βαθύ κόκκινο
Του Ρ. Βρανά - "Νέα"
Υπάρχει κάτι για το οποίο θα πρέπει να χρωστάµε ευγνωµοσύνη στην παγκόσµια οικονοµική κρίση, που οι περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη δεν γνώρισαν άλλη χειρότερη από αυτήν. Μας έκανε να στρέψουµε την προσοχή µας στις ανισότητες που γίνονται ολοένα και πιο βαθιές στις δυτικές κοινωνίες. Δεν υπάρχει έρευνα που να µην καταλήγει σε αυτό το συµπέρασµα: οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι, οι φτωχοί φτωχότεροι και η µεσαία τάξη εξαφανίζεται.
Η τάση αυτή επιταχύνθηκε µετά το 2000. Οµως υπήρχε εδώ και δεκαετίες. Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι άνθρωποι που πλήττονται από αυτές τις ανισότητες δείχνουν να στηρίζουν ή τουλάχιστον να ανέχονται αυτές ακριβώς τις πολιτικές που τις διαιωνίζουν. Ακόµη και σε περιόδους παρατεταµένης οικονοµικής ανάπτυξης, οι πραγµατικοί µισθοί παρέµεναν στάσιµοι και οι εισοδηµατικές ανισότητες βάθαιναν σταθερά. Επόµενο ήταν να διαβρωθεί η µεσαία τάξη, κάτι που σήµερα προκαλεί πανικό στους οικονοµολόγους, αφού είναι γνωστό πως χωρίς τη µεσαία τάξη δεν µπορεί να υπάρξει οικονοµική ανάκαµψη.
Κάποτε, µια οικογένεια της µεσαίας τάξης ονειρευόταν βάσιµα µια άνετη ζωή, µε διακοπές, πανεπιστηµιακή εκπαίδευση για τα παιδιά της και ένα δικό της σπίτι. Σήµερα παλεύει για να κρατήσει αυτό το σπίτι µε νύχια και µε δόντια. Το παράδοξο όµως είναι πως εξακολουθεί να στηρίζει ή έστω να ανέχεται αυτό ακριβώς το σύστηµα που την έφερε σε αυτή την κατάσταση. Ελπίζει πραγµατικά ο µεσοαστός που σήµερα έγινε φτωχός ότι θα µπορέσει κάποτε να ξαναγίνει αυτό που ήταν πρώτα (εύπορος) ή ίσως και κάτι παραπάνω (πλούσιος);
Η περίπτωση της Αµερικής είναι χαρακτηριστική: «Πιστεύουµε ακόµη πως η Αµερική είναι η χώρα των ευκαιριών, πως µπορεί να γεννηθείς σε ένα γκέτο και παρ’ όλα αυτά να γίνεις σούπερ σταρ ή ακόµη και πρόεδρος», γράφει ο Σαντµπ Γουόλς στην εφηµερίδα «Γκάρντιαν». «Οµως, η αλήθεια είναι πως για την τεράστια πλειονότητα των ανθρώπων, αυτά τα όνειρα είναι άπιαστα. Στην πραγµατικότητα έχουµε τη µικρότερη κοινωνική κινητικότητα από οποιαδήποτε άλλη βιοµηχανική χώρα». Οποιος πέφτει στον λάκκο των ανισοτήτων, δύσκολα µπορεί να ξαναβγεί. Αυτό ακριβώς ήταν το συµπέρασµα στο οποίο κατέληξαν ύστερα από πολύχρονες έρευνες δύο βρετανοί επιδηµιολόγοι, ο Ρίτσαρντ Γουίλκινσον και η Κέιτ Πίκετ. Στις κοινωνίες όπου υπάρχει σχετική ισότητα, όλοι τα καταφέρνουν καλύτερα. Αντίθετα, στις κοινωνίες των ανισοτήτων ανθεί η εγκληµατικότητα, φθίνει η παιδεία και ενδηµούν χίλιες δυο κοινωνικές ασθένειες.
Αν όλα αυτά είναι προφανή – και έχουν γίνει σήµερα ακόµη περισσότερο, µε τις συνθήκες που έχει δηµιουργήσει η οικονοµική κρίση – τότε γιατί οι άνθρωποι εξακολουθούν να ανέχονται το σύστηµα που τα παράγει; Αυτή η ανοχή είναι κάτι προσωρινό, πιστεύει ο Σαντµπ Γουόλς: «Η διάβρωση της µεσαίας τάξης και η φτώχεια που βλέπουµε σήµερα δεν έχουν φτάσει ακόµη στο επίπεδο όπου θα γίνει αναπόφευκτη η κοινωνική αναταραχή. Οµως οδεύουµε προς τα εκεί».
Του Ρ. Βρανά - "Νέα"
Υπάρχει κάτι για το οποίο θα πρέπει να χρωστάµε ευγνωµοσύνη στην παγκόσµια οικονοµική κρίση, που οι περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη δεν γνώρισαν άλλη χειρότερη από αυτήν. Μας έκανε να στρέψουµε την προσοχή µας στις ανισότητες που γίνονται ολοένα και πιο βαθιές στις δυτικές κοινωνίες. Δεν υπάρχει έρευνα που να µην καταλήγει σε αυτό το συµπέρασµα: οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι, οι φτωχοί φτωχότεροι και η µεσαία τάξη εξαφανίζεται.
Η τάση αυτή επιταχύνθηκε µετά το 2000. Οµως υπήρχε εδώ και δεκαετίες. Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι άνθρωποι που πλήττονται από αυτές τις ανισότητες δείχνουν να στηρίζουν ή τουλάχιστον να ανέχονται αυτές ακριβώς τις πολιτικές που τις διαιωνίζουν. Ακόµη και σε περιόδους παρατεταµένης οικονοµικής ανάπτυξης, οι πραγµατικοί µισθοί παρέµεναν στάσιµοι και οι εισοδηµατικές ανισότητες βάθαιναν σταθερά. Επόµενο ήταν να διαβρωθεί η µεσαία τάξη, κάτι που σήµερα προκαλεί πανικό στους οικονοµολόγους, αφού είναι γνωστό πως χωρίς τη µεσαία τάξη δεν µπορεί να υπάρξει οικονοµική ανάκαµψη.
Κάποτε, µια οικογένεια της µεσαίας τάξης ονειρευόταν βάσιµα µια άνετη ζωή, µε διακοπές, πανεπιστηµιακή εκπαίδευση για τα παιδιά της και ένα δικό της σπίτι. Σήµερα παλεύει για να κρατήσει αυτό το σπίτι µε νύχια και µε δόντια. Το παράδοξο όµως είναι πως εξακολουθεί να στηρίζει ή έστω να ανέχεται αυτό ακριβώς το σύστηµα που την έφερε σε αυτή την κατάσταση. Ελπίζει πραγµατικά ο µεσοαστός που σήµερα έγινε φτωχός ότι θα µπορέσει κάποτε να ξαναγίνει αυτό που ήταν πρώτα (εύπορος) ή ίσως και κάτι παραπάνω (πλούσιος);
Η περίπτωση της Αµερικής είναι χαρακτηριστική: «Πιστεύουµε ακόµη πως η Αµερική είναι η χώρα των ευκαιριών, πως µπορεί να γεννηθείς σε ένα γκέτο και παρ’ όλα αυτά να γίνεις σούπερ σταρ ή ακόµη και πρόεδρος», γράφει ο Σαντµπ Γουόλς στην εφηµερίδα «Γκάρντιαν». «Οµως, η αλήθεια είναι πως για την τεράστια πλειονότητα των ανθρώπων, αυτά τα όνειρα είναι άπιαστα. Στην πραγµατικότητα έχουµε τη µικρότερη κοινωνική κινητικότητα από οποιαδήποτε άλλη βιοµηχανική χώρα». Οποιος πέφτει στον λάκκο των ανισοτήτων, δύσκολα µπορεί να ξαναβγεί. Αυτό ακριβώς ήταν το συµπέρασµα στο οποίο κατέληξαν ύστερα από πολύχρονες έρευνες δύο βρετανοί επιδηµιολόγοι, ο Ρίτσαρντ Γουίλκινσον και η Κέιτ Πίκετ. Στις κοινωνίες όπου υπάρχει σχετική ισότητα, όλοι τα καταφέρνουν καλύτερα. Αντίθετα, στις κοινωνίες των ανισοτήτων ανθεί η εγκληµατικότητα, φθίνει η παιδεία και ενδηµούν χίλιες δυο κοινωνικές ασθένειες.
Αν όλα αυτά είναι προφανή – και έχουν γίνει σήµερα ακόµη περισσότερο, µε τις συνθήκες που έχει δηµιουργήσει η οικονοµική κρίση – τότε γιατί οι άνθρωποι εξακολουθούν να ανέχονται το σύστηµα που τα παράγει; Αυτή η ανοχή είναι κάτι προσωρινό, πιστεύει ο Σαντµπ Γουόλς: «Η διάβρωση της µεσαίας τάξης και η φτώχεια που βλέπουµε σήµερα δεν έχουν φτάσει ακόµη στο επίπεδο όπου θα γίνει αναπόφευκτη η κοινωνική αναταραχή. Οµως οδεύουµε προς τα εκεί».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου