Σελίδες

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010

Ειλικρινά, πιστεύω πως ο θάνατος είναι ο εμπνευστής του Θεού. Αν ήμασταν αθάνατοι δεν θα είχαμε κανέναν λόγο να επινοήσουμε τον Θεό.Ο Ζοζέ Σαραμάγκου με μια πρόταση έχει εξηγήσει γιατί ο άνθρωπος αισθάνεται την ανάγκη του θεού:

Το να θέλει κάποιος να γράψει για τη θρησκεία όχι απλά είναι ένα επικίνδυνο μονοπάτι που πρέπει να επιλέξει, αλλά πρέπει να το διασχίσει μόνος του χωρίς να αναμοχλεύει πάθη και μίση ή να μην αντιτάσσει το φανατισμό σε βάρος της επιστημονικότητας του εγχειρήματός του. Συχνά στην καθημερινότητά μας ακούμε απόψεις από άτομα, που γνωρίζουν σχετικά και μιλάνε για τη θρησκεία εκφράζοντας θέσεις που όμως τη συγχέουν με τη λατρεία. Άλλοτε πάλι κάθε κρίση για τη θρησκεία γίνεται αποκλειστικά από μία αντιχριστιανική σκοπιά συγχέοντας το σύνολο των θρησκευτικών δρώμενων και παραλείποντας ανθρωπολογικούς και κοινωνιολογικούς όρους στην ιστορική εξέλιξη των θρησκειών και της ανθρώπινης κοινωνίας.
Οι θρησκείες σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να ιδωθούν ως το δημιούργημα μιας θεότητας. Ακόμα κι αν κάποιος επιμείνει στην ιδέα της ύπαρξης ενός θεού δημιουργού των πάντων (όπως ο Γιαχβέ ή ο Αλλάχ) αυτό δε σημαίνει ότι εκείνος όρισε το δογματικό υλικό ή τα λατρευτικά έθιμα. Στη δική μας περίπτωση είναι ξεκάθαρο τόσο από την Παλαιά όσο και από την Καινή Διαθήκη ότι ο Γιαχβέ υπαγόρευε εντολές ή απαγορεύσεις, αλλά ποτέ δεν ασχολήθηκε με τον τρόπο θυσιών. Αυτές ήταν θέμα του βιβλικού Μωυσή.
Τα ίδια τα λατρευτικά έθιμα, από την άλλη, δεν μπορούν να εξεταστούν μακριά από τις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν κάθε εποχή. Συχνά απεικονίζουν κοινωνικές καταστάσεις και αντιλήψεις που κυριαρχούν σε μία κοινότητα. Υπό το πρίσμα αυτό σχεδόν όλες οι χριστιανικές και μωαμεθανικές ή άλλες αντιλήψεις απλά απεικονίζουν την κοινωνία της εποχής που εκείνες διαμορφώνονταν. Ο θρησκευτικός μισογυνισμός, η απέχθεια για το σώμα και τη σεξουαλική ηδονή με την εμμονή για το πνεύμα, η ενδυμασία των ιερέων αποτελούν απλά ιδέες που επικρατούσαν κατά το διάστημα διαμόρφωσης του δόγματος σε κάθε λαό.
Ως έννοιες της θρησκείες έχουν προταθεί διάφορες απόψεις. Έτσι, έχει οριστεί ως η φυσική ανάγκη του ανθρώπου να υποθέτει παράγοντες γενεσιουργούς της ύπαρξης και των υπαρκτών, αλλά και του Κακού που διαπλέκεται με το υπαρκτό γεγονός, να συμπεραίνει από τη λογική αυτή υπόθεση τρόπους και πρακτικές «χειρισμού» παραγόντων ώστε να οικοδομεί ελπίδες δικής του σωτηρίας από το Κακό. Στη Wikipedia, πάλι, διαβάζουμε ότι είναι η πίστη στο υπερφυσικό, το ιερό ή το θείο και τους ηθικούς κώδικες, πρακτικές, αξίες, οργανισμούς και τελετουργικά που συνδέονται της. Στην ευρύτερη έννοιά της ορισμένοι την έχουν ορίσει ως το σύνολο των απαντήσεων που δόθηκαν για να ερμηνευθεί η σχέση του ανθρώπινου είδους με το σύμπαν. Ωστόσο, όλοι οι συνήθεις ορισμοί στηρίζονται σε μία ενστικτώδη φυσική ανάγκη της πίστης και ποτέ δε διαφοροποιείται η λατρεία από τη θρησκεία συγχέοντας τις δύο έννοιες. Μπορεί η πίστη να είναι κοινή και στα δύο, αλλά κοινωνικά απέχουν τόσο πολύ όσο η Φυσική από τη Μεταφυσική.
Η πίστη όμως αυτή μοιάζει με το παράλογο του Camu, με μία νέα πανούκλα. Η δική μας εξορία και βασίλειο είναι μια νέα εποχή του ορθολογισμού ή για τα καθ’ ημάς μια μεταχριστιανική εποχή. Οι υποσημειωμένοι ορισμοί και τόσοι άλλοι ανάλογοι μένουν προσκολλημένοι στον ψυχολογικό παράγοντα τον οποίο και θεωρούν ορμέφυτο του ανθρώπου. Βέβαια έτσι αναρωτιόμαστε και προς τι η όλη συζήτηση αφού στρεφόμαστε κόντρα στην ανθρώπινη φύση;
Ποιοι, όμως, παράγοντες στρέφουν τον άνθρωπο στη θρησκεία τη λατρεία και την πίστη;
Πολύ συχνά γίνεται λόγος για εγγενείς ανθρώπινες ανάγκες μεταφυσικής ερμηνείας του θανάτου. Κατά μία πρόταση είναι απλά μια φυσική ανάγκη· μάλιστα δικαιολογείται χρησιμοποιώντας ως επιχειρήματα τις ορμές της αυτοσυντήρησης και της διαιώνισης. Ωστόσο, αυτές δεν είναι παρά βιολογικές ανάγκες που σχετίζονται με τη επιβίωση σε κακές συνθήκες ή τη διατροφή. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση γνωρίζουμε τέτοια ένστικτα αυτοσυντήρησης και διαιώνισης έχουν όλα τα ζώα, αλλά ούτε ναούς χτίζουν ούτε έχουν θρησκευτικό αρχηγό. Πέρα από αυτό αν ήταν μια φυσική ανάγκη δε φαίνεται να υπάρχει πραγματικός και ρεαλιστικός λόγος για κείμενα ενάντια στη θρησκεία.
Δεν μπορούμε να αποδεχτούμε μία τέτοια γονιδιακή προσέγγιση του ζητήματος, αφού οι μεταφυσικές προσεγγίσεις δεν είναι παρά επίκτητες. Κανένα άλλο είδος του ζωικού βασιλείου δεν εκφράζει τέτοιες ανάγκες, γιατί ακριβώς δεν είναι ανάγκες. Κανένα ζώο δε θάβει συγγενείς· απλά ορισμένα αγελαία κοινωνικής δομής ζώα μεταφέρουν τις σορούς σε απομακρυσμένα μέρη (εξάλλου έχει αποδειχθεί προ πολλών ετών ο γενετικός μύθος του νεκροταφείου ελεφάντων και άλλα ανάλογα) για την αποφυγή των οσμών και της επερχόμενης μόλυνσης. Ο άνθρωπος δε φαίνεται να διαφέρει βιολογικά σε τίποτε από τα άλλα ζώα ως προς αυτό το ζήτημα.                                                                Τι ήταν όμως αυτό που οδήγησε τον άνθρωπο στις μεταφυσικές ερμηνείες; Γιατί κυριαρχεί πια ο μύθος ότι είναι ανάγκη ένας άνθρωπος να πιστεύει σε μία ανώτερη δύναμη και μάλιστα γιατί παρουσιάζεται ως βιολογική του ανάγκη;
Ουσιαστικά δεν είναι τίποτε άλλο πια μία προσπάθεια απομόνωσης και φίμωσης όσων δεν πιστεύουν σε θεότητες και όσων δεν αποδέχονται την πεπατημένη φιλοσοφική προσέγγιση που κρατάει από την εποχή του Πλάτωνα και των Πυθαγόρειων. Ανθρωπολογικά γνωρίζουμε ότι σχεδόν όλες οι θεωρήσεις και τα έθιμα προέρχονται από πρακτικές ανάγκες των ανθρώπων. Άλλοτε ήταν η ανάγκη των γιορτών για τη χαρά της αναγέννησης της φύσης και το τέλος του θανάσιμου κρύου που μπορεί να οδηγούσε και στο λιμό· άλλοτε ήταν ο φόβος για περίεργα φυσικά φαινόμενα και σκότωναν ή τρόμαζαν τους αμαθείς ανθρώπους και τους έστρεφαν στην αναζήτηση των αιτίων μέσω των μύθων.
Εξάλλου, οι μύθοι δεν υπάρχουν μόνο για να ερμηνεύονται κοινωνικά και ψυχολογικά φαινόμενα· οι μύθοι αποτελούν μία αξία καθ’ αυτή, μία βασική στάση της ανθρώπινης συνείδησης η οποία τους γεννά για την πλήρωση και την ολοκλήρωσή της. Όχι μόνο για τον πρωτόγονο άνθρωπο αλλά και σήμερα προχωρούν σε σημεία που δεν μπορεί να φτάσει για τις δικές του αδυναμίες ο επιστημονικός λόγος. Ο μύθος δηλαδή αποτελεί αίτημα της ανθρώπινης συνείδησης που αυθαιρετεί και δεν αποδέχεται την επιστημονική θεώρηση ή αυτή απουσιάζει λόγω ατομικής και κοινωνικής αδυναμίας ανάπτυξής της. Περιχαρακώνει μία δυνατότητα, μία στάση ζωή και αγνοεί την αισθητική και πρακτική θεώρησή του που γεννά σταδιακά τη λατρευτική και θρησκευτική σκέψη. Κατά τον Κακριδή, ο μύθος έχει ως πρώτη πηγή τις αναγκαίες αντιδράσεις της συνείδησης μπροστά στο άγνωστο, το οποίο θέλει να εννοήσει και μέσα στο οποίο θέλει να ενεργήσει, αφού αλλιώς δεν μπορεί να ολοκληρωθεί η ύπαρξή της.
Μέσα σε ένα πιστό και θρησκόληπτο κοινωνικό περιβάλλον είναι λογικό να δημιουργούνται ολοένα και περισσότεροι πιστοί. Ειδικά σήμερα σε μία εποχή κρίσης των αξιών και απομάκρυνσης από την ορθολογιστική διαχείριση των πραγμάτων (πολιτική, οικολογία, επιστήμη) πολλοί είναι εκείνοι που αναζητούν λύσεις στο υπερφυσικό. Επιπλέον, ο ρόλος των νέων τεχνολογιών και η ενσωμάτωσή τους στη θρησκευτική προπαγάνδα σε συνδυασμό με την τρομοκρατία και το θρησκευτικό της μανδύα (11 Σεπτέμβρη, Ιράν, Ιράκ) ενισχύουν ακόμα περισσότερο τις φονταμεταλιστικές αντιδράσεις οδηγώντας σε ένα συντηρητικό σύστημα σκέψης. Μεγαλωμένοι σε τέτοια κοινωνία φαντάζει αδύνατο να σπάσουμε τα δεσμά της πίστης.
Έτσι, λοιπόν, δεν τίθεται θέμα ότι αν αποτελεί βιολογική και ψυχολογική ανάγκη κάποιος να πιστεύει σε μία εξωγήινη δύναμη. Όταν η ίδια η κοινωνία για τόσες χιλιάδες χρόνια ανδρώνεται μέσα από την πίστη είτε λατρείας και μυθολογίας είτε θρησκείας και δόγματος, τότε είναι φυσικό πολλοί εξ ημών να το θεωρούν την πίστη αυτονόητη και εγγενή ανάγκη. Ολόκληρη η ζωή μας -ας επαναλάβουμε- διαμορφώνεται βάσει της θρησκείας και στην αρχαιότητα βάσει της λατρείας με γιορτές, παρά φύσει τελετές (κηδεία, βάφτιση κλπ) και κοινωνικές απαγορευτικές συμβάσεις (γάμος αν και ο άνθρωπος ήταν αγελαίο και πολυγαμικό ον). Κάθε παιδί μεγαλώνει με το θρησκευτικό στίγμα της οικογένειας και του κοινωνικού περιβάλλοντός της (βάφτιση, κατήχηση, κρατικός προσηλυτισμός στην παιδεία, εκπαίδευση των κυρίαρχων ηθών κι εθίμων).
Επιπρόσθετα, οι άνθρωποι ζούσαν πάντα σε έναν επικίνδυνο κόσμο. Δυνάμεις φυσικών φαινομένων και βιολογικών δυσλειτουργιών και φθοράς που δεν κατανοούσε ήταν απειλητικές. Ασθένειες, ζώα, άλλοι άνθρωποι, σκλάβοι, σεισμοί και πλημμύρες, κεραυνοί πάντα απειλούσαν το είδος μας ατομικά. Στη λογική της αναζήτησης ενός καλύτερου κόσμου ο homo sapiens έπλασε ένα κόσμο φανταστικό. Μετά το θάνατο και ως ανταμοιβή για την επίγεια ζωή και συμπεριφορά του θα ζει σε ένα τέλειο κόσμο μακριά από τα γήινα βάσανα. Στην ουσία δεν πρόκειται για τη μεταφυσική ανησυχία για τη μεταθανάτια ψυχή, αλλά για μια ελπίδα καλύτερης ζωής, μιας νέας ζωής που θα είναι αμοιβή ή τιμωρία (σ.σ. μη μετακλητή). Για το σκοπό αυτό οι θρησκείες επιστρατεύουν τους δογματικούς μύθους και οι λατρείες της δική τους μυθολογία· δημιουργείται ένας αντι-κόσμος ιδεατός με παρά φύσει τέρατα να τον φυλάνε.
Το άγνωστο φοβίζει τον άνθρωπο και ειδικά η άγνοια της αιτίας και του σκοπού. Υποθέτοντας την ύπαρξη υπερφυσικών οντοτήτων και θεοποιώντας φυσικά φαινόμενα (ποτάμια, λίμνες, θάλασσες) προσπαθούν να ερμηνεύσουν και να εξιλεώσουν τις απειλές και τις φοβίες.
Ο αντι-κόσμος αυτός συναντάται και σε λατρείες (Ηλύσια Πεδία, Βαλχάλα, Χάτα κλπ) και σε θρησκείες (ο μονοθεϊστικός Παράδεισος, ο κόσμος του Ώρου, ινδουιστική μετεμψύχωση κλπ). Τον φυλάει ο Κέρβερος ή κάποιος ζωοκέφαλος θεός ή ένας άφυλος άγγελος (που εχθρεύεται τελικά την ανθρώπινη σάρκα, επειδή μπορεί λόγω των φύλων να ηδονίζεται;) ή τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ. Όλα τα τέρατα ή στόχο να φοβερίζουν τους εν ζωή θνητούς ή απλά αποτελούν την αντιπρόταση στον άνθρωπο και την κοινωνία του με τα μειονεκτήματά τους. Ένας αντι-κόσμος που τον φυλάνε αντι-άνθρωποι, τέλειοι χωρίς φύλο, ιπτάμενοι και εξωπραγματικοί ή φοβεροί για να μη μπει κανείς στον τέλειο κόσμο τους.
Έτσι, η λατρεία και η θρησκεία μοιάζουν να έρχονται να καλύψουν εκείνο το ψυχολογικό κενό της ελπίδας για ένα κόσμο καλύτερο, χωρίς άγχος, χωρίς βάσανα, αρρώστιες, εργασία, αλλά μόνο απόλαυση. Η απόλαυση αυτή θα έρθει όμως μόνο αν κάποιος είναι καλός ή μάλλον άριστος. Πλήθος απαγορεύσεων και υποχρεώσεων επιβάλλουν την άριστη διαβίωση. Σχεδόν πάντα όμως (με την ελληνική εξαίρεση) οι απαγορεύσεις ταυτίζονται με σωματικά βασανιστήρια, καταπιέσεις, ακρωτηριασμούς.
Συχνά οι άνθρωποι αποφεύγουν το τραγικό, αλλά παραβλέπουν τον εαυτό τους. Δεν περιφρονώ τους πιστούς, ούτε τους θεωρώ γελοίους ή αξιολύπητους, αλλά θλίβομαι όταν προτιμούν τις καθησυχαστικές μυθοπλασίες των παιδικών χρόνων της ανθρώπινης Ιστορίας από τις σκληρές βεβαιότητες των ενηλίκων. Αυτή η πνευματική εξαθλίωση γεννά και συνεπάγεται τη σεξουαλική, νοητική, πολιτική και διανοητική εξαθλίωση. Η ευπιστία των ανθρώπων ξεπερνά ό,τι φανταζόμαστε. Ο πόθος τους να μη βλέπουν το προφανές, η επιθυμία τους για ένα τερπνό θέαμα, ακόμη κι αν ανήκει στην απόλυτη μυθοπλασία, η βούλησή τους για τύφλωση, δεν έχουν όρια. Καλύτερα θρύλοι, φαντασιώσεις σεξουαλικές και στερήσεις σεξουαλικές, καλύτερα μαζοχιστική λατρεία του σωματικού πόνου που προκαλεί η διαστροφή της υποταγής σε ένα ξένο θείο, παρά να γινόμαστε μάρτυρες στην αποκάλυψη της σκληρότητας ενός πραγματικού -που μας αναγκάζει να ανεχόμαστε την προφανή τραγικότητά του- κόσμου.
Δεν περιφρονώ κανέναν, απλά παρατηρώ και αναλύω, σχολιάζω πάντα με το δημοκρατικό σεβασμό στις αντιλήψεις του άλλου. Η εξαθλίωση είναι πνευματική και φιλοσοφική. Κάθε πιστός πιστεύει και αφήνει ένα μέρος του είναι του στη θεότητα ελπίζοντας -ανάλογα της εποχή και την προσωπικότητά του- στη βοήθεια για τη βελτίωση του επίγειου βίου του. Η εξαθλίωση τούτη δεν είναι παρά ο ίδιος ο σκοταδισμός που μέσα από μύθους δογματικούς προσπαθεί να δικαιολογήσει τη Δημιουργία, τη Λειτουργία και την ίδια τη Φύση του Ανθρώπου και του Όλου.
Λυπάμαι με την κατάσταση της σκέψης εκείνων των απαίδευτων σε άλλες προσεγγίσεις, ενοχλούμαι όχι με τους εξαθλιωμένους και εγκαταλελειμμένους στη δεισιδαιμονία και τη μυθολογική τους ερμηνεία, αλλά με εκείνους που τους κλειδώνουν στο μεσαιωνικό ντουλάπι της αμορφωσιάς. Σαφώς είναι πιο σκληρό να αποδεχόμαστε ότι δεν υπάρχει άλλη ζωή, ότι όλα χάνονται και μόνο στα χέρια μας και της κοινωνία μπορούμε να ελπίζουμε και να στηριζόμαστε.
Ο θεός φαίνεται αθάνατος, διότι η νεύρωση που οδηγεί στη σφυρηλάτηση των θεών προκύπτει από τη συνήθη κίνηση των ψυχισμών και των ασυνειδήτων. Η δημιουργία του θείου συνυπάρχει με το αίσθημα αγωνίας μπροστά στο κενό μιας ζωής που σταματά. Ο θεός γεννιέται από τις νεκρικές ακαμψίες των μελών της φυλής. Στα θέαμα του νεκρού σώματος, τα όνειρα και τα φούμαρα με τα οποία τρέφονται, οι θεοί αποκτούν ολοένα και περισσότερη υπόσταση.
                                                                                                                                                                 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου