτοκτονία. Ίσως να έχουν δίκαιο οι φιλόσοφοι που διδάσκουν ότι η αυτοκτονία είναι η καλύτερα και υπέρτατη εγγύηση της ανθρώπινης ελευθερίας: μπορεί να μην είμαστε ελεύθεροι να δημιουργήσουμε τις ζωές μας και τον κόσμο στον οποίο ζούμε, μολαταύτα είμαστε ελεύθεροι να χάσουμε τη ζωή μας και να εγκαταλείψουμε τον κόσμο. Ασφαλώς, οι ευσεβείς Εβραίοι δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν αυτή την αρνητική αλήθεια· αντιλαμβάνονται την αυτοκτονία ως φόνο, δηλαδή ως καταστροφή αυτού που ο άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να φτιάξει, παρέμβαση στα δικαιώματα του Δημιουργού. Adonai Nathan veadonai lakack («Κύριος έδωκεν κύριος αφήρεσεν»)· και θα πρόσθεταν baruch shem adonai («ευλογημένο να είναι το όνομα του Κυρίου). Για αυτούς η αυτοκτονία, όπως κι ο φόνος, είναι μια βλάσφημη επίθεση στη δημιουργία ως σύνολο. Ο άνθρωπος που σκοτώνει τον εαυτό του υποστηρίζει ότι η ζωή δεν αξίζει να την ζεις κι ο κόσμος δεν αξίζει να του προσφέρει άσυλο.
Κι όμως, οι αυτοκτόνοι μας δεν είναι τρελοί επαναστάτες που εκτοξεύουν προκλήσεις κατά της ζωής και του κόσμου, που προσπαθούν σκοτώνοντας τους εαυτούς τους να σκοτώσουν ολόκληρο το σύμπαν. Η αυτοκτονία τους είναι ένας αθόρυβος και σεμνός τρόπος εκμηδένισης· φαίνεται να απολογούνται για τη βίαιη λύση που βρήκαν για τα προσωπικά τους προβλήματα. Κατά τη γνώμη τους, γενικά, τα πολιτικά γεγονότα δεν έχουν καμία σχέση με την ατομική τους μοίρα· είτε σε καλές είτε σε κακές εποχές, αυτοί πιστεύουν αποκλειστικά στη δική τους προσωπικότητα. Τώρα θεωρούν ότι έχουν μέσα τους κάποιες μυστηριώδεις ανεπάρκειες που δεν τους επιτρέπουν να προχωρήσουν. Έχοντας νιώσει από τα παιδικά τους χρόνια ότι δικαιούνται ένα συγκεκριμένο κοινωνικό επίπεδο, φαίνονται αποτυχημένοι στα δικά τους μάτια αν αυτό το επίπεδο δεν μπορεί πια να διατηρηθεί. Η αισιοδοξία τους είναι η μάταιη προσπάθειά τους να κρατήσουν το κεφάλι τους έξω από το νερό. Πίσω από αυτή τη βιτρίνα ευδιαθεσίας, παλεύουν συνεχώς με την απελπισία. Τελικά, πεθαίνουν από ένα είδος εγωισμού.
Αν σωθούμε, αισθανόμαστε ταπεινωμένοι, αν και κάποιος μας βοηθήσει αισθανόμαστε εξευτελισμένοι. Αγωνιζόμαστε σαν τρελοί για την ατομική μας ύπαρξη με ξεχωριστά πεπρωμένα ο ένας απ’ τον άλλον, εφόσον φοβόμαστε να γίνουμε μέρος της θλιβερής εκείνης πληθώρας ζητιάνων την οποία εμείς, όντας πολλοί από εμάς πρώην φιλάνθρωποι, θυμόμαστε πολύ καλά. Όπως ακριβώς κάποτε δεν μπορέσαμε να καταλάβουμε ότι ο ονομαζόμενος ζητιάνος ήταν ένα σύμβολο της Εβραϊκής μοίρας και όχι ένας χαζός, έτσι και σήμερα δεν αισθανόμαστε ότι πρέπει να φανούμε αλληλέγγυοι προς τους Εβραίους· δεν μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι εμείς από μόνοι μας δεν έχουμε και τόση πολλή σημασία, όση ολόκληρος ο Εβραϊκός λαός. Μερικές φορές αυτή η έλλειψη κατανόησης έχει ενισχυθεί ισχυρά από τους προστάτες μας. Έτσι θυμάμαι έναν σκηνοθέτη στο Παρίσι που επιδίδονταν σε μεγάλες αγαθοέργιες ο οποίος, κάθε φορά που λάμβανε μια κάρτα από έναν Γερμανοεβραίο διανοούμενο με το αναπόφευκτο «Δρ.» πάνω σε αυτήν, συνήθιζε να φωνάζει δυνατά: «Κύριε Δόκτωρ, Κύριε Δόκτωρ, Κύριε Ζητιάνε, Κύριε Ζητιάνε!».
Το συμπέρασμα που εξήγαμε από τέτοιες δυσάρεστες εμπειρίες ήταν αρκετά απλό. Δεν μας ικανοποιούσε πια το να είμαστε διδάκτορες φιλοσοφίας· και μαθαίναμε ότι προκειμένου να χτίσει κανείς μια καινούρια ζωή, θα έπρεπε πρώτα να βελτιώσει την προηγούμενη. Μάλιστα επινοήθηκε κι ένα ωραίο παραμύθι για να περιγράψει τη συμπεριφορά μας· ένας παραμελημένος emigre σκύλος ράτσας ντάσχουντ, μέσα στη θλίψη του, άρχισε να λέει: «Κάποτε ήμουν σκύλος (ράτσας) Αγίου Βερνάρδου…».
Οι καινούργιοι μας φίλοι, μάλλον συνεπαρμένοι από τους πολλούς σταρ και διάσημους ανθρώπους, δύσκολα καταλαβαίνουν ότι στη βάση όλων μας των περιγραφών για τα περασμένα μεγαλεία βρίσκεται μια ανθρώπινη αλήθεια; κάποτε ήμαστε κάποιοι για τους οποίους νοιάζονταν οι άνθρωποι, μας αγαπούσαν οι φίλοι μας και οι ιδιοκτήτες των σπιτιών μας ήξερα ότι πληρώναμε το νοίκι κανονικά. Κάποτε μπορούσαμε να αγοράσουμε το φαγητό μας και να ανέβουμε στον υπόγειο σιδηρόδρομο δίχως να μας πούνε ότι είμαστε ανεπιθύμητοι. Γίναμε λίγο υστερικοί όταν οι δημοσιογράφοι άρχισαν να μας παρατηρούν και να μας λένε δημόσια να σταματήσουμε να είμαστε αηδιαστικοί όταν ψωνίζουμε ψωμί και γάλα. Αναρωτιόμαστε πώς μπορεί να γίνει αυτό· είμαστε ήδη τόσο αξιοκρατικά προσεκτικοί σε κάθε στιγμή της καθημερινής μας ζωής στην προσπάθειά μας να αποτρέψουμε οποιονδήποτε απ’ το να μαντέψει ποιοί είμαστε, και τί είδους διαβατήριο έχουμε, πού συμπληρώθηκαν τα πιστοποιητικά γέννησής μας – και ότι δεν αρέσουμε στον Χίτλερ. Κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να χωρέσουμε σε έναν κόσμο όπου πρέπει, κατά κάποιον τρόπο, να φυλάγεσαι πολιτικά ακόμα κι όταν αγοράζεις φαγητό.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το σκυλί του Αγίου Βερνάρδου όλο και μεγαλώνει. Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνον τον νεαρό που, όταν περίμεναν να αποδεχτεί ένα συγκεκριμένο είδος δουλειάς, είπε αναστενάζοντας: «Δεν ξέρετε σε ποιον μιλάτε· ήμουν διευθυντής τομέα στο Karstadt [ένα μεγάλο εμπορικό πολυκατάστημα στο Βερολίνο]». Υπάρχει όμως κι η βαθιά απελπισία των μεσηλίκων ανδρών που, έπειτα από αμέτρητες μετακινήσεις σε διαφορετικές επαρχίες προκειμένου να σωθούν, τελικά αναφωνούν, «κανείς εδώ δεν ξέρει ποιός είμαι!» Απ’ τη στιγμή που κανένας δεν θα του συμπεριφερθεί ως αξιοπρεπές ανθρώπινο ον, αρχίζει να στέλνει τηλεγραφήματα σε σπουδαίες προσωπικότητες και στους μεγάλους συγγενείς του. Γρήγορα μαθαίνει ότι σε αυτόν τον τρελό κόσμο είναι πολύ πιο εύκολο να γίνεις αποδεκτός ως ένας «σπουδαίος άνθρωπος» παρά ως ένα απλό ανθρώπινο ον.http://www.respublica.gr/2015/03/column/arendt-refugees-2part/

Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2015

Χάνα Άρεντ – Εμείς οι πρόσφυγες (μέρος Α)

http://www.respublica.gr/2015/

861145_491235340941453_196432766_o
Κυκλοφόρησε το 1943 σε ένα μικρό εβραϊκό περιοδικό, το The Menorah Journal Μετάφραση: Κώστας Δεσποινιάδης, από το 13ο τεύχος του Τετραδίου Ολικής Αντιπαράθεσης, ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ
ΜΕΡΟΣ Α
Κατά πρώτο λόγο, δεν μας αρέσει να μας αποκαλούνε «πρόσφυγες». Εμείς μεταξύ μας αποκαλούμαστε «νεοφερμένοι» ή «μετανάστες». Οι εφημερίδες μας είναι εφημερίδες για «γερμανόφωνους Αμερικανούς»· και απ’ όσο ξέρω, τα άτομα που διώχθηκαν από τον Χίτλερ δεν έχουν ιδρύσει και ουδέποτε ιδρύσανε κάποιον σύλλογο που ο τίτλος του να υποδηλώνει ότι τα μέλη του ήταν «πρόσφυγες».
Πρόσφυγας ήταν το άτομο που αναγκαζότανε να αναζητήσει άσυλο εξαιτίας κάποιας πράξης που διέπραξε ή εξαιτίας κάποιας πολιτικής άποψης που είχε. Λοιπόν, είναι αλήθεια ότι αναζητούμε άσυλο· αλλά δεν έχουμε διαπράξει καμία πράξη και οι περισσότεροι από εμάς ποτέ δεν ονειρεύτηκαν να έχουν κάποια ριζοσπαστική πολιτική άποψη. Με εμάς το νόημα του όρου πρόσφυγας έχει αλλάξει. Τώρα «πρόσφυγες» είναι εκείνοι από εμάς που ήταν τόσο άτυχοι ώστε να φτάσουν σε μια καινούργια χώρα δίχως καθόλου οικονομικούς πόρους και πρέπει να βοηθηθούν από τις επιτροπές προσφύγων.
Προτού ξεσπάσει αυτός ο πόλεμος, ήμασταν ακόμα πιο ευαίσθητοι όταν μας αποκαλούσαν πρόσφυγες. Κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε για να αποδείξουμε στους άλλους ανθρώπους ότι ήμασταν απλώς κανονικοί μετανάστες. Διακηρύσσαμε ότι είχαμε αναχωρήσει οικεία βουλήσει για χώρες της επιλογής μας, και αρνούμασταν ότι η κατάστασή μας είχε οποιαδήποτε σχέση με «τα αποκαλούμενα εβραϊκά προβλήματα». Ναί, ήμασταν «μετανάστες» ή «νεοφερμένοι» που αφήσαμε τη χώρα μας επειδή ένα ωραίο πρωί δεν μας έκανε άλλο πια, ή απλώς για λόγους οικονομικούς. Θέλαμε να ξαναφτιάξουμε τις ζωές μας, αυτό ήταν όλο. Για να ξαναφτιάξει κανείς τη ζωή του πρέπει να είναι δυνατός και αισιόδοξος. Έτσι κι εμείς είμαστε πολύ αισιόδοξοι.
Η αισιοδοξία μας, πράγματι, είναι αξιοθαύμαστη, ακόμα κι αυτό λέμε εμείς. Η ιστορία του αγώνα μας έγινε τελικά γνωστή. Χάσαμε το σπίτι μας, που σημαίνει ότι χάσαμε την οικειότητα της καθημερινής ζωής. Χάσαμε το επάγγελμά μας, που σημαίνει ότι χάσαμε αυτοπεποίθηση ότι είχαμε κάποια χρησιμότητα σε αυτόν τον κόσμο. Χάσαμε τη γλώσσα μας, που σημαίνει πως χάσαμε τη φυσικότητα των αντιδράσεών μας, την απλότητα των χειρονομιών μας, την απρόσκοπτη έκφραση συναισθημάτων. Αφήσαμε τους συγγενείς μας στα πολωνικά γκέτο και οι καλύτεροί μας φίλοι σκοτώθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, που σημαίνει ότι διαρρήχθηκαν οι ιδιωτικές μας ζωές.
Μολαταύτα, απ’ τη στιγμή που σωθήκαμε – κι οι περισσότεροι από εμάς χρειάστηκε να σωθούν αρκετές φορές – αρχίσαμε τις καινούργιες μας ζωές και προσπαθήσαμε να ακολουθήσουμε όσο πιο πιστά μπορούσαμε όλες τις καλές συμβουλές που μας έδωσαν οι σωτήρες μας. Μας είπαν να ξεχάσουμε· και ξεχάσαμε γρηγορότερα από όσο θα μπορούσε οποιοσδήποτε να φανταστεί. Με φιλικό τρόπο μας υπενθύμιζαν ότι η καινούρια χώρα θα γίνει ένα καινούριο σπίτι για μας· κι έπειτα από τέσσερις εβδομάδες στη Γαλλία ή έξι εβδομάδες στην Αμερική, παριστάναμε τους Γάλλους ή τους Αμερικανούς. Οι πιο αισιόδοξοι εξ’ ημών θα πρόσθεταν ότι ολόκληρη η προηγούμενη ζωή τους είχε περάσει σε ένα είδος ασυνείδητης εξορίας και μόνο η καινούργια τους πατρίδα τους δίδαξε πως πραγματικά μοιάζει ένα σπίτι. Είναι αλήθεια ότι μερικές φορές εγείρουμε ενστάσεις όταν μας λένε να ξεχάσουμε την προηγούμενη δουλειά μας· και τα προηγούμενα ιδανικά μας είναι συνήθως δύσκολο να τα πετάξουμε αν διακυβεύεται το κοινωνικό μας πρότυπο. Με τη γλώσσα, ωστόσο, δεν αντιμετωπίζουμε καμία δυσκολία: έπειτα από έναν μόνο χρόνο οι αισιόδοξοι είναι πεπεισμένοι ότι μιλάνε τα αγγλικά σαν να ήταν η μητρική τους γλώσσα· κι έπειτα από δύο χρόνια ορκίζονται σοβαρά ότι μιλάνε τα αγγλικά καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη γλώσσα – τα γερμανικά μόλις που τα θυμούνται.
Προκειμένου να ξεχάσουμε ακόμα πιο αποτελεσματικά μάλλον αποφεύγουμε οποιαδήποτε νύξη για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή τα στρατόπεδα εγκλεισμού τα οποία γνωρίσαμε σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες – κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως απαισιοδοξία ή έλλειψη αυτοπεποίθησης στη νέα μας πατρίδα. Εκτός αυτού, πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει ότι κανείς δεν θέλει να ακούει για όλα αυτά· η κόλαση δεν είναι πια μια θρησκευτική δοξασία ή μια φαντασίωση, αλλά κάτι εξίσου αληθινό με τα σπίτια, τις πέτρες και τα δέντρα. Προφανώς, κανείς δεν θέλει να ξέρει ότι η σύγχρονη ιστορία έχει δημιουργήσει ένα καινούργιο είδος ανθρώπινων όντων – αυτό το είδος που κλείνεται στα στρατόπεδα συγκέντρωσης από τους εχθρούς του και στα στρατόπεδα εγκλεισμού από τους φίλους του.
Ακόμα και μεταξύ μας δεν μιλάμε για αυτό το παρελθόν. Αντ’ αυτού, έχουμε βρει τον τρόπο μας να διαχειριστούμε ένα αβέβαιο μέλλον. Απ’ τη στιγμή που όλοι κάνουν σχέδια, εύχονται και ελπίζουν, το ίδιο κάνουμε κι εμείς. Ωστόσο, εκτός από αυτές τις γενικές ανθρώπινες συμπεριφορές, προσπαθούμε να τακτοποιήσουμε το μέλλον περισσότερο επιστημονικά. Μετά από τόση κακοτυχία θέλουμε αναμφίβολα μια διέξοδο. Συνεπώς, αφήνουμε πίσω μας τη γη με όλες της τις αβεβαιότητες και στρέφουμε το βλέμμα μας στον ουρανό. Τα άστρα – κι όχι οι εφημερίδες – θα μας πουν πότε θα ηττηθεί ο Χίτλερ και πότε θα γίνουμε Αμερικανοί πολίτες. Θεωρούμε τα άστρα πιο αξιόπιστους συμβούλους απ’ ότι όλους τους φίλους μας· από τα άστρα μαθαίνουμε πότε θα δειπνήσουμε με τους ευεργέτες μας καθώς και ποιά μέρα θα έχουμε την καλύτερη ευκαιρία για να συμπληρώσουμε ένα από αυτά τα αμέτρητα ερωτηματολόγια που συνοδεύουν τις τωρινές μας ζωές. Μερικές φορές δεν στηριζόμαστε ούτε στ’ άστρα, αλλά μάλλον στις γραμμές των χεριών ή στα σημάδια του γραφικού μας χαρακτήρα. Έτσι μαθαίνουμε λιγότερα για τα πολιτικά γεγονότα για τους αγαπητούς εαυτούς μας, έστω και αν η ψυχανάλυση είναι κάπως ντεμοντέ. Οι ευτυχισμένες εποχές κατά τις οποίες βαριεστημένες κυρίες και κύριοι της καλής κοινωνίας συζητούσαν για τις χαριτωμένες αταξίες των παιδικών τους χρόνω, έχουν παρέλθει. Δεν θέλουν πια ιστορίες με φαντάσματα· οι πραγματικές εμπειρίες τους κάνουν να ανατριχιάσουν. Δεν υπάρχει πλέον καμιά ανάγκη να μας μαγεύει το παρελθόν· υπάρχει αρκετή μαγεία στην πραγματικότητα. Έτσι, παρά την ειλικρινή αισιοδοξία μας, χρησιμοποιούμε κάθε είδους μαγικά κόλπα γα να κάνουμε τα πνεύματα του μέλλοντος να εμφανιστούν.
Δεν ξέρω ποιες αναμνήσεις και ποιες σκέψεις κατοικούν κάθε βράδυ στα όνειρά μας. Δεν τολμώ να συζητήσω πληροφορίες, δεδομένου ότι κι εγώ υπήρξα μάλλον αισιόδοξη. Μερικές φορές όμως φαντάζομαι ότι τουλάχιστον τα βράδια σκεφτόμαστε το θάνατο μας ή ότι θυμόμαστε τα ποιήματα που κάποτε αγαπήσαμε. Θα μπορούσα ακόμα και να καταλάβω πως οι φίλοι μας της Δυτικής Ακτής, κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης κυκλοφορίας, έχουν τέτοιες περίεργες απόψεις όπως το να πιστεύουν ότι όχι μόνο είμαστε «αυριανοί πολίτες» αλλά τωρινοί «εχθρικοί αλλοδαποί». Υπό το φως της ημέρας, φυσικά, «από τεχνικής απόψεως» γινόμαστε μόνο εχθρικοί αλλοδαποί – όλοι οι πρόσφυγες το ξέρουν αυτό. Αλλά όταν τεχνικοί λόγοι σε εμποδίζουν να βγεις από το σπίτι τις βραδυνές ώρες, σίγουρα δεν ήταν εύκολο να αποφύγεις σκοτεινές σκέψεις για τη σχέση τεχνικότητας και πραγματικότητας.
Όχι, κάτι δεν πάει καλά με την αισιοδοξία μας. Υπάρχουν ανάμεσά μας εκείνοι οι ιδιόρρυθμοι αισιόδοξοι άνθρωποι που, έχοντας κάνει πολλές αισιόδοξες ομιλίες, επιστρέφουν στο σπίτι και ανάβουν το γκάζι ή χρησιμοποιούν τον ουρανοξύστη με έναν αρκετά αναπάντεχο τρόπο. Φαίνεται ότι αυτοί αποδεικνύουν ότι η δεδηλωμένη μας ευθυμία βασίζεται σε μια επικίνδυνη ετοιμότητα για θάνατο. Αναθρεμμένοι με την πεποίθηση ότι η ζωή είναι το υψηλότερο αγαθό και ο θάνατος ο μεγαλύτερος τρόμος, γινόμαστε μάρτυρες και θύματα χειρότερων φρικαλεοτήτων απ’ ό,τι ο θάνατος – δίχως να είμαστε ικανοί να ανακαλύψουμε ένα υψηλότερο ιδανικό απ’ τη ζωή. Έτσι, μολονότι ο θάνατος χάνει για εμάς τη φρίκη του, δεν γινόμαστε ούτε πρόθυμοι ούτε ικανοί να ρισκάρουμε τη ζωή μας για κάποιον σκοπό. Οι πρόσφυγες, αντί να παλέψουν – ή να σκεφτούνε πώς θα μπορέσουνε να παλέψουν – συνηθίζουν να εύχονται το θάνατο των συγγενών και φίλων· αν κάποιος πεθάνει, φανταζόμαστε με χαρά όλα τα βάσανα από τα οποία γλύτωσε. Τελικά, πολλοί από εμάς καταλήγουν να εύχονται ότι κι εμείς, επίσης, θα μπορούσαμε να γλυτώσουμε από ορισμένα βάσανα, και πράττουν αναλόγως.
Από το 1938 – από την εισβολή του Χίτλερ στην Αυστρία – έχουμε δει πόσο γρήγορα η εύγλωττη αισιοδοξία μπορεί να μετατραπεί σε απαισιοδοξία. Καθώς περνά ο καιρός, τα πράγματα γίνονται χειρότερα – γινόμαστε ακόμα πιο αισιόδοξοι και ρέπουμε ακόμα περισσότερο προς την αυτοκτονία. Οι Εβραίοι της Αυστρίας υπό τον Schuschnigg ήταν εύθυμος λαός που τους θαύμαζαν όλοι οι αμερόληπτοι παρατηρητές. Ήταν αρκετά υπέροχο το πόσο βαθιά πεπεισμένοι ήταν ότι τίποτα κακό δεν μπορούσε να τους συμβεί. Όταν όμως τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν στη χώρα και οι μη Εβραίοι γείτονες άρχισαν να πραγματοποιούν ταραχές στα Εβραϊκά σπίτια, οι Αυστριακοί Εβραίοι άρχισαν να αυτοκτονούν.
Σε αντίθεση με το τί γίνεται στις άλλες αυτοκτονίες, οι φίλοι μας δεν άφηναν καμία εξήγηση για την πράξη τους, καμία κατηγορία, καμία καταγγελία εναντίον ενός κόσμου που εξαναγκάζει έναν απελπισμένο άνθρωπο να μιλά και να ενεργεί εύθυμα ακόμα και στην τελευταία του μέρα. Τα σημειώματα που άφησαν αυτοί οι άνθρωποι είναι συμβατικά, ανούσια ντοκουμέντα. Έτσι, οι επικήδειοι που κάνουμε πάνω απ’ τους ανοιχτούς τους τάφους είναι σύντομοι, αμήχανοι και πολύ αισιόδοξοι. Κανείς δεν νοιάζεται για τα κίνητρα· φαίνεται ότι είναι ξεκάθαρα σε όλους μας.

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

ΠΑΤΡΙΣ, ΘΡΗΣΚΕΙΑ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Τα χρόνια που ακολούθησαν την επανάσταση του 21, σε μια ιστορική φάση που στην Ευρώπη, οι πόλεμοι διαδέχονταν ο ένας τον άλλο για την επικράτηση του πιο δυνατού, η Ελλάδα βρισκόταν στο μάτι του κυκλώνα. Μόνη, αμήχανη, αδύναμη, φτωχή και με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, έπρεπε να βρει τρόπους να τονώσει το φρόνημά της, να επιβιώσει στο σκληρό ευρωπαϊκό τοπίο.
Η δόξα της αρχαίας Ελλάδας, η οικειοποίηση του Βυζαντινού μεγαλείου καθώς και η επανάσταση του 21, ξεχείλισαν τα μυαλά των αμήχανων Ελλήνων από «εθνική υπερηφάνεια». Τις επόμενες δεκαετίες, το εθνικό του φρόνημα γιγαντώθηκε, κάνοντας τον, δυστυχώς, να φέρεται σα νεόπλουτος, χωρίς πλούτο. Αυτή η αλαζονεία, δυστυχώς, λειτούργησε αρνητικά, όταν η φλόγα της ελπίδας για την ανάκτηση των χαμένων πατρίδων ως το 1922, θάμπωσε τους Έλληνες τους γοήτευσε και τους «έκαψε».
Το 1940, η μικρή προσωρινή νίκη απέναντι στους Ιταλούς φασίστες, φούσκωσε τα μυαλά ακόμα περισσότερο, τους έκανε να νομίζουν πως είναι ξεχωριστός λαός. Κι έτσι η Χούντα βρήκε γόνιμο έδαφος, εκμεταλλευόμενη το «καταραμένο τρίπτυχο» και ακόμα και μετά την πτώση της, οι Έλληνες βρέθηκαν να χορεύουν σε μια σαθρή πίστα εθνικισμού και στείρας περηφάνιας.
Μετά τη μεταπολίτευση, και όσο οι Έλληνες βάδιζαν στην παρακμή, χωρίς καν να αγγίξουν καμιά ιδιαίτερη ακμή, «έγλυφαν» τους δυτικούς όσο «εισέπρατταν», αλλά τους μισούσαν κάθε φορά που τολμούσαν να τους φέρουν προ των ευθυνών τους, επικαλούμενοι τα «χρωστούμενα» του παρελθόντος. Σε αντιστάθμισμα της αυξανόμενης παρακμής τους, θέριευαν στη συνείδησή τους την εθνική τους περηφάνια, αγγίζοντας τα όρια του εθνικισμού.
Αποτέλεσμα της σαθρής αυτής νοοτροπίας, ήταν η λατρεία των παρελάσεων και κάθε λογής εθνικών και θρησκευτικών φιεστών, η εμφάνιση πιλότων που παπαγαλίζουν κάθε χρόνο, στις εθνικές επετείους, λεβεντοφιλότιμα κηρύγματα από τους αιθέρες, κάνοντας τον κόσμο να παραληρεί από περηφάνια, η αποθέωση της «εθνικής κορόνας» από παραδόπιστους λαοπλάνους πολιτικούς, που έχουν διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις με την αισθητική, την ανθρωπιά και τη γνώση, η γιγάντωση εθνικιστικών κομμάτων, παράλληλα με τα αριστερά κόμματα, τα οποία εν καιρώ παγκοσμιοποίησης, καταστρέφουν κάθε είδους ανάπτυξη στο όνομα του εθνικισμού ή του σοσιαλισμού. Μ αυτό τον τρόπο, ο αδαής και απαίδευτος πολίτης, αδιαφορώντας για τη λογική εξήγηση των πραγμάτων, ξοδεύει τόνους φαιά ουσίας αποφασίσει αν θα πάρει την ελληνική σημαία από τα χέρια των «μιαρών» Αλβανών αριστούχων σημαιοφόρων, για το αν τα Σκόπια θα ονομαστούν κάτω Σκόπια ή Πέρα Βαρδάρης, ή αν ο Νεότερος Παπανδρέου έπρεπε να σουβλιστεί ή να απαγχονιστεί, αποκαλώντας τους Έλληνες διεφθαρμένους και δεκάδες ανοησίες απομυζούν ενέργεια και που μουδιάζουν τη χώρα μέχρι παράλυσης.
Παράλληλα, εκλέγει ηγέτες-μαριονέτες που ντύνονται Ράμπο και παίζουν με τρενάκια, αεροπλανάκια, ελικόπτερα και στολές παραλλαγής, βγάζοντας παιδικά απωθημένα. Και όχι μόνο δεν απαιτούν τον ισόβιο εγκλεισμό τους σε κάποια ψυχιατρική κλινική, αλλά τους δίνουν βήμα, δύναμη, λόγο στην τύχη τους. Κι αν η οποιοδήποτε τυχάρπαστη Αρβελέρ, τολμήσει να χαλάσει αυτό το παραμύθι, διαπομπεύεται.
Η θρησκεία, το δεύτερο υπερόπλο στη φαρέτρα όλων των ακροδεξιών και μη στοιχείων, βοηθάει και με το παραπάνω στη λογική του παραλόγου που θέλει το λαό φοβισμένο, βουτηγμένο στη δεισιδαιμονία και τη ημιμάθεια, αφήνοντάς τον να νομίζει πως είναι περήφανος, ανεξάρτητος. Το οξύμωρο είναι, πως οι απόντες από την πραγματική ζωή ιεράρχες του, μεγαλωμένοι σε εκκλησιαστικά γκέτο, συμβουλεύουν το δύσμοιρο Έλληνα πως να ζει, πως να χειρίζεται τη ζωή του, τη σεξουαλικότητά του, την οικονομία του, την κοινωνία του. Κι εκείνος, σε αντάλλαγμα τους στηρίζει με κάθε κόστος. Ακόμα κι όταν παραβιάζουν κάθε ανθρώπινη αξία, όταν βιάζουν παιδιά, όταν εμπλέκονται σε οικονομικά, σεξουαλικά, πολιτικά σκάνδαλα, ο Έλληνας συγχωρεί τον θεϊκό εκπρόσωπο, τον δικαιολογεί, εθελοτυφλεί για να μην τα «σπάσει» με το θεό.
Η εκκλησία έχει τον πρώτο λόγο στη σχέση «εκκλησίας-κράτους». Η σύγχρονες θεωρίες, που διαφωνούν με τη λογική της Βίβλου (Σχετικότητας, Εξέλιξης, Πάντων) ρίχτηκαν στην Πυρά από τους σύγχρονους ιεροεξεταστές μας. Στην καλύτερη περίπτωση, κάποιες περιλήψεις τους αναφέρονται επιγραμματικά, συνοδευόμενες συχνά από υποτιμητικά σχόλια από τους αγέρωχους εκπαιδευτικούς. Πολλοί ορθόδοξοι συμπατριώτες γελούν υποτιμητικά όταν βλέπουν το βίντεο του ιμάμη που λέει πως η γη είναι επίπεδη, αλλά «καταπίνουν την κάμηλο» όσον αφορά τα «εν οίκω τους». Οι αγέρωχοι ορθόδοξοι δέχονται εύκολα την εικόνα που δακρύζει, φιλάνε θαυματουργά κόκκαλα, πιστεύουν στην γένεση του «αγίου φωτός», στο θαύμα και το ψέμα. Πείθονται πως ο θεός (κι όχι ο παμπόνηρος ιεράρχης) θα δυσαρεστηθεί από τη μη αναγραφή θρησκεύματος στις ταυτότητες, και τότε ξεχύνονται στους δρόμους κατά εκατομμύρια. ΜΟΝΟ ΤΟΤΕ. Μόνο η «θεία αξία» μετράει. Κανένα «Βατοπαίδι», καμία «SIEMENS», καμία αναξιοκρατία, καμία φασίζουσα συμπεριφορά δεν έχει τη δύναμη να τον ξεκουνήσει από τη θαλπωρή του. Τέλος, ακόμα και ο πιο «άθεος» επίδοξος πρωθυπουργός, δεν θα πραγματοποιήσει ΠΟΤΕ το όνειρό του, αν δεν φιλήσει 20-30 ιερά ιδρωμένα χέρια. Αν δε κάποιος ΓΝΗΣΙΟΣ επαναστάτης αποφασίσει να κάνει τον πολυπόθητο διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας, θα έχει να κάνει με 10,000,000 μαινόμενους «Ισλαμοπατριώτες».
Το θλιβερό τρίπτυχο κλείνει με μια οικογένεια γεμάτη παθογένειες, όπου ελάχιστοι γονείς συμβουλεύονται κάποιον ειδικό για να μεγαλώσουν σωστά τα παιδιά τους. Μητέρες, στηρίζονται στις πατροπαράδοτες «επιτυχημένες» μεθόδους ανατροφής, και ευνουχίζουν τους λεβέντες τους γίνονται μητέρες ανδρεικέλων που αφήνουν το σπίτι μόνο όταν παντρεύονται. Πατεράδες που δεν τους αφήνουν να αναπτύξουν ισχυρή, δική τους προσωπικότητα, δεν τους μυούν στην στην ορθή σκέψη, γιατί απλά δεν την κατέχουν και τους διδάσκουν μαγκιά και υποκρισία για να καλύψουν την ανεπάρκειά τους . Οι περισσότερες κοπέλες μαθαίνουν να δέχονται με χαρά την κατωτερότητα που επιθυμεί η θρησκεία και η κοινωνία. Μεγαλώνουν με τη σειρά τους κι αυτές τα αγόρια τους με τον «αλάνθαστο ελληνικό τρόπο» ωθώντας τους μετέπειτα, να φέρονται ανάλογα απέναντι στις υποχρεώσεις τους ως πολίτες. Παιδιά που μαθαίνουν στο παραμύθι, στην αφερεγγυότητα, στην εύκολη λύση. Που πιστεύουν σε ζώδια, ξεματιάσματα, ψεκασμούς, συνωμοσίες.
Έτσι η σύγχρονη Ελλάδα τα έχει «σπάσει» προ πολλού με τη λογική. Οι γονείς μεγαλώνουν τα παιδιά τους μαθαίνοντάς τα να εχθρεύονται και να μισούν το κράτος, να σαμποτάρουν κάθε προσπάθεια ανάτασης, να είναι όλοι μαζί ενωμένοι στον αγώνα και στη μάσα μόνοι, να βαδίζουν πίσω ολοταχώς, λοιδορώντας τους ηλίθιους βελανιδοφάγους που προχωρούν μπροστά, να καίνε τα πάντα όταν νιώθουν προδομένοι, να μη σέβονται το διαφορετικό συμπολίτη τους, να ανήκουν σε δεκάδες μικροομάδες που μάχονται μεταξύ τους για να επιβάλλουν την ανοησία τους και τελικά να γονατίζουν τη χώρα, να πιστεύουν πως όλοι τους κατατρέχουν, τους ψεκάζουν για να είναι υπάκουοι (Το τελευταίο θα το πίστευα ακράδαντα αν οι φήμες έλεγαν πως ο ψεκασμός επιφέρει ηλιθιότητα).
Το τρίπτυχο «ΠΑΤΡΙΣ, ΘΡΗΣΚΕΙΑ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ» κάποιες δεκαετίες πριν, λειτουργούσε ΙΣΩΣ υπέρ της χώρας. Από τότε πολλά άλλαξαν στον κόσμο, λίγα άλλαξαν εδώ. Όμως, ο Έλληνας μη έχοντας να επιδείξει πρόοδο, ανάπτυξη, και βελτίωση ουσίας, περιφέρει την βαλσαμωμένη εθνική περηφάνια του και την επιδεικνύει δεξιά κι αριστερά. Όπως ακριβώς οι επιτήδειοι περιφέρουν δεξιά κι αριστερά τα θλιβερά ιερά κόκκαλα κάποιου αγιοποιημένου φουκαριάρη, μη αφήνοντάς τον να βρει τη γαλήνη.http://www.o-klooun.com

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2015

η απόσχιση της Καταλονίας από το Ισπανικό Κράτος

Άρχισε η απόσχιση της Καταλονίας από το Ισπανικό Κράτος!…

Του Γιώργου Μητραλιά
Μετά από τις καταιγιστικές εξελίξεις των τελευταίων 6-7 ημερών, η Ιστορία δείχνει να επιταχύνεται και η πορεία της Καταλονίας προς την ανεξαρτησία της μοιάζει πια ασταμάτητη: Αν δεν υπάρξει κάποιο απρόβλεπτο γεγονός, το πρώτο τεράστιο βήμα προς τη δημιουργία της ανεξάρτητης Δημοκρατίας της Καταλονίας θα έχει γίνει μέσα στις επόμενες 10 μέρες!
Συγκεκριμένα, η νέα καταλανική Βουλή που προέκυψε από τις εκλογές της 27ης Σεπτεμβρίου, θα ψηφίσει τη Διακήρυξη που συνυπέγραψε ήδη η πλειοψηφία των βουλευτών της, και η οποία προβλέπει ότι η κυβέρνηση της Καταλονίας θα υπακούει εφεξής αποκλειστικά και μόνο στο Καταλανικό Κοινοβούλιο και όχι πια στη Μαδρίτη και στους θεσμούς του Ισπανικού Κράτους! Η ίδια ιστορική Διακήρυξη κηρύσσει την έναρξη μιας  «Συντακτικής Διαδικασίας των πολιτών, ανοικτής, συμμετοχικής και χωρίς αποκλεισμούς» που θα καταλήξει στη δημιουργία του Καταλανικού Κράτους «με τη μορφή της Δημοκρατίας (Republica)». Σύμφωνα με την ίδια Διακήρυξη, αυτή η «διαδικασία δημοκρατικής αποσύνδεσης δεν θα υπακούει στις αποφάσεις των θεσμών του Ισπανικού Κράτους» -και ειδικότερα στο διαβόητο Συνταγματικό του Δικαστήριο- που κηρύσσονται «απονομιμοποιημένοι»…


Τόσο τα καθεστωτικά ΜΜΕ της Μαδρίτης όσο και τα νεοφιλελεύθερα κόμματα της δεν κάνουν λοιπόν λάθος όταν σπεύδουν να χαρακτηρίσουν πράξη «αμετάκλητης ρήξης με την Ισπανία» την υπογραφή αυτής της Διακήρυξης από τα δυο ανεξαρτησιακά κόμματα που διαθέτουν την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο της Καταλονίας. Δηλαδή από τη μια, από τον εκλογικό συνασπισμό «Μαζί για το Ναι» (Junts pel Si) του κυβερνώντος κόμματος Convergencia του απερχόμενου προέδρου της Καταλονίας Αρτούρ Μας με την Esquerra Republicana  (Δημοκρατική Αριστερά) του Οριόλ Ζούνκερα, και από την άλλη, από τη διαρκώς ανερχόμενη μικρότερη αντικαπιταλιστική  CUP (1)  που έχει φτάσει να είναι ο ρυθμιστής των καταλανικών, και κατ’επέκταση και των ισπανικών πολιτικών εξελίξεων. Σύσσωμος μάλιστα ο ισπανικός τύπος διαπιστώνει, και για αυτό οδύρεται και απειλεί, όχι μόνο ότι τα βασικά σημεία της Διακήρυξης οφείλονται στην CUP αλλά και ότι η CUP πέτυχε να επιβάλλει τις επιλογές της στον πρόεδρο Μας την ίδια ώρα που καταγγέλλει τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του και αρνείται κατηγορηματικά και δημόσια να τον ψηφίσει προκειμένου ο κ. Μας να μην επανεκλεγεί στην προεδρία της Καταλονίας!
Όπως θα έπρεπε να αναμένεται, όλες αυτές οι ιστορικές εξελίξεις προκαλούν μια πρωτοφανή νευρική κρίση στη Μαδρίτη. Σε τηλεοπτικό του «διάγγελμα προς το έθνος», ο  πρωθυπουργός Ραχόϊ έσπευσε ήδη να δηλώσει  ότι «θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα» για να αποτρέψει την απόσχιση της Καταλονίας, μηδέ εξαιρουμένης της εφαρμογής του περίφημου άρθρου 155 του ισπανικού Συντάγματος που προβλέπει την κατάργηση της «αυτονομίας» της Καταλονίας, δηλαδή την κατάργηση του Κοινοβουλίου και της κυβέρνησής της. Τις σκληρές δηλώσεις του κ. Ραχόϊ υπερθεμάτισαν ακαριαία οι ηγέτες τόσο του Σοσιαλιστικού Εργατικού κόμματος (PSOE) όσο και των νεότευκτων και ανερχόμενων δεξιότατων Ciudadanos (Πολιτών), που από κοινού με τον  Ισπανό πρωθυπουργό δήλωσαν έτοιμοι να δημιουργήσουν όλοι μαζί ένα αρραγές «εθνικό» μέτωπο ενάντια στους «εχθρούς της ισπανικής πατρίδας».
Και ο ηγέτης των  Podemos; Πώς αντιδρά απέναντι σε όλα αυτά ο Πάμπλο Ιγκλέσιας; Αφού πρώτα διαμαρτυρήθηκε έντονα επειδή ο κ.Ραχόι «ξέχασε» να τον καλέσει -όπως τους άλλους ηγέτες- στις διαβουλεύσεις του, ο Π. Ιγκλέσιας διεκδίκησε το «δίκιο» του δηλώνοντας με νόημα ότι… «εμείς είμαστε η καλύτερη εγγύηση για την ενότητα» της Ισπανίας! Σχεδόν την ίδια ώρα, στη Βαρκελώνη οι επικεφαλής του -παταγωδώς αποτυχημένου- καταλανικού εκλογικού συνδυασμού στον οποίο μετέχει το  Podemos, έδιναν συνέντευξη τύπου στην οποία πρότειναν να σταματήσει πάραυτα η αποσχιστική διαδικασία της καταλανικής Βουλής και να αντικατασταθεί από την προετοιμασία ενός δημοψηφίσματος που θα πρέπει να οργανωθεί με τη συναίνεση …της Μαδρίτης!
 Φυσικά, δεν είναι διόλου τυχαίο ότι τοποθετήσεις σαν κι αυτές οδηγούν σε εκλογικές πανωλεθρίες, που με τη σειρά τους οδηγούν πρώτα στη παραίτηση της ηγεσίας των Podemos της Καταλονίας και κατόπιν στην ουσιαστική διάσπαση του εκλογικού συνασπισμού τους. Τρανή απόδειξη το γεγονός ότι, κατά την εκλογή προέδρου της νέας Καταλανικής Βουλής, οι μισοί νεοεκλεγμένοι βουλευτές της έκαναν του κεφαλιού τους και υπερψήφισαν την δημοφιλέστατη ηγέτιδα του μαζικού καταλανικού κινήματος και υποψήφια των υπέρμαχων της ανεξαρτησίας Κάρμε Φορκαντέλ (Carme Forcadell), η οποία δεν δίστασε να κλείσει την πρώτη της προεδρική ομιλία με τη σημαδιακή φράση «Ζήτω η Καταλανική Δημοκρατία»!
Όλα αυτά δεν σημαίνουν καθόλου ότι η πορεία της Καταλονίας προς την ανεξαρτησία της  θα ολοκληρωθεί απρόσκοπτα και ότι οι αντίπαλοί της δεν θα κάνουν τα πάντα για να την εμποδίσουν. Με τη πέρασμα των ημερών και την επίδειξη δύναμης αλλά και ταξικής αδιαλλαξίας από την CUP, που μόλις προχτές ακύρωσε κρίσιμη συνάντηση με τον κ. Μας τον οποίο κατάγγειλε ως υπεύθυνο για την εξαπόλυση κύματος συλλήψεων αναρχικών της Βαρκελόνης, ο παραδοσιακός φόβος που προκαλεί στο ισπανικό κατεστημένο η απόσχιση της Καταλονίας αντικαθίσταται τώρα από τον αληθινό τρόμο που τους προκαλεί  η όλο και πιο έντονα ταξική και ανεξέλεγκτη δυναμική αυτής της απόσχισης. Ενδεικτικό αυτού του τρόμου είναι και το αβυσσαλέο μίσος προς τον κ. Μας που εκδηλώνει εσχάτως το ισπανικό κατεστημένο και που εκφράζει πιστά το προχτεσινό κύριο άρθρο της ναυαρχίδας των εφημερίδων τους με τίτλο «Αdiós Artur Mas», η γνωστή και διόλου «έγκυρη» El Pais. Ιδού λοιπόν ένα μικρό αλλά και εύγλωττο απόσπασμα:  Αποδεχόμενος τους όρους της CUP, «ο Μας μετατράπηκε σε υπηρέτη των πολέμιων του συστήματος και όχι σε στήριγμα του business friendly που είχε υποσχεθεί. Σε ένα παράγοντα χάους, και όχι τάξης. Σε άλλοθι των θαυμαστών του Κροπότκιν και του Ντουρούτι, και όχι σε εκπρόσωπο της μετριοπαθούς αστικής τάξης. Σε δημιουργό αβεβαιότητας, και όχι βελτιωτικών ορθολογικών προσδοκιών. Αυτοκτόνησε πολιτικά, αν και θα μπορούσε κανείς να του δώσει μια παράταση… εν είδει μη αναστρέψιμου κώματος»…
Στη πραγματικότητα, η αντεπίθεση του κατεστημένου της Μαδρίτης αποκτά όλο και πιο ξεκάθαρα ταξικό περιεχόμενο καθώς μέρα με τη μέρα βλέπουμε όχι πια μόνο το μεγάλο ισπανικό κεφάλαιο αλλά τώρα και τους μεγάλους Καταλανούς επιχειρηματίες να στρέφονται κατά του κ. Μας και να εγκαταλείπουν το κόμμα του στην ηγεσία του οποίου αρχίζουν να εκδηλώνονται εντονότατες διαφωνίες. Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο ότι επικεφαλής της σταυροφορίας για την παραμονή της Καταλονίας μέσα στο Ισπανικό Κράτος είναι ο πιο πλούσιος Καταλανός, ο πρόεδρος των Ισπανών βιομηχάνων Χουάν Ροσέλ. Μάλιστα, για να μην υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία, ο αξιότιμος κ. Ροσέλ ξεκαθαρίζει ότι «εμείς οι επιχειρηματίες ενεργούμε πάντα στη βάση των συμφερόντων μας», πριν προειδοποιήσει ότι  «η ανεξαρτησία της Καταλονίας θα την γυρίσει πίσω στον 19ο αιώνα»!
Προσοχή λοιπόν στην Καταλονία και στις ιστορικές της εξελίξεις επειδή όλα δείχνουν ότι εκεί θα παιχτεί –και πάλι-  ό,τι απομένει από τη τύχη μας. Όσο για τα ελληνικά και τα περισσότερα διεθνή ΜΜΕ που εξακολουθούν να σιωπούν ένοχα αποκρύπτοντας από τη κοινή γνώμη τα τεκταινόμενα, ένα μόνο πράγμα έχουμε να τους πούμε: ΄Ο,τι κι αν κάνουν η αλήθεια θα μαθευτεί. Και αυτό θα συμβεί μάλλον πολύ γρήγορα…

Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2015

αναρχοκομμουνισμός και ο αναρχοσυνδικαλισμός

*του Γιωργου Σωρου





omniasuntcommunia3.blogspot.gr
Αυτό το άρθρο επιχειρεί να διασαφηνίσει τη σχέση ανάμεσα στην ελευθεριακή παράδοση και το ιδιαίτερο ρεύμα του αναρχοσυνδικαλισμού εντός αυτής. Αν και κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας μπορεί να βρει κανείς πάμπολλες φιλοσοφικές ή κοινωνικές αντιλήψεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αντιεξουσιαστικές ή αντικρατικές ο αναρχισμός ως κοινωνικό κίνημα των από κάτω συγκροτείται κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα ως αναπόσπαστο τμήμα των εργατικών κινημάτων της εποχής. Τα δύο βασικότερα ρεύματα στο εσωτερικό του αναρχισμού είναι ο αναρχοκομμουνισμός και ο αναρχοσυνδικαλισμός. Και τα δύο αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως τμήμα του κόσμου της εργασίας και οι υποστηρικτές τους παλεύουν στη βάση της κοινωνικής τους θέσης ως εργάτες για την απελευθέρωση της τάξης τους.


Υπάρχουν ακόμα οι συνθετιστές που πιστεύουν στη σύνθεση όλων των τάσεων του αναρχισμού ( από τους αναρχοατομικιστές μέχρι τους αναρχοσυνδικαλιστές ) στα πλαίσια μιας μεγάλης αναρχικής ομοσπονδίας, συγκροτημένης στη βάση ενός μίνιμουμ πλαισίου αντιεξουσιαστικών αρχών που να μην αποκλείουν κανέναν. Ως τρόπο λήψης αποφάσεων που να χωράει όσο γίνεται περισσότερους προκρίνουν την ομοφωνία και τη συναίνεση. Παρά τις ενδεχομένως καλές προθέσεις των εμπνευστών του, το συγκεκριμένο μοντέλο οργάνωσης και δράσης είναι εμφανώς δυσλειτουργικό και πολιτικά ασύμφορο. Ποια είναι η κοινή κατεύθυνση πάνω στην οποία μπορούν να δράσουν πχ. ένας ατομικιστής και ένας ελευθεριακός κομμουνιστής και τι είδους προπαγάνδα πέρα από μια γενικόλογη άρνηση κάθε εξουσίας μπορούν να κάνουν; Πρακτικά σε τέτοιου τύπου οργανώσεις ή η μία τάση θα ηγεμονεύσει επί των υπολοίπων ή θα διαλυθούν στα εξ ων συνετέθησαν.

Οι πλατφορμιστές αντίθετα ( που είναι αναρχοκομμουνιστικής αντίληψης ) συγκροτούνται στη βάση μιας κοινής πλατφόρμας που εκφράζει τις αρχές τους στόχους, το πρόγραμμα και τη στρατηγική της οργάνωσης τους και την οποία κάθε μέλος πρέπει να αποδέχεται και να υποστηρίζει.

Οι ιλλεγκαλιστές τέλος, υιοθετούν την προπαγάνδα μέσω της δράσης, δηλαδή τις ένοπλες επιθέσεις σε κυβερνώντες, τραπεζίτες, κλπ. φθάνοντας ακόμα και σε επιθέσεις σε “αστικά” καφενεία όπως ο Εμίλ Ανρί. Πιο πρόσφατη τάση του Αναρχισμού που εμπνέεται σε μεγάλο βαθμό από αυτούς είναι η εξεγερσιακή τάση χαρακτηριστικός εκφραστής των ιδεών της οποίας μπορεί να θεωρηθεί ο Αλφρέντο Μπονάνο, πρώην πανεπιστημιακός καθηγητής κοινωνιολογίας που συνελήφθη πρόσφατα κατηγορούμενος για συμμετοχή σε ληστεία τράπεζας.

Ο αναρχοσυνδικαλισμός από πολλούς θεωρείται ότι είναι απλά μια λέξη που περιγράφει εκείνο το τμήμα των αναρχικών που αποφάσισαν να ασχοληθούν με τον εργατικό συνδικαλισμό. Με τον συνδικαλισμό ωστόσο ασχολούνται ανέκαθεν αναρχικοί όλων σχεδόν των τάσεων. Οι αναρχοκομμουνιστές ξεκάθαρα δήλωναν υπέρμαχοι του επαναστατικού συνδικαλισμού στους χώρους εργασίας, αλλά και αναρχικοί που στέκονταν ιδιαίτερα επικριτικοί απέναντι στον αναρχοσυνδικαλισμό όπως ο Ιταλός συνθετιστής Ερρίκο Μαλατέστα είχαν πλούσια συνδικαλιστική δράση στη δουλειά τους. Η διαφορά του αναρχοσυνδικαλισμού είναι ότι δίνει προτεραιότητα στο συνδικάτο ως κύτταρο οργάνωσης της μελλοντικής κοινωνίας. Σκοπός του α/συνδικαλιστή δεν είναι να προπαγανδίσει τις αναρχικές ιδέες μέσα στην εργατική τάξη, αλλά η ίδια η τάξη να αποκτήσει οργανώσεις με ελευθεριακή δομή. Για αυτόν ο κόσμος δε χωρίζεται σε αριστερούς, δεξιούς, κεντρώους και αναρχικούς, αλλά σε αφεντικά και εργάτες, σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους. Δεν είναι ένας αναρχικός που προσπαθεί να συναντηθεί με τους εργαζόμενους αλλά ένας εργαζόμενος που συναντά τον αναρχισμό. Για να το πούμε αλλιώς δεν είναι η ιδεολογία του που καθορίζει την κοινωνική του θέση, αντίθετα με βάση την κοινωνική του θέση επιλέγει εκείνη την κοσμοθεωρία που κρίνει πως εκφράζει καλύτερα τις επιθυμίες, τα συμφέροντα και τις ανάγκες του. Έτσι πολλά μέλη εργατικών ελευθεριακών συνδικάτων δεν αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί αλλά και πολλοί αναρχικοί συμμετέχουν σε μη ελευθεριακά συνδικάτα για να προπαγανδίσουν τις ιδέες τους σε μεγαλύτερες μάζες κόσμου ( πχ. σήμερα στη Γαλλία αρκετοί αναρχοκομμουνιστές δε συμμετέχουν στην αναρχοσυνδικαλιστική CNT-F αλλά στα αριστερού προσανατολισμού SUD ).

η αντίληψη αυτή που σε πολλούς -ακόμα και αναρχικούς- στην υπερ-πολιτικοποιημένη Ελλάδα μπορεί να μοιάζει ακατανόητη έχει τις ρίζες της στην ιστορική κόντρα της Α' Διεθνούς ανάμεσα στους αναρχικούς με πιο γνωστό εκφραστή τους το Μπακούνιν και στους μαρξιστές. Ο Μπακούνιν υποστήριζε ότι οι αφηρημένες ιδέες δύσκολα υιοθετούνται από τις μεγάλες μάζες των εργατών. Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα πολιτικό πρόγραμμα και να καλέσεις όλους τους εργαζόμενους να προσχωρήσουν σε αυτό. Θα ήταν πιο χρήσιμο να ενώσεις τους εργαζόμενους στη βάση του κοινού βιώματος της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης από τα αφεντικά και μέσα από την κοινή ζωή του συνδικάτου , να τους μορφώσεις ώστε να φτάσουν οι ίδιοι να δημιουργήσουν ένα κοινό απελευθερωτικό πρόγραμμα για τους εαυτούς τους. ( Bacounine, 2009 ) Αυτή η ιδέα της προτεραιότητας του κοινωνικού αγώνα έναντι του πολιτικού είναι που πρεσβεύει ο αναρχοσυνδικαλισμός. Και είναι τραγελαφικό άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί να υιοθετούν λενινιστικές λογικές προτεραιότητας της πολιτικής ταυτότητας έναντι της κοινωνικής θέσης στο όνομα της “κοινωνικής απελευθερωτικής δράσης”.

Γενικά στον ελλαδικό χώρο επικρατεί μια σύγχυση πάνω στα διάφορα ιστορικά ρεύματα του αναρχισμού με αποτέλεσμα πολλές φορές να χρησιμοποιούνται όροι δανειζόμενοι από το αναρχικό κίνημα της Ευρώπης οι οποίοι επενδύονται με ένα εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο διάλογος που αναπτύσσεται ανάμεσα στους αναρχικούς του ελλαδικού χώρου για το ποιος είναι και ποιος δεν είναι “κοινωνικός αναρχικός”. Ως κοινωνικοί αναρχικοί εδώ εκλαμβάνονται όσοι στο λόγο τους διάκεινται θετικά απέναντι στην κοινωνία και ως μη κοινωνικοί ή και “αντικοινωνικοί αναρχικοί” ( sic ) όσοι της ασκούν κριτική ως υποταγμένης, αλλοτριωμένης,κλπ. Αντίστοιχα ως αναρχοκομμουνιστές εκλαμβάνονται όσοι αναφέρουν στα κείμενά τους ως τελικό στόχο τον ελευθεριακό κομμουνισμό ενώ ως ατομικιστές ή μηδενιστές όσοι δεν αναφέρουν κάποιο σαφές πρόταγμα και μιλούν για διάχυση του χάους και της αταξίας, κλπ.

Στην πραγματικότητα κοινωνικός αναρχισμός είναι εκείνο το ρεύμα του αναρχισμού που επιλέγει την παρέμβαση μέσα στην κοινωνία ( ως εργαζόμενος στη δουλειά, ως κάτοικος στη γειτονιά, ως φοιτητής στη σχολή ,κλπ. ) με βάση την κοινωνική ιδιότητα και όχι με βάση μια διαχωρισμένη πολιτική-πολιτιστική ταυτότητα και κουλτούρα που στηρίζεται σε έναν άλλο τρόπο ζωής ( lifestyle ) από αυτόν της πλειοψηφίας. Έτσι πχ. σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί κοινωνικός αναρχικός ένας υποστηρικτής του αναρχοπριμιτιβισμού ή της ένοπλης βίας επειδή απλά μιλάει στα κείμενά του με θετικό τρόπο για την κοινωνία. Επομένως κάποιος που ασκεί κριτική ας πούμε στην αλλοτρίωση της σημερινής κοινωνίας μπορεί κάλλιστα να ανήκει στο ρεύμα του κοινωνικού αναρχισμού και το ανάποδο.
Επίσης το πρόταγμα μιας αναρχικής κομμουνιστικής κοινωνίας δεν αρκεί για να θεωρηθεί κάποιος αναρχοκομμουνιστής. Οι ιλλεγκαλιστές οπαδοί για παράδειγμα της “προπαγάνδας μέσω της δράσης” πολλές φορές αναφέρουν ως στόχο τους την αταξική κομμουνιστική κοινωνία, θεωρούν ωστόσο ότι αυτή θα επιτευχθεί μέσα από ενέργειες ένοπλης βίας. Το αναρχοκομμουνιστικό ρεύμα αντίθετα υποστηρίζει ως μέσο δράσης τη δουλειά των αναρχικών μέσα στον κόσμο της εργασίας, μέσα στα συνδικάτα.
Το σύνολο του ρεύματος του κοινωνικού αναρχισμού επίσης υιοθετεί δομές οργάνωσης με μέλη, γραπτές αρχές και αμεσοδημοκρατική λειτουργία λήψης αποφάσεων. Αντίθετα οι αφορμαλιστικές οργανώσεις που λειτουργούν χωρίς μέλη, οργανωτικές δομές και συγκεκριμένες διαδικασίες λήψης αποφάσεων δεν αποτελούν τμήμα της παράδοσης του κοινωνικού αναρχισμού αλλά ορισμένων τάσεων της εργατικής αυτονομίας και της λεγόμενης “νέας αναρχικής σχολής” που δίνει έμφαση στο ατομικό βίωμα, τη δημιουργία απελευθερωμένων ζωνών εντός του υπάρχοντος συστήματος, τη διάδοση μιας εναλλακτικής αντιεξουσιαστικής κουλτούρας, κλπ. Στοιχεία που χωρίς να είναι αρνητικά καθεαυτά αν δε συνδέονται με την παρέμβαση μέσα στο εργατικό κίνημα καταλήγουν απλά ένα ακόμα νεολαιίστικο lifestyle

Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι όλα τα ρεύματα του παραδοσιακού αναρχισμού ( με εξαίρεση τους ιλλεγκαλιστές ) έχουν ως βασική τους προτεραιότητα τη συνδικαλιστική δράση μέσα στους χώρους δουλειάς με τον αναρχοσυνδικαλισμό να προσδίδει απλώς μια ιδιαίτερη βαρύτητα στις κοινωνικές οργανώσεις των εργαζομένων έναντι των ειδικών πολιτικών ομάδων.


Βιβλιογραφικές αναφορές
Bacounine M., ( 2009 ) Για την ελευθερία του καθενός και την ισότητα όλων, Αθήνα, Καινά Δαιμόνια.
Μπούκτσιν, Μ. ( 2005 ) Κοινωνικός ή Lifestyle Αναρχισμός: Ένα αγεφύρωτο χάσμα, Εκδόσεις Ισνάφι.

Πολύ κατατοπιστικό για τη διάκριση ανάμεσα στην “παλιά” και τη “νέα” αναρχική σχολή ή αλλιώς τους αναρχικούς με κεφαλαίο και τους αναρχικούς με μικρό άλφα ( πρόκειται για μια διάκριση ανάλογη με αυτήν του Μπούκτσιν ανάμεσα στον κοινωνικό και το lifestyle αναρχισμό: Μπούκτσιν, 2005 ) που συζητάμε εδώ είναι το παρακάτω άρθρο ενός μέλους της αναρχοκομμουνιστικής NEFAC http://ngnm.vrahokipos.net/home/2011-04-09-12-18-07/276-2011-08-16-10-57-00.html Χαρακτηριστικό της σύγχυσης που επικρατεί στην Ελλάδα είναι ότι του κεφαλαίου Α υπεραμύνονται ομαδοποιήσεις ( που βάση της παραπάνω κατηγοριοποίησης ανήκουν στη νέα σχολή των αναρχικών με μικρό άλφα ) οι οποίες έχουν δημιουργήσει μια αντι-συνδικαλιστική “παράδοση” στη βάση της οποίας “οι αναρχικοί δε θέτουν αιτήματα προς το κράτος και το κεφάλαιο” η οποία εκτός του ότι διαστρέφει την ιστορία των αναρχικών οδηγεί μέσω μιας υπερεπαναστατικής ρητορικής στο ρεφορμισμό όπως πολύ εύστοχα καταδεικνύει ο συγγραφέας του ανωτέρω άρθρου.

* το κειμενο δημοσιευεται στο 3ο τευχος του περιοδικου ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

Μικρασιατική Εκστρατεία και Εμφύλιος Πόλεμος – Αμεση Δημοκρατία: Από την ιδέα στην πράξη


Δυο χρήσιμα μαθήματα: Μικρασιατική Εκστρατεία και Εμφύλιος Πόλεμος – Αμεση Δημοκρατία: Από την ιδέα στην πράξη

image002Πηγή: Στέλιος Ελληνιάδης«Δρόμος της Αριστεράς»
Η ιστορία δεν τελείωσε ούτε οι εκπλήξεις , από τις τροπές της εξέλειπαν. Γι’ αυτό, έχει αξία να μαθαίνουμε από τη συσσωρευμένη εμπειρία της ανθρωπότητας γενικότερα και τη δική μας ειδικότερα. Είναι φυσικό να σκεφτούμε ότι ποτέ δεν είσαι απόλυτα προετοιμασμένος ακόμα και γι’ αυτό που περιμένεις, αλλά είναι πολύ αναγκαίο να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι ζωτικής σημασίας να είμαστε συνεχώς σε εγρήγορση για να μπορούμε να προσαρμοζόμαστε στις συνθήκες που συχνά αλλάζουν με απρόβλεπτο και ανεπιθύμητο τρόπο, γιατί η παραμικρή καθυστέρηση αποβαίνει μοιραία.
Δύο ιστορικά γεγονότα που επιβεβαιώνουν αυτή την ανάγκη επιφυλακής, αντίληψης και ευελιξίας, είναι η μικρασιατική τραγωδία και ο εμφύλιος πόλεμος, που όχι μόνο χάραξαν τα όριά μας, αλλά δίνουν και ανεκτίμητα μαθήματα για το σήμερα και το αύριο, αφού είναι σίγουρο ότι πάντα κάτι πολύ κρίσιμο για τις εξελίξεις μάς διαφεύγει.
Η εκστρατεία-περίπατος κατέληξε σε εθνική καταστροφή
Από τη θριαμβευτική είσοδο του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, το Μάη του 1919, μέχρι την ταπεινωτική του έξοδο, τον Αύγουστο του 1922, το γεωπολιτικό τοπίο είχε αλλάξει τόσο πολύ που ήταν αγνώριστο. Ήδη από τον πρώτο χρόνο, οι συνιστώσες που στήριζαν την ελληνική εκστρατεία είχαν αρχίσει να μεταβάλλονται. Η ιθύνουσα τάξη στην Ελλάδα φαίνεται ότι δεν είχε αντιληφθεί ποια ήταν η πραγματική κατάσταση, ούτε στο πεδίο του πολέμου ούτε στον ευρύτερο γεωπολιτικό χώρο. Ο ελληνικός στρατός έπαιρνε από την Αθήνα τη διαταγή να απλωθεί σε ένα τεράστιο μέτωπο εκατοντάδων χιλιομέτρων στα βάθη της Μικράς Ασίας, ενώ κάθε θετικός παράγοντας που συνέτεινε αρχικά στην εκστρατεία μετατρεπόταν σε αρνητικό.
Η Αγγλία, ο μέγας σύμμαχος της Ελλάδας που αποφάσισε και προώθησε την επέμβαση, επιδίωκε προσέγγιση με τους Τούρκους της Ανατολίας. Η ελληνική στρατιωτική παρουσία έδινε τεράστια ώθηση στον τούρκικο εθνικισμό και επέσπευδε τη συγκρότηση του νέου στρατού υπό τον Μουσταφά Κεμάλ. Οι Γάλλοι αποχωρούσαν από την Κιλικία παραδίδοντας το στρατιωτικό τους υλικό στους Τούρκους. Οι μπολσεβίκοι, οι οποίοι είχαν πολύ πρόσφατα δεχτεί στρατιωτική επίθεση από τους συμμάχους μας με τη συμμετοχή του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος στην Κριμαία και την Οδησσό, έδιναν βοήθεια στον Κεμάλ που αντιμαχόταν τους ίδιους ιμπεριαλιστές που προσπαθούσαν να ανατρέψουν την επανάσταση στη Ρωσία.
Ο στρατός της ανεξαρτησίας, με τον Κεμάλ επικεφαλής, αποκομμένος από την Πύλη και σχεδόν ανενόχλητος προετοίμαζε στην Ανατολία την αντεπίθεσή του.
Στην Ελλάδα, η σύγκρουση στους κόλπους της άρχουσας τάξης κορυφώθηκε με την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του 1920, ο στρατός στο μέτωπο παρουσίαζε σημεία κόπωσης και το κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που ήταν αντίθετο στη συνέχιση του πολέμου μεγάλωνε. Παρ’ όλ’ αυτά, με τις συνθήκες διεξαγωγής της εκστρατείας να αλλάζουν δραματικά, η άρχουσα τάξη στην Ελλάδα ενεργούσε σαν να ήταν όλα σταθερά και ευνοϊκά, όπως φαίνονταν την άνοιξη του 1919. Εθελοτυφλία, ανικανότητα, φανατισμός, αλαζονεία, κομματισμός, εξάρτηση από ξένα κέντρα, υποτίμηση του αντιπάλου και άλλοι παράγοντες είχαν ξεκόψει την ελληνική ηγεσία από την πραγματικότητα και την εμπόδιζαν να προσαρμοστεί εγκαίρως στις νέες καταστάσεις. Το αποτέλεσμα ήταν ιδιαζόντως καταστροφικό.
Από το έπος της αντίστασή στην τραγωδία του εμφυλίου
Αν και πολύ διαφορετική η περίπτωση , η ελληνική Αριστερά πραγματοποιώντας, μετά το έπος της Εθνικής Αντίστασης, το μεγαλύτερο και ηρωικότερο επαναστατικό της εγχείρημα, οδηγείται στην ήττα καθώς οι συνθήκες αλλάζουν, ρόλοι αντιστρέφονται και νέοι παράγοντες υπεισέρχονται δυναμικά στο προσκήνιο.
Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι οι Άγγλοι σύμμαχοι, και συνεργάτες του ΕΛΑΣ, σε μία βδομάδα, από την αναχώρηση των Γερμανών μέχρι την άφιξη της κυβέρνησης Παπανδρέου και του στρατηγού Σκόμπι στην Αθήνα, τον Οκτώβρη του 1944, μεταβλήθηκαν σε εχθρούς το ίδιο σκληρούς με τους Γερμανούς.
Και πριν λαλήσει τρις, οι άλλοι μεγάλοι φίλοι, οι Αμερικανοί έριχναν το βάρος τους στην Ελλάδα, με προσωπικό, δολάρια, πολεμικά αεροπλάνα και διπλωματική επίθεση, για να αιματοκυλήσουν περισσότερο τον τόπο και να αποτρέψουν την επικράτηση της Αριστερός.
Με τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, παρ’ όλο που αφενός το κίνημα είχε δεχτεί βαρύ πλήγμα τον Δεκέμβρη του 1944 και τα όπλα είχαν παραδοθεί με τη συμφωνία της Βάρκιζας και αφετέρου η Δεξιά είχε εξαπολύσει δολοφονικό πογκρόμ εναντίον των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και ιδίως των κομμουνιστών σε όλη την Ελλάδα, υπήρχαν σημαντικοί παράγοντες που δημιουργούσαν τη βάσιμη πεποίθηση για μια αληθινή και νικηφόρα επανάσταση στην Ελλάδα.

Πρώτα-πρώτα, η ΕΣΣΔ ήταν ο μεγάλος νικητής του πολέμου και το κύρος της ήταν σε όλο τον κόσμο, και ιδίως στην Ευρώπη, στα ύψη. Όλα τα κομμουνιστικά κόμματα, που αποτελούσαν τμήματα ενός παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος με τη Σοβιετική Ένωση επικεφαλής, είχαν αναθαρρήσει. Ειδικότερα στα Βαλκάνια, το σοσιαλιστικό συνεχές, Αλβανία, Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία, έφτανε και κάλυπτε όλα τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας! Και στο εσωτερικό της χώρας, το ΚΚΕ, σαν αποτέλεσμα του αντιφασιστικού αγώνα, με το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, είχε πρωτόγνωρη επιρροή και οργάνωση. Και το κυριότερο, υπήρχε αξιόμαχη επαναστατική συνείδηση.
Αλλά εάν η κατάσταση είχε ευνοϊκά στοιχεία στο ξεκίνημα της ένοπλης αντιπαράθεσης το 1946. μέσα σε δύο χρόνια θα γινόταν δυσμενής για την ελληνική Αριστερά. Πέρα από το ότι η βοήθεια από τη Σοβιετική Ένωση δεν ήταν επαρκής, διαψεύδοντας προσδοκίες, η ρήξη της ΕΣΣΔ με τη Γιουγκοσλαβία στην πιο κρίσιμη φάση της ένοπλης σύγκρουσης και η άμεση εμπλοκή των Αμερικανών στην ελληνική υπόθεση, ήταν δύο παράγοντες που άλλαζαν άρδην την κατάσταση και περιόριζαν ασφυκτικά τις δυνατότητες νίκης του Δημοκρατικού Στρατού.
Το 1948, είχε χαθεί η δυνατότητα ελέγχου των μεγάλων αστικών κέντρων από τις επαναστατικές δυνάμεις και είχε περιοριστεί η δυνατότητα τροφοδοσίας, αλλά και στρατολόγησης στο Δημοκρατικό Στρατό λόγω της μαζικής τρομοκρατίας και της αναγκαστικής μετακίνησης πληθυσμών από τις εμπόλεμες περιοχές. Έτσι, οι προϋποθέσεις για μια νίκη στο μέτωπο συρρικνώνονταν απελπιστικά.
Ο πατριωτισμός, το αγωνιστικό φρόνημα και η αυτοθυσία των κομμουνιστών δεν μπορούσαν να αντισταθμίσουν τη δυνατότητα της κυβέρνησης να αυξάνει συνεχώς το μέγεθος και τη δύναμη πυρός του κυβερνητικού στρατού με την καθοριστική οικονομική και στρατιωτική στήριξη των ΗΠΑ, που είχαν βγει αλώβητες και ενισχυμένες από τον Παγκόσμιο Πόλεμο και αποφασισμένες να επιβάλλουν την κυριαρχία τους σ’ αυτό που θεωρούσαν ως δυτική σφαίρα επιρροής. Αντιθέτως, η ΕΣΣΔ ήταν εξαντλημένη οικονομικά, πιεζόταν να ανοικοδομήσει τη Ρωσία και όλη την Ανατολική Ευρώπη που ήταν ερειπωμένη και ξεχαρβαλωμένη και να διασώσει τα κεκτημένα που αμφισβητούνταν και υπονομεύονταν από τη δυτική συμμαχία.
Από καραμπόλα
Ουσιαστικά, αυτή η προσπάθεια από την αρχή είχε εναντίον της σοβαρά γεωπολιτικά δεδομένα. Η συμφωνία της Γιάλτας, στην αρχή του 1945, δεν άφηνε πολλά περιθώρια για να αξιοποιηθεί στην Ελλάδα η μεγάλη νίκη της Σοβιετικής Ένωσης. Η ίδια η ΕΣΣΔ φρόντιζε πρώτα και πάνω απ’ όλα να διασφαλίσει την ακεραιότητά της, που είχε κατακτηθεί με τη θυσία 25 εκατομμυρίων ανθρώπων, και να σταθεροποιήσει την κυριαρχία της στις χώρες που είχε συμφωνηθεί να ανήκουν στη σφαίρα επιρροής της.
Η Σοβιετική Ένωση δεν διαχειριζόταν την ελληνική υπόθεση σαν ανεξάρτητο κομμάτι, αλλά σαν ένα μέρος του ευρύτερου μετώπου που της είχαν ανοίξει οι δυτικοί, οι μέχρι πρότινος σύμμαχοί της. Οπότε, η όποια βοήθεια του ελληνικού κινήματος από τους Σοβιετικούς εξαρτιόταν από τις εξελίξεις σε άλλες περιοχές, από το μπραντεφέρ Δύσης-Ανατολής, σε ένα πολύ πιο σύνθετο πλέγμα.
Για παράδειγμα, οι Αγγλο-Αμερικάνοι πίεζαν πολύ τη Σοβιετική Ένωση αναμιγνυόμενοι στα εσωτερικά της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Πολωνίας, επιδιώκοντας την όσο το δυνατό μεγαλύτερη παρέμβασή τους στις πολιτικές εξελίξεις αυτών των χωρών. Πίεζαν πάρα πολύ και τη Γιουγκοσλαβία να αποσκιρτήσει προσφέροντάς της οικονομική βοήθεια που ήταν απαραίτητη για την ανοικοδόμησή της και την οποία η ΕΣΣΔ δεν μπορούσε να καλύψει.
Η ηγεσία της Γιουγκοσλαβίας, έχοντας σαν πρώτο μέλημα της το δικό της συμφέρον, κρατούσε ευμετάβλητες και ριψοκίνδυνες ισορροπίες ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και τους Δυτικούς. Επιπλέον, στην περιοχή, αναφύονταν ενδοβαλκανικές τριβές, επειδή κάθε χώρα διαφορετικά όριζε τα συμφέροντά της και χαρτογραφούσε τα σύνορά της.
Τα ντοκουμέντα δείχνουν ότι ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, που είχε το γενικό πρόσταγμα, αντιλαμβανόταν τις δυσχέρειες, αντιλαμβανόταν και τις μεταβλητές, αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι είχε και τα περιθώρια ελιγμών και αναπροσαρμογών που θα αντιστάθμιζαν τις απώλειες που προξενούσαν αυτές οι μεταβολές.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έγιναν σοβαρά λάθη, αλλά ήταν μάλλον αξεπέραστη η δυσκολία να παρακολουθεί κανείς τις πολλαπλές μεταβολές και να προσαρμόζεται εγκαίρως, να λαμβάνει υπόψη στους σχεδιασμούς και τις αποφάσεις του όλα τα νέα δεδομένα που ήταν πολύ ρευστά και να αποφεύγει τα χτυπήματα από τις καραμπόλες των παιχνιδιών που παίζονταν σε ολόκληρο το γεωπολιτικό πεδίο.
Η δολοφονική επίθεση των Άγγλων στο αντιφασιστικό κίνημα, η επιστράτευση των συνεργατών των Γερμανών από την εγκάθετη κυβέρνηση, το στρίμωγμα της Σοβιετικής Ένωσης μετά τις ρίψεις των ατομικών βομβών στην Ιαπωνία, η κάθοδος των Αμερικάνων στην Ελλάδα και το δόγμα Τρούμαν, οι βαλκανικές ιδιαιτερότητες και πολλοί άλλοι παράγοντες δημιουργούσαν καταστάσεις που μάλλον ξέφευγαν από τις δυνατότητες που είχε το εντόπιο επαναστατικό κίνημα είτε να τις αντιληφθεί σε όλο τους το βάθος είτε να τις διαχειριστεί έγκαιρα και σωστά.
Μετά τη συντριβή, ο ίδιος ο Ζαχαριάδης είχε δηλώσει ότι εάν γνώριζε εγκαίρως ότι ο Τίτο θα συνεργαζόταν με τους Δυτικούς, δεν θα είχε ξεκινήσει την επανάσταση. Συμπερασματικά, σε κάθε περίπτωση, είναι καθοριστικό για την έκβαση μιας αναμέτρησης η ευχέρεια γρήγορης και σωστής προσαρμογής σε συνθήκες που μεταβάλλονται συνεχώς είτε προς το ευνοϊκότερο είτε, ιδίως, προς το δυσμενέστερο. Οι αγώνες εκτός από αρετή και τόλμη θέλουν και ταχύτητα προσανατολισμού.
Αμεση Δημοκρατία: Από την ιδέα στην πράξη
Στο αντιεξουσιαστικό χώρο γίνονται πολλές αναφορές στην άμεση δημοκρατία. Πολλές συλλογικότητες, με πολίτες ανένταχτους, αριστερούς και αντιεξουσιαστές, προσπαθούν να λειτουργήσουν χωρίς ιεραρχίες, αμεσοδημοκρατικά. Ορισμένοι πιο ειδικοί (όρος που απορρίπτεται σε επίπεδο αρχής από πολλούς ακτιβιστές) βγάζουν και βιβλία με τις απόψεις τους. Ακόμα και πολιτικοί χωρίς καμία σοβαρή σχέση με την άμεση δημοκρατία, την αναφέρουν στο δημόσιο λόγο τους σαν αντιστάθμισμα στην αστική δημοκρατία που μπάζει από παντού.
Αρκεί, όμως, η επίκληση της άμεσης δημοκρατίας για να υπάρξει άμεση δημοκρατία; Εάν, βέβαια, θεωρήσουμε ότι η επίκλησή της προϋποθέτει τη συνειδητοποίηση και την αποδοχή της, τότε και μόνο η επίκλησή της αποτελεί ένα πρώτο σωστό βήμα στη σωστή κατεύθυνση. Από κει και πέρα, όμως, πώς προχωράμε;
Είναι προφανές ότι οι δυσκολίες είναι μεγάλες. Παρακολουθώντας μία εκδήλωση για τον Κορνήλιο Καστοριάδη στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου της Αθήνας με τρεις αξιόλογους ομιλητές (Νίκος Ιωάννου, Γιώργος Ν. Οικονόμου και Αλέξανδρος Σχισμένος), όπου τελικά η συζήτηση επικεντρώθηκε στο θέμα της άμεσης δημοκρατίας, σκεφτόμουν πόσο, συχνά, εμείς οι ίδιοι δυσκολεύουμε τη ζωή μας στενεύοντας τον τρόπο σκέψης μας.
Οι προβληματισμοί είναι πολλοί. Μια κοπέλα αναρωτήθηκε αν μπορεί να υπάρξει άμεση δημοκρατία σε μια νησίδα, από μια ομάδα ανθρώπων μέσα σε ένα σύστημα καθολικά αντι-δημοκρατικό. Αλλά ακόμα κι αν υπάρξει, τι σημαίνει αυτό; Μήπως πρόκειται «για ένα νούφαρο μέσα σε μια πελώρια πετρελαιοκηλίδα»;
Χωρίς να θέλω να υπερκεράσω τις ενδιαφέρουσες απόψεις που εκφράστηκαν από το βήμα κι από το σε σημαντικό βαθμό νεανικό ακροατήριο, προσπάθησα με συνοπτικό τρόπο να θέσω ένα ζήτημα που κατά τη γνώμη μου περιορίζει πάρα πολύ την οπτική μας γωνία και τελικά, τη βάση και τη δυνατότητα μετατροπής μιας μεγάλης ιδέας σε εφαρμοστέα ύλη.
Για παράδειγμα, όσοι αναφέρονται στην άμεση δημοκρατία έχουν βασικό σημείο αναφοράς την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία. Και συμπληρωματικά αναφέρονται στην Παρισινή Κομμούνα του 1871, σαν υπόδειγμα αμεσοδημοκρατικά. Ταυτόχρονα, απορρίπτουν μεγάλες επαναστάσεις προτάσσοντας είτε τον τρόπο συγκρότησής τους είτε το χαρακτήρα της εξέλιξή τους. Με την ίδια περίπου λογική απορρίπτουν και κάθε επαναστάτη που δεν ενήργησε δημοκρατικά στην εποχή του και στο περιβάλλον του. Έτσι, αποκομμένη από την πραγματικότητα η «ιδέα» αναδύεται άσπιλη, αμόλυντη, τέλεια. Με αυτή τη λογική, οι αγώνες, η πρόοδος, τα επιτεύγματα, οι απόπειρες και οι ατελείς προσπάθειες αιώνων ρίχνονται ολοσχερώς στον ιστορικό κάλαθο των αχρήστων. Αλλά με αυτό τον τρόπο η άμεση δημοκρατία καταδικάζεται εσαεί να παραμείνει στον κόσμο των ιδεών.
Γιατί σ’ αυτή την κλειστή κριτική ούτε τα υποδείγματα που επικαλούνται οι θιασώτες της αντέχουν. Η αθηναϊκή δημοκρατία, στις δεκαετίες που λειτούργησε, κουβαλούσε μαζί της αναπόσπαστα δεμένα πελώρια βάρη. Την οικονομική ανισότητα των πολιτών της, τη δουλεία και τους συνεχείς πολέμους τους οποίους διεξήγε καθ’ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής της, που συνέβαλαν καθοριστικά στον αφανισμό της.
Είναι απολύτως αναγκαίο και θεμιτό, να διαχωρίζει κανείς την ήρα από το στάρι. Να κρατάει τους δημοκρατικούς θεσμούς που ίσχυαν μόνο μεταξύ των ελεύθερων πολιτών, που αποτελούσαν, στην ακμή της πόλης, κάτι μεταξύ 10 % και 15% του συνολικού πληθυσμού, και να απορρίπτει όλα τα αρνητικά συμπαρομαρτούντα. Αλλά όταν το κάνει κανείς αυτό, και σωστά το κάνει, δεν μπορεί να χρησιμοποιεί δύο μέτρα και δύο σταθμά για να αξιολογεί όλες τις άλλες προσπάθειες που έχουν κάνει με πάμπολλες θυσίες και φαιά ουσία οι άνθρωποι στην πορεία της ανθρωπότητας από τότε μέχρι σήμερα.
Κάθε αγώνας προεκτείνεται στο μέλλον
Η μεγάλη σοβιετική επανάσταση δεν μπορεί να διαγράφεται καθ’ ολοκληρίαν επειδή η δημοκρατία ήταν λειψή και ο συγκεντρωτισμός περίσσιος. Γιατί το εγχείρημα, όπως και το αθηναϊκό, εμπεριείχε πολλές συναρτώμενες πτυχές, θετικές και αρνητικές. Οι αρνητικές είναι γνωστές και είναι αυτές που σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, οδήγησαν στον εκφυλισμό και την κατάρρευση του εγχειρήματος.
Υπάρχουν, όμως, και οι θετικές. Για πρώτη φορά, η ιδιοκτησία από ατομική έγινε συλλογική . Αυτό και μόνο το γεγονός είναι κοσμοϊστορικό και αφήνει μια τεράστια κληρονομιά στην ανθρωπότητα. Και έχει επιπλέον αξία, γιατί η εξάλειψη της ατομικής ιδιοκτησίας αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη σύσταση της πραγματικής δημοκρατίας.

Κανένα βήμα της ανθρωπότητας δεν είναι το πλήρες και τελειωτικό. Η πρόοδος, από τα συστήματα και τις επιστήμες μέχρι τις ιδέες και τις επαναστάσεις, συντελείται ανισόμετρα και αποσπασματικά. Πουθενά και ποτέ συνολικά και απόλυτα. Γι’ αυτό, προοδευτικό είναι οτιδήποτε ανοίγει άλλο ένα παράθυρο στο μέλλον, ακόμα κι αν το ίδιο εκφυλιστεί ή πεθάνει αργά ή γρήγορα. Η δημοκρατία εξαφανίστηκε από το χάρτη της ανθρωπότητας, για να επανεμφανιστεί σε άλλες συνθήκες με άλλη μορφή μετά από δύο-και χιλιάδες χρόνια. Με δούλους στην αρχή, με μεγάλη οικονομική ανισότητα και συνεχείς πολέμους.
Μ’ αυτή την πολύ περιορισμένη δημοκρατία ξεπέρασε η ανθρωπότητα τη φάση της δουλοπαροικίας και βίωσε, στα θετικά της, μια πρωτόγνωρη σε σχέση με το παρελθόν ελευθερία στην έκφραση και μια επίσης σπάνια καθολική ισονομία, όλοι ίσοι ενώπιον του νόμου.
Πηγαίνοντας πέρα από την Ευρώπη και την Αμερική, οι λαοί από πιο υπανάπτυκτες περιοχές, που παρέμεναν καθηλωμένοι και λεηλατημένοι κάτω από την κυριαρχία των ισχυρών, εξεγέρθηκαν κατά κύματα και πέτυχαν την ανεξαρτησία και αυτοδιάθεσή τους, άλλοι μόνιμα και άλλοι πρόσκαιρα. Αυτοί οι αγώνες, όμως, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην παραπέρα συνειδητοποίηση των προηγμένων κοινωνιών για το χαρακτήρα των καθεστώτων τους και για την αξία του σεβασμού των άλλων.

Και μ” αυτή την έννοια, ακόμα και τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα που τελικά ηττήθηκαν, αλλοτριώθηκαν, εξελίχθηκαν σε εθνικιστικά ή διεφθάρησαν, από το Βιετνάμ ως την Αγκόλα, ενίσχυσαν μέσα στο λογισμικό της ανθρωπότητας το δικαίωμα της ανεξαρτησίας και της αυτοδιαχείρισης. Σ’ αυτή την μακρόχρονη διαδικασία, ανάλογη είναι η συνεισφορά των προσπαθειών ακόμα και της πιο μικρής ομάδας και του ενός ατόμου. Που συνεισφέρουν με το δικό τους μερίδιο, όχι κατά κανόνα για πάντα ούτε με όλα τα στοιχεία τους. Όμως, όπως κρατάμε από ένα συνθέτη τα καλά του τραγούδια και από ένα ζωγράφο τα έργα της χρυσής εποχής του, έτσι κρατάμε από ένα αγώνα και από μια προσπάθεια, τα θετικά τους στοιχεία.
Κι αυτά όλα, μικρά και μεγάλα, από την εξέγερση του Σπάρτακου μέχρι την κινέζικη επανάσταση του 1949. από την επανάσταση του 1821 μέχρι την αντίστασή του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στο ναζισμό και του ΔΣΕ στο μοναρχοφασισμό ή από τον Κάστρο και τον Τσε μέχρι τον Τσάβες κόντρα στον ιμπεριαλισμό, αθροίζονται στον επεξεργαστή της ανθρωπότητας. Τίποτα δεν γίνεται αποδεκτό σαν κληρονομιά εξ ολοκλήρου και τίποτα δεν απορρίπτεται εξ ολοκλήρου. Και μόνο όταν αυτή η επεξεργασία προοδεύσει στο κρίσιμο σημείο της ποιοτικής αλλαγής, μέσα κι από άλλα εγχειρήματα, που το καθένα θα συνεισφέρει λιγότερο ή περισσότερο με κάτι νέο ή με κάτι καλύτερο από το προηγούμενο, θα μπορέσει η κοινωνία, καθώς όλα τα παλιά θα έχουν φθαρεί και μαραζώσει, παρ’ όλα τα πισωγυρίσματα, να προχωρήσει στη μεγάλη ανατροπή και να εφαρμόσει στην πράξη τη δημοκρατία στην ανώτερη της μορφή.
Γιατί, χωρίς ανεξαρτησία από κηδεμόνες και πάτρωνες, χωρίς ελευθερία, ισότητα και συλλογικότητα, με εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, ατομική ιδιοκτησία και οικονομική διαστρωμάτωση, με πολέμους, εθνικισμούς και φυλετικές διακρίσεις, η δημοκρατία ούτε υφίσταται ούτε μπορεί να ευδοκιμήσει.
Με αυτό το σκεπτικό, όσοι από μας θεωρούν τη δημοκρατία (αυτή που λέμε άμεση εξ ανάγκης για να τη διαχωρίσουμε από την εφαρμοσμένη) όχι μόνο σαν μια καλή ιδέα αποκομμένη από την πραγματική ζωή, αλλά και σαν σύστημα ειρηνικής, ελεύθερης και δημιουργικής συνύπαρξης των ανθρώπων, χωρίς ανώτερους και κατώτερους, χωρίς αφεντικά και δούλους, καλό είναι να συνεχίσουμε να την καλλιεργούμε και να τη διαδίδουμε σε όποια κλίμακα μπορούμε, όντας βέβαιοι ότι κανένας σπόρος δεν πάει χαμένος. Γιατί η δημοκρατία δεν είναι κάτι κόμπακτ, αλλά κάτι που το συνθέτεις από τα καλύτερα υλικά της ανθρώπινης εμπειρίας και σύλληψης.
Και επειδή το πιο εύκολο και αποδεκτό πράγμα είναι να επικαλείσαι τη δημοκρατία, αλλά το πιο δύσκολο είναι να την εφαρμόσεις ακόμα και στον προσωπικό σου κύκλο, σοφό είναι να αποφεύγουμε τις μεγαλοστομίες, τους αποκλεισμούς και τις απολυτότητες περί δημοκρατίας. Γιατί κι αυτοί που σκέφτονται διαφορετικά από εμάς είναι απαραίτητοι για να πάρει σάρκα και οστά η δημοκρατία που περιγράφουμε με τόσο ωραία λόγια.

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015

Το φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού


 http://www.anarkismo.net

Ο Μ.Μ δεν περιγράφει “βιωματικά” την Ισπανική επανάσταση και τον εμφύλιο,αλλά ως ερευνητής. Ως τέτοιος, θεωρητικά πάντα, υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχει μια πιο ψυχρή ματιά, αυτή του μελετητή. Ωστόσο, η καταγραφή του δεν περιέχει την αντικειμενικότητα του ερευνητή που θεωρητικά θα έπρεπε να έχει,υπερτερώντας, όμως, ενδεχομένως από αυτούς που έζησαν και κατέγραψαν τον ηρωικό αγώνα, οπότε μοιραία έβαζαν και το συναισθηματικό στοιχείο.
cnt300x217.jpg
Mερικές κριτικές σημειώσεις πάνω στο φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού του Μ.Μπούκτσιν
Εισαγωγή

1. Αφορμή για το παρόν κείμενο στάθηκε το σύγγραμμα του Μάρραιυ Μπούκτσιν (στο εξής για συντομογραφία: Μ.Μ): “Το φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού”.

Τόσο στο “φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού” (μετάφραση από την ομάδα του Eagainst), όσο και στο πόνημά του “Οι Ισπανοί Αναρχικοί τα ηρωικά χρόνια”, δεν ασκεί απλά κριτική στα λάθη των Αναρχοσυνδικαλιστών της CNT, αλλά έχει από επιλογή ξεκάθαρη αντι-Αναρχοσυνδικαλιστική θεώρηση. Ο Μ.Μ θεωρεί μάλιστα τον Αναρχοσυνδικαλισμό “παρωχημένο”, καθώς σύμφωνα με τη δική του οπτική, η εργατική τάξη δεν είναι η μοναδική ριζοσπαστική δύναμη. Με λίγα λόγια το μοναδικό επαναστατικό υποκείμενο.

2. Ο Μ.Μ δεν περιγράφει “βιωματικά” την Ισπανική επανάσταση και τον εμφύλιο,αλλά ως ερευνητής. Ως τέτοιος, θεωρητικά πάντα, υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχει μια πιο ψυχρή ματιά, αυτή του μελετητή. Ωστόσο, η καταγραφή του δεν περιέχει την αντικειμενικότητα του ερευνητή που θεωρητικά θα έπρεπε να έχει,υπερτερώντας, όμως, ενδεχομένως από αυτούς που έζησαν και κατέγραψαν τον ηρωικό αγώνα, οπότε μοιραία έβαζαν και το συναισθηματικό στοιχείο.

3. Οι ασάφειες,οι παρερμηνείες και οι αυτο-αναιρέσεις χαρακτηρίζουν το κείμενο. Χαρακτηριστικό είναι ότι, αν και στα δύο προαναφερόμενα έργα του ήταν ιδεολογικά πολέμιος της CNT & της FAI, σε ένα παλαιότερο έργο του το :»Άκου Μαρξιστή«, αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο για τα Groupos De Afinidad και την FAI.

Mέρος πρώτο

4. Ξεκινάει με τη λάθος αντίληψη ότι, σήμερα οι Αναρχοσυνδικαλιστές είναι προσκολλημένοι στην ιδέα του Αναρχοσυνδικαλισμού, όπως αυτός διατυπώθηκε και εφαρμόστηκε στην Ισπανία. Μπορεί ο Ισπανικός Αναρχοσυνδικαλισμός να εμπνέει ακόμα και σήμερα, αλλά κανείς δεν το αποδέχεται ως θέσφατο.

5. Η άποψη του Μ.Μ, ότι ο Αναρχοσυνδικαλισμός είναι μια από τις πιο εσωστρεφείς τάσεις του αναρχικού κινήματος σήμερα,είναι αναληθής. Στην Ισπανία η CNT και η CGT, στη Γαλλία η CNT, στη Γερμανία η FAU (και λιγότερο σε χώρες όπως η Σουηδία με την SAC,ή η Ολλανδία με την ASB), το κίνημα όχι μόνο δεν είναι «εσωστρεφές», αλλά αριθμεί και κάποια εκατομμύρια μέλη. Αλλά ακόμα και σε χώρες που αριθμεί λίγα μέλη έχει ανοιχτεί στην κοινωνία.

6. Οι Αναρχοσυνδικαλιστές- υποστηρίζει ο Μ.Μ- πιστεύουν ότι ο Αναρχοσυνδικαλισμός είναι το Α και το Ω του αναρχισμού. Ωστόσο, πέρα από αυτή τη στρεβλή προσέγγιση του συγγραφέα, η αλήθεια είναι ότι ο Αναρχοσυνδικαλισμός, μαζί με τον Αναρχοκομμουνισμό, ήταν από τα πιο βασικά ρεύματα του Κοινωνικού Αναρχισμού. Με αυτή την έννοια, δεν ήταν ποτέ εχθρικός προς τον Κοινοτικό Αναρχισμό ή τον Οικο-αναρχισμό που πρέσβευε σε διάφορες περιόδους της ζωής του ο Μ.Μ.

7. Όσον αφορά την κατηγορία ότι, οι Αναρχοσυνδικαλιστές αναφέρονται σε κοινωνικούς αγώνες με την ευρεία έννοια και όχι στη σύγκρουση μεταξύ μισθωτής εργασίας και κεφαλαίου, είναι πέρα για πέρα εσφαλμένο, καθώς οι Αναρχοσυνδικαλιστές παλεύουν για την απελευθέρωση της τάξης τους από τη μισθωτή σκλαβιά, και μέσω αυτής και για την απελευθέρωση ολόκληρης της κοινωνίας.

8. Ο ισχυρισμός ότι, ο καπιταλισμός έχει υποστεί μορφολογικές και δομικές αλλαγές, και άρα ο Αναρχοσυνδικαλισμός δεν είναι επίκαιρος, είναι εκ του πονηρού και ο συσχετισμός δεν αποδεικνύεται από τον Μ.Μ.

9. Τα περί “ιδεολογικής ηγεμονίας” του Αναρχοσυνδικαλισμού είναι γελοιότητες. Οι Αναρχοσυνδικαλιστές, πάντα πίστευαν-σε αντίθεση με τους Αναρχοκομμουνιστές που πρέσβευαν σε μία πιο γενική μορφή επαναστατικού συνδικαλισμού- ότι το συνδικάτο θα αποτελέσει την μήτρα- για να χρησιμοποιήσω την έκφραση του Φράνκ Μίντς- που θα γεννήσει τη σύγκρουση με το υπάρχον και τη δημιουργία ενός καινούργιου κόσμου, όχι σαν μία πρωτοπορία, αλλά σαν ένα όχημα με “εργαλειακή” αξία.

10. Λέει ο Μ.Μ ότι οι Ισπανοί και Γάλλοι Αναρχικοί πίστευαν ότι ο Αναρχοσυνδικαλισμός είναι η “καλύτερη” και συχνά μοναδική προσέγγιση για την επίτευξη μιας ελευθεριακής κοινωνίας. Οι Αναρχοσυνδικαλιστές ποτέ δεν υποστήριξαν φανερά η κρυφά κάτι τέτοιο. Υποστήριζαν όμως, ότι ο επαναστατικός συνδικαλισμός, ο συνδικαλισμός βάσης (δλδ, οριζόντιος άρα αντιεραρχικός και αντιγραφειοκρατικός) θα αποτελέσει την απαρχή για μια τέτοια κοινωνία (βλέπε σχετικά: “περί Αναρχοσυνδικαλισμού”: omniasuntcommunia3.blogspot.gr /2011/5/blog-post_12.html). Ότι απλά θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα όπλα και μια από τις μεγαλύτερες -σίγουρα όχι η μοναδική- εφαρμογές της αυτοοργάνωσης, και άρα της κοινωνίας που οραματίζονται. βλέπε σχετικά: “περί Αναρχοσυνδικαλισμού”:omniasuntcommunia3.blogspot.gr /2011/5/blog-post_12.html).

11. Πράγματι στην Ισπανική CNT υπήρχαν δύο τάσεις. Οι ρεφορμιστές, όπως ο Πεστάνια, ο Σεγκί και ο Μπουενακάσα, και οι αναρχικοί της πράξης και ταυτόχρονα συνδικαλιστές, όπως ο Ντουρούτι, ο Ασκάσο,ο Ολιβέρ (τον οποίο στο βιβλίο του αναφέρει εσφαλμένα σαν ….μαρξιστή, που γι” αυτόν τον λόγο συγκρούστηκε με τον Ντουρούτι), οι αδερφοί Σαμπατέ, και εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι που παρέμειναν -όπως συνήθως γίνεται – οι αφανείς ήρωες αυτού του αγώνα.Τελικά, οι ρεφορμιστές αποχώρησαν από την CNT και κάποιοι- όπως ο Πεστάνια που δημιούργησε κόμμα-, ενώ κάποιοι άλλοι δημιούργησαν νέα συνδικαλιστικά σχήματα, ή ενσωματώθηκαν σε ήδη υπάρχοντα, κυρίως ρεφορμιστικά.

12. Ο Αναρχοσυνδικαλισμός, πράγματι δεν έγινε ποτέ πλήρως αποδεκτός από μια μερίδα αναρχικών. Ίσως γιατί, από κάποιους έγινε κατανοητό ως εκείνο το κομμάτι των αναρχικών που προσανατολίστηκε προς τον επαναστατικό συνδικαλισμό (βλέπε σχετικά:“περι αναρχοσυνδικαλισμού”:omniasuntcommunia3.blogspot.gr /2011/5/blog-post_12.html). Θα το ξαναπώ: Οι Αναρχοσυνδικαλιστές θεωρούν ότι ο Αναρχοσυνδικαλισμός ,είναι απλά το μέσο που θα οργανωθούν οι νέες δομές που θα προκύψουν στην μετεπαναστατική περίοδο (βλέπε σχετικά:“περί Αναρχοσυνδικαλισμού”:omniasuntcommunia3.blogspot.gr /2011/5/blog-post_12.html). Και το συνδικάτο θα είναι η πρώτη δομή της νέας κοινωνίας που θα λειτουργήσει άμεσα και χρηστικά μέχρι να μετασχηματιστεί η κοινωνία και να δημιουργήσει νέες μορφές δομών. Μια κοινωνία στην οποία θα ισχύει το: “από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητες του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του”(Κροπότκιν).

13.Οι Αναρχοσυνδικαλιστές- γράφει ο Μ.Μ- με την δική τους στενότητα, εκτόπισαν εξ’ολοκλήρου το κοινοτικό, το ηθικό, οικουμενικό και αντιεραρχικό. Λάθος εσκεμμένο, η προσπάθεια αποσιώπησης αυτού που ίσχυε στην τελική;
Ο Μπακούνιν υποστήριζε ότι οι αφηρημένες ιδέες δύσκολα θα υιοθετούνταν από την μεγάλη μάζα των εργατών. Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα πολιτικό πρόγραμμα και να καλέσεις όλους τους εργαζόμενους να προχωρήσουν σε αυτό. Θα ήταν πιο χρήσιμο να ενωθούν οι εργαζόμενοι στην βάση του κοινού βιώματος της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης από τα αφεντικά, μέσα από την κοινή ζωή του συνδικάτου, να τους μεταμορφώσεις ώστε να φτάσουν οι ίδιοι, να δημιουργήσουν ένα κοινό απελευθερωτικό πρόγραμμα για τους εαυτούς τους (αναφορά από το “Αναρχισμός και Αναρχοσυνδικαλισμός»-περιοδικό Ελευθεριακός Συνδικαλισμός-της ΕΣΕ, τεύχος 3- μπορείτε επίσης να ανατρέξετε εδώ: http://omniasuntcommunia3.blogspot.gr/2012/04/blog-post....html). Επιπλέον: η εργατική τάξη,χρειάζεται ένα οργανωτικό μοντέλο, όχι απλά επαναστατικό, αλλά επίσης, απαραιτήτως και ελευθεριακό και αντιεξουσιαστικό, ένα μοντέλο που θα δίνει αξιοπρέπεια στο συνδικαλισμό και θα τον κάνει όπλο για να ξεπεράσουμε τη σκλαβιά( βλέπετε σχετικά: Η ισπανική CGT (των Jacinto Ceacero,Emilio Contavitrare & Antonio Riviera).

14. Άλλη ανακρίβεια: η Γαλλική CGT δεν υπήρξε Αναρχοσυνδικαλιστική. Στην πραγματικότητα, αρχικά και για βραχύ διάστημα η CGT, ήταν Αναρχοσυνδικαλιστική, μέχρι που αλώθηκε από κομμουνιστές και προσδέθηκε στο άρμα του ΚΚΓ. Μέχρι το 1919 στην CGT κυριαρχούσε η Αναρχοσυνδικαλιστική τάση, με τον Εmile Pouget να είναι η κεντρική φιγούρα αυτής της τάσης. Η CGT, αντίθετη τόσο στις αρχές, όσο και στους εργοδότες, είχε έντονα συγκρουσιακή κατεύθυνση, ενώ, αρνιόταν να συνδεθεί με οποιοδήποτε πολιτικό κόμμα.
Η Οκτωβριανή επανάσταση και η αλλαγή των ισορροπιών με τους κομμουνιστές να παίρνουν τον έλεγχο στη συνδικαλιστική ένωση οδήγησαν στην σύνδεση της με το ΚΚΓ.

15. Μία ακόμη ανακρίβεια, αφορά την Ισπανική CNT, η οποία σύμφωνα πάντα με τον Μ.Μ, έκανε “απλό και καθαρό συνδικαλισμό”.Ηταν όμως έτσι? Η αυτοδιαχείριση στα κατειλημμένα εργοστάσια, το δίκαιο μοίρασμα της αγροτικής παραγωγής -μέσω του αγροτικού ελέγχου της παραγωγής- (κάτι που και ο ίδιος ο Μ.Μ αναφέρει στο βιβλίο του για τους Ισπανούς Αναρχικούς, (δείτε σχετικά: Μurray Bookchin: ΟΙ ΙΣΠΑΝΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΤΑ ΗΡΩΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ 1868-1936).

Η CNT, σύμφωνα με τον Φράνκ Μίντς, δεν περιορίστηκε στον συνδικαλισμό, αλλά κυρίως στην επιμόρφωση των εργατών (σχετικά διαβάστε: Φράνκ Μίντς: Αναρχοσυνδικαλισμός και αυτοδιαχείριση στην Ισπανία).

Για την κοινωνικοποίηση των κολεκτιβοποιημένων εργοστασίων, ο Μ.Μ., φθάνει στο σημείο να χρησιμοποιεί κάποιες αναφορές μιας εμβληματικής μορφής του Ισπανικού Αναρχοσυνδικαλισμού, του Λαβάλ. Για να μειώσει την σημασία των κολεκτιβών, τις αποδίδει σε κάποιους “μειοψηφούντες” αγωνιστές της CNT, που έκαναν το όραμα πράξη, μακρυά από τις αποφάσεις της ηγεσίας της CNT. Ωστόσο, για να μην αδικήσω τον Μ.Μ, η τοποθέτηση αυτή δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα, καθώς και άλλοι ερευνητές αναφέρουν ότι, οι επικεφαλής της CNT-FAI δεν είχαν προκαλέσει, αλλά και ούτε ενθαρρύνει τα εγχειρήματα αυτοδιαχείρησης (δείτε σχετικά: ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ-Μια ιδέα πάντα επίκαιρη / εκδόσεις των συναδέλφων- σελ.39-).

Αλλά αυτό δεν μειώνει την σημασία των κολεκτιβοποιημένων επιχειρήσεων. Ειδικά, μάλιστα, όταν ο Μ.Μ δεν διστάζει να μιλήσει ακόμα και για “νεοκαπιταλισμό των εργατών”. Και δυστυχώς δεν είναι ο μόνος. Γράφει ο Φ. Μίντς: «Ο νεοκαπιταλισμός αυτών των κολεκτίβων μπορεί να περιγραφεί συνοπτικά ως αντικατάσταση ενός αφεντικού από μια πλειάδα αφεντικών στην ίδια επιχείρηση» (δείτε σχετικά: ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ-Μια ιδέα πάντα επίκαιρη / εκδόσεις των συναδέλφων-σελ.45-). Το θέμα της κολεκτιβοποίησης στην εξεγερμένη Ισπανία, δεν μπορεί να εξαντληθεί σε πέντε αράδες και θα χρειαστεί μάλλον να επιστρέψω σε αυτό. Ωστόσο, η επιτυχημένη πορεία της κολεκτιβοποίησης δεν αμφισβητείτε μόνο από τον Μ.Μ ή ιστοριογράφους του χώρου όπως ο Φ.Μιντς. Αν υπήρχε αυτή η απαξίωση από αναρχικούς συγγραφείς,πόσο μάλλον λογικό φαντάζει το γεγονός ότι, ουδέποτε δεν αναγνωρίστηκε τόσο από τους φιλελεύθερους, όσο και από τους κομμουνιστές (διαβάστε σχετικά: Η κολεκτιβοποίηση στην Ισπανία-1936-1939-Μαρτυρίες και κριτικές προσεγγίσεις,των: Diego Abad Santillan, Antoni Castels Duran, Luis Garrido Gonzalez, Michael Seidman, Martha Ackelsberg / εκδόσεις των ξένων). Οπότε δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Μ.Μ παρερμηνεύει ηθελημένα τον Λαβάλ. Αντίθετα, από άλλες πηγές της επίσημης ιστοριογραφίας, υπάρχει ο οξύμωρος ισχυρισμός: ότι είτε η κολεκτιβοποίηση προέκυψε αυθόρμητα, είτε υπήρξε αποτέλεσμα επιβολής (διαβάστε σχετικά: Κολεκτιβοποίηση στην Ισπανία-1936-1939-Μαρτυρίες και κριτικές προσεγγίσεις,των: Diego Abad Santillan, Antoni Castels Duran, Luis Garrido Gonzalez, Michael Seidman, Martha Ackelsberg / εκδόσεις των ξένων).

Μέρος δεύτερο

16. Ο Μ.Μ.,επιχειρεί να σκιαγραφήσει ποιοί ήταν οι Αναρχοσυνδικαλιστές που συμμετείχαν στην CΝΤ , ώστε να αμφισβητήσει την δομή της Αναρχοσυνδικαλιστικής ένωσης, και εν συνεχεία να την κατηγορήσει για γραφειοκρατική στάση. Μακρυά από το όραμα του libertario comunismo. Και όμως, όπως παρατηρεί ο Φ.Μίντς (στο εξής συντομογραφία Φ.Μ), η “στελέχωση” της CNT, έγινε κύρια από τον χώρο των εργαζομένων. Προέρχεται από τους εργαζόμενους τους ίδιους και από την Αναρχοσυνδικαλιστική μήτρα (σχετικά διαβάστε: Φράνκ Μίντς: Αναρχοσυνδικαλισμός και αυτοδιαχείριση στην Ισπανία).
Οποιαδήποτε συνδικαλιστική οργάνωση που εκπίπτει από τις αρχές του Αναρχοσυνδικαλισμού, γίνεται συντηρητική και προσηλωμένη αποκλειστικά στα άμεσα συμφέροντα της, δημιουργώντας στο εσωτερικό της μια συνδικαλιστική γραφειοκρατία που δεν έχει άλλο στόχο από το να ισχυροποιηθεί και να μεγαλώσει η ίδια (σχετικά:όπως προηγουμένως). Άρα δεν ήταν εκεί που “πονούσε” η CNT.
Αλλού ήταν το αδύνατο σημείο της. Ήταν η άρνηση δημιουργίας βιομηχανικών ομοσπονδιών, ακριβώς από το φόβο γραφειοκρατικοποίησης, και κυρίως η εθελουσία αβουλία χωρίς γραφειοκρατικοποίηση (σχετικά: όπως προηγουμένως)
Η εθελουσία αβουλία εξηγείται από την πελώρια προσωπικότητα ορισμένων αγωνιστών-εργαζομένων, που είχαν κατακτήσει μια κουλτούρα αναμφισβήτητα μεγαλύτερη, και που κατά συνέπεια επιβαλλόντουσαν στους συντρόφους τους (σχετικά: όπως προηγουμένως).
Ένα θετικό αντίθετα ήταν, ότι οι περισσότεροι εργαζόμενοι πραγματοποιούσαν δράσεις με τα χρήματα που διέθεταν από την δουλειά τους, καθώς και τον προσωπικό τους χρόνο.
Ένα άλλο αδύνατο σημείο, σύμφωνα με το Φ.Μ., ήταν η απουσία εναλλαγής ρόλων, που έτσι έδινε μεγαλύτερη βαρύτητα στους ικανούς αγωνιστές, που συχνά έπαιρναν αποφάσεις, χωρίς να συμβουλεύονται τη βάση. Έτσι, η εθελουσία αβουλία ελάχιστα διαφέρει από τη γραφειοκρατικοποίηση (σχετικά: όπως προηγουμένως).

17. Ο ισχυρισμός ότι το ελευθεριακό κίνημα, δηλαδή η CNT-FAΙ, με βάση τις δομές και τον οπλισμό που είχε, θα μπορούσε να ανακόψει την άνοδο του Φράνκο στην εξουσία, είναι επίσης αναληθής. Ο ίδιος ο Μ.Μ στο βιβλίο του (βλέπε σχετικά:Μurray Bookchin: ΟΙ ΙΣΠΑΝΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΤΑ ΗΡΩΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ 1868-1936), περιγράφει πως η χούντα του Πρίμο ντε Ριβιέρα είχε αποδεκατίσει το κίνημα από αγωνιστές.
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι οι αναρχικοί, εκτός από τους στρατιωτοφύλακες της Guardia Civil (πολιτοφύλακες του καθεστώτος του Φράνκο), και τους λοιπούς παρακρατικούς, είχαν να αντιμετωπίσουν και τους ένοπλους κομμουνιστές που συχνά πυκνά προέβαιναν σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, εναντίον των πολιτικών τους αντιπάλων (βλέπε σχετικά: Κ.ΦΛΩΡΟΣ- Οι άνθρωποι που κύκλωσαν το Α).

18. Η αποσιώπηση και η χειραγώγηση της ιστορικής σύγκρουσης των Ισπανών αναρχικών με τη χούντα του Φράνκο, επιβλήθηκε από τους κομμουνιστές και τους σοσιαλιστές, και είναι απορίας άξιον πως πέφτει σε αυτή την παγίδα ο Μ.Μ.
CNT &FAI, έδωσαν σκληρές μάχες σε Βαρκελώνη,Βαλένθια, Μάλαγα, Γρανάδα και αλλούθε.
Αλλά η δικτατορία του Φράνκο, ενισχυμένη από τα φασιστικά καθεστώτα (λόγω ιδεολογικής εγγύτητας) της Γερμανίας και της Ιταλίας, καθώς και από τον Πάπα και την opus dei, αλλά και το χριστεπώνυμο πλήθος της Ισπανίας, ήταν δύσκολο να ανατραπεί.
Ακόμα και σήμερα ο ακριβής αριθμός των νεκρών ανταρτών των πόλεων και του βουνού, αλλά και αυτών που φυλακίστηκαν δεν είναι γνωστός. “Επίσημα”στοιχεία υπάρχουν μόνο από τις καταγραφές της Γκουάρδια Θιβίλ,αλλά εκτιμάται ότι ήταν πολλοί περισσότεροι.
Οι τεράστιες απώλειες σύμφωνα με τον Μ.Μ., έφεραν σημαντική μείωση της “ηθικής τάσης” και όσοι δεν σκοτώθηκαν κατηγορούνται για αδράνεια. Μία κατηγορία που θα μπορούσε κάλλιστα κάποιος να προσάψει στους ρεφορμιστές της CNT, που διέφυγαν στη Γαλλία, αλλά σίγουρα όχι σε εκείνους που έμειναν στην Ισπανία και έχυσαν το αίμα τους. Το πραξικόπημα του Φράνκο είχε προβλεφθεί από την CNT, αλλά δεν μπορούσε να προληφθεί.
“Για το ότι θα μπορούσαμε αποτελεσματικά να νικήσουμε το φασισμό μέσα σε δυο εβδομάδες το πολύ και αυτό δεν έγινε από ανικανότητα ,προτιμώ να μην πω τίποτα”(απόσπασμα από κείμενο του Μοντσενί στο περιοδικό FRANGUA SOCIAL). Yπάρχουν πιο «μελανά» σημεία στην ιστορία του Ισπανικού Αναρχοσυνδικαλισμού. Σταχυολογώντας κάποια από αυτά, όπως λ.χ την συνεργασία της CNT το 1934, με την UGT(Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Ένωση,που συνεργάστηκε με τη χούντα του Πρίμο ντε Ριβιέρα και μόνιμος ανταγωνιστής της CNT), για την κήρυξη απεργίας στις Αστούριες. Επίσης, τη συνεργασία με συνδικαλιστικές οργανώσεις του ”δημοκρατικού τόξου”, ακόμα και με φιλομοναρχικούς, στη λογική που οι ρεφορμιστές της CNT είχαν, περί κοινού αγώνα και συνεργασιών στο πλαίσιο υποτίθεται κοινού αντιδικτατορικού αγώνα. Τη συνεργασία το 1947 με την STV (Solitaridad Travajadores Vasko-Αλληλεγγύη Βάσκων εργατών), δηλαδή με τη συνδικαλιστική οργάνωση Βασκικού Εθνικιστικού Κόμματος. Τη χαμερπή συμφωνία με την CNS (την Εθνική Συνδικαλιστική Ομοσπονδία-υποχρεωτικό Φρανκικό σωματείο), για την αντιμετώπιση των κομμουνιστών στο φασιστικό αυτό έκτρωμα. Και τέλος, την επιμέρους -και δυστυχώς όχι ολική- συνεργασία με το POUM (Partido Obrero Unification Marxista-τροσκιστές), (για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να ανατρέξετε στο G.Orwell: Φόρος τιμής στην Καταλονία).

Συμπεράσματα

Όσο και να αμφισβητηθεί, η CNTκαι η FAI, έβαλαν τα θεμέλια για την εφαρμογή του libertario comunismo. To “πείραμα” της αυτοδιαχείρησης ήταν επιτυχημένο, αν και κάποιες ανισότητες και οικονομικές “αδικίες” συνεχίστηκαν. Δεν υπήρχε η ίδια ευμάρεια σε όλες τις κολεκτίβες, καθώς άλλες ήταν πιο «εύρωστες” και άλλες πιο “ασθενείς” οικονομικά. Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι κολεκτίβες, ήταν η είσοδος τόσο κομμουνιστών όσο και φασιστών, που είτε έβρισκαν καταφύγιο σε αυτές, είτε έμπαιναν για να τις υπονομεύσουν. Όμως το πιο σημαντικό πρόβλημα ήταν αυτό της έλλειψης φεντεραλισμού (ομοσπονδιοποίησης) των κολεκτιβών. Οι κολεκτίβες αυξανόταν, αλλά δεν υπήρχε μια συνεκτικότητα, με αποτέλεσμα οι κολεκτίβες να είναι αποκομμένες μεταξύ τους. Και εδώ υπάρχει μια ασάφεια για το τι τελικά ισχύει, καθώς ο Φ.Μ. υποστηρίζει αντίθετα ότι, οι κολεκτίβες δημιουργούσαν σχέσεις μεταξύ τους, χάρη σε μια συνομοσπονδία που οργάνωνε τις ανταλλαγές στο εμπόριο με τον μη κολεκτιβοποιημένο τομέα της οικονομίας. (βλ. σχετικά: ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ-Μια ιδέα πάντα επίκαιρη / εκδόσεις των συνάδελφων-σελ.45-).

Οι ελευθεριακοί κομμουνιστές, κατήργησαν το χρήμα σε πολλά χωριά (πχ στην περιοχή της Αραγωνίας),αλλά από την άλλη, υπάρχει η αντίφαση της δημιουργίας τράπεζας από την CNT, η οποία όμως δεν τα πήγε καθόλου καλά.

Εσωτερικά στις κολεκτίβες, δεν υπήρχε χρήμα και το μόνο χρήμα που υπήρχε το είχε η επιτροπή, η οποία και το διέθετε στα μέλη της αν χρειαζόταν να μετακινηθούν σε άλλες περιοχές. Σιγά-σιγά απαξιώθηκε το χρήμα και άρχισε να ισχύει η ανταλλαγή προϊόντων.
Από την άλλη το “μισθολογικό”, έμεινε ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα, αν και τελικά σε πολλές περιπτώσεις, κατέστη δυνατόν να εφαρμοστεί το: ο καθένας σύμφωνα με τις ανάγκες του, ο καθένας σύμφωνα με την εργασία του.

Κάποιοι πίστευαν ότι η έλλειψη μισθού ή καλύτερα, η έλλειψη διαφοροποίησης του μισθού, δεν θα έδινε το κίνητρο στους εργαζόμενους να αυτομορφωθούν και αλλάξουν κλίμακα.

Το πραγματικό πρόβλημα, λέει ο Φ.Μ., δεν ήταν το κίνητρο, αλλά η εξουσία των εργαζομένων. Όταν η βάση έλεγχε, ήξερε και θυσιαζόταν. Όταν δεν είχε την εξουσία, η βάση δεν δεχόταν θυσιαστεί (σχετικα διαβάστε: Φράνκ Μίντς: Αναρχοσυνδικαλισμός και αυτοδιαχείρηση στην Ισπανία).

Οι εργατικές οργανώσεις και ειδικά η CNT, έπρεπε να ετοιμαστούν για την πραγματοποίηση ενός οικονομικού μετασχηματισμού που θα περάσει από την κολεκτιβοποίηση στην κοινωνικοποίηση των πρώτων υλών και της βιομηχανίας (βλέπε προηγούμενη σημείωση).
Οι μαρξιστές -λενινιστές, ποτέ δεν μπόρεσαν να καταλάβουν την επαναστατική πνοή που έφερνε ο Αναρχοσυνδικαλισμός.
Ήταν τόσο μεγάλη και σημαντική η επιτυχία της κολεκτιβοποίησης στην Ισπανία το διάστημα 1936-19389, που το pet (κατοικίδιο) της τότε ΕΣΣΔ, κομμουνιστής στρατηγός Λίστερ με τη μεραρχία του, με τις ευλογίες της Σοβιετικής Ένωσης, κατέστρεφαν στο πέρασμα τους, ό,τι οι Ισπανοί αναρχικοί είχαν δημιουργήσει με τόσο κόπο και στερήσεις.

Οι Ισπανοί αναρχικοί δημιούργησαν επίσης για την αυτομόρφωση των εργατών, πολιτιστικές δομές, όπως βιβλιοθήκες και ελευθεριακά σχολεία εμπνευσμένα από τον Φρανσίσκο Φερέρ.

Συμπερασματικά: Παρά τις όποιες αντιφάσεις και αδυναμίες μπορεί να αναδείχθηκαν, είναι τεράστια η παρακαταθήκη που άφησαν οι Ισπανοί Αναρχικοί._

Σ.σ: τα δύο μέρη αφορούν τον τρόπο με τον οποίο αναδημοσιεύτηκαν στο blog omnia sunt communia :Το Φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού/ του Murray Bookchin / (μέρος πρώτο): http://omniasuntcommunia.espivblogs.net/?p=7967 Το Φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού / του Murray Bookchin / (μέρος δεύτερο): http://omniasuntcommunia.espivblogs.net/?p=7993

Related Link: http://radiofragmata.espivblogs.net/?p=4398