Σελίδες

Σάββατο 30 Ιουλίου 2011

Η μηχανή του και τίποτα άλλο

Η μηχανή του και τίποτα άλλο. Από τότε που την αγόρασε –οικοδομή δούλευε τα καλοκαίρια, «ιδιαίτερα» σε κακομαθημένα παιδάκια τους χειμώνες, είχε αποκτήσει το βλέμμα του Βούδα. Μαλάκα τον έλεγες, τη μηχανή κοίταζε, αν είναι σωστά στημένη, μην την έχεσε κανένα περιστέρι και τα τέτοια. Ξεκόλλα ρε, περιοδικά για μοτοσικλέτες αυτός –αν βγήκε η καινούργια εξάτμιση, να τσιμπήσει κανένα χιλιομετράκι έξτρα.
3.000 ΧΛΜ ΑΠΟ ΒΛΑΔΙΒΟΣΤΟΚ (ΚΙ ΑΚΟΜΑ ΠΑΕΙ)
Super Blackbird μάγκα μου. Το μαχητικό. Το κτήνος. Η πρώτη μηχανή που βγάζει πάνω από 300 χλμ/ώρα. Μετά ήρθαν όλες οι άλλες. Και είναι και κούκλα. Να την πάρεις και να πεταχτείς για πλάκα στη Γερμανία. Να τη στρώσεις σε δρόμους 6 λωρίδων. Άσε μας ρε φιλαράκο. Ποιος έχει όρεξη να πάει Γερμανία; Το μόνο που αξίζει εκεί είναι οι Γερμανίδες –κι αυτές έρχονται τα καλοκαίρια στα νησιά. Ε, καλά, πήγαινε Ιταλία. Ελβετία. Τσεχοσλοβακία. Άκρη δεν έβγαζες με τον άνθρωπο.
Δούλευε σε μια εταιρεία πια, είχε τελειώσει τη Σχολή, είχε κάνει και το Στρατιωτικό με τη Blackbird δίπλα στη σκοπιά –μια φορά κόντεψε να σακατέψει το περίπολο γιατί τους πέρασε για κλέφτες, έτσι που πλησίαζαν αργά μέσα στη νύχτα για να του κάνουν την καθιερωμένη πλάκα. Είδαν κι έπαθαν ο λοχίας με τον δόκιμο να τον πείσουν να μην απασφαλίσει το G3. Τέτοιο κόλλημα ο άνθρωπος.
Αλλά έτσι ήταν από τότε που την πήρε. Έβγαλε τη σέλα και έβαλε μονόσελο. Δεν γούσταρε περιττά στη μηχανή. Ευτυχώς που τα φλας ήταν ενσωματωμένα στους καθρέφτες, αλλιώς θα τους πέταγε κι αυτούς. Την έστρωσε σε μια βδομάδα –το πρωί καφέ κάτω από τον Λευκό Πύργο, το βράδυ σουβλάκι στα Ψηλά Αλώνια. Φοβήθηκαν οι γονείς του πως θα το χάσουν το παιδί. Σα σκιάχτρο είχε καταντήσει, με τη δερμάτινη φόρμα, το σημάδι του κράνους γύρω από τα μάτια και ένα μόνιμο τρέμουλο στο δεξί χέρι από το γκάζι. Μέχρι που την έστρωσε, έκανε και το πρώτο σέρβις, η μηχανή ρονταρίστηκε –μαζί κι αυτός.
Είχε περιόδους που γινόταν κανονικός άνθρωπος. Εξεταστική, «ιδιαίτερα», μπαρότσαρκα, νησάκι το καλοκαίρι –τέτοια πράγματα. Αλλά όταν τον καβαλούσε ο διάβολος μόνο η μηχανή μπορούσε να τον φέρει στα ίσια του. Την έπαιρνε και χάνονταν παρέα. Μόνοι τους ή μόνος του –όπως το δει κανείς.
Στις περιόδους που ήταν κανονικός, βολευόταν και με καμιά γυναίκα. Δεν ήταν αυτό που λένε «παιδαράς» ή «γκόμενος» αλλά, όσο να πεις, μια γοητεία την έβγαζε. Μάλλον λόγω μηχανής. Όχι ότι τη μόστραρε και έπεφταν οι γυναίκες –αυτές άλλωστε, πάντα προτιμούσαν ένα ξεγυρισμένο, αεροδυναμικό, ενίοτε κάμπριο ή έστω τζιποειδές φερετράκι. Απλά, εκεί που μίλαγε με την κοπέλα έτρωγε φλας. Τον έπιανε ένας σκεπτικισμός, μια ανησυχία –συννέφιαζε απροειδοποίητα. Η κοπέλα αυτό το έτρωγε ως «ο σκεπτόμενος του Ροντέν». Και το θαύμαζε το παλικάρι –που ήταν μυστήριο και ανεξιχνίαστο. Σκατά με τη ρίγανη –αυτό που συνέβαινε ήταν οτι έτρωγε κόλλημα ο τύπος. Έβαλα το κρυπτονάιτ; Μήπως πρέπει να την ανεβάσω στο πεζοδρόμιο –μη μου τη χτυπήσει κανένα σκουπιδιάρικο; Λες να έπιασε καμιά βροχή, να την πάω καλύτερα κάτω από το υπόστεγο; Και έψαχνε τρόπο να πεταχτεί μέχρι έξω –μια κατάσταση σα να έχεις φάει χαλασμένο σαλάμι και να μην ξέρεις κατά που πέφτει η τουαλέτα. Τέτοια πράγματα.
Όσες γυναίκες έκαναν σχέση μαζί του βαριόντουσαν γρήγορα. Δεν ήταν κατάσταση –ο γκόμενός σου να έχει μηχανή κι εσύ να τη βλέπεις μόνο από το παράθυρο του λεωφορείου. Τη σέλα την κανονική δεν την έβαζε σχεδόν ποτέ. Μόνο τα καλοκαίρια, αν κανονιζόταν να πάνε ζευγαράκι σε κανένα νησί. Αλλά και τότε της έβγαζε την Παναγία της άλλης. Βαλίτσες δεν είχε η μηχανή, ζεμένη σα γαϊδούρι η κοπέλα με τα σακίδια, σε χώμα δεν κατέβαινε η μηχανή, μην πεταχτεί κανένα πετραδάκι και χαράξει το φέρινγκ. Με το πόδι πήγαιναν σαν τα μουλάρια στις καλές παραλίες.
Άσε το χάσιμο. Δεν είμαι καλά, έλεγε και η εκάστοτε γκόμενά του ήξερε πως έπαιρνε άδεια μετά δημοσίων θεαμάτων, από τη σημαία. Γκρέμιζε τη ντουλάπα μέχρι να βρει τις φόρμες του, ανέβαινε στη μηχανή και χανόταν. Νύχτα ήταν, μέρα ήταν, χιόνι έριχνε, βροχή έπεφτε –αυτός το χαβά του. Γύριζε μετά από κάποιες μέρες, άλλοτε δυο, άλλοτε βδομάδα, μια φορά χάθηκε μισό μήνα -κουβαλώντας σουβενίρ από το πουθενά. Πότε ένα άρωμα γαλλικό, πότε «το παιδάκι που κατουράει» των Βρυξελών, πότε ονειροπαγίδες από το Άμστερνταμ –για σένα, για συγνώμη μωρέ. Όσο άντεχαν οι γυναίκες. Μόνο κάποια φορά που γύρισε σπίτι, βρήκε την τότε του, Λίτσα τη λέγανε, να πηδιέται με το Φανούρη τον συνεργειά. Αλλά δεν κόλλησε το παλικάρι. Ίσα κιόλας που έπιασε το Φανούρη και τον έστρωσε στις ερωτήσεις γιατί καθώς γύριζε από Βουκουρέστι άκουγε ένα θόρυβο πάνω από τις 5.000 στροφές –καδένα να ήταν ή στρόφαλα; Πίνανε καφεδάκι με το Φανούρη που είχε κλάσει μέντες και τη Λίτσα ούτε να τη φτύσουν. Αυτός δηλαδή, γιατί ο Φανούρης μπορεί να ήταν αστέρι στις ρυθμίσεις των καρμπυρατέρ αλλά τα δικά του τα μπεκ ήταν αρρύθμιστα –την άφησε έγκυο λοιπόν τη Λίτσα και την παντρεύτηκε πάραυτα.
7.000 ΧΛΜ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΛΑΟ (ΚΙ ΑΚΟΜΑ ΠΑΕΙ)
Μέχρι που γνώρισε την Ελένη, ο δικός μας. Τώρα, άμα λες για Ελένη χρειάζεται προσοχή. Γιατί ήταν μυστήριο τρένο η κυρία. Έτσι ακριβώς –και τρένο και κυρία. Κατ’ αρχάς ήταν γυναικάρα. Extra large, με τα έτσι της, με τα αλλιώς της, αλλά … φάτε μάτια, ψάρια. Μπόλικοι την είχαν κάνει την απεγνωσμένη προσπάθεια, αλλά η Ελένη τους έβαζε στον πάγο. Καλή, αστεία, ξηγημένη, γερό ποτήρι, είχε διαβάσει και 10 βιβλία, μορφωμένη σα να λέμε, αλλά μέχρι εκεί. Αρκούσε να σκεφτείς το παραπέρα για να προστεθείς στη συλλογή κοκαλωμένων αντρών που διατηρούσε η Ελένη στο ψυγείο της. Κάποιοι λέγανε πως είχε έναν γκόμενο η Ελένη, αλλά κανείς δεν τον θυμόταν καλά –οι λεπτομέρειες της σχέσης χάνονταν στο μύθο. Πάντως μυξοπάρθενη δεν ήταν. Απλά δύσκολη. Έως και αδύνατη. Απροσπέλαστη ρε παιδί μου, πως το λέτε εσείς οι Ευρωπαίοι.
Όταν είδε για πρώτη φορά την Ελένη έπαθε εγκεφαλικό. Έμεινε με το σαγόνι κρεμασμένο (του το μάζεψαν οι διπλανοί του στην καφετέρια –μη γεμίσει ο τόπος σάλια) και με τον φραπέ μετέωρο. Όταν τον συνέφεραν, με τα χίλια ζόρια, προσπάθησε να κατανικήσει το τικ στο δεξί μάτι και σηκώθηκε να της μιλήσει. Ευτυχώς τον βούτηξε η παρέα του και τον ξανακάθησε κάτω, ανάμεσα σε μπουφάν, κράνη και γάντια. Ρε μαλάκα, του είπαν, ξέρεις ποια είναι αυτή; Δεν ήξερε (ο μαλάκας). Μέχρι που του εξήγησαν. Ρε, αυτή που βλέπεις έχει ρίξει χυλόπιτα στο Γιάννη το Dj και ακόμα δεν έχει συνέλθει το παιδάκι. Άφησε τα κλαμπάκια και βάζει μουσική σε γάμους και βαφτίσεις τώρα. Αμ, το άλλο; Που της την έπεσε ο Κώστας ο Χαρλεάς και πήγε να της κάνει φιγούρα και σαβουρντιάστηκε με τη Fat Boy -2 τόνοι μηχανή κι ακόμα στο γύψο είναι; Άσε το τρίτο … Αλλά δεν άκουγε πια αυτός. Είχε φορέσει κράνος, γάντια και ήταν ήδη στο δρόμο για Σερβία. Μέχρι Λουξεμβούργο έφτασε για να σκεφτεί, είπαν κάποιοι. Έτσι ήταν αυτός, το μυαλό του δούλευε μόνο στις ψηλές στροφές –εκεί που ακούγονταν και οι περίεργοι θόρυβοι.
Γύρισε μετά από μια βδομάδα γεμάτη –στην εταιρεία μόλις που τη γλίτωσε την απόλυση. Ότι κι αν είχε σκεφτεί το είχε πάρει ο αέρας των Εθνικών οδών. Πήγε κατευθείαν στο μπαράκι της γειτονιάς. Να κατεβάσει τίποτα ποτά, γιατί από την υπερένταση έτρεμε σαν χειριστής κομπρεσέρ. Βολεύτηκε στη μπάρα, κατέβασε δυο στα γρήγορα και συνειδητοποίησε πως άρχιζε πλέον να ελέγχει την κυκλοφορία του αίματος στα δάχτυλα των ποδιών του. Τότε ήταν που τον πρόσεξε η Ελένη. Ποιος διάολος την έφερε μόνη στο μπαρ, εκείνο το βράδυ –μυστήριο. Τι βρήκε σε ένα βρωμερό μαντράχαλο, με τα μαλλιά όρθια από το κράνος και το πρόσωπο δίχρωμο –άβυσσος η ψυχή της γυναίκας, που λέει και το Ευαγγέλιο. Πάντως, αυτή του μίλησε πρώτη, αυτός απάντησε μετά από ένα τέταρτο, γιατί στην αρχή γλώσσευε τη μπέρδα του και το πρωί τους βρήκε λιώμα, να χαζεύουν την ανατολή ανάμεσα στις απλωμένες μπουγάδες των πολυκατοικιών.
Από τότε κόλλησαν. Αυτός δεν είχε μάτια για άλλη και η Ελένη στα γνωστά. Όλοι στον πάγο, εκτός από αυτόν. Μέχρι το μονόσελο έβγαλε ο δικός σου, έβαλε και βαλίτσα στη Blackbird, μια συμπαθητική που έβγαινε εύκολα –κάθε απόγευμα ντυνόταν γαμπρός και περίμενε την Ελένη έξω από τη δουλειά, να πάνε σινεμαδάκι, ταβερνίτσα, μπαράκι και σπιτάκι μετά. Μέσα στα μέλια και τα σιρόπια, μέσα στα υποκοριστικά, η Ελένη η θεά του Πάγου κι αυτός, ο γητευτής των αλόγων (της Blackbird). Σίχαμα σκέτο, με άλλα λόγια.
Τρία χρόνια πέρασαν και τα θηρία έγιναν άνθρωποι. Από τον δεύτερο κιόλας χρόνο ζούσαν μαζί, νοίκιασαν ένα δυάρι στο κέντρο και έκαναν και μαζώξεις της παρέας και πάρτυ γιορτές-γενέθλια. Πήγαιναν διακοπές, αγόραζαν έπιπλα, όλα καλά. Ο κύριος Χαρούμενος και η κυρία Ευτυχισμένη. Κι αυτός είχε χάσει τη μυστηριώδη γοητεία του, δεν πεταγόταν κάθε τρεις και λίγο να δει αν είναι στη θέση της η μηχανή –της έβαλε έναν συναγερμό και ησύχασε. Και τις εξαφανίσεις τις έκοψε. Σχεδόν δηλαδή. Εντάξει, δεν άρπαζε τον εξοπλισμό και «μην τον είδατε», αλλά δυο –τρεις φορές φόρτωσε την Ελένη στη μηχανή (αφού την έντυσε στα δερμάτινα για να αντέξει) και όργωσαν τις Παραδουνάβιες. Μέχρι που άρπαξε ένα κρύωμα η Ελένη, παρά λίγο να της γυρίσει σε πνευμονία και το κόψανε το άθλημα ολοσχερώς.
Στην παρέα ήταν άλλος άνθρωπος πλέον. Φιλικός, ευγενικός, με ενδιαφέρον, ανυπόκριτο για τον συνάνθρωπο –ο παλιός Βούδας που τον ρωτούσες τι ώρα είναι και σου απαντούσε «ώρα να πάρω τα καινούργια πλαστικά από την Αντιπροσωπεία» είχε πεθάνει. Εντελώς; Αυτό έψαχναν οι φίλοι. Δεν σου λείπουν τα ταξίδια; Μπα, κάνω με την Ελένη. Τη μηχανή την πήγες για σέρβις; Δε θυμάμαι πότε είναι τα χιλιόμετρά της –πρέπει να δω σπίτι που τα έχω σημειωμένα. Πάμε καμιά κόντρα στη Βούτα; Τέτοια ώρα δε γίνεται. Με περιμένει η Ελένη στο σπίτι. Να το κανονίσουμε για άλλη φορά. Και δεν σου λείπει ρε μαλάκα; Η Ελένη -ναι πολύ. Εντελώς.
Μέχρι που έφτασαν να διαλέγουν προσκλητήρια γάμου. Δεν το είπε η Ελένη –αυτός της το πρότεινε, σε κυριλέ εστιατόριο, με κεριά, μουσική και όλα τα ροκφόρ. Και η Ελένη δέχτηκε συγκινημένη. Τους έπιασε και μια βροχή στο γυρισμό –κώλος έγιναν τα καλά τους ρούχα που τα είχαν φορέσει για την περίσταση. Κατά τα λοιπά, μια χαρά –του έκαναν και αύξηση στη δουλειά, τον συνεχάρει προσωπικώς ο Γενικός Διευθυντής γιατί είχε βγάλει τα μάτια του σε ένα project που έφερε αύξηση πωλήσεων στην εταιρεία και κρίση άσθματος σε αυτόν, όλα πήγαιναν δεξιά. Ή αριστέρα αν προτιμάς (ανάλογα με τις πολιτικές πεποιθήσεις). Ο γάμος έγινε σε ρομαντικό εκκλησάκι στην Πεντέλη. Ο γαμπρός, ένας κούκλος (σύμφωνα με τα πεθερικά) σα ροφός με γραβάτα (κατά την άποψη της παρέας) ήρθε φυσικά με τη Blackbird. Η νύφη ήρθε με κάμπριο και έφυγαν μετά τη σεμνή τελετή για ταξίδι στη Σαντορίνη. Άνευ Blackbird.
30 ΧΛΜ ΠΡΙΝ ΜΗΔΕΝΙΣΕΙ ΤΟ ΚΟΝΤΕΡ (ΚΑΙ ΠΑΕΙ)
Ο γάμος είναι μια προκαθορισμένη διαδρομή. Πριν αδειάσεις τις βαλίτσες από τα μέλια, έχει στενέψει το σπίτι από τα δώρα. Πριν μετακομίσεις σε μεγαλύτερο χώρο, έχεις πάρει στεγαστικό δάνειο. Και πριν ξεκλειδώσεις τη μηχανή, έχεις ήδη μελετήσει προσπέκτους οικογενειακών αυτοκινήτων. Σιγά μη γλίτωνε αυτός και η Ελένη.
Ο επόμενος χρόνος τους πέτυχε στο τρέξιμο. Η Ελένη χτύπαγε υπερωρίες για την αλλαγή επίπλωσης κι αυτός έτρεχε στους μεσίτες. Όλα γίνονταν με την πρέπουσα διαδικασία. Σπίτια εξετάστηκαν, διαμερίσματα ξεψαχνίστηκαν, συνεργεία οικοδομών παρακολουθήθηκαν διεξοδικά και το νέο σπίτι ήρθε μυρίζοντας μπογιά. Κουζίνες αντικατέστησαν κουζίνες, Ψυγεία ήρθαν να πάρουν τη θέση των ψυγείων, οι καναπέδες αύξησαν τη χωρητικότητά τους –όλα προδιαγεγραμμένα. Μόνο η εγκυμοσύνη της Ελένης ήταν κάπως ξαφνική, αλλά δε βαριέσαι … Όλα μέσα στο πρόγραμμα είναι –τι τώρα τι μετά.
Ήταν τόσο ευτυχισμένοι όσο έπρεπε να είναι. Το παιδικό δωμάτιο του σπιτιού γέμισε κούνιες και αρκουδάκια. Την καφετέρια την έκοψε. Οι φίλοι έρχονταν στο σπίτι-σπιταρόνα για ουζάκι με ορεκτικά. Η Blackbird λιαζόταν δίπλα στην καγκελόπορτα άπλυτη. Ρε μαλάκα, η αλυσίδα σου κοντεύει να γλύψει την άσφαλτο. Ναι, εντάξει, θα τη μαζέψω. Την αλυσίδα. Ποια αλυσίδα;
Το αυτοκίνητο, της το έκανε έκπληξη. Είχε πάει για υπέρηχο και αυτός την περίμενε από κάτω. Με το οικογενειακό. Με τους μεγάλους αποθηκευτικούς χώρους. Για το καρότσι του μωρού. Για το καρεκλάκι. Δάκρυσε η Ελένη. Από καιρό ήθελε να του πει πως δεν βόλευε η μηχανή αλλά δεν έβγαζε κουβέντα. Δεν ήθελε να του τη σπάσει. Μια αγάπη είχε κι αυτός –εκτός από εκείνη. Αλλά την έτρωγε η αγωνία την Ελένη. Πως θα μετακινούνταν με το μωρό και τη μηχανή; Κι αν γινόταν κανένα ατύχημα; Το σκεφτόταν κι αυτός σοβαρά. Δεν ήταν ρεμάλι πια. Είχε οικογένεια –κανονική. Με τη μηχανή δεν θέλει πολύ. Σε στριμώχνει ο μαλάκας με το τριαξονικό και βλέπεις τη ζωή από το αναπηρικό καροτσάκι. Δεν ήταν για τέτοια πια. Είχε υποχρεώσεις –κανονικές.
Τη μέρα της γέννας έγινε λιώμα στην καφετέρια του μαιευτηρίου –από κονιάκ. Όταν είδε τον γιο του, κόλλησε. Έφταιγε και το ποτό. Όλα πήγαν κατ’ ευχήν, είχαμε μια πολύ καλή γέννα, η μητέρα αναπαύεται τώρα. Μπορείτε να την δείτε, αλλά για λίγο. Και τον γιό σας από το τζαμάκι. Θα σας τον φέρουμε αργότερα. Βρωμούσε η ανάσα κονιάκ όταν ακούμπησε το κεφάλι του δίπλα στης Ελένης. Και ο κόσμος δεν ήταν αρκετός για να τους χωρέσει. Αυτόν, τη γυναίκα του, το γιό τους, το σοκ του. Έφυγε από την κλινική αφού σήκωσε στην αγκαλιά του τον μικρό. Τόσος δα ήταν. Ένα σκατούλι. Και τον κοίταζε. Ο μικρός. Δεν μπορούν να εστιάσουν καλά τον πρώτο μήνα –του είπε κάποιος εξυπνάκιας συγγενής. Ρε δε γαμιέσαι; Με κοιτάζει. Με ξέρει. Με καταλαβαίνει σου λέω. Όλα τα καταλαβαίνει αυτός. Ο μικρός. Ο μικρός αυτός.
Το βράδυ κάλεσε έκτακτη συνεδρίαση της παρέας. Σε ταβέρνα. Έφαγαν σαν βόδια, ήπιαν σαν φίδια. Σηκώθηκε στο τέλος, χόρεψε κι ένα ζεϊμπέκικο, χώμα από το βαρελίσιο –πέταξε και το τραπεζομάντηλο, πιάτα, ποτήρια, κεφτέδες και ντομάτες στο τσιμέντο. Τον τράβηξαν οι άλλοι γιατί το μάτι του γυάλιζε. Αλλά γυάλιζε και το μάτι του ταβερνιάρη –πάμε ρε μαλάκα, το γαμήσαμε και ψόφησε πάλι. Τον πήγαν συνοδεία μέχρι το σπίτι. Σε σειρά, εφτά μηχανές με τα προβόλια ανοιχτά και τα γάντια κολλημένα στην κόρνα. Ξύπνησαν οι γειτονιές, αλλά χαλάλι του. Σήμερα έγινε πατέρας. Οι υπόλοιποι τον άφησαν έξω από την καγκελόπορτα. Δεν σκέφτηκαν να τον περιμένουν μέχρι να μπει μέσα. Γιατί να το σκεφτούν; Το πολύ να ξέρναγε στον κήπο. Είμαστε για τέτοια τώρα;
Έμεινε μόνος με τη Blackbird. Τη χάζευε, μαύρη και βρώμικη. Τον χάζευε κι αυτή. Γελάνε οι μηχανές; Κοροϊδεύουν; Κάνουν καζούρα; Ποιος να ξέρει. Αυτός πάντως δεν χρειαζόταν πια το κράνος. Το πέταξε στην πρασιά με τις νεραντζιές. Τα γάντια τα κράτησε.
Κατέβηκε το πεζοδρόμιο στην πίσω ρόδα, όπως πρέπει να κατεβαίνεται το πεζοδρόμιο. Στα στενά πρόσεχε και σκεφτόταν. Αλλά στην παραλιακή την άνοιξε τέρμα. Ταχύτητες άλλαζε λίγο πριν μπει ο κόφτης. Τα έπιανε ακόμα τα 300 η Blackbird. Κι ας είχε χαρβαλέψει με τα χρόνια. Το πρόσωπό του έγινε σαν καρτούν -χαλκομανία από με τον κόντρα άνεμο. Το μυαλό του πήρε αέρα. Τι να σου κάνει και το φέρινγκ; Κολλημένος στο ρεζερβουάρ και οι ταχύτητες καρφωτές. Οι διαχωριστικές λωρίδες της ασφάλτου έφευγαν δεξιά του. Ήξερε το δρόμο, είχε τα σημάδια του, κλειστή δεξιά, τέρμα γκάζι, τα φρένα τσιμπημένα στην έξοδο, το μοτέρ της Blackbird έβηχε ακατάπαυστα –να ξεμπουκώσει. Η κίνηση λιγόστευε, όταν έφτασε στον Κρεμαστό Λαγό ήταν πιο μόνος και από την καλοσύνη.
Στο τελείωμα του δρόμου δεν έκοψε. Περίεργο γιατί πάντα φοβόταν τα χαλίκια από τους χωματόδρομους. Μην του χαράξουν το φέρινγκ. Για τέτοια είμαστε τώρα; Ούτε εκεί που άρχιζε ο γκρεμός έκοψε. Μόνο που κοκάλωσε το πίσω φρένο, άφησε τη μηχανή να παντηλικώσει και βούτηξε στο πλάι, σαν κολυμβητής σε πισίνα. Έκανε ακόμα βαρελάκια όταν η Blackbird κουτρουβάλησε στο γκρεμό. Μάλλον με τις πάντες έπεσε αλλά δεν ήταν και σίγουρος ότι το είδε καλά. Ήταν κι αυτά τα γαϊδουράγκαθα που τον βρήκαν κατάφατσα. Πάντως την κατρακύλα την άκουσε. Το σύρσιμο στις πέτρες, το μαλακό γλύστριμα του ελαστικού στα χώματα. Φλόγες, εκρήξεις και καπνούς δεν έβγαλε η Blackbird. Άκαπνη πήγε, σεμνή σαν Αρσακειάδα. Σηκώθηκε και τίναξε τι σκόνη από τα ρούχα του. Καλά που δεν πάθαμε και τίποτα χειρότερο.
Το ξημέρωμα τον βρήκε να επιστρέφει με τα πόδια στο σπίτι. Ένιωθε ένα τσούξιμο στον αγκώνα και το αριστερό του γόνατο έκαιγε του κερατά. Ταξί δεν ήθελε να πάρει. Ίδρωνε σαν το γουρούνι, το στόμα στεγνό, στο κεφάλι του έκαναν πάρτυ οι 7 νάνοι –η Χιονάτη μόνο έλειπε. Καλά που δεν πάθαμε και τίποτα χειρότερο. Δεν κούτσαινε αλλά περπατούσε, δεν ζαλιζόταν, αλλά περπατούσε –παραμερίζοντας τα χαλίκια με τη μύτη της μπότας του. Οι 7 νάνοι είχαν αφήσει τον ίδιο δίσκο εδώ και ώρα –«κάθε άντρας σκοτώνει αυτό που αγαπάει» μουρμούριζε η φωνή στα γερμανικά. Γερμανικά δεν ήξερε αλλά τους στίχους τους καταλάβαινε. «Κάθε άντρας σκοτώνει αυτό που αγαπάει». Έτσι κι αυτός. Άντρας. Σκοτώνει. Αυτό. Ποιο αυτό; Τη Blackbird ή την Ελένη; Δε μας χέζεις ρε φροϊλάιν;
Συνέχισε να περπατάει.

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2011

Οι πρώην καπνιστές και οι πρώην αριστεροί

http://vasiliskos2.blogspot.com/2011/07/blog-post_8559.html                                                   Υπάρχουν δυο κατηγορίες "πρώην" στις οποίες ανήκει ένα σεβαστό μέρος του πληθυσμού.

Οι πρώην καπνιστές

και οι πρώην  αριστεροί που εγκατέλειψαν τις παράγκες...

Το πρόβλημα είναι πως στη πρώτη κατηγορία οι ανήκοντες, αποχωρώντας όντως βρήκαν την υγειά τους και όχι μόνο,  δεν ένοιωσαν καμιά ανάγκη να εξαρτηθούν από κάτι άλλο γιατί η αποχώρησή τους πρώτα από όλα ήταν μια επιλογή του να μην έχουν να κάνουν πλέον με κάτι που είχαν αποφασίσει πως είναι άχρηστο και επικίνδυνο και το καταδίκασαν ρητά.


Στη δεύτερη περίπτωση τα πράγματα είναι λιγάκι πιο πολύπλοκα... , ο ανένταχτος πλέον πρώην αριστερός δεν έχει αποφασίσει πως οι ιδέες που πίστευε είναι δηλητηριώδεις και καταδικασμένες, αλλά δεν αντέχει άλλο τους ανόητους που τις διαχειρίζονται. Στην ουσία δεν καταδικάζει το τσιγάρο του, απλά κάποια στιγμή συνειδητοποιεί πως του το πλασσάρουν σκάρτο και νοθευμένο. Η για να το πάμε ακόμα πιο πέρα ανακαλύπτει πως οι εποχές ίσως χρειάζονται κι ένα νέο είδος καπνού.


Κόβοντας λοιπόν τη βλαβερή συνήθεια να είναι ένα κουφό και πειθήνιο κομματόσκυλο, βρίσκεται  αντιμέτωπος με δυο εχθρικά στρατόπεδα. Ενα είναι οι πρώην σύντροφοι, οι οποίοι με την αποχώρησή του τον βάζουν κατ΄ευθεία στη λίστα των αντιπάλων  και δεν θέλουν σκοτίζονται και ιδιαίτερα να καταλάβουν γιατί ο μέχρι πρότινος σύντροφος έφυγε και παραμένουν προσκολλημένοι σε όλα εκείνα που τον απώθησαν και το άλλο φυσικά είναι οι αντίπαλοι πολιτικοί χώροι στους οποίους ποτέ δεν ανήκε και ουτε θέλει να ανήκει γιατί δεν μοιράζεται τις ιδέες τους. Εννοείται πως στη κατηγορία των πρώην που αναφέρω σε αυτό το κείμενο δεν συμπεριλαμβάνονται οι πρώην αριστεροί οι οποίοι απλά βολεύτηκαν κάπου και ονόμσαν τις ιδέες τους νεανικές ανοησίες.


Στην ουσία ο ανυπότακτος αριστερός, είναι ένα παιδί που έφυγε από το σπίτι του γιατί αυτό το σπίτι δεν ανταποκρινόταν πλέον στις προσδοκίες του και στα όσα είχε ονειρευτεί να φτιάξει με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Ενα σπίτι όπου έχει καταληφθεί από δικτατορίσκους με αραχνιασμένες ιδέες και οράματα και έχει πάρει περισσότερο τη μορφή ενορίας όπου οι περισσότεροι θεωρούν σαν υποχρέωση να πηγαίνουν στην εκκλησία. Κανείς δεν αμφισβητεί τα δόγματά της, μπαίνουν οι πιστοί ανάβουν ένα κερί και λένε απέξω κι ανακατωτά τα ευαγγέλια λαμβάνοντας το ικανοποιητικό χαμόγελο του ιεράρχη που αγκαλιάζει περήφανα το ποίμνιό του (και που φυσικά θεωρεί πως του ανήκει)



Οι άστεγοι αριστεροί είναι ένα μεγάλο κομμάτι των συνειδητοποιημένων πολιτών. Και μάλιστα ένα πολύ ιδιαίτερο κομμάτι γιατί συνήθως στους κόλπους τους υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι ιδιαίτερα χαρισματικοί, υψηλής μόρφωσης, με πάθος και όνειρα, οι οποίοιι έχουν βγει καθαροί από βρώμικα πολιτικά παιχνίδια και έχουν ιδιαίτερη αίσθηση της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Είναι δημοκράτες, προοδευτικοί που αντιτάσσονται στο φασισμό κάθε μορφής και δεν είναι βολεμένοι. Δηλαδή υπάρχει μέσα σε αυτούς τους άστεγους μια φλόγα που επιμένει να κρατιέται ζωντανή. Και μια πολιτική ωριμότητα που αναπτύσσεται μέσα από αυτό το συναίσθημα ελευθερίας της σκέψης.


Επί πλέουν τέτοιου είδους άνθρωποι δεν μπορούν ποτέ να καθησουν ήσυχοι. Γιατί αν η ησυχία και το βόλεμα ήταν η επιδίωξή τους και η οποιαδήποτε κομματική ομπρέλλα θα είχαν χωθεί κάπου και θα λουφάζανε όπως οι υπόλοιποι. Ομως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Μέσα στην άστεγη αριστερά υπάρχει όλη η αφρόκρεμα μιας επαναστατικότητας χαμένης από τα γερασμένα και κολλημένα μαγαζάκια. Ισως γι΄αυτό πολλοί από αυτούς κάνουν επιλογές που θεωρούνται αντιδραστικές και κατακρίνονται. Δοκιμάζουν χώρους που δεν θα έπρεπε να είναι, εγκρίνουν και απορρίπτουν κινήσεις, ιδέες και ανθρώπους ανεξάρτητα από κλισε ιδεολογικά και δημιουργούν αμνφιβολίες για την ειλικρίνεια των κινήσεών τους. Στα ελεύθερα πνεύματα υπάρχει ακόμα η αντίληψη πως ο κόσμος κιενίται και αλλάζει. Πως η ιστορία έχει μεταβολές που πρέπει κανείς να αντιλαμβάνεται και να ανασυντάσσεται για να τις κατανοήσει. Είναι άνθρωποι που δεν έχουν παραδώσει σε κανένα Πάπα το αλάθητο και έτοιμοι να μάθουν από τα λάθη και να προχωρήσουν στις επιταγές των καιρών.


Ενα μεγάλο ποσοστό από το κίνημα του "κανένα" είναι αυτά τα αδέσποτα αγρίμια. Μαζί με τους απολιτίκ που ψάχνουν τη ταυτότητά τους,  τους ιδεολογικά αντιπάλους συμπολίτες που μοιράζονται όμως τις επιπτώσης της επέλασης της μνημονιακής κυβέρνησης, τους παραδοσιακά δεξιούς ή κεντρώους ή τους εξωκοινοβουλευτικούς αριστερούς, με όλους έχουν το ελεύθερο να επικοινωνήσουν, να μιλήσουν να ψάξουν. Στην ουσία είναι οι τελευταίοι κρίκοι που μπορούν να συνδέσουν τα ασύνδετα γιατί εμπνέονται από την ουσία της διδασκαλίας και όχι από το γράμμα του δόγματος.


Η παραδοσιακή αριστερά και τα πιστά μέλη της  νοιώθουν ήσυχοι να θεωρούν αυτά τα αγρίμια αποδιοπομπαίους τράγους, να τους στολίζουν με κοσμητικα επίθετα που έχουν πλέον κουράσει τους πάντες και καταντάνε γραφικά, αλλά η αλήθεια είναι πως καθώς οι καιροί έχουν αλλάξει και γίνονται ασηλυπτες αλλαγές στο παγκόσμιο χάρτη και στα μυαλά των ανθρώπων, είμαι βέβαιη πως τα αδέσποτα αγρίμια διαφόρων πρώην γερασμένων παρατάξεων που τίποτα νέο δεν έχουν επιθυμία να προσφέρουν πλεον (από ότι βλέπουμε συνεχώς) θα βρουν ένα τρόπο να δημιουργήσουν το καινούριο που τελικά αποζητά η μεγάλη πλειοψηφία του κόμματος του κανένα που πλάκα πλάκα έχει φτάσει να είναι το μισό εκλογικό σώμα τουλάχιστον....


Με θλίψη βλέπω ανθρώπους ικανούς και ειλικρινείς που έχουν βράσει αυγό στη καρέκλα από τις  μελέτες και έχουν βγάλει κάλους τα πόδια τους να αγωνίζονται για κάτι που δεν πάει άλλο, πως μπορούν να αναλώνονται σε τόσες άσκοπες αναλύσεις για να αποδείξουν την ορθότητά τους, χωρίς να έχουν κάνει ένα βασικό ερώτημα μέσα τους, μακριά από το βλέμμα το Βούδα.... μήπως τελικά ο γάϊδαρος δεν πετάει?....

Τρίτη 26 Ιουλίου 2011

Μικροαστοί

Μικροαστοί θα σας φάνε τα παιδιά σας, θα σας φάνε ζωντανούς, κανίβαλοι, κανίβαλοι θα γίνουν.

Για το βλαδίμηρο οι μικροϊδιοκτήτες-μικροπαραγωγοί αναπαράγουν αδιάκοπα τον καπιταλισμό, βάσει της ακατανίκητης δύναμης της συνήθειας. Και η ρόζα –αν δε με απατά η μνήμη μου- παρομοίαζε τη μεσαία τάξη με κάποιον που ανεβαίνει σε μια πλαγιά, σέρνοντας έναν βράχο κι έχει την αυταπάτη ότι μπορεί να σταματήσει στα μισά της ανηφόρας και να παραμείνει εκεί σταθερός. Ώσπου τον παίρνει ο κατήφορος, τον τσακίζει ο βράχος της προλεταριοποίησης και καταλήγει στους πρόποδες της κοινωνικής πυραμίδας.

Κάποιοι άλλοι διαχωρίζουν την έννοια του μικρού αστού –δηλ του μικρού ιδιοκτήτη καπιταλιστή- από αυτήν του μικροαστού –ή τουλάχιστον δεν τις ταυτίζουν. Κι αν το ερμηνεύω σωστά, το κόμμα υιοθετεί εν μέρει αυτόν το διαχωρισμό και μιλά για μισθωτούς εργαζόμενους που παρουσιάζουν μικροαστικά χαρακτηριστικά βάση του εισοδήματος ή της θέσης τους στην παραγωγή –πχ στο αστικό κράτος, ή σε κάποιον ιδεολογικό μηχανισμό του.


Κρατήστε σφιχτά τον μικροαστισμό σας, όπως λέει κι ο τζωρτζ όργουελ στον τίτλο ενός μυθιστορήματός του, που όμως δε μιλούσε για το στάλιν και την εσσδ κι έτσι δεν έγινε ευρύτερα γνωστό.

Ποιοι είναι μικροαστοί όμως; Ποια είναι τα όρια της τάξης τους και της συνείδησής τους που αναγνωρίζει τον εχθρό στα μονοπώλια, αλλά ονειρεύεται να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη, με τη μαζοχιστική λογική ό,τι δε μπορείς να πολεμήσεις, αγάπησέ το; Και το κυριότερο, ποιος τους εκφράζει πολιτικά; Ας ξεκινήσουμε με αυτό το τελευταίο.

Στη σύγχρονη ελλάδα υπήρχαν πάντα πολυάριθμα μικροαστικά στρώματα, τα οποία καταλάμβαναν όλο το μήκος του πολιτικού φάσματος. Οι δεξιοί συντηρητικοί νοικοκυραίοι, που ακολουθούν το γνωστό τρίπτυχο και νοσταλγούν τα χρόνια που κοιμόντουσαν με ανοιχτά παράθυρα κι ο καρατζαφέρης ασχολούνταν ακόμα με το ροκ εν ρολ και τους προψυχεδελικούς μπητλς. Ο τελευταίος συνηθίζει μάλιστα να αποκαλεί τους ψιλικατζήδες -την έβγα και τη φάγε της γειτονιάς- εθνικό κορμό της χώρας.

Οι μη προνομιούχοι πασόκοι του ανδρέα. Κάποιοι από αυτούς απέκτησαν προνόμια –ρετιρέ και νέα τζάκια- και τώρα βλέπουν με θρήνο να σπάει το κοινωνικό συμβόλαιο της εξωνημένης συνείδησής τους και να μην παίρνουν καν τη ρήτρα. Η μικροαστική βάση κι ο λαϊκισμός σοσιαλιστικής απόχρωσης, ήταν τα δύο κύρια χαρακτηριστικά του φασισμού στον μεσοπόλεμο. Κάτι που έκανε τον ραφαηλίδη να μιλάει για τον ιδιότυπο πράσινο (σοσιαλ)φασισμό της εποχής του. Καληνύχτα κεμάλ, η χώρα αυτή ποτέ δε θα αλλάξει. Γιατί είναι γεμάτη πασόκους και μικροαστούς –φανερούς και καλυμμένους- που πίστεψαν στη γιαλαντζί αλλαγή, στη δεκαετία με τις βάτες.

Κι αν σε εθνική κλίμακα ο μικροαστός είναι δυνάμει η κοινωνική βάση του φασισμού, στο λαϊκό κίνημα έχει το ρόλο του αμφιταλαντευόμενου, ή της εργατικής αριστοκρατίας –αν μιλάμε για υψηλόμισθους μισθωτούς- κι η κατεξοχήν πολιτική του έκφραση είναι ο οπορτουνισμός. Κάθε αριστερή δύναμη θεωρεί τις άλλες οπορτουνιστικές και τον εαυτό της ως τη μόνη ορθόδοξη. Κι αν συνδέσει τη ρετσινιά του οπορτουνισμού με την ύπαρξη και δράση μικροαστών, έχει μια ακλόνητη υλιστική ερμηνεία για να τη στηρίξει. Πώς να μην είναι οπορτουνιστές οι τάδε αφού στο εσωτερικό τους ηγεμονεύουν οι μικροαστοί κι εκφράζουν τέτοια ταξικά συμφέροντα;

Λογική που μπορεί να βρει εφαρμογή ακόμα κι εντός του κόμματος, στο βαθμό που επιδρά ο οπορτουνισμός στις γραμμές του. Ο σύντροφος με το μουστάκι χαρακτήριζε ως μικροαστική παρέκκλιση την ενωμένη αντιπολίτευση και την τριανδρία τρότσκι-ζηνόβιεφ-κάμενεφ. Ο βλαδίμηρος θεωρούσε τους διανοούμενους επιρρεπείς στο μικροαστικό ατομισμό που αρνείται να μπει στα καλούπια του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και της εσωκομματικής πειθαρχίας. Κι όσοι έφευγαν από το κόμμα ως σκάρτα κι ύποπτα στοιχεία κι είχαν μικροαστική καταγωγή, αυτή ερμήνευε εκ των υστέρων το «χάλασμά» τους, που ήταν νομοτελειακά προδιαγεγραμμένο.

Αλλά ο ταξικός αναγωγισμός δεν είναι πάντα ο καλύτερος σύμβουλος. Θυμάμαι τα πρώτα χρόνια στην οργάνωση μια συζήτηση με έναν σύντροφο που του άρεσαν πολύ τα χριστούγεννα και τα έθιμα με την οικογένεια. Εγώ του ‘λεγα ότι αυτά είναι μικροαστικές ανοησίες κι αυτός μου απαντούσε με τετράγωνη λογική, ότι μικροαστοί είναι αυτοί που έχουν μικρή ιδιοκτησία. Πέρασαν λίγα χρόνια μέχρι να βγάλουμε συνεννόηση.

Ας το δούμε συγκεκριμένα, σε κάθε πολιτικό χώρο.
Ο συνασπισμός συσπειρώνει τη μικροαστική αριστερά του σαλονιού, αρκετούς διανοούμενους, εργατική αριστοκρατία, ευαίσθητους αριστερούς εύπορων προαστίων, τον αρτέμη από το αλαλούμ του χάρρυ κλυνν κι άλλες συναφείς περιπτώσεις. Οι ρεφορμιστικές αυταπάτες ήταν δεδομένες για έναν κόσμο που δεν είχε λόγο να αλλάξει ριζικά τη ζωή του, παρά μόνο σε μικρά κι επιμέρους, που μπορούσαν να αλλάξουν σταδιακά.

Ο αριστερισμός ήταν ανέκαθεν συνδεμένος με τη μικροαστική ανυπομονησία του «εδώ και τώρα», μια πιο ριζοσπαστική εκδοχή συνθημάτων του πασόκ, το οποίο απορρόφησε αρκετούς απογοητευμένους του χώρου που έγιναν ξαφνικά ρεαλιστές. Ο αριστερισμός φωλιάζει σε νεανικές φοιτητικές καρδιές, κλάδους του δημοσίου και στρώματα (γιατροί, μηχανικοί) που προλεταριοποιούνται ραγδαία, αλλά διατηρούν κάποια μικροαστικά χαρακτηριστικά -κι αίρουν διαλεκτικά το κλασικό δίλημμα στις τάξεις των σχημάτων της εαακ για τον ταξικό προσδιορισμό των αποφοίτων αυτών των σχολών.

Η αναρχία έχει κατεξοχήν μικροαστικό χαρακτήρα. Μόνο οι αναρχοσυνδικαλιστές κι εν μέρει η ακ έχουν κάποια σύνδεση με το εργατικό κίνημα. Αλλά η κλασική της εκδοχή εξακολουθεί να προβάλλει το ιδανικό των μικρών αυτοδιαχειριζόμενων κοινοτήτων που στηρίζονται στη μικρή παραγωγή κι ιδιοκτήσία. Επιπλέον. Το ιδανικό της κοινοβιακής ζωής σε καταλήψεις, ή της λεηλασίας που μπορεί να αντικαταστήσει την εργασία και να εξασφαλίσει τα ίδια αγαθά, γοητεύει μάλλον όσους έχουν λυμένο το βιοποριστικό τους πρόβλημα και δεν είναι αναγκασμένοι να δουλέψουν για να ζήσουν.

Κι είναι και το κόμμα, με την παρέμβασή του στους εβέδες, βιοτέχνες κι αγρότες κι όσα του προσάπτουν περί δεκέμβρη, νοικοκυραίων και πραγματικής εξέγερσης όπου δε θα σπάσει ούτε ένα τζάμι καταστήματος. Υπάρχει επίσης η κλασική κριτική για το στόχο στρατηγικό της λαϊκής εξουσίας-οικονομίας, ως μια στρογγυλεμένη –λέει- εκδοχή του σοσιαλισμού, χωρίς επανάσταση, για να μην τρομάξουν οι μικροαστοί σύμμαχοί του. Κάτι που δείχνει –υποτίθεται- την ιδεολογική τους ηγεμονία στα πλαίσια του λαϊκού μετώπου και τη διαβρωτική επίδραση που ασκούν στο εργατικό κίνημα.

Κι έτσι βλέπουμε το εξής οξύμωρο. Αυτοί που έλεγαν ότι η λαϊκή εξουσία δεν ξεφεύγει από τα όρια του καπιταλισμού, τώρα τη θεωρούν μαξιμαλιστικό στόχο, που δεν είναι άμεσα κατανοητός από τις μάζες. Κι αυτοί που απέρριπταν το λαϊκό μέτωπο με τους μικροαστούς από θέσεις ταξικής καθαρότητας, τώρα ανακαλύπτουν την αμερική σε ένα κείμενο του λένιν που λέει ότι στην επανάσταση θα συμμετέχουν κι οι μικροαστοί. Και ευτυχώς δηλαδή, γιατί αλλιώς θα έλειπαν πολλοί απ’ τους άμεσα ενδιαφερόμενους. Το ενιαίο μέτωπο –όπως και το αντικαπιταλιστικό εργατικό- αποκλείει τους μικροαστούς, αλλά απαρτίζεται εν πολλοίς από τέτοιους και βρίσκεται σε αναζήτηση εργατικής τάξης –για να μη μιλάει χωρίς αυτήν στο όνομά της.

Ο λένιν πάντως δε συμμετείχε σε ενότητα σούπα με όλους τους σοσιαλιστές στα σοβιέτ, αντιπαρέθετε διαλεκτικά το συνειδητό στο αυθόρμητο, διαπαιδαγωγούσε το τελευταίο με σκληρούς, πειθαρχημένους αγώνες, μέσα από τις ταξικές του οργανώσεις. Κ συμμάχησε υπό όρους εργατικής ηγεμονίας με τους εσέρους μικροαστούς που εκπροσωπούσαν το 80% της ρωσικής κοινωνίας. Υιοθέτησε το αγροτικό τους πρόγραμμά, καθιστώντας τους ευμενώς ουδέτερους προς την επανάσταση, αλλά γνώριζε ότι θα βρει μπροστά του αυτόν το συμβιβασμό τα επόμενα χρόνια (του πολεμικού κομμουνισμού και της νεπ για να το αντιμετωπίσουν οριστικά οι μπολσεβίκοι στην περίοδο της κολεκτιβοποίησης).

Αλλά τι να μας πει κι αυτός; Ένας μικροαστός δικηγορίσκος ήταν. Ύποπτο στοιχείο... 

Κυριακή 24 Ιουλίου 2011

ανεργος και ψυχολογια 2

Στη συνέχεια ακολουθεί η δεύτερη «αντίληψη» περί ανεργίας που είναι μια απάντηση στο προηγούμενο άρθρο. Δεν χρειάζεται να σημειώσω ή να σχολιάσω κάτι.

Την απάντηση στην πρώτη άποψη, τη δίνει εδώ μια ειδικός επί του θέματος, μια ΑΝΕΡΓΗ ΜΗΤΕΡΑ τριών παιδιών:


«NO JOB IS NOT A JOKE

Το έχει η μέρα σήμερα,τα νεύρα μου δεν είναι και στα καλύτερά τους, καιρό τώρα θα μου πεις, αλλά ξεφυτρώνουν και κάτι δημοσιεύματα δεξιά και αριστερά στο  διαδίκτυο που καταφέρνουν και μου τα κάνουν κορδέλες . Όλη μέρα σήμερα πέφτω  πάνω  σε δημοσιεύματα  που αναφέρονται  σε μια μικρή τοσοδούλα λέξη, ΑΝΕΡΓΙΑ.         

  Άρθρα  για ποσοστά, την αύξηση , τις συνέπειες  που  έχει στον κοινωνικό  ιστό ,στην κοινωνία , στην οικονομία , μπλα , μπλα, μπλα ,μπλα. Όλα καλά τα έχω ξαναδιαβάσει , τα  έχω   ξανακούσει, και  όσο και να  με  ενοχλεί  να  με αντιμετωπίζουν σαν  ένα ακόμη ποσοστό , μιας και αν δεν σας το έχω ξαναπεί η ανεργία είναι ο εφιάλτης που ζω ένα χρόνο κοντά , αυτό που δεν αντέχω με τίποτα είναι να   πέφτω πάνω σε άρθρα ψευτοψυχολογικού περιεχομένου που αφορούν το ίδιο θέμα.

 Ε, κάτι  τέτοια που  γράφονται  χωρίς κάποιον εμφανή λόγο παρά μόνο για το να  γεμίσουν   κάποια μπλόγκ είναι  το λιγότερο εμετικά , γιατί ειλικρινά το χειρότερο είναι πως είναι επικίνδυνα.................

Κυκλοφόρησε λοιπόν στο διαδίκτυο  το άρθρο με τίτλο    ''Πώς να ξεπεράσεις το ''στίγμα'' της ανεργίας''       Το διάβασα πριν ώρες αλλά ακόμη δεν μπορώ να το ξεχάσω.

Ένα τέτοιο άρθρο σου μένει αξέχαστο!

Και αλήθεια πως να μην μου μείνουν αξέχαστες όλες αυτές οι '' υπέροχες'' λύσεις που δίνει στο πως ......

1. '' Να μην βλέπεις τον εαυτό σου ως άνεργο. Θεώρησε ότι είσαι σε ένα μεταβατικό στάδιο  και αναζητάς κάτι που σου ταιριάζει καλύτερα.''.......
ΚΡΙΣΗ ΠΡΩΤΗ, νόμιζα πως έφταιγε ο καύσωνας, το  είχα διαβάσει αυτό ? 
Ωραία , είχα πια την απάντηση να δώσω στα παιδιά μου γιατί φύγαμε από 
το σπίτι μας, γιατί μένουμε φιλοξενούμενοι σε ξένο σπίτι, ήταν τόσο απλό.

-Παιδάκια μου είμαστε σε μεταβατικό στάδιο και ψάχνουμε το καλύτερο 
για  μας . Όχι , πως σας πέρασε από το μυαλό, η μαμά δεν είναι άνεργη, 
κάνει αλλαγή καριέρας.

2. ''Να χρησιμοποιείς τον χρόνο σου στρατηγικά''
ΚΡΙΣΗ ΔΕΥΤΕΡΗ, ο παραλογισμός συνεχιζόταν .Πρέπει να εκμεταλλευτώ τον ελεύθερο χρόνο να κάνω καινούρια πράγματα που όταν είχα δουλειά και λεφτά δεν έκανα, να μάθω μια νέα γλώσσα, Ισπανικά ωραία πάντα ήθελα να μάθω Ισπανικά , το ότι δεν έχω ένα ευρώ στην τσέπη ούτε για το λεωφορείο για να ψάξω για δουλειά δεν πιστεύω να είναι θέμα? Θα βρω να μου κάνουν τσάμπα και κατ οίκον, ε βέβαια αυτά γίνονται κάθε μέρα .

-Λοιπόν παιδάκια μου , δεν πειράζει που φέτος η μανούλα σας έκοψε από τα Αγγλικά σας, το γυμναστήριο, μην στεναχωριέστε βρε μόλις μεγαλώσετε και γίνεται άνεργοι θα μάθετε όσες ξένες γλώσσες θέλετε. Τώρα θα μάθει η μαμά Ισπανικά να '' πλουτήσει'' το βιογραφικό της........

Να ρωτήσω κάτι τον συγγραφέα του άρθρου ? Όταν βάλω σαν προσόν την τρίτη ξένη γλώσσα μπορώ να αφαιρέσω την ηλικία μου(γκουχ σαράντα γκουχ) και ότι έχω τρία παιδιά? Γιατί κάπου είχα την αυταπάτη πως αυτά τα δύο στοιχεία κάπου κολλούσαν τους  μελλοντικούς εργοδότες μου.
Εκεί που είχα μείνει μισολιπόθυμη , με το στόμα ανοιχτό και το μυαλό κουρκούτι ήρθε το τελικό χτύπημα .

3. ''Να μην δίνεις τροφή για σχόλια.''
ΚΡΙΣΗ ΤΡΙΤΗ. Αυτό ήταν αριστερό κροσέ, με άφησε αναίσθητη.
Δεν πρέπει να αφήνω την ανεργία μου να φαίνεται, να αποκτήσω επιτέλους ένα χόμπι, αμάν πια τόση μιζέρια, να πάω διακοπές. 
ΠΩΣ ΔΕΝ ΤΟ ΕΙΧΑ ΣΚΕΦΤΕΙ?? ΠΩΣ??? 

- Λοιπόν παιδάκια μου η μανούλα φεύγει, μην στεναχωριέστε που θα μείνετε μέσα στην κάψα του καλοκαιριού κλεισμένα μέσα στο σπίτι, που από μέρα σε μέρα μπορεί να κοπεί το ρεύμα , η γιαγιά θα σας φέρνει ένα πιάτο φαΐ όσο ακόμη παίρνει την σύνταξη, αλλά η μαμά θα πάει διακοπές γιατί πρέπει να δείξει σε όλους πως η ανεργία είναι βασικά καλοπέραση και πως αυτή δεν είναι χαζή να περνάει τον καιρό της δουλεύοντας όλη μέρα. Μα ναι , πως δεν είχα καταλάβει πόσο τυχερή είμαι !

Λοιπόν έχω μία ερώτηση ,

ΞΕΡΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΡΓΙΑ? 

Πέρα από στατιστικές και νούμερα , πέρα από  δημοσιεύματα τέτοιου τύπου αν κάποιος ξέρει τι είναι ανεργία είναι ένας άνεργος και όλοι όσοι εξαρτιούνται από αυτόν.

Ανεργία σημαίνει να γυρνάς με ένα βιογραφικό στο χέρι , να έχεις κάνει το βιογραφικό σου  φέιγ βολάν , να φοράς ένα χαμόγελο στα χείλια και να τρέχεις για μια δουλειά που δεν έρχεται ποτέ γιατί είσαι πολύ μεγάλος , πολύ μικρός , με παραπάνω προσόντα ,με λιγότερα προσόντα, έφτασες την λάθος στιγμή , πρέπει να είσαι λίγο πιο ψηλός , λίγο πιο κοντός , λίγο πιο καλοβαλμένος , λιγότερο καλοβαλμένος,πάντα υπάρχει αυτό το λίγο που είσαι παραπάνω ή παρακάτω.

Ανεργία σημαίνει να γυρνάς κάθε μέρα στο σπίτι και τρία ζευγάρια μάτια να σε κοιτούν περιμένοντας από εσένα την λήξη του κινδύνου την επαναφορά στην κανονική τους ζωή.

Ανεργία είναι σε λίγο να μην έχεις σπίτι, να σε φιλοξενούν συγγενείς , να είσαι σαράντα να έχεις δουλέψει και απλά πια δεν είσαι κατάλληλος για τίποτα.

Ανεργία είναι ..........

Δεν μπορώ άλλο ρε παιδιά , κάτι τέτοια άρθρα δεν βοηθάνε κανέναν . Αν θέλετε να γεμίσετε τις σελίδες σας τόσα θέματα υπάρχουν μην παίζεται με τους άνεργους . Δεν είμαστε τα κακόμοιρα παιδάκια που κλαίγονται ενώ  θα έπρεπε να κάνουν διακοπές, ήμαρτον. 

Δεν κλαιγόμαστε, διεκδικούμε θέσεις εργασίας, διεκδικούμε την ζωή μας , διεκδικούμε την αξιοπρέπειά μας και κάτι τέτοια άρθρα μας την στερούν.

Ελπίζω αυτός-ή που έγραψε αυτό το άρθρο να το σβήσει από την μνήμη του, να μην χρειαστεί να πέσει πάνω του αν κάποια στιγμή μείνει εκείνος άνεργος μιας και όπως είπε, στην σημερινή εποχή η ανεργία απειλεί όλους ,,,, αλλά δυστυχώς μόνο όσοι την ζούνε καταλαβαίνουν τι θα πει.

φωτεινή παπαθανασίου.»
http://e-oikodomos.blogspot.com/2011/07/blog-post_22.html

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2011

ανεργος και ψυχολογια

http://antipetroula.blogspot.com
Όταν χάσεις τη δουλειά σου έχεις να αντιμετωπίσεις δύο πράγματα. Καταρχήν τον εαυτό σου και στη συνέχεια τον περίγυρό σου. Σίγουρα, στην αρχή, θα νοιώσεις θύμα και θα βρεθείς σε κατάσταση σοκ. Ενώ σιγά σιγά θα αρχίσεις να ντρέπεσαι γι’ αυτό και να κατηγορείς τον εαυτό σου για τη θέση στην οποία βρίσκεσαι.
Όσο για την αντίληψη των άλλων, που θεωρούν κοινωνικό στίγμα την ανεργία είναι βέβαιο ότι θα σε επηρεάσει.
Αν και δεν θα έπρεπε γιατί συνήθως αυτοί οι άνθρωποι είτε δεν έχουν βρεθεί ποτέ σε αντίστοιχη θέση -να χάσουν τη δουλειά τους-, είτε δεν μπορούν να αντιληφθούν τι συμβαίνει σήμερα στην αγορά εργασίας. Όλα αυτά μπορείς να τα πολεμήσεις και να σταθείς πάλι στα πόδια. Εξάλλου δεν είσαι ο πρώτος που χάνει τη δουλειά του. Δεν λέω ότι είναι εύκολο, όμως πίστεψέ με δεν είναι ακατόρθωτο.
Για να ξεπεράσεις τη δική σου αρνητική στάση θα πρέπει:
Να κατανοήσεις τα γεγονότα
Η απώλεια εργασίας δεν είναι τίποτα το ασυνήθιστο κατά τη διάρκεια της επαγγελματική σου καριέρας, πόσο μάλλον στις μέρες μας που βιώνουμε μία βαθιά οικονομική κρίση. Πρέπει να το περιμένεις. Ο κίνδυνος της απόλυσης ελλοχεύει πάντα, ανεξάρτητα από το επίπεδο της ιεραρχίας, την εκπαίδευση ή τις δεξιότητες, που διαθέτει κάποιος. Ακόμα και η καλή απόδοση σε ορισμένες περιπτώσεις δεν έχει σημασία. Αν συμβεί μια συγχώνευση ή η εταιρία κάνει περικοπές και καταργήσει το τμήμα σου κάτι τέτοιο είναι αναπόφευκτο. Είναι μία κακιά στιγμή και δεν θα πρέπει να κατηγορήσεις τον εαυτό σου γι΄ αυτό, αλλά να κοιτάξεις μπροστά και να προχωρήσεις.
Να μην βλέπεις τον εαυτό σου ως άνεργο
Αν αρχίζεις να αποκαλείς τον εαυτό σου «άνεργο», είναι βέβαιο ότι θα σε επηρεάσει αρνητικά. Θεώρησε ότι είσαι σε ένα μεταβατικό στάδιο και αναζητάς κάτι άλλο που να σου ταιριάζει καλύτερα. Δεν ξέρεις τι καλό σου επιφυλάσσει το μέλλον, αν ακολουθήσεις έναν άλλον επαγγελματικό δρόμο.
Να χρησιμοποιήσεις το χρόνο σου στρατηγικά
Προσπάθησε να αξιοποιήσεις το χρόνο σου δημιουργικά. Το να παρακολουθείς μόνο τις νέες θέσεις εργασίας δεν είναι αρκετό. Ίσως αν ξεκινήσεις ένα σεμινάριο για να αποκτήσεις μία νέα πιστοποίηση στον τομέα σου να σε κάνει πιο ανταγωνιστικό στην αγορά. Επίσης, είναι η ιδανική περίοδος για να ξεκινήσεις μία ξένη γλώσσα, κάτι που δεν μπορούσες να το κάνεις τα προηγούμενα χρόνια λόγω της δουλειάς. Δεν πρέπει να ξεχνάς ότι αποκτώντας νέες δεξιότητες θα τονωθεί όχι μόνο το βιογραφικό σου, αλλά και η αυτοπεποίθηση σου.
Για να ξεπεράσεις την αρνητική στάση των άλλων θα πρέπει: 
Να αγνοήσεις τις γνώμες των άλλων
«Ποιος νοιάζεται τι σκέφτονται οι άλλοι;» αυτή θα πρέπει να είναι η απάντησή σου στα κουτσομπολιά του περίγυρου για την κατάστασή σου. Γιατί εδώ που τα λέμε, είτε είσαι άνεργος είτε όχι, αυτοί που θέλουν θα βρουν κάτι αρνητικό να σχολιάσουν θα το κάνουν. Εσύ το καλύτερο που έχεις να κάνεις για να προστατέψεις τον εαυτό σου είναι να τους περιφρονήσεις. Εξάλλου, δεν μπορούμε να ικανοποιούμε τους πάντες σ’ αυτή τη ζωή. Προτεραιότητα έχει ο εαυτός μας!
Να μην δίνεις τροφή για σχόλια
Μην κάνεις αντιληπτό το στίγμα της ανεργίας που σε επιβαρύνει στους άλλους. Δείξε ότι συνεχίζεις τη ζωή σου κανονικά. Επένδυσε σε νέες δεξιότητες, ασχολήσου με κάποιο χόμπι σου ή πήγαινε διακοπές αν έχεις την οικονομική δυνατότητα. Βλέποντας οι άλλοι μία τέτοια θετική στάση από την πλευρά σου, θα σταματήσουν να σε σχολιάζουν αρνητικά και να σε επηρεάζουν

Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

"Η καινούργια επανάσταση"

Κάθομαι, που λες, και παρακολουθώ με προσοχή το ξεκίνημα αυτής της φρέσκιας επανάστασης. Ξεκοκαλίζω τις πηγές στο διαδίκτυο, βλέπω και ολίγες ειδήσεις μπας και τρουπώσει κάνας πούρος επαναστάτης κι ακουστεί από τα κανάλια... Τι πράγμα; Όχι δεν πάω –δεν κατεβαίνω στο Σύνταγμα, προτιμώ να τα παρακολουθώ όλα αυτά από μακριά. Ο λόγος είναι οτι βαριεμαι κυρίως και δευτερευόντως φοβαμαι.

Αν λοιπόν γράψω κάτι άσχετο, δεν πρόκειται περί κακίας, εντεταλμένης υπηρεσίας ή άλλο παρόμοιο –πρόκειται περί λανθασμένης πληροφόρησης και με χαρά να με διορθώσεις.

Έχοντας εξηγηθεί ακριβώς από πάνω λέω να προχωρήσω σε μια συνοπτική παρουσίαση όσων εντόπισα μέχρι σήμερα. Είναι λοιπόν δύο οι πρωταγωνιστικές οντότητες της υπόθεσης, οι εξής τρεις:

1.Η τρόικα
Τουτέστιν κάποιοι εκπρόσωποι χρηματοπιστωτικών ομίλων οι οποίοι (όμιλοι) ενδιαφέρονται να πάρουν πίσω τα χρήματα που δάνεισαν, συν τους τόκους, συν ότι άλλο περιλαμβάνει η συμφωνία δανεισμού. Σε αυτό το πλαίσιο έρχονται μερικοί υπάλληλοι εδώ πέρα, καθαρά σαν εμπειρογνώμονες, να βοηθήσουν τη συγκέντρωση χρημάτων (αυτοί έχει επικρατήσει να ονομάζονται τρόικα) όσο τα αφεντικά τους περιμένουν τις εκθέσεις τους για να δουν αν θα υπογράψουν τις επόμενες εκταμιεύσεις δανειακών δόσεων (όσο περιμένουν, πηδάνε και καμιά καμαριέρα –άνθρωποι είναι κι αυτοί, ορμές έχουν –πώς να γίνει;)

2.Η κυβέρνηση
Δηλαδή η ζωντανή απόδειξη οτι ο Αλέφαντος δεν ήταν άνθρωπος, ήταν στάση ζωής! Ανέλαβαν τη δουλειά ξέροντας οτι το μαγαζί είχε χρεοκοπήσει (κι αν δεν το ήξεραν μαλακία τους –έπρεπε να με πάρουν ένα τηλέφωνο, ή να διαβάζουν το μπλογκ μου που το έγραφα από το 2008). Ανέλαβαν λοιπόν (υποθέτω λόγω καούρας να κυβερνήσουν κι αυτοί ένα τέρμινο) αλλά ακόμα δεν έχουν αποφασίσει πώς θέλουν να το κάνουν. Θέλουν να παίξουν ντόνταλ φούντμπολ α λα Ρίνους Μίχελς; Άρα πλακώνονται στις αποκρατικοποιήσεις, εκποιήσεις, ανασκολοπισμούς των ΔΕΚΟ, κατατεμαχισμούς πλεοναζόντων δημοσίων υπαλλήλων και άλλα τέτοια ρομαντικά. Θέλουν να το παίξουν ομάδα του λαού –προσφυγομάνα ΑΕΚ; Χώνουν τα λεφτά των δανεικών στους αναξιοπαθούντες ψηφοφόρους τους και ψάχνουν το μπαγιόκο στα κερατιλίκια –μαύρο χρήμα, αγοροπωλησία ναρκωτικών κ.λ.π. –όσο μας παραμυθιάζουν με περασμένα μεγαλεία. Αυτοί εδώ όμως παίζουν σύστημα Αλέφαντου –τερατολογύδρια στα αποδυτήρια, καραγκιοζιλίκια στον πάγκο -κι όταν βγαίνει η ομάδα στο χόρτο δεν προλαβαίνει να κουβαλήσει τη μπάλα από το πλεκτό στη σέντρα –πρώτος σκόρερ της αναμέτρησης ο τερματοφύλακας με απανωτά αυτογκόλ:
-Θέλουν να μειώσουν τις δαπάνες του Δημόσιου τομέα (λογικό –αφού εκεί πάει το δανεικό χρήμα) και κόβουν τους μισθούς των Δημοσίων υπαλλήλων την ώρα που οι ΔΕΚΟ καταπίνουν τα πενταπλάσια από όσα εξοικονομούνται με την περικοπή και οι «αμυντικές» δαπάνες παραμένουν στον θεό.
-Πάνε να κλείσουν τις ΔΕΚΟ (λογικό –αφού αυτές καταπίνουν), τους πλακώνουν οι βουλευτές και η κομματική βάση η οποία απαρτίζεται από συνδικαλιστές και υπαλλήλους των ΔΕΚΟ στην πλειονότητά της. Πάνε να περιορίσουν λίγο τις «αμυντικές», τους την πέφτουν οι πατριωταράδες εντός κι εκτός Πασόκ οτι είναι πράχτορες των μασόνων και των ναϊτών ιπποτών της μακρουλής τραπέζης.
-Ανεβάζουν ΦΠΑ και λοιπούς φόρους (παράλογο –αφού έχουν κόψει μισθούς, αλλά σιγουράκι για να έρθει χρήμα στα ταμεία), μουλαρώνουν οι εφοριακοί που τους έχουν κόψει τους μισθούς και κάνουν λευκή απεργία διαρκείας –παπάρια τα έσοδα.
-Ψυλλιάζονται οτι οι εισπράκτορες φόρων δεν εισπράττουν (το λογικό θα ήταν να τους κόψουν τον κώλο) κι αποφασίζουν να κάνουν τους πολίτες εισπράκτορες τάζοντας φοροαπαλλαγές. Μαζεύουν οι πολίτες αποδείξεις, παράλληλα πέφτουν έξω τα έσοδα λόγω κάμψης της αγοραστικής δύναμης –έχουν και να πληρώνουν στους πολίτες τις επιστροφές φόρων, πάει το πακετάκι που τσιμπάγανε τα προηγούμενα χρόνια.
-Βλέπουν οτι το μαλακίσανε με τις αποδείξεις των πολιτών, βγάζουν τώρα μια έκτακτη ετήσια εισφορά για τους πολίτες -πάλι τ΄αρχίδια τους θα πάρουν (καθότι 300, ας πούμε, θα μου χρωστάνε από τη φορολογική δήλωση του 2010, άντε να μου βγάλουν φιρμάνι να δώσω 300 εισφορά –πατσίσαμε και τους ασπασμούς μου στη θεία).
-Αποφασίζουν να πουλήσουν ακίνητη περιουσία του κράτους ή χρήσεις γης για 100 έτη –πράγμα που κάνει ακριβώς το ίδιο –και σωστά ξηγιούνται εφόσον ρημάζουν τα ακίνητα γραπωμένα από τον κάθε δημαρχάκο ο οποίος τα αφήνει να γίνουν σκουπιδότοποι αλλά αν κάνεις να τα πειράξεις, σου διοργανώνει και μια συναυλία με αίτημα «Κάτω τα χέρια από το πάρκο του λαού» (πάρκο ονομάζει τη χωματερή με το συρματόπλεγμα στην οποία έχει πρόσβαση μόνο ότι πετάει κι ότι έρπει). Ξυπνάει η επαναστατικοοικολογική συνείδηση κάποιων Πασόκων, παγώνουν τις σχετικές διαδικασίες –νιξ κοκό από τις πωλήσεις των ακινήτων.
Θα μπορούσα να συνεχίζω για σελίδες ολόκληρες αλλά νομίζω οτι έγινε εμφανής η εμπνευσμένη διακυβέρνηση της παρούσας κυβέρνησης –αν έχεις απορίες ρώτα με να σου λέω.

3.Οι αγανακτισμένοι πολίτες
Εγώ ήμουνα νέος τη δεκαετία του ’80 (είχα αυτή την ατυχία) και τότε «αγανακτισμένους πολίτες» λέγανε κάτι χοντρούς Πασόκους που μαζεύονταν όποτε γινόταν εκδήλωση με θέμα διαφορετικό από την επίσημη γραμμή των κοινοβουλευτικών κομμάτων και ρίχνανε ξύλο , την εκδήλωση. Ή κάνανε περιφρούρηση στα γραφεία του ΠΑΣΟΚ για να μην τα σπάσει ο κόσμος μετά την δολοφονία Καλτεζά και την αθώωση Μελίστα για παράδειγμα. Είμαι λοιπόν (και το δηλώνω εξ αρχής) αρνητικά φορτισμένος με τον συγκεκριμένο χαρακτηρισμό.
Παρακάτω -βλέπω αυτούς τους ανθρώπους να μαζεύονται μισό μήνα τώρα στο Σύνταγμα. Μαζεύονται, λέει, όντας αλληλέγγυοι με τους Ισπανούς (που τους είπαν οτι κοιμούνται) και με τους Αιγύπτιους, τους Λίβυους κ.λ.π. Μόνο που οι Ισπανοί απλώς καταπόντισαν τους σοσιαλιστές κι ανέβασαν τους δεξιούς, ενώ στην Αίγυπτο διώξανε τον Μουμπάρακ και φέρανε τον στρατό να κάνει ελέγχους παρθενίας -δε με γεμίζουν ελπίδες οι εξελίξεις των αλληλέγγυων! Μαζεύονται, κουνάνε ελληνικές σημαίες (κάποιοι, ελπίζω, λίγοι), έχουν στήσει ένα πανό που λέει να φύγει η κυβέρνηση και η τρόικα, κάνουν και λαϊκή συνέλευση καθημερινά διακηρύσσοντας την άμεση δημοκρατία. Εμένα μου αρέσει η άμεση δημοκρατία, μου αρέσουν οι λαϊκές συνελεύσεις -θεωρώ οτι είναι η μοναδική προοπτική ορθής διαχείρισης των ζητημάτων που απασχολούν μια κοινωνία. Νομίζω οτι η κοινωνική συμβίωση απανθρωποποιήθηκε την εποχή που περάσαμε άνευ όρων από την Κοινότητα στην Κοινωνία –εκεί κάπου χάθηκε η άμεση εκπροσώπηση και υποκαταστάθηκε από την a priori εξουσιοδότηση κάποιων να μιλούν στο όνομα όλων. Όμως:
-Η λαϊκή συνέλευση της πλατείας είναι ένα όργανο το οποίο, μέχρι σήμερα, δεν έχω διαβάσει να έχει βγάλει κάποια απόφαση απτή, κανονική και εφαρμόσιμη. Εντάξει, το όλο κίνημα έχει καθορίσει κάποιες συνισταμένες αυτοοργάνωσης, αλλά η οργάνωση δημιουργείται με προοπτική την επίτευξη κάποιων στόχων. Οργάνωση για την οργάνωση είναι σα μαλακία χωρίς φαντασίωση.
-Η άμεση δημοκρατία, από οτι έχω καταλάβει, εξαντλείται στην απαγόρευση συμμετοχής και γενικότερης παρουσίας στον χώρο πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων καθώς και στην κλήρωση των ομιλητών της συνέλευσης. Εδώ έχω (τουλάχιστον) δύο προβλήματα.
Κατά πρώτον, οποιαδήποτε απαγόρευση ισχύει σε γενικό επίπεδο δεν συμβιβάζεται με συμμετοχικές κοινωνικές διαδικασίες. Ακόμα και η απαγόρευση της κατάλυσης της ίδιας της συμμετοχικής διαδικασίας από τους συμμετέχοντες, ακόμα και αυτή η απαγόρευση δεν στέκει –επειδή δεν υπάρχει λόγος να τεθεί μεταξύ έλλογων όντων. Τι απαγορεύεται; Μονάχα η προσπάθεια περιορισμού της ελευθερίας την οποία διαθέτει η συλλογικότητα –αν δηλαδή βγει κάποιος και πει «δεν θέλω να συμμετέχουν μίνι φούστες» ή «δεν θέλω να συμμετέχουν μελαμψοί, ομοφυλόφιλοι, ολυμπιακοί», αυτό απαγορεύεται. Επειδή τότε κάποιος προσπαθεί να περιορίσει τα δικαιώματα όλων, καθότι δικαίωμα όλων είναι να κάθονται δίπλα σε μίνι φούστες και μελαμψούς, όπως και δικαίωμα των μελαμψών είναι να κάθονται δίπλα σε ασπρουλιάρηδες. Σε αυτά τα πλαίσια δεν μου προκύπτει ως θεμιτή η απαγόρευση κομμάτων ή/και οργανώσεων. Γιατί εγώ που είμαι ενταγμένος σε ένα κόμμα και περήφανος για την επιλογή μου (απαγορεύεται αυτό;) να πρέπει να κυκλοφορώ κρύβοντάς το σαν Εβραίος σε δεξίωση Ναζί; Φοβάται η συνέλευση να μην καπελωθεί; Μα, για να γίνει αυτό θα πρέπει η Χ ομάδα (κόμμα, οργάνωση) να αποκτήσει τη συντριπτική πλειοψηφία –αν συμβεί κάτι τέτοιο ας καπελωθεί η συνέλευση! Ή, να το πούμε κι αλλιώς, αν αύριο το τάδε κόμμα μαζέψει όλα τα μέλη του απ΄όλη την Ελλάδα και τα σπείρει στην πλατεία Συντάγματος, η απαγόρευση κομματικών εμβλημάτων θα αποτρέψει το καπέλωμα;
Κατά δεύτερον, διαδικασίες του τύπου «sweepstake -σήμερα κληρώνει» για την επιλογή ομιλητών δεν έχουν καμιά σχέση με άμεση δημοκρατία. Άμεση δημοκρατία σημαίνει να τίθεται ένα θέμα ανάλογα με το γενικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει (δηλαδή πρώτα η συζήτηση για την κατάληψη ενός κτιρίου π.χ. και μετά η συζήτηση περί των λόγων που με παράτησε η Αννούλα), να αποφασίζεται η δράση που θα αναληφθεί και να εκλέγονται οι τυχόν εκπρόσωποι που χρειάζονται προκειμένου να μεταφέρουν (ή να υλοποιήσουν) τις αποφάσεις της συνέλευσης για το συγκεκριμένο ζήτημα. Αδυνατώ να αντιληφθώ τι είδους κουβέντα μπορεί να γίνει όταν βγαίνει ένας και θέτει θέμα επέκτασης της κινητοποίησης και στο καπάκι ανεβαίνει ο άλλος και θέτει θέμα επαναφοράς της τρύπας στις δεκάρες!
Κατά τρίτο και χειρότερο, αν έχω αντιληφθεί σωστά, έχουν οριστεί κάποιες ομάδες εργασίας μεταξύ των οποίων και μια ομάδα περιφρούρησης. Αναρωτιέμαι –περιφρούρησης τίνος και από ποιους; Περιφρούρησης της αγνότητας της συνέλευσης από τα μολυσματικά κόμματα; Περιφρούρησης της ασφάλειας των συγκεντρωμένων από τους πορτοφολάδες; Περιφρούρησης της εκδήλωσης από επιθέσεις αντιπάλων; Τα δύο πρώτα τα θεωρώ κακόγουστα αστεία και το τρίτο θα μπορούσα να το συζητήσω αν είχε εμφανιστεί μέχρι σήμερα έστω και ένας αντίπαλος της εκδήλωσης! Ούτε Χρυσαυγίτες την έχουν πέσει, ούτε μπαχαλάκηδες –εδώ μέχρι και τα ΜΑΤ της πλατείας στο πίτσι πίτσι με τους μπροστινούς είναι! Δηλαδή το κίνημα της πλατείας, το πρώτο πράγμα που επέλεξε να συγκροτήσει ήταν οι κινηματικοί του μπάτσοι; Κι αυτό θα το δεχόμουν αν ερχόταν κάποιος να μου έλεγε ποιο ήταν το δεύτερο πράγμα που υλοποιήθηκε. Ή το τρίτο. (Και φυσικά δεν αναφέρομαι στις υπόλοιπες ομάδες εργασίας που είναι από χρήσιμες μέχρι αστείες –αναφέρομαι στις κινηματικές ενέργειες).

Κάποιοι φίλοι μού λένε οτι είμαι απλώς γερογκρινιάρης κι οτι αυτό το πράγμα, που επιτέλους ο κόσμος σηκώθηκε από τους καναπέδες και βγήκε στο δρόμο, είναι καλό. Διαφωνώ. Ο κόσμος είχε σηκωθεί από τους καναπέδες κι όταν πήραμε το Γιούρο κι όταν κέρδιζε η Παπαρίζου τη Γιουροβίζιον. Ο κόσμος είχε βγει στους δρόμους και μετά τις φωτιές στην Πελοπόννησο. Κι ο κόσμος είχε βγει στους δρόμους μετά τη δολοφονία Γρηγορόπουλου. Δεν είναι ίδια όλα αυτά. Διαφέρουν τόσο στο τι φώναζε ο κόσμος όταν βγήκε στους δρόμους όσο και στο ποιοι ήταν αυτοί που βγήκαν στους δρόμους. Άλλο το να είσαι χουλιγκάνι που φωνάζεις «Δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ», άλλο το να είσαι μπλόγκερ με τα μαύρα που παίρνεις φωτογραφίες από τη συγκέντρωση για να σηκώσεις στο μπλογκ σου κι άλλο το να είσαι αγριεμένος πιτσιρίκος που σε σκοτώνουν κάθε μέρα και τώρα σε πυροβολούν κιόλας! Έχω άδικο; Αν όχι –ας μου πουν ποιοι είναι αυτοί που έχουν βγει στο Σύνταγμα και τι φωνάζουν.

Αναφορικά με το ποιοι είναι, έχω την εντύπωση οτι πρόκειται για τα μικροαστικά κοινωνικά στρώματα, που εμπλέκονται στην χαμηλόμισθη (συν –πλην) διαδικασία «παραγωγής» -αυτούς που προσδιορίζουμε με τον συναισθηματικά φορτισμένο χαρακτηρισμό «κοινωνικός ιστός». Δεν έχω αντιληφθεί ούτε λούμπεν προλετάριους, ούτε μεγαλοαστούς Βορείων Προαστίων, ούτε τίποτα «κοινωνικά ακραίο» τέλος πάντων. Αν κάνω λάθος διορθώστε με.

Σχετικά με το τι φωνάζουν:
-«Να φύγει η κυβέρνηση και η τρόικα». Υπέροχα. Και ποιος να έρθει; Ο Σαμαράς; Κι αν ναι ποιος από τους δύο; Ο Αντώνης ή ο Τρύφωνας;
-«Να φύγουν όλοι όσοι μας έφεραν σ΄αυτά τα χάλια» (αυτό πάει πακετάκι με τις παραλλαγές: «να πάνε φυλακή», «να κρεμαστούν», «να δημευτεί η περιουσία τους», «να τους καεί το βίντεο»). Ποιοι είναι οι «όλοι όσοι»; Οι 300 της Βουλής; Όσοι ασχολήθηκαν με τα κοινά και ζουν ακόμα; Τα δύο μεγάλα κόμματα; Και στη θέση τους να έρθουν κάποιοι άλλοι; Δηλαδή είναι θέμα προσώπων; Ο Βουλγαράκης με τον Βενιζέλο και τον Πρωτούλη είναι παλιάνθρωποι σήμερα ενώ ο Βενιζελάκης με τον Βούλγαρη και τον Πρωτούλη αύριο θα είναι άγγελοι; Κι αυτοί που ζητείται να μπουν φυλακή με ποιο τρόπο θα επιλεγούν; Θα περάσουν από δίκη; Κι αν (τι «αν» -σίγουρα πες καλύτερα) τα αδικήματά τους έχουν παραγραφεί ή δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για να καταδικαστούν; Τότε ο λαός, ο υπέρτατος κριτής (που λένε κι ο Καρατζαφέρης με τον Ψωμιάδη) θα τους κρεμάσει; Όλα κι όλα θείο –εμένα οι κρεμάλες δεν μου αρέσουν. Ακόμα κι αν πρόκειται για τον Κόμη Δράκουλα –όλο αυτό το θέαμα με το κορμί που συσπάται, κατουριέται και χέζεται όσο πεθαίνει εμένα μου κάνει σε κτηνωδία. Γούστο μου –έτσι; Άμα εσύ γουστάρεις αλλιώτικα –τραβήξου μόνος σου. Άσε που δεν έχω καταλάβει πώς προσδιορίζεται η κλοπή του δημόσιου χρήματος. Δηλαδή, θα κρεμαστεί μονάχα ο Τσοχατζόπουλος ή και ο δείνα δημόσιος υπάλληλος που έκανε κομπίνα και σούφρωσε 1 μύριο από το ΙΚΑ, ας πούμε; Και μαζί με τον δημόσιο υπάλληλο θα κρεμαστεί κι ο ιδιώτης συνεργός του; Ναι; Όχι; Γιατί;
-«Να γίνει δημοψήφισμα». Εντάξει –με τι θέμα; Μέσα ή έξω από το Μνημόνιο; Κι ας πούμε οτι αποφασίζεται «έξω» -μετά τι; Θα συνεχίσουμε να συμμετέχουμε στο συγκεκριμένο κοινωνικό (ευρωπαϊκό –παγκόσμιο) σύστημα αλλά θα τους πούμε «σόρι γκάις, δεν έχουμε να σας ξεχρεώσουμε» κι εκείνοι απλώς θα μας χτυπήσουν στην πλάτη απαντώντας «νέβερ μάιντ, γιού Γκρικς μπρόουτ δε λάιτς οφ σιβιλιαϊζέσιον –γουατέβερ γιου γοντ –γουέιτ ε μίνιτ του γουός άορ άσχολς του φακ ας κλιν» ή κάτι παρόμοιο; Δε θα ασχοληθώ με αυτά τα περί Επιτροπών Ελέγχου του Χρέους –έχω γράψει παλιότερα, μη γίνομαι και επαναλαμβανόμενος!
-«Να λαμβάνεται υπόψη η γνώμη του λαού». Μέγκλα και το στηρίζω αυτό. Αλλά ποια γνώμη; Εκεί στο Σύνταγμα δεν έχω ακούσει καμιά γνώμη –μόνο αφορισμούς! Από τέτοια έχουμε και στη βουλή –τι διαφορετικό ζητάνε οι συγκεντρωμένοι απ΄αυτά που λέει ο Τσίπρας ή ο Καρατζαφέρης;
-«Να κατοχυρωθεί η άμεση δημοκρατία στο Σύνταγμα της χώρας» (αυτό το διάβασα χτες και το έβαλα σαν ανέκδοτο). Δηλαδή ζητάνε να αυτοκαταλυθεί, από μόνο του ας πούμε, το Σύνταγμα! Γιατί δεν το κάνετε εσείς ρε παιδιά; Τι είναι το Σύνταγμα της Ελλάδας; Λέμινγκ –να αυτοκτονήσει αφ΄εαυτού του;

Μη σε κουράζω άλλο...

Η γιορτή στο Σύνταγμα είναι υπέροχη για όσους θέλουν να εξοικονομήσουν τα λεφτά της ψυχανάλυσης. Μαζεύονται υπέροχα, γνωρίζονται υπέροχα, βαβουριάζουν υπέροχα, τρώνε και κάνα σουβλάκι –όλα υπέροχα. Βγάζουν τη συλλογική τους ενοχή και την ακουμπάνε στους αποδιοπομπαίους τράγους της Βουλής και φεύγουν ξαλαφρωμένοι. Αύριο ίσως λιθοβολήσουν και κάνα τραγί για να εξαγνιστούν τα κρίματά τους, δοκιμασμένες μέθοδοι...

Όσο όμως η κουβέντα θα αφορά πρόσωπα, τόσο θα πρόκειται για μια ακόμα πρόταση εφαρμογής του νόμου του Λυντς –φασιστιλίκι κι έτσι δηλαδή. Αν δεν γίνει εμφανές οτι το πρόβλημα έγκειται στο κοινωνικό σύστημα, αν δεν καταλάβουμε οτι η παθογένεια που ονομάζεται «ελεύθερη αγορά», ο κρετινισμός που καλείται «επίτευξη κέρδους» -όλες αυτές οι κτηνωδίες οδήγησαν στην εξαθλίωσή μας, τότε καλύτερα ας ξαναγυρίσουμε στους καναπέδες. Να μην πάθουμε και καμιά ηλίαση τζάμπα και βερεσέ!

Όσο η κουβέντα θα σχετίζεται με την αντίδραση στο «ξεπούλημα της πατρίδας μας» θα δικαιούμαι να υποστηρίζω οτι το όλο θέμα δε με αφορά (αφού ποτέ δεν ήταν δική μου αυτή η πατρίδα –άσε που η λέξη από μόνη της με κάνει να βγάζω μπιμπίκια) κι οτι τελικά όσοι αντιτίθεται στο «ξεπούλημα» είναι εχθροί μου όσο ακριβώς και η κυβερνητική πολιτική. Επειδή αυτό ακριβώς ΔΕΝ κάνει μέχρι σήμερα η κυβέρνηση, δεν πουλά, δεν «ξεπουλά» με αποτέλεσμα να μου κόβει το μισθό και να ανεβάζει τους φόρους για να βγάλει τα κερατιάτικά της. Το ξεκαθαρίζω –ανάμεσα σε μια μείωση του μισθού μου κατά ένα ευρώ και στην πώληση της Ακρόπολης σε πολυεθνικό όμιλο σουπερμάρκετ προτιμώ σαφώς το δεύτερο. Γιατί δουλεύω για βιοποριστικούς λόγους και την Ακρόπολη την έχουμε γραμμένη στ΄αρχίδια μας πανελληνίως και διαχρονικώς –κάνω λάθος;

Αν δεν συνειδητοποιήσουμε οτι η άμεση δημοκρατία είναι η (αργή, σπαστική, κουραστική, εκνευριστική, βραδυκίνητη) επεξεργασία όλων των απόψεων μέχρι τη στιγμή που το εμφανές θα γίνει φανερό και η κουβέντα θα αφορά πλέον μονάχα διαδικαστικά ζητήματα –αν δεν απαλλαγούμε λοιπόν από τα κοινωνικά μας κόμπλεξ –καλύτερα να μην τον εξευτελίζουμε τον όρο. Ας το πούμε «πικ νικ», ας το πούμε όπως διάολο θέλουμε αλλά όχι «άμεση δημοκρατία».

Και τελικά, αν δεν αποφασίσουμε οτι έχουμε κάτι να πούμε, αν δεν έχουμε τίποτα να πούμε –ας μην απαιτούμε να μας ακούσουν. Γιατί μπορεί στο τέλος να το κάνουν και τότε ΓΑΜΗΣΕ ΤΑ παλικάρι μου!