Σελίδες

Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2012

Γιατί ήμουν ληστής




aixmi.wordpress.comΣτην αυγή του 20ού αιώνα ο Μαριούς Ζακόμπ ηγείται μιας ομάδας ένοπλων ιλλεγκαλιστών αρχικά βασισμένων στο Παρίσι, αν και οι δραστηριότητές τους τελικά εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη τη Γαλλία. Μερικές από τις πιο κερδοφόρες διαρρήξεις τους: ο καθεδρικός ναός της Τουρ, το μέγαρο ενός ναυάρχου στο Σερμπούρ, το σπίτι ενός δικαστή στο Λε Μαν και ένα εργοστάσιο κοσμημάτων στην οδό Κενκαμπουά, στο Παρίσι. Άφηνε σημειώματα με την υπογραφή «Αττίλας», κατηγορώντας τους ιδιοκτήτες για τον υπερβολικό πλούτο τους και καμιά φορά έβαζε φωτιά στα μέγαρα που λήστευε. Ο Ζακόμπ ισχυρίστηκε ότι είχε λάβει μέρος σε 106 ληστείες, και στα 1903 η ομάδα του σκότωσε έναν μπάτσο και τραυμάτισε άλλον έναν σε μια μάχη στο Αμπεβίλ. Συννελήφθη 18 μήνες αργότερα και δικάστηκε στα 1905. Κρίθηκε ένοχος για 156 διαρρήξεις και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Φυλακίστηκε στο Νησί του Διαβόλου, στη Γαλλική Γουϊάνα, όπου ο διευθυντής τον χαρακτήρισε ως τον πιο επικίνδυνο κρατούμενο που υπήρξε ποτέ. Επιχείρησε να δραπετεύσει 17 φορές και πέρασε 5 χρόνια στην απομόνωση, τα 2 από αυτά αλυσοδεμένος. Το ακόλουθο αρχικά δημοσιεύτηκε στο “Balai Social” τον Απρίλιο του 1905.

Μessieurs:
Ξέρετε τώρα ποιος είμαι: ένας επαναστάτης που ζει απ’ τα προϊόντα των κλοπών του. Επι πλέον πυρπόλησα διάφορα ξενοδοχεία κι υπερασπίστηκα την ελευθερία μου απέναντι στις επιθέσεις των πρακτόρων της εξουσίας.
Έθεσα γυμνή ενώπιόν σας ολόκληρη ζωή αγώνα: την υποβάλω σαν πρόβλημα για τη λογική σας.
Μην αναγνωρίζοντας κανενός το δικαίωμα να με κρίνει, δε ζητώ συγχώρηση ή επιείκεια. Δε ζητιανεύω από κείνους που μισώ και περιφρονώ. Είστε οι ισχυρότεροι. Κάντε με ό,τι θέλετε· στείλτε με στις ποινικές αποικίες ή στην αγχόνη. Δε μου καίγεται καρφί! Αλλά προτού αποχωριστούμε επιτρέψτε μου να σας πω κάτι τελευταίο.
Αφού προ παντός με καταδικάζετε επειδή είμαι κλέφτης είναι χρήσιμο να προσδιορίσουμε τι είναι κλεψιά.
Κατά τη γνώμη μου κλεψιά είναι μια ανάγκη όλων των ανθρώπων να ικανοποιούν τις ορέξεις τους. Τούτη η ανάγκη εκδηλώνεται στο κάθε τι: απ’ τ’ αστέρια που γεννιώνται και πεθαίνουν όπως οι υπάρξεις, στα έντομα του αέρα, τόσο μικρά, τόσο άπειρα που τα μάτια μας με δυσκολία τα διακρίνουν. Η ζωή δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά κλεψιά και σφαγή. Τα φυτά και τα ζώα καταβροχθίζουν το ένα τ’ άλλο για να επιβιώσουν.
Το ένα γεννιέται μονάχα για να προσφερθεί ως τροφή για τ’ άλλο. Σ’ αντίθεση με το επίπεδο του πολιτισμού ή, για να το πούμε καλλίτερα, παρά στην τελειότητα πούχει φθάσει, ο άνθρωπος είναι επίσης υποταγμένος σ’ αυτό το νόμο, και μπορεί να γλυτώσει μόνο με το θάνατο. Σκοτώνει τόσο τα φυτά όσο και τα ζώα για να τραφεί: είναι αχόρταγος.
Εκτός απ’ τ’ απαραίτητα για τη διατροφή του που του εξασφαλίζουν τη ζωή, ο άνθρωπος τρέφεται επίσης με αέρα, νερό, και φως. Αλλά έχουμε δει ποτέ δυο ανθρώπους να σκοτώνονται για τη μοιρασιά αυτών των αγαθών; Όχι απ’ όσο ξέρω. Παρόλ’ αυτά είναι τα πολυτιμότερα αγαθά, δίχως τα οποία ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιβιώσει.
Μπορούμε ν’ αντέξουμε μερικές μέρες δίχως να καταναλώνουμε τ’ αγαθά για τα οποία γινόμαστε δούλοι. Μπορούμε να κάνωμε το ίδιο όταν πρόκειται για τον αέρα; Ούτε για ένα τέταρτο της ώρας. Το νερό υπολογίζεται τα τρία τέταρτα του οργανισμού μας κι είναι απαραίτητο για τη διατηρήση της ελαστικότητας των ιστών μας. Δίχως θερμότητα, δίχως τον ήλιο, η ζωή θα είτανε ολότελα αδύνατη.
Κι έτσι κάθε άνθρωπος παίρνει, κλέβει τ’ αγαθά του. Τον κατηγορούμε ότι διαπράττει έγκλημα; Οπωσδήποτε όχι! Γιατί τότε τα διακρίνουμε αυτά απ’ τα υπόλοιπα; Διότι τα υπόλοιπα απαιτούν το ξόδεμα μιας προσπάθειας, κάποιας ποσότητας εργασίας. Αλλ’ η εργασία είναι η απαραίτητη ουσία της κοινωνίας· πούναι, η συμμετοχή όλων των ατόμων στην κατάχτηση με το λιγότερο μόχθο της μεγαλύτερης ευημερίας. Είναι αληθινή αυτή η εικόνα της πραγματικότητας; Βασίζονται οι θεσμοί σας σε τέτοια μορφή οργάνωσης; Η αλήθεια αποδείχνει τ’ αντίθετο.
Όσο περισσότερο ο άνθρωπος δουλεύει τόσα λιγότερα κερδίζει. Όσο λιγότερο παράγει τόσο περισσότερο επωφελείται. Η αξία δεν είναι το ζητούμενο. Μόνο οι τολμηροί κατέχουν την εξουσία και σπεύδουν να νομιμοποιήσουν τη λεηλασία τους.
Απ’ την κορυφή ώς τον πάτο της κοινωνικής ιεραρχίας δεν υπάρχει τίποτε παρά δειλία στη μια μεριά και ηλιθιότητα στην άλλη. Πώς μπορείτε να περιμένετε ότι διεισδύοντας μ’ αυτές τις αλήθειες θα μπορούσα να είχα σεβαστεί μια τέτοια τάξη πραγμάτων;
O οινοπώλης κι ο νταβατζής πλουτίζουν, ενώ ο μεγαλοφυής άνθρωπος πεθαίνει άπορος σ’ ένα νοσοκομειακό κρεβάτι. Ο φούρναρης που ζυμώνει ψωμί δεν αγοράζει κανένα· ο παπουτσής που φτιάχνει χιλιάδες παπούτσια περπατάει ξυπόλητος· η μοδίστρα που φτιάχνει προμήθειες από ρούχα δεν έχει κανένα για να καλυφθεί· ο χτίστης που χτίζει πύργους και παλάτια ζητάει λίγο αέρα σε μια βρωμερή τρώγλη. Αυτοί που παράγουν τα πάντα δεν έχουν τίποτα, κι αυτοί που δεν παράγουν τίποτα έχουν τα πάντα.
Τέτοια τάξη πραγμάτων μπορεί να παράγει μόνον ανταγωνισμό ανάμεσα στις εργαζόμενες τάξεις και τις ιδιοκτήτριες, δηλαδή, τις αδρανείς, τάξεις. Η πάλη ξεσπά και το μίσος παραδίνει το κτύπημά του.
Αποκαλείτε έναν άνθρωπο κλέφτη και ληστή· εφαρμόζετε την αυστηρότητα του νόμου πάνω του δίχως ν’ αναρωτιέστε εάν θα μπορούσε να γίνει κάτι άλλο. Έχουμε δει ποτέ κάποιον   ε ι σ ο δ η μ α τ ί α   να γίνεται ληστής; Παραδέχομαι ότι εγώ δεν τόχω υπόψη μου. Αλλ’ εγώ, που δεν είμαι ούτε   ε ι σ ο δ η μ α τ ί α ς   ούτε ιδιοχτήτης, εγώ που δεν είμαι παρά μονάχα ένας άνθρωπος που διαθέτει μόνο τα χέρια και το μυαλό του για να εξασφαλίσει την επιβίωσή του, έπρεπε να πράξω διαφορετικά. Η κοινωνία μου παραχωρεί τρεις μονάχα τρόπους επιβίωσης: δουλειά, ζητιανιά, ή κλεψιά. Η δουλειά, μακρυά απ’ το να μου είναι αντιπαθής, μ’ ευχαριστεί: ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει δίχως να δουλεύει. Οι μυς και το μυαλό του περιέχουν μια ποσότητα ενέργειας που πρέπει να ξοδευτεί. Αυτό που μισώ είτανε να χύνω το αίμα και τον ιδρώτα μου για μερικά ψίχουλα μισθού· να δημιουργείται πλούτος που δε θα μου τον επέτρεπαν.
Με μια λέξη, το βρίσκω μισητό να παραδίνομαι στην πορνεία της εργασίας. Η ζητιανιά είναι υποτιμητική, η άρνηση κάθε αξιοπρέπειας. Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα στην καλοπέραση της ζωής.
Τ ο   δ ι κ α ί ω μ α   σ τ η   ζ ω ή   δ ε ν   τ ο   ζ η τ ι α ν ε ύ ε ι ς ,   τ ο   π α ί ρ ν ε ι ς .
Η κλεψιά είναι η αποκατάσταση, η επανάκτηση της κτήσης. Αντί να είμαι κλεισμένος σ’ ένα εργοστάσιο, όπως σε μια ποινική αποικία· αντί να ζητιανεύω γι’ αυτά που δικαιωματικά μου ανήκουν, προτίμησα να επαναστατήσω και να πολεμήσω τους εχθρούς μου πρόσωπο με πρόσωπο κάνοντας πόλεμο στους πλούσιους, επιτειθέμενος στα υπάρχοντά τους.
Φυσικά καταλαβαίνω πως θα προτιμούσατε να υποταχθώ στους νόμους σας· σαν πειθήνιος και παληός εργαζόμενος να δημιουργώ πλούτο μ’ αντάλλαγμα έναν ασήμαντο μισθό, κι όταν το κορμί μου θάχε εξαντληθεί και το μυαλό μου αχρηστευτεί θα είχα πεθάνει σε μια γωνιά του δρόμου. Τότε δε θα μ’ αποκαλούσατε “κυνικό κακοποιό”, αλλά “τίμιο εργαζόμενο”. Με κολακείες, θα μου δίνατε ακόμα το μετάλλιο της εργατικότητας. Οι παπάδες υπόσχονται τον παράδεισο στα κορόιδά τους. Σεις είστε λιγότερο αφηρημένοι: τους υπόσχεστε ένα κομμάτι χαρτί.
Σας ευχαριστώ για την τόση καλοσύνη, τόση ευγνωμοσύνη, messieurs. Προτιμώ να είμαι ένας κυνικά συνειδητός των δικαιωμάτων μου παρά ένας αυτόματος, μια καρυάτιδα.
Από τότε που είχα συνείδηση του εαυτού μου δόθηκα στην κλεψιά δίχως κανένα δισταγμό. Δεν έχω θέση στη λεγόμενη ηθική σας που συνηγορεί το σεβασμό στην ιδιοχτησία σαν αρετή όταν στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν χειρότεροι κλέφτες απ’ τους ιδιοχτήτες.
Θεωρείστε τους εαυτούς σας τυχερούς, messieurs, που αυτή η προκατάληψη έχει ριζώσει στους ανθρώπους, που γίνεται γι’ αυτό ο καλλίτερός σας χωροφύλακας. Γνωρίζοντας την αδυναμία του νόμου, της εξουσίας, να το εκφράσω καλλίτερα, τους έχετε κάμη τον πιο στέρεο απ’ τους προστάτες σας. Προσέξτε όμως: τα πάντα διαρκούν μόνο για ωρισμένο καιρό. Ό,τι οικοδομήθηκε, χτίστηκε με πανουργία και ισχύ, μπορεί να γκρεμιστεί με πανουργία και ισχύ.
Οι άνθρωποι εξελίσσονται κάθε μέρα. Δε βλέπετε πως έχουν μάθει αυτές τις αλήθειες, πως έχουν συνειδητοποιήσει τα δικαιώματά τους, πως όλοι αυτοί οι πεινασμένοι, όλοι οι άθλιοι, με μία λέξη: όλα τα θύματά σας, οπλίζονται με λοστούς και επιτίθενται στα σπίτια σας για να πάρουν πίσω τον πλούτο που δημιούργησαν και τον οποίο τους κλέψατε
Νομίζετε πως θάναι ακόμα δυστυχισμένοι; Νομίζω το αντίθετο. Εάν το σκεφτούν προσεκτικά θα προτιμούσαν να πάρουν όλα τα πιθανά ρίσκα απ’ το να σας παραπαχαίνουν ενώ στενάζουν στη μιζέρια.
“Φυλακή…ποινικές αποικίες…η αγχόνη,” θα τους πουν. Αλλά τί είναι αυτές οι απόψεις σε συνδυασμό με τη ζωή ενός κτήνους φτιαγμένο απ’ όλες τις δυνατές ταλαιπωρίες.
Ο ανθρακωρύχος που παλεύει για το ψωμί του στα έγκατα της γης, δίχως ν’ αντικρίζει το φως της μέρας, μπορεί να χαθεί από λεπτό σε λεπτό, θύμα μιας έκρηξης· ο στεγαστής που περιπλανιέται από στέγη σε στέγη μπορεί να πέσει και να γίνει κομμάτια· ο ναυτικός γνωρίζει πότε σαλπάρει αλλά δεν ξέρει εάν θα επιστρέψει στο λιμάνι. Ένας σημαντικός αριθμός εργατών προσβάλλονται από θανατηφόρες ασθένειες κατά την άσκηση της εργασίας τους· εξαντλούνται, δηλητηριάζονται, πεθαίνουν για να παράγουν για σας. Ακόμα κι οι χωροφύλακες κι οι αστυνομικοί – οι υπηρέτες σας – που, για ένα κόκκαλο που τους δίνετε για να δαγκώνουν, μερικές φορές συναντούν το θάνατο στη μάχη ενάντια στους εχθρούς σας.
Στενοκέφαλοι στον κοντόθωρο εγωισμό σας, παραμένετε σκεπτικοί στη θεώρηση αυτής της άποψης; Οι άνθρωποι φοβούνται, φαίνεται να λέτε. Τους κυβερνούμε με το φόβο και την καταστολή. Εάν ουρλιάξουν, θα τους ρίξουμε στη φυλακή· εάν κουνηθούν, θα τους εξορίσουμε στην ποινική αποικία· εάν δράσουν θα τους οδηγήσουμε στην γκιλλοτίνα! Πολύ κακώς υπολογίσατε, messieurs, πιστέψτε με. Οι ποινές που επιβάλλετε δεν είναι το φάρμακο εναντίον των εξεγερτικών δράσεων. Η καταπίεση, μακρυά απ’ το νάναι φάρμακο, ή ακόμη καταπραϋντικό, είναι μόνον η επιδείνωση του κακού.
Συλλογικά μέτρα φυτεύουν μόνο μίσος κι εκδίκηση. Είναι ένας μοιραίος κύκλος. Σε κάθε περίπτωση, απ’ τη στιγμή που παίρνετε κεφάλια, από τότε που γεμίζετε τις φυλακές και τις ποινικές αποικίες, έχετε καταφέρει να εμποδίσετε το μίσος απ’ το να εκδηλώνεται; Πείτε κάτι! Απαντήστε! Τα γεγονότα δείχνουν την ανικανότητά σας.
Από την πλευρά μου, γνώριζα πολύ καλά ότι η διαγωγή μου δε θάχε άλλη έκβαση απ’ την ποινική αποικία ή την αγχόνη. Πρέπει να δείτε ότι αυτό δε με απέτρεψε απ’ τη δράση. Εάν έδωσα τον εαυτό μου στην κλεψιά δεν είτανε ζήτημα κέρδους, αλλά ζήτημα αρχής, δίκιου. Προτίμησα να διατηρήσω την ελευθερία μου, την ανεξαρτησία μου, την αξιοπρέπειά μου ως άνθρωπος παρά να κάνω τον εαυτό μου το δημιουργό της τύχης κάποιου άλλου. Για να το θέσω ωμά, δίχως εφυμισμό: προτίμησα να κλέβω παρά να με κλέβουν!
Φυσικά καταδικάζω, επίσης, τη βίαιη αρπαγή του πλούτου και μέσω της πανουργίας να παίρνει τους καρπούς της εργασίας κάποιου άλλου. Αλλ’ είναι ακριβώς γι’ αυτό που έκανα πόλεμο στους πλούσιους, τους κλέφτες των αγαθών των φτωχών. Θέλω επίσης να ζω σε μια κοινωνία όπου η κλεψιά θα εξαλειφθεί. Επιδοκιμάζω μόνο και χρησιμοποιώ την κλεψιά σα μέσο της εξέγερσης περισσότερο κατάλληλο για να πολεμήσει την περισσότερο άδικη απ’ όλες τις κλεψιές: την ιδιωτική ιδιοχτησία.
Για να καταστρέψεις ένα αποτέλεσμα πρέπει πρώτα να καταστρέψεις την αιτία του. Εάν υπάρχει κλεψιά είναι διότι υπάρχει πλεόνασμα απ’ τη μια πλευρά και φτώχεια απ’ την άλλη· διότι   τ α   π ά ν τ α   ανήκουν μόνο σε   λ ί γ ο υ ς .   Ο   α γ ώ ν α ς   θ α   ε ξ α φ α ν ι σ τ ε ί   μ ό ν ο   ό τ α ν   ο ι   ά ν θ ρ ω π ο ι   θ α   μ ο ι ρ ά ζ ο ν τ α ι   τ η ν   ε υ τ υ χ ί α   κ α ι   τ η   λ ύ π η   τ ο υ ς ,   τ ο ν  κ ό π ο   κ α ι   τ ο ν   π λ ο ύ τ ο   τ ο υ ς ,   ό τ α ν   ό λ α   θ α   α ν ή κ ο υ ν   σ’   ό λ ο υ ς .
Ω ς   ε π α ν α σ τ ά τ η ς   α ν α ρ χ ι κ ό ς ,   έ κ α ν α   τ η ν   ε π α ν ά σ τ α σ ή   μ ο υ .   V i v e   l’   a n a r c h i e !
Ζαν Μαιτρόν, Histoire du mouvement anarchiste en France. Παρίσι, Societé universitaire d’editions et de librairie. 1951
Μετάφρ. aixmi

Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Ευτυχισμένο και αγωνιστικό το 2013…

Λίγο πριν το τέλος του χρόνου











Λίγο πριν το τέλος του χρόνου



Είθισται τέτοιες μέρες να γυρίζεις τη σκέψη σου σε γεγονότα που συνέβησαν τον χρόνο που φεύγει. Θυμάσαι τις ξεχωριστές στιγμές και τις βλέπεις στην συνολική πορεία του χρόνου. Το 2012 ήταν μια, από όλες τις απόψεις, ξεχωριστή χρονιά. Όμως δεν θέλω να γράψω για τα ίδια και τα ίδια. Για τα Μνημόνια, την συγκυβέρνηση, τις εκλογές και τους φασίστες. Θέλω να γράψω για το 2012 από την δική μου οπτική.

Πριν από λίγους μήνες η τύχη τα έφερε έτσι ώστε να χρειαστεί να εγκαταλείψω την ομορφότερη πόλη του κόσμου και να μετακομίσω στην Αθήνα. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για επιστροφή στην Αθήνα, όπου έζησα αρκετό καιρό, μετά από έξι χρόνια. Σήμερα θέλω να μιλήσω για την Αθήνα του 2012 και να την συγκρίνω με την Θεσσαλονίκη.

Η μετάβαση από τη μία πόλη στην άλλη είναι πάντα δύσκολη, ακόμα κι αν έχεις φίλους, γνωστούς και γνώση της πόλης. Εκείνο που αλλάζει είναι η ένταση. Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη χαλαρή, σχεδόν όπως έχει αποτυπωθεί στην σάτιρα. Κοντινές αποστάσεις και κόσμος που αγχώνεται μόνο όταν παίζει ο ΠΑΟΚ. Αντίθετα η Αθήνα είναι η πόλη που σε κάνει να τρέχεις. Χωρίς λόγο. Αλλάζεις γραμμή στο μετρό του Συντάγματος και τρέχεις από τη μία αποβάθρα στην άλλη για να περιμένεις εκεί. Βγαίνεις από το μετρό και κατεβάζεις το κεφάλι κάτω και τρέχεις.

Πάντα έτσι ήταν η Αθήνα. Πάντα οι Αθηναίοι ήταν πιο βιαστικοί. Στους δρόμους, στα πεζοδρόμια στις κυλιόμενες σκάλες. Αυτό που προστέθηκε τώρα στην όψη τους είναι μια παγωμάρα. Βλέπεις στους δρόμους πρόσωπα σκυφτά, σχεδόν θλιμμένα. Θερίζει η κατάθλιψη, πληθαίνουν οι άνεργοι, φτωχαίνουν οι εργαζόμενοι, σφίγγουν τα στομάχια. Το κεφάλι κάτω. Φοβάσαι να το σηκώσεις μην αντικρίσεις κι άλλον άστεγο, κι άλλη πόρνη, κι άλλο ναρκομανή.

Οι δρόμοι βρώμικοι. Όχι από τους μετανάστες, όπως θέλουνε να πιστεύουμε. Από την παραίτηση στην παρακμή. Οι απολυμένοι συμβασιούχοι των δήμων τελικά έκαναν δουλειά. Τώρα τα σκουπίδια κάνουν πάρτι. Οι κάδοι εξαφανισμένοι, τα Αβραμοκάγκελα ετοιμόρροπα. Η πόλη έχει ένα γκρίζο χρώμα, ακόμα και τις πιο ηλιόλουστες μέρες.

Η Αθήνα είχε την ιδιαιτερότητα να έχει τα πάντα. Η μόνη ελληνική πόλη που σου δίνει την αίσθηση της μεγαλούπολης. Βλέπεις τον μετανάστη, τον τουρίστα, τον ελληναρά, τον ναρκομανή, τον έμπορο, τον αλτέρνατιβ χίπστερ τύπο, την γκόμενα τύπου Αρχιτεκτονικής, το emo, όλους αυτούς μαζί σε ένα πεντάλεπτο. Βλέπεις τις μάζες να μετακινούνται προς το Γκάζι, βλέπεις και τους πιο μερακλήδες να ξετρυπώνουν στέκια σε γειτονιές. Βλέπεις το παλάτι της Φιλοθέης, βλέπεις και τα παραπήγματα στα οποία στοιβάζονται δεκάδες άνθρωποι. Ο αμύθητος πλούτος με την απέραντη δυστυχία συμβιώνουν με μερικές εκατοντάδες μέτρα απόσταση.

Σε ακόμα μικρότερη απόσταση θα δεις την αποκτήνωση και την ανθρωπιά. Θα δεις τον σκατόψυχο φασίστα που μισεί όποιον κινείται και θα δεις και ανθρώπους κάθε ηλικίας να αφήνουν μια σακούλα με τρόφιμα ή μια κουβέρτα σε κάποιον άστεγο. Δεν τους λύνουν το πρόβλημα αλλά τουλάχιστον δεν ξεχνάμε ότι είμαστε και άνθρωποι.

Η Αθήνα είναι η πόλη στην οποία τίποτα δεν είναι έκπληξη. Μπορεί να δεις τα πάντα. Μπορείς να βρεις τα πάντα. Τα πάντα; Ε, όχι και τα πάντα. Οι πιθανότητες να βρεις καλό γυράδικο στην Αθήνα είναι περίπου όσες να βρεις λιοντάρι βετζετέριαν. Όμως με το φαγητό ξεπερνάς το πρόβλημα εύκολα. Συμβιβάζεσαι με κάτι άλλο. Εκείνο που δεν χωράει διόρθωση είναι το κλίμα, η ψυχολογία των ανθρώπων.

Άνθρωποι χτυπημένοι από την κρίση, σαν να τους έχουν ρουφήξει την απόλαυση, περιφέρονται σαν μισοζώντανοι και εκπληρώνουν μηχανικά τις υποχρεώσεις της διαβίωσής τους. Έχουν χάσει την όρεξή τους για τα πάντα. Το χαμόγελο μονίμως παγωμένο κρύβει μια πίκρα. Τα νεύρα μονίμως τσιτωμένα. Όλοι έτοιμοι να ξεσπάσουν κάπου.

Αντίθετα στη Θεσσαλονίκη δεν παρατηρείς στην ίδια ένταση τέτοιες εικόνες. Όχι ότι η πόλη μας εδώ δεν έχει κρίση. Κάθε άλλο. Όταν εμείς στη Θεσσαλονίκη είχαμε κρίση εκεί στην Αθήνα δανείζονταν από τις αγορές. Οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης διακρίνονται χοντρικά σε δύο κατηγορίες: σε αυτούς που δεν έχουν καταλάβει τι συμβαίνει και σε αυτούς που έχουν βιώσει την κρίση πολύ πριν αυτή γίνει μόδα.

Η πρώτη κατηγορία είναι δυστυχώς ο μέσος Θεσσαλονικιός. Συνεχίζει να πηγαίνει στα μπουζούκια, να ακολουθεί τις ίδιες συνήθειες, και να γαμωσταυρίζει τους 300 κλέφτες. Ήταν πάντα ρατσιστής, (τα ποσοστά του Ψωμιάδη της καρδιάς μας αποδεικνύουν πως ο βήχας και η βλακεία δεν κρύβεται), τώρα του φταίει και ο Πακιστανός, άσχετα αν δεν έχει δει από κοντά Πακιστανό. Παρακολουθεί την κρίση να εξελίσσεται σαν να συμβαίνει κάπου αλλού.

Η δεύτερη κατηγορία είναι αυτοί που ζούσαν εδώ και πολλά χρόνια την κρίση. Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη φτωχή. Η βιοτεχνία που αποτελούσε μεγάλο κομμάτι της οικονομικής δραστηριότητας της πόλης έσβησε αρκετά χρόνια πριν την κρίση. Μαζί και άλλες εργασίες, η απώλεια των οποίων συμπαρέσυρε την πόλη στην μαυρίλα εδώ και αρκετά χρόνια.

Ίσως έτσι να εξηγείται το γεγονός ότι στην Αθήνα ο κόσμος έστω και διστακτικά, έχει αρχίσει να βγαίνει στους δρόμους, διαδηλώνει κατά χιλιάδες, απεργεί, αγωνίζεται την ώρα που στη Θεσσαλονίκη οι πορείες μοιάζουν περισσότερο με προσυγκεντρώσεις παρά με διαδηλώσεις μεγαλούπολης .

Σημαντικό ρόλο παίζει και ο παράγοντας «χώρος». Στην Αθήνα βιώνεις την κρίση όχι μόνο επειδή έτσι λένε τα νούμερα, τα ΑΕΠ και τα Σπρέντς. Την βιώνεις στον ίδιο τον δημόσιο χώρο. Γίνεται πορεία; Το βλέπεις. Έρχεται η Μέρκελ; Το καταλαβαίνεις από το πρωί που θα ξυπνήσεις. Απεργία; Το ίδιο.

Όπως και να ‘χει ο Σαλονικιός έγινε ένα με τον καναπέ του, και δεν πρόκειται να σηκωθεί από εκεί ούτε με γερανό. Αυτή μαλθακότητα και ο ωχαδερφισμός σε συνδυασμό με την –μερικές φορές- επαρχιωτική νοοτροπία μας, δεν αρμόζουν σε περιόδους κρίσης. Τώρα χρειάζεται ένταση, πάθος και δύναμη.

Ευτυχισμένο και αγωνιστικό το 2013…

Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2012

ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ Κοινωνική/Αλληλέγγυα και Συνεργατική Οικονομία

Κοινωνική οικονομία: τόπος συνάντησης των αναγκών της επιβίωσης με την ανάκτηση της αξιοπρέπειας


του Γιώργου Λιερού
Η ανάδυση της Κοινωνικής Οικονομίας ακολούθησε σχεδόν άμεσα τη γένεση της οικονομίας της αγοράς. Δεν επρόκειτο παρά για την αυτοοργάνωση της νεαρής εργατικής τάξης· την αυτοοργάνωση για την κοινωνική ασφάλεια, τη μόρφωση αλλά και για τη συνεταιριστική ανάληψη παραγωγικών δραστηριοτήτων. Όχι μόνο για την επιβεβαίωση μέσα στο ζοφερό κοινωνικό τοπίο της Βιομηχανικής Επανάστασης αλλά προπάντων για την αξιοπρέπεια. Η Κοινωνική Οικονομία απετέλεσε ίσως την πρώτη μορφή με την οποία εμφανίστηκε στο ιστορικό προσκήνιο το σύγχρονο εργατικό κίνημα· ευθύς εξαρχής είχε μια προνομιακή σχέση με τους λεγόμενους ουτοπιστές σοσιαλιστές (στην Αγγλία, το κίνημα του Όουεν προηγήθηκε από εκείνο των Χαρτιστών, ενός πιο πολιτικοποιημένου εργατικού κινήματος, το οποίο διεκδικούσε το καθολικό εκλογικό δικαίωμα).

Απ’ όλον αυτόν τον θεσμικό πλούτο τον οποίο δημιούργησε μέσα σ’ έναν αιώνα το εργατικό κίνημα, συγκροτήθηκε το κράτος πρόνοιας. Το τελευταίο αμφισβητήθηκε από τα αριστερά, από τα κινήματα νεολαίας της δεκαετίας του 1960, αλλά αποδομήθηκε από τα δεξιά, από τον επελαύνοντα νεοφιλελευθερισμό. Η αποδόμηση ξεκίνησε από τη Λατινική Αμερική και την Αγγλία και σήμερα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στην ηπειρωτική Ευρώπη. Η σύγχρονη Κοινωνική Οικονομία έχει την καταγωγή της από τη μια στα κινήματα νεολαίας της δεκαετίας του 1960 και στα οικολογικά και εναλλακτικά κινήματα που τα διαδέχθηκαν, και από την άλλη στα αντινεοφιλελεύθερα κινήματα τα οποία εδώ και τρεις δεκαετίες συγκλονίζουν τη Λατινική Αμερική. Αυτά τα κινήματα πρωτοστάτησαν στους αγώνες εναντίον της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης και αποτελούν μοναδικές εμπειρίες αυτοοργάνωσης των αποκάτω για την ανάληψη της κοινωνικής παραγωγής και αναπαραγωγής.

Σε κάθε περίπτωση, η Κοινωνική Οικονομία, έρχεται να πάρει τη θέση του καταρρέοντος κράτους πρόνοιας και είναι το πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα σ’ ένα «εναλλακτικό επιχειρείν» και την αλληλέγγυα και συνεργατική οικονομία. Η Κοινωνική Οικονομία αποτελεί ένα σπουδαίο πεδίο ανάπτυξης και συγκρότησης, ένα πραγματικό πειραματικό εργαστήρι, για αγοραίους θεσμούς οι οποίοι έρχονται να υποκαταστήσουν τους πολιτειακούς και κρατικούς. Από την άλλη, ιδίως σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, βλέπε κοινωνικής κατάρρευσης, η Κοινωνική Οικονομία αποτελεί όχι μόνο πεδίο δοκιμασίας των αντικαπιταλιστικών προταγμάτων στην πράξη αλλά και την κύρια ή τη μόνη δυνατή απάντηση όσων από τους αποκάτω πετάγονται οριστικά εκτός απασχόλησης και εκτός κοινωνικής προστασίας· είναι ο τόπος στον οποίο συναντώνται οι ανάγκες της επιβίωσης με τα πιο ευγενικά οράματα και την ανάκτηση της αξιοπρέπειας.

Η Κοινωνική Οικονομία είναι η μόνη διέξοδος στην απελπιστική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα μας (απελπιστική κατάσταση που δεν έχει να κάνει μόνο με τη φτώχεια και την εξαθλίωση). Χωρίς να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους πολλές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, χωρίς την ατομική πρωτοβουλία, την προσωπική ευθύνη του καθενός χωριστά απ’ αυτούς, δεν μπορεί να επιτελεστεί το τιτάνιο έργο της από την αρχή ανασυγκρότησης της οικονομίας, της ανοικοδόμησης της χώρας, της ανασύστασης της κοινωνίας. Εδώ που φτάσαμε δεν υπάρχει πλέον κάποιο πολιτικό σχέδιο που να μπορεί να υλοποιηθεί με διατάγματα από ένα κρατικό μηχανισμό (ακόμη κι αν ο μηχανισμός αυτός θα ήταν ο γερμανικός και όχι ο ελληνικός). Όχι βέβαια ότι στερούνται σημασίας οι πολιτικοί αγώνες και προπάντων η εξέγερση και η μετωπική αναμέτρηση με το κράτος. Δημιουργούν τον δημόσιο χώρο που εμπεριέχει αυτές τις δομές και τις κάνει κόσμο· προϋποθέτουν αλλά και μας χρειάζονται επίσης για να διευκολύνουν να αναδείξουν τη δημιουργικότητα του πλήθους των ανθρώπων στο μοριακό επίπεδο.

Μια «αλληλέγγυα και συνεργατική οικονομία», η οποία εκδηλώνει μια δυναμική υπέρβαση του καπιταλισμού, ξεχωρίζει πρώτα απ’ όλα γιατί ξεκινάει από σήμερα την κατάργηση της μισθωτής εργασίας, υιοθετώντας, προκρίνοντας, τη συνεργασία, το συνεταιρισμό των ελεύθερων παραγωγών, και επίσης γιατί συγκρούεται δραστικά με την εμπορευματοποίηση της γης και τις δραματικές συνέπειές της για τους ανθρώπους και τον πλανήτη. Η εμπορευματοποίηση της ικανότητας για εργασία και η εμπορευματοποίηση της γης όρισαν στις αρχές του 19ου αιώνα τη μετάβαση από τις εμπορευματικές οικονομίες του πρώιμου καπιταλισμού στην αυτορρυθμιζόμενη αγορά και τον σύγχρονο καπιταλισμό. Η αλληλέγγυα και συνεργατική οικονομία αμφισβητώντας τη μισθωτή εργασία και την εμπορευματοποίηση της γης συνυφαίνεται με τα δυο μεγάλα κινήματα της εποχής μας, το εργατικό και το οικολογικό.

Ωστόσο, για μια κοινωνία που είναι επικεντρωμένη στην οικονομία, δηλαδή στη συνεχή μεγέθυνση της παραγωγής, στο μόχθο και την εργασία (ή στην απαλλαγή απ’ αυτά), στην όλο και μεγαλύτερη συγκέντρωση «υλικού» πλούτου, στην ατομική καταξίωση μέσα από την κατοχή πραγμάτων, στην διαρκή αύξηση της κατανάλωσης κ.τ.λ., ο καπιταλισμός είναι ένα καλό, το καλύτερο, σύστημα (ακόμη κι αν κάνει κακό στους ανθρώπους και τη φύση). Η θέσμιση στην προοπτική μιας άλλης κοινωνίας συνάδει με την απώλεια της φαντασιακής, συμβολικής και υλικής πρωτοκαθεδρίας που απολαμβάνει η οικονομία στην καπιταλιστική κοινωνία, συμβαδίζει με την επανενσωμάτωσή της στην κοινωνία. Μόνο με αυτήν την προϋπόθεση μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά (επίσης και στο οικονομικό επίπεδο) οι συνεταιρισμοί και η αυτοδιαχείριση και να είναι οικονομικά βιώσιμες οι μελλοντικές δημοκρατικές πολιτείες.

Δημοσιεύτηκε στο 9ο τεύχος της εργατικής εφημερίδας Δράση

Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων το βιβλίο του Γιώργου Λιερού Υπαρκτός καινούργιος κόσμος: Κοινωνική/Αλληλέγγυα και Συνεργατική Οικονομία

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Η διαφήμιση προστάζει καταναλώστε και η οικονομία το απαγορεύει

Βασικά μαθήματα αδικίας

Eντουάρντο Γκαλεάνο
Η διαφήμιση προστάζει καταναλώστε και η οικονομία το απαγορεύει. Οι επιταγές της κατανάλωσης, υποχρεωτικές για όλους αλλά ανέφικτες για την πλειοψηφία, οδηγούν σε παράνομες ενέργειες. Οι αστυνομικές σελίδες των εφημερίδων φανερώνουν πολύ περισσότερα για τις αντιφάσεις της εποχής μας από τις πολιτικές ή οικονομικές τους σελίδες.
Ισοπέδωση και ανισότητεςaristeroblog.gr
Η δικτατορία της καταναλωτικής κοινωνίας επιβάλλει έναν ολοκληρωτισμό αντίστοιχο με εκείνον που επιβάλλει η δίδυμη αδελφή της, η δικτατορία της άνισης οργάνωσης του κόσμου.
Οι μηχανισμοί της υποχρεωτικής ισοπέδωσης υπονομεύουν την αξιοθαύμαστη δύναμη των ανθρώπων να αναγνωρίζουν τις διαφορές τους κι αυτές να τους συνδέουν. Το καλύτερο στοιχείο του κόσμου αυτού είναι η πολλαπλότητα των κόσμων που εμπεριέχει, οι διαφορετικές μουσικές, τα βάσανα και τα χρώματα της ζωής: οι χίλιοι και ένας τρόποι που ανακαλύψαμε, στο πέρασμα των αιώνων, για να ζούμε και να μιλάμε, να πιστεύουμε και να δημιουργούμε, να τρώμε, να εργαζόμαστε, να χορεύουμε, να παίζουμε, να αγαπάμε, να υποφέρουμε και να γιορτάζουμε.
Η ισοπέδωση, που μας εξομοιώνει αλλά και μας σαγηνεύει, δεν μπορεί να μετρηθεί. Δεν υπάρχει υπολογιστής ικανός να καταγράψει τα καθημερινά εγκλήματα που διαπράττει η βιομηχανία της μαζικής κουλτούρας κατά της διαφορετικότητας των ανθρώπων και του δικαιώματός τους σε μια ταυτότητα. Κι όμως, τα καταστρεπτικά επιτεύγματά της είναι οφθαλμοφανή. Ο χρόνος σιγά σιγά αδειάζει, η ιστορία χάνεται και ο χώρος δεν αναγνωρίζει την εκπληκτική ποικιλία των περιοχών του. Με τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, τα αφεντικά του κόσμου, μας επιβάλλουν να κοιταζόμαστε όλοι υποχρεωτικά σε έναν και μοναδικό καθρέφτη, ο οποίος αντανακλά τις αξίες της κουλτούρας της κατανάλωσης.
Όποιος δεν κατέχει δεν υπάρχει: όποιος δεν έχει αυτοκίνητο, επώνυμα παπούτσια ή εισαγόμενα αρώματα, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Οικονομία των εισαγωγών, πολιτισμός της αγυρτείας: στο βασίλειο της επίδειξης οφείλουμε όλοι να επιβιβαστούμε στο κρουαζιερόπλοιο της κατανάλωσης, που σκίζει τα ταραγμένα νερά της αγοράς. Η πλειοψηφία των επιβατών είναι καταδικασμένη να ναυαγήσει, αλλά τα ναύλα όσων μπορέσουν να ταξιδέψουν θα τα πληρώσουμε όλοι με το εξωτερικό χρέος. Τα δάνεια, που δίνουν τη δυνατότητα σε μια καταναλωτική μειοψηφία να γεμίσει με καινούργια άχρηστα πράγματα, δρουν στην υπηρεσία της τυποποίησης της μεσαίας τάξης και του πιθηκισμού της ανώτερης τάξης. Η τηλεόραση μάλιστα αναλαμβάνει να μετατρέψει σε πραγματικές ανάγκες, μπροστά στα μάτια μας, την τεχνητή ζήτηση την οποία επινοεί ακούραστα ο Βορράς και προβάλλει με επιτυχία στο Νότο. (Στο βιβλίο αυτό, οι όροι Βορράς και Νότος αναφέρονται στη μοιρασιά της παγκόσμιας πίτας και δε συμπίπτουν πάντοτε με τα γεωγραφικά δεδομένα).
Η εξαίρεση
Υπάρχει μόνο ένας τόπος όπου ο Βορράς ανταγωνίζεται το Νότο με τους ίδιους όρους: πρόκειται για ένα γήπεδο ποδοσφαίρου στη Βραζιλία, στις εκβολές του Αμαζονίου. Ο κύκλος του Ισημερινού κόβει στη μέση το στάδιο Zerão, στην Αμαπά, οπότε κάθε ομάδα παίζει το ένα ημίχρονο στο Νότο και το άλλο στο Βορρά.
Τι γίνεται με τα εκατομμύρια παιδιά της Λατινικής Αμερικής που όταν μεγαλώσουν θα είναι καταδικασμένα να αντιμετωπίσουν την ανεργία ή μισθούς πείνας; Η διαφήμιση τι ρόλο παίζει; Αυξάνει άραγε τη ζήτηση ή υποκινεί τη βία; Η τηλεόραση προσφέρει ολοκληρωμένες υπηρεσίες: όχι μόνο μας μαθαίνει να ταυτίζουμε την ποιότητα ζωής με την ποσότητα των πραγμάτων αλλά και μας προσφέρει καθημερινά οπτικοακουστικά μαθήματα βίας, που συμπληρώνονται από τα βιντεοπαιχνίδια. Το έγκλημα είναι το πιο επιτυχημένο θέαμα της μικρής οθόνης. Χτύπα προτού σε χτυπήσουν ,συμβουλεύουν οι ηλεκτρονικοί δάσκαλοι των βιντεοπαιχνιδιών.
Βγάλτα πέρα μόνος σου, μην υπολογίζεις σε κανέναν. Αυτοκίνητα ανατινάζονται, άνθρωπο εκρήγνυνται: Σκότωσε κι εσύ, μπορείς. Εν τω μεταξύ οι πόλεις μεγαλώνουν. Οι πόλεις της Λατινικής Αμερικής είναι σήμερα οι μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου. Και, καθώς μεγαλώνουν οι πόλεις, το έγκλημα αυξάνεται με τρομακτικό ρυθμό.
Η παγκόσμια οικονομία έχει ανάγκη από καταναλωτικές αγορές που να διευρύνονται στο διηνεκές, ώστε να βρίσκει διέξοδο η αυξανόμενη παραγωγή της και να μην κατρακυλούν τα ποσοστά κέρδους της. Ταυτόχρονα όμως έχει ανάγκη από εργατικά χέρια και πρώτες ύλες σε εξευτελιστικές τιμές, για να μειώνει το κόστος παραγωγής. Το ίδιο σύστημα που έχει ανάγκη να πουλάει ολοένα περισσότερο, έχει ανάγκη να πληρώνει ολοένα λιγότερο. Από αυτό το παράδοξο προκύπτει ένα άλλο παράδοξο: ο Βορράς διατάζει, όλο και πιο αυταρχικά, το Νότο και την Ανατολή να πολλαπλασιάσουν τους καταναλωτές τους αλλά τελικά αυτό που πολλαπλασιάζεται, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό, είναι το έγκλημα. Κλέβοντας τα μαγικά φυλαχτά, που προσδίδουν ύπαρξη στους ανθρώπους, κάθε κλέφτης θέλει να αποκτήσει ό,τι έχει το θύμα του, για να γίνει ίσος μαζί του. Οι άνθρωποι αλληλοπαγιδεύονται: σήμερα, στο φρενοκομείο των δρόμων, ο καθένας μπορεί να πεθάνει από μια σφαίρα: αυτοί που γεννήθηκαν για να πεθάνουν από πείνα, αλλά κι αυτοί που γεννήθηκαν για να πεθάνουν από το πολύ φαί.
Δεν είναι δυνατόν να μεταφραστεί σε αριθμούς η πολιτική ισοπέδωση την οποία επιβάλλουν τα καλούπια της καταναλωτικής κοινωνίας. Η οικονομική ανισότητα, όμως, μπορεί να μετρηθεί. Το παραδέχεται η Παγκόσμια Τράπεζα, που κάνει ό,τι μπορεί για να την διατηρήσει, και το επιβεβαιώνουν οι διάφοροι οργανισμοί Ηνωμένων Εθνών. Ποτέ η παγκόσμια οικονομία δεν ήταν τόσο λίγο δημοκρατική, ποτέ ο κόσμος δεν ήταν τόσο σκανδαλωδώς άδικος. Το 1960 το πλουσιότερο είκοσι τοις εκατό της ανθρωπότητας ήταν τριάντα φορές πιο πλούσιο από το φτωχότερο είκοσι τοις εκατό. Το 1990 η διαφορά είχε γίνει εξήντα φορές περισσότερο. Από τότε η ψαλίδα δεν έχει σταματήσει να ανοίγει: το 2000 η διαφορά θα είναι ενενήντα φορές περισσότερο.
Ανάμεσα στις δύο ακραίες καταστάσεις, ανάμεσα στους πάμπλουτους, που γεμίζουν τις πορνο-οικονομικές σελίδες των περιοδικών Forbesκαι Fortune, και τους πάμπτωχους, που γεμίζουν τους δρόμους και την επαρχία, η άβυσσος έχει γίνει πολύ βαθύτερη. Μια έγκυος γυναίκα στην Αφρική διατρέχει εκατό φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να πεθάνει από ό,τι στην Ευρώπη. Η αξία των προϊόντων για τα κατοικίδια, που πωλούνται κάθε χρόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερη από την συνολική παραγωγή της Αιθιοπίας. Οι πωλήσεις δύο μόνο γιγαντιαίων εταιριών, της General Motors και της Ford, ξεπερνούν κατά πολύ την αξία της παραγωγής όλων των χωρών της μαύρης Αφρικής. Σύμφωνα με το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη, δέκα άνθρωποι, οι δέκα πλουσιότεροι των πλουσίων του πλανήτη, συγκεντρώνουν πλούτο που ισοδυναμεί με την αξία της συνολικής παραγωγής πενήντα χωρών και τετρακόσιοι σαράντα επτά πολυεκατομμυριούχοι συγκεντρώνουν περιουσία μεγαλύτερη από το ετήσιο εισόδημα της μισής ανθρωπότητας.
Το 1997 ο Τζέιμς Γκούσταβ Σπεθ, υπεύθυνος αυτού του τμήματος των Ηνωμένων Εθνών, δήλωνε ότι τα τελευταία πενήντα χρόνια διπλασιάστηκε ο αριθμός των πλουσίων ανά τον κόσμο και τριπλασιάστηκε ο αριθμός των φτωχών, καθώς και ότι ένα δισεκατομμύριο εξακόσια εκατομμύρια άνθρωποι ζουν χειρότερα απ’ ό,τι πριν δεκαπέντε χρόνια.
Λίγο νωρίτερα, στη συνέλευση της Παγκόσμιας Τράπεζας και της Διεθνούς Νομισματικής Επιτροπής, ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας είχε κάνει ψυχρολουσία στους παρευρισκομένους. Ενώ όλοι πανηγύριζαν για την καλή πορεία της δια κυβέρνησης του πλανήτη από τους δύο αυτούς οργανισμούς, ο Τζέιμς Γουόλφενσον προειδοποιούσε: αν τα πράγματα συνεχίσουν έτσι, σε τριάντα χρόνια θα υπάρχουν εκατό δισεκατομμύρια φτωχοί στον κόσμο «και η ανισότητα θα γίνει μια ωρολογιακή βόμβα που θα εκραγεί πάνω στις επόμενες γενιές». Εν τω μεταξύ, χωρίς να έχει πληρωθεί σε δολάρια, σε πέσος ή σε άλλο νόμισμα, ένα ανώνυμο χέρι έγραφε σε ένα τοίχο στο Μπουένος Άιρες: Καταπολέμησε την πείνα και τη φτώχεια! Φάε ένα φτωχό!
Και για να μη χάνουμε την αισιοδοξία μας, όπως μας συμβουλεύει ο Κάρλος Μονσιβάις, ο κόσμος συνεχίζει την πορεία του: στο εσωτερικό της κάθε χώρας αναπαράγεται η αδικία που διέπει τις σχέσεις των χωρών μεταξύ τους καθώς, χρόνο με το χρόνο, διευρύνεται ολοένα περισσότερο το χάσμα ανάμεσα σε αυτούς που κατέχουν τα πάντα και σε αυτούς που δεν κατέχουν τίποτα. Αυτό το γνωρίζουμε καλά εδώ στην Αμερική. Στο Βορρά, στις Ηνωμένες Πολιτείες, πριν από μισό αιώνα οι πιο πλούσιοι ήταν κάτοχοι του είκοσι τοις εκατό του εθνικού εισοδήματος. Σήμερα κρατάνε στα χέρια τους το σαράντα τοις εκατό . Και στο Νότο; Η Λατινική Αμερική είναι η περιοχή με τη μεγαλύτερη αδικία στον κόσμο. Σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου η μοιρασιά δεν είναι τόσο άδικη· σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου δεν είναι τόσο τεράστια η απόσταση ανάμεσα στους λίγους, που έχουν το δικαίωμα να διατάζουν, και τους πολλούς, που οφείλουν να υπακούουν.
Η οικονομία της Λατινικής Αμερικής είναι μια μεταμοντέρνα οικονομία της σκλαβιάς: πληρώνει αφρικάνικους μισθούς, χρεώνει ευρωπαϊκές τιμές και τα εμπορεύματα που παράγει με την μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα είναι η αδικία και η βία. Πόλη του Μεξικού, 1997, επίσημα δεδομένα: ογδόντα τοις εκατό φτωχοί, τρία τοις εκατό πλούσιοι και στη μέση οι υπόλοιποι. Η Πόλη του Μεξικού είναι η πρωτεύουσα της χώρας του γρήγορου πλουτισμού που, στα χρόνια του ενενήντα, δημιούργησε τους περισσότερους πολυεκατομμυριούχους στον κόσμο: σύμφωνα με δεδομένα των Ηνωμένων Εθνών, ένας μόνο Μεξικάνος κατέχει πλούτο ισοδύναμο με τον πλούτο που συγκεντρώνουν δεκαεπτά εκατομμύρια φτωχών Μεξικανών.
Απόψεις / 1
Κατά την άποψη της κουκουβάγιας, της νυχτερίδας, του μποέμ και του κλέφτη, το σούρουπο είναι η ώρα του πρωινού.
Η βροχή είναι κατάρα για τον τουρίστα και χαρμόσυνη είδηση για τον αγρότη.
Στα μάτια των ιθαγενών, γραφικός είναι ο τουρίστας.
Στα μάτια των Ινδιάνων των νησιών της Καραϊβικής Θάλασσας ο Χριστόφορος Κολόμβος, με την κόκκινη βελούδινη κάπα του και το καπέλο του με τα φτερά, ήταν ένας παπαγάλος πελώριων διαστάσεων.
Σε καμία χώρα του κόσμου δεν υπάρχει τόσο μεγάλη αδικία όσο στη Βραζιλία. Ορισμένοι αναλυτές, μάλιστα, όταν θέλουν να περιγράψουν τον κόσμο τα επόμενα χρόνια μιλάνε για βραζιλιανοποίηση του πλανήτη. Λέγοντας βραζιλιανοποίηση, όμως, δεν εννοούν ασφαλώς τη διάδοση διεθνώς του χαρούμενου ποδοσφαίρου, του θεαματικού καρναβαλιού και της μουσικής που ξυπνάει ακόμα και νεκρούς, ομορφιές που κάνουν τη Βραζιλία να απαστράπτει, αλλά αναφέρονται στην επιβολή, σε παγκόσμια κλίμακα, ενός κοινωνικού μοντέλου που στηρίζεται στην κοινωνική αδικία και τις φυλετικές διακρίσεις. Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο, η ανάπτυξη της οικονομίας αναπαράγει τη φτώχεια και τη περιθωριοποίηση. Ένα άλλο όνομα της Βραζιλίας είναι το Belindia: έτσι βάφτισε ο οικονομολόγος Έντμαρ Βάσα αυτή τη χώρα όπου η μειοψηφία καταναλώνει όπως οι πλούσιοι του Βελγίου, ενώ η πλειοψηφία ζει όπως οι φτωχοί της Ινδίας.
Στην εποχή των ιδιωτικοποιήσεων και της ελεύθερης αγοράς το χρήμα κυβερνάει χωρίς μεσάζοντες. Ποιες είναι τότε οι αρμοδιότητες του κράτους; Το κράτος οφείλει να τιθασεύει τα φτηνά εργατικά χέρια, τα καταδικασμένα σε μισθούς πείνας και να καταστέλλει τις επικίνδυνες στρατιές των ανέργων: ένα κράτος δικαστής και χωροφύλακας και τίποτε άλλο.
Σε πολλές χώρες του κόσμου η κοινωνική δικαιοσύνη έχει αναχθεί σε ποινική δικαιοσύνη. Το κράτος επαγρυπνά μόνο για την δημόσια ασφάλεια: για τις υπόλοιπες υπηρεσίες υπεύθυνη είναι πλέον η αγορά· ο Θεός θα φροντίσει για τη φτώχεια, τους φτωχούς, τις φτωχές περιοχές, αν δεν τον προλάβει η αστυνομία. Μολονότι η δημόσια διοίκηση θέλει να παριστάνει την αφοσιωμένη μητέρα, άλλο δεν κάνει παρά να αφιερώνει τις ελάχιστες δυνάμεις που της απομένουν στην αστυνόμευση και την καταστολή. Στη νεοφιλελεύθερη εποχή μας τα δικαιώματα του πολίτη υποβαθμίζονται σε ρουσφέτια της εξουσίας. Μιας εξουσίας που αντιμετωπίζει τη δημόσια υγεία και τη δημόσια εκπαίδευση σαν μια μορφή δημόσιας ελεημοσύνης στις παραμονές των εκλογών.
Η φτώχεια σκοτώνει, ανά τον κόσμο, περισσότερους ανθρώπους κάθε χρόνο από όσους σκοτώθηκαν στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, που δεν ήταν και λίγοι. Κατά την άποψη της εξουσίας, ωστόσο, η εξολόθρευση δεν είναι κάτι το τόσο κακό αφού, στο κάτω κάτω, βοηθάει κάπως στον έλεγχο του πληθυσμού που αυξάνεται υπερβολικά. Οι ειδικοί καταγγέλλουν τον υπερπληθυσμό του Νότου, όπου οι αμαθείς μάζες δεν ξέρουν να κάνουν τίποτε άλλο παρά να παραβιάζουν την έκτη εντολή, μέρα νύχτα: οι γυναίκες πάντα θέλουν και οι άντρες πάντα μπορούν. Ωστόσο υπάρχει άραγε πρόβλημα υπερπληθυσμού στη Βραζιλία, όπου αντιστοιχούν δεκαεπτά κάτοικοι ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, ή στην Κολομβία όπου αντιστοιχούν είκοσι εννέα; Η Ολλανδία έχει τετρακόσιους κάτοικους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο και κανείς Ολλανδός δεν πεθαίνει από πείνα· στη Βραζιλία όμως και στην Κολομβία μια χούφτα αδηφάγων ανθρώπων εξαπατά όλους τους υπόλοιπους. Η Αϊτή και το Ελ Σαλβαδόρ, οι πιο πυκνοκατοικημένες χλωρες της Αμερικής, είναι εξίσου πυκνοκατοικημένες με τη Γερμανία.
Απόψεις / 2
Κατά την άποψη του Νότου, το καλοκαίρι του Βορρά είναι χειμώνας.
Κατά την άποψη του σκουληκιού, ένα πιάτο μακαρόνια είναι ένα όργιο.
Όπου οι ινδουιστές βλέπουν μια ιερή αγελάδα, άλλοι βλέπουν ένα μεγάλο χάμπουργκερ.
Κατά την άποψη του Ιπποκράτη, του Γαληνού, του Μαϊμονίδη και του Παράκελσου υπήρχε μια ασθένεια που την έλεγαν δυσπεψία, αλλά δεν υπήρχε ασθένεια που αν τη λένε πείνα.
Ο Τότο Ζάουγκ, που γύρναγε με το ίδιο ρούχο χειμώνα καλοκαίρι, ήταν άξιος θαυμασμού κατά την άποψη των γειτόνων του στο χωριό Καρδόνα:
-Ο Τότο δεν κρυώνει ποτέ – έλεγαν.
Εκείνος δεν έλεγε τίποτα. Κρύωνε· αλλά δεν είχε παννωφόρι.
Η εξουσία που διαπράττει την αδικία, και ζει απ’ αυτήν, αποπνέει βία από όλους της τους πόρους. Κοινωνίες μοιρασμένες σε καλούς και κακούς: στις κολάσεις των υποβαθμισμένων περιοχών ενεδρεύουν οι καταραμένοι με το σκούρο δέρμα, ένοχοι για τη φτώχεια τους και με κληρονομική τάση προς το έγκλημα: η διαφήμιση κάνει τα σάλια τους να τρέχουν και η αστυνομία τους διώχνει από το τραπέζι. Το σύστημα αρνείται να τους δώσει όσα προσφέρει, όλα αυτά τα μαγικά αντικείμενα που θα έκαναν πραγματικότητα τα όνειρά τους, αυτές τις πολυτέλειες που υπόσχεται η τηλεόραση, τα φώτα νέον που αναγγέλουν τον παράδεισο στις νύχτες της πόλης, τα μεγαλεία του εικονικού πλούτου: όπως καλά γνωρίζουν τα αφεντικά του πραγματικού πλούτου, δεν υπάρχει βάλιουμ που να μπορεί να ηρεμήσει τόση αγωνία, ούτε πρόζακ ικανό να απαλύνει τέτοιο βασανιστήριο. Η θεραπεία των φτωχών είναι η φυλακή και οι σφαίρες.
Μέχρι πριν είκοσι ή τριάντα χρόνια η φτώχεια εθεωρείτο ως καρπός της αδικίας. Το κατήγγελλε η Αριστερά, το παραδεχόταν το Κέντρο, ακόμα και η Δεξιά δεν το αρνιόταν. Πόσο έχουν αλλάξει οι καιροί, μέσα σε τόσο λίγο καιρό: τώρα η φτώχεια θεωρείται δίκαιη τιμωρία της ανικανότητας. Η φτώχεια ενδέχεται να επιφέρει λύπη, ακόμα και σήμερα, αλλά δεν προκαλεί πια αγανάκτηση: υπάρχουν φτωχοί επειδή έτσι επιβάλλουν οι κανόνες του παιχνιδιού ή επειδή έτσι το θέλησε η μοίρα. Αλλά  ούτε και η βία είναι παιδί της αδικίας. Το κυρίαρχο λεξιλόγιο, οι μαζικές εικόνες και λέξεις δρουν σχεδόν πάντα στην υπηρεσία ενός συστήματος ανταμοιβών και ποινών, που θεωρεί τη ζωή έναν ανελέητο αγώνα δρόμου με λίγους νικητές και πολλούς ηττημένους γεννημένους για να χάνουν. Η βία προβάλλεται, κατά κανόνα, ως ο καρπός της κακής συμπεριφοράς των κακών ηττημένων, των πολυάριθμων, επικίνδυνων και κοινωνικά απροσάρμοστων ανθρώπων, που γεννιούνται στις φτωχές γειτονιές και τις φτωχές χώρες.
Την έχουν στη φύση τους τη βία. Ανταποκρίνεται, όπως και η φτώχεια, στη φυσική τους τάξη, στη βιολογική ή και, ενδεχομένως, στη ζωολογική τους τάξη: έτσι είναι, έτσι ήταν και έτσι θα εξακολουθήσουν να είναι. Η αδικία, που εξαιτίας της διαιωνίζεται η βία, είναι σήμερα πιο μεγάλη από ποτέ τόσο στο Νότο όσο και στο Βορρά. Για τα μεγάλα μέσα επικοινωνίας όμως, που κατασκευάζουν τη δημόσια γνώμη σε παγκόσμια κλίμακα, δεν υπάρχει αδικία ή έστω υπάρχει σε μικρό βαθμό.
Ο ηθικός κώδικας του τέλους της χιλιετίας δεν καταδικάζει την αδικία αλλά την αποτυχία. Ο Ρόμπερτ Μακναμάρα, ένας από τους ιθύνοντες στον πόλεμο του Βιετνάμ, έγραψε ένα βιβλίο όπου αναγνωρίζει ότι ο πόλεμος ήταν ένα λάθος. Αυτός ο πόλεμος όμως, στον οποίο σκοτώθηκαν τρία εκατομμύρια Βιετναμέζοι και πενήντα οκτώ χιλιάδες Βορειοαμερικάνοι, δεν ήταν λάθος επειδή ήταν άδικος αλλά επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες τον ξεκίνησαν γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσαν να τον κερδίσουν. Το αμάρτημα έγκειται στην ήττα, όχι στην αδικία. Σύμφωνα με τον Μακναμάρα, από το 1965 ήδη υπήρχαν αδιάσειστα στοιχεία που αποδείκνυαν ότι ήταν αδύνατη η νίκη των δυνάμεων του εισβολέα, αλλά η κυβέρνηση της Βορείου Αμερικής εξακολούθησε να ενεργεί σαν να ήταν η νίκη εφικτή. Το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επί δεκαπέντε χρόνια εξασκούσαν διεθνή τρομοκρατία, για να επιβάλλουν στο Βιετνάμ μια ανεπιθύμητη στους Βιετναμέζους κυβέρνηση, δεν τους απασχολεί καθόλου. Το ότι η πρώτη στρατιωτική δύναμη του κόσμου έριξε, πάνω σε μια μικρή χώρα, περισσότερες βόμβες από όσες χρησιμοποιήθηκαν στο Δεύτερο Πακόσμιο πόλεμο είναι μια λεπτομέρεια άνευ σημασίας.
Στο κάτω κάτω, με τη μεγάλη αυτή σφαγή, οι Ηνωμένες Πολιτείες απλώς άσκησαν το δικαίωμα που έχουν οι μεγάλες δυνάμεις να εισβάλλουν σε οποιαδήποτε χώρα και να την υποχρεώνουν να κάνει ό,τι θέλουν. Οι στρατιωτικοί, οι έμποροι, οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης και οι τραπεζίτες των κυρίαρχων χωρών έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν στις υπόλοιπες χώρες στρατιωτικές δικτατορίες ή κυβερνήσεις ανδρείκελα, μπορούν να τους υπαγορεύουν την οικονομική αλλά και κάθε άλλη πολιτική τους, μπορούν να τις διατάζουν να αποδέχονται καταστροφικές συναλλαγές και τοκογλυφικά δάνεια, μπορούν να επιβάλλουν το δικό τους τρόπο ζωής και να κατευθύνουν τις καταναλωτικές τάσεις. Πρόκειται για ένα φυσικό δικαίωμα, καθιερωμένο από την ατιμωρησία με την οποία ασκείται και την ταχύτητα με την οποία ξεχνιέται.
Απόψεις / 3
Αν κάποιος παίρνει χίλια δολάρια και κάποιος άλλος δεν παίρνει τίποτε τότε, σύμφωνα με τις στατιστικές, στον υπολογισμό του κατά κεφαλήν εισοδήματος ο καθένας τους εμφανίζεται να παίρνει από πεντακόσια δολάρια.
Από τη σκοπιά της πάλης κατά του πληθωρισμού, τα μέτρα προσαρμογής είναι μια καλή λύση. Από τη σκοπιά εκείνων που τα υφίστανται, τα μέτρα προσαρμογής αυξάνουν τη χολέρα, τον τύφο, τη φυματίωση και άλλες συμφορές.
Η εξουσία δεν έχει μνήμη: ευλογεί. Δικαιολογεί τη διαιώνιση του προνομίου ως κληρονομικό δικαίωμα, δίνει άφεση στα εγκλήματα των κρατούντων και τους χαρίζει άλλοθι. Η μνήμη της εξουσίας, η μοναδική μνήμη που διαδίδεται ως αληθινή από τα εκπαιδευτικά κέντρα και τα μέσα επικοινωνίας, δεν ακούει παρά τις φωνές που επαναλαμβάνουν μονότονα την καθοσίωσή της. Η ατιμωρησία απαιτεί απώλεια μνήμης. Υπάρχουν χώρες και άνθρωποι επιτυχημένοι και υπάρχουν χώρες και άνθρωποι αποτυχημένοι, επειδή οι αποτελεσματικοί αξίζουν επιβράβευση και οι άχρηστοι τιμωρία.
Για να μπορέσει να μετατρέψει τις ατιμίες σε άθλους, η μνήμη του Βορρά διαχωρίζεται από τη μνήμη του Νότου, η συσσώρευση αγαθών απομονώνεται από το άδειασμα των ταμείων, η χλιδή δεν έχει να κάνει με το πλιάτσικο. Η χαλασμένη μνήμη μας κάνει να πιστεύουμε ότι ο πλούτος δεν ευθύνεται καθόλου για τη φτώχεια, ότι πλούτος και φτώχεια έρχονται από τα βάθη των αιώνων και πηγαίνουν στα βάθη των αιώνων και ότι τα πράγματα είναι έτσι επειδή έτσι το θέλησε ο Θεός.
Το όγδοο θαύμα του κόσμου, η δέκατη συμφωνία του Μπετόβεν, η ενδεκάτη εντολή του Κυρίου: από παντού ακούγονται ύμνοι που εκθειάζουν την ελεύθερη αγορά, αυτή την πηγή ευημερίας, την εγγύηση της δημοκρατίας. Το ελεύθερο εμπόριο παρουσιάζεται σαν κάτι το καινούργιο, αλλά η ιστορία του κρατάει από μακριά. Πρόκειται για μια ιστορία που έχει άμεση σχέση με τις ρίζες της αδικίας, η οποία κυριαρχεί στις μέρες μας λες και κανείς δε γνωρίζει την προέλευσή της:
πριν από τρείς ή τέσσερις αιώνες η Αγγλία, η Ολλανδία και η Γαλλία έκαναν πειρατείες στο όνομα του ελεύθερου εμπορίου, με τη φιλική μεσολάβηση των Σερ Φράνσις Ντρέικ, Χένρι Μόργκαν, Πιέτ Χάιν, Φρανσουά Λονονουά και άλλων νεοφιλελεύθερων της εποχής·
με το άλλοθι του ελεύθερου εμπορίου πλούτισε η Ευρώπη πουλώντας ανθρώπινη σάρκα στα σκλαβοπάζαρα·
όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτίναξαν το ζυγό της Αγγλίας, το πρώτο που έκαναν ήταν να απαγορεύσουν το ελεύθερο εμπόριο. Όλα, από τις βρεφικές φασκιές μέχρι και τα νεκρικά σάβανα, φτιάχνονταν υποχρεωτικά με υφάσματα της Βορείου Αμερικής κι ας ήταν πιο ακριβά και πιο άσχημα από τα εγγλέζικα υφάσματα·
στη συνέχεια ,όμως, οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν σημαία το ελεύθερο εμπόριο και υποχρέωναν πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής να καταναλώνουν τα εμπορεύματά τους, τα δάνειά τους και τις στρατιωτικές δικτατορίες τους·
τυλιγμένοι μέσα στις πτυχές της ίδιας αυτής σημαίας, οι Βρετανοί στρατιώτες επέβαλαν με κανονιές την κατανάλωση στην Κίνα ενώ ο κουρσάρος Γουίλιαμ Γουόκερ επανέφερε στην Κεντρική Αμερική τη σκλαβιά, επίσης με κανονιές στο όνομα της ελευθερίας·
για να τιμήσει το ελεύθερο εμπόριο, η βρετανική βιομηχανία έριξε την Ινδία στην υπέρτατη μιζέρια και η Βρετανική Τράπεζα χρηματοδότησε την εξολόθρευση της Παραγουάης, που μέχρι το 1870 ήταν η μόνη πραγματικά ανεξάρτητη χώρα της Λατινικής Αμερικής·
μετά από πολλά χρόνια, το 1954, η Γουατεμάλα σκέφτηκε να κάνει ελεύθερο εμπόριο αγοράζοντας πετρέλαιο από τη Σοβιετική Ένωση. Τότε οι Ηνωμένες Πολιτείες οργάνωσαν μια αιφνίδια εισβολή και έβαλαν τα πράγματα στη θέση τους·
και, λιγάκι αργότερα, η Κούβα παράβλεψε το ότι το ελεύθερο εμπόριο γι’ αυτήν σήμαινε απλώς να αποδέχεται τις τιμές που της επέβαλλαν και αγόρασε το απαγορευμένο ρώσικο πετρέλαιο. Τότε ξέσπασε ένα τρομερό μπλέξιμο που κατέληξε στην εισβολή στην ακτή Ζιρόν και στο ατέλειωτο εμπάργκο.
Όλα τα ιστορικά προηγούμενα μας διδάσκουν ότι το ελεύθερο εμπόριο και οι άλλες ελευθερίες του χρήματος έχουν τόση σχέση με την ελευθερία των χωρών όση έχει ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης με τον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης. Η ελεύθερη αγορά έχει μετατρέψει τις χώρες μας σε παζάρια γεμάτα εισαγόμενα μπιχλιμπίδια , που ο περισσότερος κόσμος μπορεί να βλέπει αλλά δεν μπορεί να τα ακουμπήσει. Αυτό συμβαίνει από τα πολύ παλιά χρόνια, από τότε που οι έμποροι και οι γαιοκτήμονες σφετερίστηκαν και έβγαλαν στο σφυρί την ανεξαρτησία, την οποία είχαν κερδίσει οι ξυπόλητοι στρατιώτες μας. Τότε καταστράφηκαν οι μικρές βιοτεχνίες που θα μπορούσαν να εκκολαφθούν σε εθνική βιομηχανία. Η ενδοχώρα ερήμωσε και τα λιμάνια και οι μεγάλες πόλεις επέλεξαν τη φρενίτιδα της κατανάλωσης αντί για την πρόκληση της δημιουργίας. Τα χρόνια πέρασαν και είδα να πουλούν στα σούπερ μάρκετ της Βενεζουέλας μπουκαλάκια με νερό από τη Σκωτία ειδικό για ουίσκι. Σε διάφορες πόλεις της Κεντρικής Αμερικής, όπου στάζουν στον ιδρώτα μέχρι και οι πέτρες, είδα να πουλούν γούνινες εσάρπες για ψηλομύτες κυρίες. Στο Περού γερμανικές ηλεκτρικές παρκετέζες για σπίτια με χωμάτινα πατώματα, χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα. Στη Βραζιλία πλαστικούς φοίνικες αγορασμένους στο Μαϊάμι.
Γλωσσάριο / 1
Οι πολυεθνικές εταιρίες ονομάζονται έτσι επειδή λειτουργούν σε πολλές χώρες ταυτόχρονα· ανήκουν όμως στις λίγες εκείνες χώρες που μονοπωλούν τον πλούτο, την επιστημονική γνώση, την υψηλή τεχνολογία και την πολιτική, στρατιωτική και πολιτιστική εξουσία. Οι δέκα μεγαλύτερες πολυεθνικές συγκεντρώνουν σήμερα εισόδημα μεγαλύτερο από εκείνο που συγκέντρωναν εκατό χώρες μαζί.
Χώρες υπό ανάπτυξη είναι το όνομα που δίνουν οι ειδικοί στις χώρες που τις έχει συνθλίψει η ξένη ανάπτυξη. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, οι υπό ανάπτυξη χώρες στέλνουν στις ανεπτυγμένες χώρες, μέσω των άνισων εμπορικών και οικονομικών σχέσεων, δέκα φορές περισσότερα χρήματα από τα χρήματα που λαμβάνουν ως εξωτερική βοήθεια.
Εξωτερική βοήθεια καλείται ο μικρός φόρος που πληρώνει η διαφθορά στην αρετή στις διεθνείς σχέσεις. Η εξωτερική βοήθεια διανέμεται με τέτοιο τρόπο που, κατά κανόνα, επιβεβαιώνει την αδικία και σπανιότατα τη διαψεύδει. Το 1995 η μαύρη Αφρική έπασχε από το 75 τοις εκατό των περιπτώσεων του AIDS παγκοσμίως και έλαβε, μόνο, τα τρία τοις εκατό των κονδυλίων που διανεμήθηκαν από τους διεθνείς οργανισμούς για την πρόληψη αυτής της πανούκλας.
Άλλο δρόμο, τον αντίθετο, ακολούθησαν οι ανεπτυγμένες χώρες. Εκείνες ποτέ δεν κάλεσαν τον Ηρώδη στα παιδικά τους γενέθλια. Η ελεύθερη αγορά είναι το μοναδικό εμπόρευμα που παράγουν χωρίς επιχορήγηση και με μοναδικό στόχο την εξαγωγή. Οι χώρες αυτές το πουλούν, εμείς το αγοράζουμε. Η βοήθεια που προσφέρουν τα κράτη αυτά στη εθνική αγροτική παραγωγή τους είναι πάντα πολύ γενναιόδωρη κι έτσι μπορούν να διακινούν τα αγροτικά τους προϊόντα στις δικές μας χώρες σε χαμηλότατες τιμές, παρά το υψηλό κόστος τους, καταδικάζοντας στην καταστροφή τους αγρότες του Νότου. Οι κρατικές επιχορηγήσεις που παίρνουν οι παραγωγοί αγρότες των Ηνωμένων Πολιτειών είναι, κατά μέσο όρο, εκατό φορές μεγαλύτερες από το εισόδημα ενός γεωργού στις Φιλιππίνες, σύμφωνα με τα δεδομένα των Ηνωμένων Εθνών. Το χειρότερο όμως είναι ο βάναυσος τρόπος με τον οποίο πατρονάρουν και προστατεύουν οι ανεπτυγμένες δυνάμεις αυτό που τους ενδιαφέρει περισσότερο: το μονοπώλιο της υψηλής τεχνολογίας, της βιοτεχνολογίας και των βιομηχανιών της γνώσης και της επικοινωνίας, προνόμια που τα υπερασπίζονται με νύχια και με δόντια ώστε να εξακολουθήσει, στον αιώνα των αιώνων, ο Βορράς να είναι κάτοχος της γνώσης και ο Νότος να αντιγράφει.
Γλωσσάριο / 2
Το 1995, ο Τύπος της Αργεντινής αποκάλυψε ότι κάποιοι διευθυντές της τράπεζας Banco Nación πήραν τριάντα επτά εκατομμύρια δολάρια από τη βορειοαμερικάνικη εταιρίας IBM, με αντάλλαγμα μια σύμβαση για υπηρεσίες που εκτιμήθηκαν 120 εκατομμύρια δολάρια πάνω από την κανονική τιμή.
Τρία χρόνια αργότερα οι εν λόγω διευθυντές της κρατικής τράπεζας αναγνώρισαν ότι είχαν εισπράξει και ότι είχαν καταθέσει στην Ελβετία εκείνα τα λεφτουδάκια, αλλά είχαν την καλαισθησία να αποφύγουν την λέξη δωροδοκία ή τη χυδαία έκφραση λάδωμα: κάποιος χρησιμοποίησε τη λέξη ανταμοιβή, άλλος είπε ότι ήταν μια ευγενική χειρονομία και ο πιο φινετσάτος εξήγησε ότι επρόκειτο για μια εκδήλωση ευγνωμοσύνης από τη μεριά της ΙΒΜ.
Πολλά οικονομικά φράγματα παραμένουν ψηλά· ψηλότερα όμως από ποτά υψώνονται τα ανθρωπιστικά φράγματα. Δε χρειάζεται παρά να ρίξει κανείς μια πρόχειρη ματιά στους νέους νόμους των ευρωπαϊκών χωρών για τη μετανάστευση ή στο ατσαλένιο τείχος που χτίζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά μήκος των συνόρων με το Μεξικό.
Το τείχος αυτό δεν είναι φόρος τιμής στην πτώση του τείχους του Βερολίνου, αλλά μια ακόμα πόρτα που κλείνει στα μούτρα των Μεξικανών εργατών, οι οποίοι δεν εννοούν να καταλάβουν ότι η ελευθερία να περνάς από τη μια χώρα στην άλλη είναι προνόμιο του χρήματος. (Για να μη δείχνει και τόσο δυσάρεστο το τείχος, ανακοινώθηκε ότι θα βαφτεί σε χρώμα σομόν, θα έχει πλακάκια διακοσμημένα με παιδικά σχεδιάκια και τρυπούλες από όπου θα μπορεί κανείς να βλέπει στην άλλη πλευρά).
Κάθε φορά που συνεδριάζουν οι πρόεδροι των χωρών της Αμερικής, οι οποίοι συνεδριάζουν συχνότατα αλλά χωρίς κανένα όφελος, εκδίδουν αποφάσεις επαναλαμβάνοντας ότι «η ελεύθερη αγορά θα συμβάλλει στην ευημερία». Στην ευημερία τίνος δεν το διευκρινίζουν. Η  πραγματικότητα, που παρότι εμείς δεν της δίνουμε πάντα την πρέπουσα σημασία αυτή υπάρχει και δεν είναι βουβή, έστω κι αν ορισμένες φορές σιωπά, μας πληροφορεί ότι η ελεύθερη ροή κεφαλαίων πλουτίζει, κάθε μέρα περισσότερο, τους εμπόρους ναρκωτικών και τους τραπεζίτες που παρέχουν άσυλο στα ναρκωδολάριά τους. Η ανυπαρξία δημόσιου ελέγχου στις χρηματοδοτήσεις και στην οικονομία διευκολύνει τη δουλειά τους: τους προμηθεύει υα απαραίτητα προσωπεία και τους επιτρέπει να οργανώσουν, πιο αποτελεσματικά, τα δίκτυα διανομής των ναρκωτικών και το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος. Η πραγματικότητα επίσης λέει ότι αυτό το πράσινο φως δίνει το δικαίωμα στο Βορρά να αφήνει ελεύθερα τα χαλινάρια της γενναιοδωρίας και να εγκαθιστά στο Νότο και την Ανατολή τις πιο ρυπογόνους βιομηχανίες του, πληρώνοντας συμβολικούς μισθούς και χαρίζοντάς μας τα πυρηνικά απόβλητά του και άλλα σκουπίδια.
Γλωσσάριο / 3
  • Στη βικτοριανή εποχή δεν μπορούσες να αναφέρεις τη λέξη παντελόνια μπροστά σε μια δεσποινίδα. Στις μέρες μας ορισμένα πράγματα δεν είναι σωστό να λέγονται δημοσίως:
 
  • ο καπιταλισμός φέρει το καλλιτεχνικό όνομα της οικονομίας της αγοράς
 
  • ο ιμπεριαλισμός λέγεται παγκοσμιοποίηση
 
  • τα θύματα του ιμπεριαλισμού λέγονται χώρες υπό ανάπτυξη, που είναι σαν να αποκαλείς τους νάνους παιδιά
 
  • ο οπορτουνισμός λέγεται πραγματισμός
 
  • η προδοσία λέγεται ρεαλισμός
 
  • η φτώχεια λέγεται στέρηση ή στενότητα και οι φτωχοί άνθρωποι με ανεπαρκείς πόρους
 
  • η απομάκρυνση των φτωχών παιδιών από το εκπαιδευτικό σύστημα είναι γνωστή με το όνομα σχολική λιποταξία
 
  • το δικαίωμα του αφεντικού να απολύει τους εργάτες χωρίς αποζημιώσεις ή εξηγήσεις λέγεται ευελιξία της αγοράς
 
  • η επίσημη γλώσσα αναγνωρίζει τα δικαιώματα των γυναικών ως δικαιώματα μειονοτήτων, λες και ο μισός αρσενικός πληθυσμός της ανθρωπότητας είναι η πλειονότητα
 
  • αντί για στρατιωτική δικτατορία, λέμε μεταβατική κυβέρνηση
 
  • τα βασανιστήρια λέγονται παράνομος καταναγκασμός ή φυσικές και ψυχολογικές πιέσεις
 
  • όταν οι κλέφτες είναι από καλή οικογένεια δεν είναι κλέφτες αλλά κλεπτομανείς
 
  • η λεηλασία των δημόσιων αποθεμάτων από διεφθαρμένους πολιτικούς φέρει το όνομα αθέμιτος πλουτισμός
 
  • τα εγκλήματα που διαπράττουν τα αυτοκίνητα καλούνται ατυχήματα
 
  • όταν θέλουμε να πούμε τυφλοί, λέμε μη διορατικοί
 
  • οι μαύροι είναι έγχρωμοι
 
  • όπου δεις μακρόχρονη και επάρατος ασθένεια, πρέπει να διαβάζεις καρκίνο ή AIDS
 
  • αιφνίδια ασθένεια σημαίνει καρδιακή ανακοπή
 
  • ποτέ δε λέμε θάνατος, λέμε το μοιραίο
 
  • ποτέ επίσης δεν είναι νεκροί όσοι εξοντώνονται στις στρατιωτικές επιχειρήσεις: οι νεκροί της μάχης είναι απώλειες και οι απλοί πολίτες που σκοτώνονται, χωρίς να φταίνε σε τίποτε, είναι παράλληλες ζημίες
 
  • το 1995, όταν η Γαλλία έκανε τις πυρηνικές εκρήξεις στο Νότιο Ειρηνικό, ο πρέσβης της Γαλλίας στη Νέα Ζηλανδία δήλωσε: «Δε μου αρέσει η λέξη βόμβα. Δεν είναι βόμβες. Είναι μηχανισμοί που εκρήγνυνται»
 
  • Convivir(Συμβίωση) ονομάζονται κάποιες συμμορίες που δολοφονούν ανθρώπους στην Κολομβία, υπό την προστασία και την κάλυψη του στρατού
 
  • Dignidad(Αξιοπρέπεια), ήταν το όνομα ενός από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Χιλιανής δικτατορίας και
 
  • Libertad (Ελευθερία) λεγόταν η μεγαλύτερη φυλακή της δικτατορίας της Ουρουγουάης
 
  • PazyJusticia(Ειρήνη και Δικαιοσύνη) ονομάζεται η παραστρατιωτική ομάδα που γάζωσε πισώπλατα το 1997 σαράντα πέντε αγρότες, σχεδόν όλοι τους γυναίκες και παιδιά, που προσεύχονταν σε μια εκκλησία του χωριού Ακτεάλ στην Τσιάπας.
*Αυτό το κείμενο αποτελεί απόσπασμα (σελ. 33 – 51) από το βιβλίο «ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΑΝΑΠΟΔΑ» του Εντουάρντο Γκαλεάνο και κυκλοφορεί από τις ‘Εκδόσεις Πιρόγα’ σε μετάφραση της ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΖΑΚΟΠΟΥΛΟΥ