Σελίδες

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Περί βίας

Γιώργος Ρούσης: Περί βίας


Απ’ αφορμή την ένταση του οικονομικού καταναγκασμού, της άμεσης κρατικής και παρακρατικής βίας και των βίαιων αντιδράσεων που αυτά προκαλούν, έχει αναζωπυρωθεί η συζήτηση  περί βίας.
http://tsak-giorgis.blogspot.gr/
Σε αυτήν τη συζήτηση οι συστημικές- κυβερνητικές δυνάμεις, γεννήτορες και δάσκαλοι της βίας, την καταδικάζουν όταν στρέφεται εναντίον τους μ’ άλλα λόγια όταν θερίζουν ό, τι έσπειραν  και καλούν την Αριστερά να πράξει το ίδιο.

Από την άλλη η κοινοβουλευτική αριστερά αποδέχεται το ρόλο του απολογούμενου και δεν χάνει ευκαιρία να καταδικάσει γενικώς και αορίστως τη βία και να δηλώνει ότι η ίδια δεν πρόκειται ποτέ να την χρησιμοποιήσει.

Ενδεικτικά θυμίζω τις πρόσφατες δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα ότι «η βία ως η πλέον αυταρχική πράξη», είναι καταδικαστέα,  ή αντίστοιχες δηλώσεις άλλων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που περηφανεύονται ότι «θα ταράξουν [τους αντιπάλους τους] στην νομιμότητα».

Θυμίζω ακόμη παλιότερες  δηλώσεις της Αλέκας Παπαρήγα κατά την οποία «στην πραγματική λαϊκή εξέγερση «δεν θα σπάσει ούτε  τζάμι» και την πρόσφατη απολογητική της στάση κατά την οποία  οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ δεν διέπραξαν την «καταδικαστέα» πράξη της κατάληψης ενός δημόσιου χώρου που είναι το υπουργείο.

Θυμίζω τέλος την ευκολία με την οποία αυτή η  Αριστερά χαρακτηρίζει αδιακρίτως  ως προβοκατόρικη κάθε βίαιη αντίδραση στο σύστημα.

Αυτές οι  τοποθετήσεις  κατά της βίας γενικώς:

-Αρνούνται τις  πλέον ένδοξες στιγμές της παγκόσμιας αλλά και της ελληνικής  Αριστεράς, δηλαδή τη διπλή ένοπλη αντίστασή της  κατά του Γερμανικού και στη συνέχεια του Βρετανικού ιμπεριαλισμού, και κατά του ντόπιου κεφαλαίου.

- Αρνούνται το δικαίωμα αντίστασης στη βία, με βία, τη στιγμή μάλιστα που στο βαθμό που αντιδραστικοποιείται το κεφαλαιοκρατικό σύστημα και κατ’ επέκταση περιορίζεται η συναίνεση προς αυτό, είναι βέβαιο ότι θα προσφεύγει όλο και περισσότερο στη βία και θα αποκαλύπτει τον χαρακτήρα του ως επί της ουσίας  δικτατορίας της αστικής τάξης . Με άλλα λόγια  αρνούνται την αλήθεια του Μπρεχτ ότι «μόνον η βία ωφελεί όπου εξουσιάζει η βία». [1]

-Αρνούνται  τη αλήθεια που διατυπώνει ο Ένγκελς ότι δηλαδή «η βία παίζει στην ιστορία και έναν άλλο ρόλο (εκτός από το ρόλο του κακοποιού ) ρόλο επαναστατικό,[…] και όπως λέει ο Μαρξ, είναι η μαμή κάθε παλιάς κοινωνίας, που κυοφορεί μια νέα[..] η βία είναι το όργανο, που με αυτό το κοινωνικό κίνημα ανοίγει το δρόμο του και σπάζει τις αποστεωμένες απονεκρωμένες πολιτικές μορφές.» [2]

-Αρνούνται το γεγονός ότι ναι μεν η θεωρία μπορεί να μετατραπεί σε υλική δύναμη αν γίνει κτήμα των μαζών, όμως «η κριτική των όπλων δεν μπορεί να αντικατασταθεί από το όπλο της κριτικής»[3], και ότι στην κάθε περίπτωση η αναγκαία για την ανατροπή του κεφαλαιοκρατικού  συστήματος  επανάσταση δεν μπορεί παρά να είναι βίαιη, υπό την έννοια ότι το κεφάλαιο θα εξαναγκαστεί-θα βιαστεί  να εγκαταλείψει την εξουσία του και δεν θα το πράξει οικειοθελώς.

-Αρνούνται τέλος τη μεγάλη  λενινιστική αλήθεια της «αναγκαιότητας συστηματικής διαπαιδαγώγησης των μαζών στο πνεύμα αυτής και μόνον αυτής της άποψης  για βίαιη επανάσταση [η  οποία ] βρίσκεται στη βάση όλης της διδασκαλίας του Μαρξ και του Ένγκελς». [4]

Αρνούμενοι όμως όλα τα παραπάνω, όχι μόνο αφήνουν έκθετο το λαϊκό κίνημα στην πολύμορφη βία του συστήματος , αλλά ουσιαστικά αποκλείουν την ανατροπή του και μαζί με αυτήν και τη λύτρωση από τα σημερινά δεινά.

   Γιώργος Ρούσης 
grousis@ath.forthnet.gr

[1] Μπρεχτ, Αγία Ιωάννα των Σφαγείων
[2] Fr. Εngels, Anti-dϋhring, Éditions Sociales  , 1973, σελίδα 211
[3] K. Marx, Introduction a lα critique de lα philosophie du Droit de Hegel,  Editions Sociales, 1975, σελ. 205
[4] Λένιν, Κράτος και Επανάσταση Άπαντα, τόμος 33, σελίδα 22

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013

Θα μας πάρουν αλήθεια τα σπίτια οι τράπεζες;




Παναγιώτης Μαυροειδήςhttp://aristeroblog.gr
Η  πρόσφατη ρύθμιση σχετικά με τα δάνεια των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, φέρνει στην επιφάνεια μεταξύ των άλλων και τη συζήτηση για την ατομική  ιδιοκτησία και περιουσία.
Είναι γνωστό ότι εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά είναι εκτεθειμένα σε μικρά ή μεγάλα στεγαστικά δάνεια, έχοντας θέσει ως υποθήκη σπίτια ή άλλα ακίνητα.
Το 25% από αυτά τα δάνεια είναι ήδη στο κόκκινο, δηλαδή υπάρχει αδυναμία ομαλής αποπληρωμής των δόσεων. Τόσο ο νόμος Κατσέλη, όσο και οι πρόσφατες ρυθμίσεις, προσφέρουν, υπό όρους, κάποιες ελαφρύνσεις, που κυρίως αφορούν επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής με μείωση του ποσού των δόσεων, ενώ δεν επιτρέπονται (ακόμη) οι πλειστηριασμοί σε δάνεια σε ακίνητο αντικειμενικής αξίας κάτω των 180.000 ευρώ.
Όλοι φυσικά γνωρίζουν πως οι ρυθμίσεις αυτές είναι σταγόνα στον ωκεανό, καθώς η σκληρή πραγματικότητα της ξεσαλωμένης ανεργίας και των γλίσχρων μισθών, βοά πως τα δάνεια δεν πρόκειται τελικά να πληρωθούν.
Συνεπώς τι θα γίνει;
Μάλλον δεν υπάρχουν πολλοί που να πιστεύουν ότι θα χαριστούν τα δάνεια, ούτε ότι θα μοιραστούν  κατασχεμένα σπίτια κακο-πληρωτών σε έντιμους φτωχούς.
Πουλώντας τα ‘’κόκκινα’’ δάνεια;
Δε μπορεί όμως να μείνει έτσι η κατάσταση, καθότι, όπως το θέτει και σχετική έκθεση του ΔΝΤ, στόχος των τραπεζών είναι η απομόχλευση, δηλαδή να κλείσει η "ψαλίδα" ανάμεσα στα δάνεια και τις καταθέσεις. Θα επιδιώξουν, ο δείκτης δάνεια προς καταθέσεις να διαμορφωθεί στο 90% με 100% αντί του 122% που είναι σήμερα. Αναλυτές του ΔΝΤ σημειώνουν πως η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων διαβρώνει τα κεφαλαιακά αποθέματα των τραπεζών και δημιουργεί αβεβαιότητες για τα πιστωτικά ιδρύματα.
Ακούγονται σκέψεις για μερικό ‘’κούρεμα’’ των δανείων, με ταυτόχρονη πώληση των ‘’κόκκινων’’ εξ αυτών από τις ελληνικές τράπεζες σε ξένα funds ή και σε μια νέα ‘’ελληνική’’ υπερ-τράπεζα, που θα διαχειριστεί σε άλλη βάση το ‘’έχειν και κατέχειν’’ της.
Αυτό θα  προκαλέσει ασφυκτικές πιέσεις σε χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις, καθώς θα κληθούν να αποπληρώσουν τις καθυστερούμενες οφειλές τους, διαφορετικά θα κατασχεθούν τα ακίνητα που έχουν υποθηκεύσει. Τα κριτήρια που θα χρησιμοποιηθούν για την είσπραξη των δανείων θα είναι φυσικά, καθαρά χρηματοοικονομικά και όχι κοινωνικά.
Μα αποτελεί λύση για την όποια τράπεζα ή άλλο χρηματοπιστωτικό γύπα ο πλειστηριασμός; Έτσι σκέφτεται αρκετός κόσμος, με την κρυφή ελπίδα, πως η αδυναμία πώλησης των κατασχεμένων σπιτιών, θα αποτρέψει τις τράπεζες από το να τους πετάξουν έξω.
Αυτό  έχει κάποια βάση, χωρίς να σημαίνει ότι δεν μπορούν να υπάρξουν χιλιάδες άλλων χωρών ή φραγκάτοι έλληνες, που θα ενδιαφερόντουσαν να αγοράσουν ένα φτηνό τελικά σπίτι στην Ελλάδα. Όχι φυσικά σε μια πολυκατοικία στο Πέραμα, αλλά σε πολλές τουριστικές περιοχές.
Δεν αποτελεί ωστόσο μονόδρομο αυτή η κατεύθυνση για τις τράπεζες. Κάλλιστα μπορεί να δουλέψει αποδοτικά για αυτές η μακροχρόνια μίσθωση, ας πούμε για 100 χρόνια. Μετατρέποντας έτσι τον υποτιθέμενο ιδιοκτήτη σε έναν εφ’ όρου ζωής- αλλά και μετά θάνατο- αιχμάλωτο νοικάρη, που δε θα έχει και τη δυνατότητα να μετακινηθεί και να αλλάξει σπίτι.
Οι κόποι και οι αυταπάτες μιας ζωής πάνε …χρηματιστήριο
Υπάρχουν και άλλες λύσεις όμως. Ας φανταστούμε ότι τα ακίνητα,  που θα κατέχει ο όποιος χρηματοπιστωτικός γύπας,  τιτλοποιούνται και διαμορφώνεται μια αγορά αξιών ακινήτων. Με τιμές μάλιστα εκκίνησης πολύ χαμηλά σε σχέση με τις αντικειμενικές αξίες ή τις (θεωρητικές) τιμές αγοράς- πώλησης. Στην περίπτωση αυτή, δεν θα πωλούνται ακριβώς  σπίτια, αλλά προσδοκία αποδόσεων. Θα διαμορφωθεί δηλαδή μια  αγορά  μετοχών με την αναμονή βραχυπρόθεσμων κερδών, κατά τα γνωστά  χρηματιστηριακά πρότυπα, για τη συσσώρευση και αρπαγή χρήματος, μια και όπως λέει και ο Μητσοτάκης ‘’ο κόσμος τελικά ξεχνάει’’.
Σε όλες τις παραλλαγές που εκτέθηκαν ή και σε άλλες που υπάρχουν, υπάρχει ένα κοινό στοιχείο, που βαραίνει τελικά: Τα σπίτια δεν ανήκουν σε αυτούς που μένουν μέσα και πληρώνουν δάνεια, αλλά στις τράπεζες. Τελεία και παύλα.
‘’Αφού δεν πήρες αύξηση, πήρες δάνειο…’’
‘’Ας πρόσεχαν, ας μην ανοίγονταν πιο πέρα από εκεί που θα μπορούσαν, αλλά έτσι είναι ο έλληνας,  επιπόλαιος και μετά του φταίνε οι άλλοι’’, θα πουν πολλοί. Πάντα μιλώντας για τους άλλους, όχι για τον εαυτό τους.
Είναι έτσι όμως; Είναι θέμα μόνο και κυρίως ατομικής καταναλωτικής συμπεριφοράς και επιλογής;
Όπως πάντα πρέπει να κοιτάμε τη μεγάλη εικόνα, και όχι να κρίνουμε κατά περίπτωση, από τον κυρ-Μήτσο ‘’που έκανε βλακεία’’.
Κατά την περίοδο 1994-2009,  η  στεγαστική πίστη ως ποσοστό του ΑΕΠ, από  3,8% το 1994,  διαμορφώθηκε στο 33,9% το 2009, ενώ η καταναλωτική πίστη ως ποσοστό του ΑΕΠ από 0,9% το 1994 έφτασε το 16,5% το 2009! Η τραπεζική χρηματοδότηση προς τις επιχειρήσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ  περίπου διπλασιάστηκε (από 22,5% το 1994 σε 46,7% το 2009).
Βλέπουμε λοιπόν ότι τα ελληνικά νοικοκυριά και οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα είχαν πολύ μικρή έκθεση στο δανεισμό πριν τη δεκαετία του 2000, η οποία  άρχισε να αυξάνεται από την υιοθέτηση  του ευρώ ως  αποτέλεσμα των χαμηλών επιτοκίων και των φορτικών και παραπλανητικών τακτικών των τραπεζών.
Και πάλι όμως αυτό δε μας δίνει όλη την εικόνα.  Στην Ελλάδα άραγε δανειστήκαμε υπερβολικά και ασυλλόγιστα, σε σχέση με τον ανεπτυγμένο κόσμο;
Το ακριβώς αντίθετο ισχύει!
Ο δανεισμός των νοικοκυριών στην Ελλάδα,  παραμένει  πάντα κάτω από το μέσο όρο της ευρωζώνης, όπως μας δείχνει και ο επόμενος συγκριτικός πίνακας.
 
Αν μπορούμε να παρατηρήσουμε κάτι εδώ, εκτός από το γεγονός ότι ο δανεισμός για στέγη στην Ελλάδα είναι χαμηλότερος, είναι πως τα πράγματα χειροτέρεψαν ριζικά ως προς αυτό, ακριβώς όταν γίναμε ευρω-παίοι και όχι όταν ήμασταν εκτός ευρώ!
Γιατί όμως υπάρχει αυτός ο δανεισμός; Είναι κυρίως ζήτημα πλάνης; Τα επιστημονικά δεδομένα και τα πραγματικά στοιχεία, άλλα μας λένε. Η εξέλιξη του  καθαρού  κοινωνικού μισθού που ισούται με τη διαφορά ανάμεσα στα οφέλη που αποκομίζουν οι μισθωτοί εργαζόμενοι από τις κρατικές δαπάνες σε χρήμα (συντάξεις, επιδόματα ανεργίας, κα) ή σε συλλογική κατανάλωση (υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης, πολιτισμού, κα), και στους φόρους τους οποίους πληρώνουν στο κράτος, φωτίζει αρκετά τα πράγματα.
Για όλη τη διάρκεια της περιόδου 1995-2008 ο καθαρός κοινωνικός μισθός σε όλες τις νοτιο-ευρωπαϊκές χώρες ήταν αρνητικός, κάτι που σημαίνει ότι η εργατική τάξη συστηματικά επιδοτούσε το κράτος  και το κεφάλαιο. Στην Ελλάδα μάλιστα ο καθαρός κοινωνικός μισθός ήταν περισσότερο αρνητικός από ότι σε όλες τις άλλες χώρες. (Διαβάστε αναλυτικότερα:  Όψεις της κρίσης της ελληνικής οικονομίας, Θανάσης Μανιάτης )
Για να το πούμε σε άλλη γλώσσα: ‘’Αφού δεν πήρες αύξηση, πήρες δάνειο…’’
Στον υπόλοιπο κόσμο τι γίνεται άραγε;
Από τη δεκαετία του 1980 και μετά, το χρέος των νοικοκυριών έπαιρνε εκρηκτικές διαστάσεις σε όλες τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.
Κατά τη δεκαετία του 1980,  το οικιακό χρέος στη Γερμανία ανερχόταν στο 59% του ΑΕΠ, στις ΗΠΑ στο 52%, στην Ιαπωνία στο 60%, στην Ολλανδία 43%, στην Αυστρία στο 41% ενώ κατά τη δεκαετία του 1990 τα ποσοστά για τις παραπάνω χώρες ήσαν στη Γερμανία 61%, στις ΗΠΑ στο 64%, στην Ιαπωνία στο 82%, στην Ολλανδία 49%, στην Αυστρία στο 41%. Το 2000 το οικιακό χρέος στην Ελλάδα ανερχόταν στο 20% παραμένοντας πάντα το χαμηλότερο μεταξύ των χωρών του παραπάνω πίνακα εξαιρουμένης της Αυστραλίας. (Διαβάστε αναλυτικότερα: Ποιοι ζούσαν με δανεικά τελικά; Γιώργος Π. Τριανταφυλλόπουλος)
Ας το πιάσουμε λοιπόν ξανά από την αρχή το ζήτημα, εξετάζοντάς το πιο σφαιρικά. Στην ουσία, ο κυρ-Μήτσος στην Ελλάδα ή ο Φρανσουά στη Γαλλία, εργάτης, άνεργος, μικρο-αγρότης ή μικρέμπορος, όλοι αυτοί, με τις αρετές τους και τις αυταπάτες τους, αλλά και με  το δικαίωμα στην ελπίδα  για μια καλύτερη ζωή, κινούνται μέσα σε ένα πλαίσιο. Αυτό, σε μεγάλο βαθμό, έχει οριστεί από ευρύτερες αλλαγές στο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον του καπιταλιστικού γίγνεσθαι.
Πρόκειται για μια περίπου ενιαία διαδικασία, που εκκινεί από τη μεγάλη κρίση για τον καπιταλισμό τη δεκαετία του 1970 και με ιδιορρυθμίες και χρονικές υστερήσεις ή παραμορφώσεις λόγω της ταξικής διαπάλης, αποκρυσταλλώνεται προοδευτικά σε ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο.  Μέχρι να παροξυνθεί με εκρηκτικό τρόπο, με τη μεγάλη κρίση του 2007-2009, αρχής γινομένης με τα ενυπόθηκα δάνεια στις ΗΠΑ.
Η κρίση υπερ-συσσώρευσης, η τάση για πτώση του ποσοστού κέρδους, οδηγούν σε δυσκολία αξιοποίησης της μάζας των καπιταλιστικών κερδών. Η αντίδραση στην κατιούσα πορεία, απαιτεί αντίρροπα μέτρα στην τάση για πτώση του μέσου ποσοστού κέρδους. Αυτό,  μεταξύ άλλων, προβλέπει  ταξικές πολιτικές αποφάσεις από καπιταλιστικά κράτη και αστικές κυβερνήσεις, όπως μείωση μισθών και γενικά κόστους εργασίας και αποφασιστική μείωση φορολογίας στο κεφάλαιο.
Ας το τρέξουμε λίγο αυτό.
Μεταφορά ιδιοκτησίας, κλοπή πόρων και χώρων διεκδίκησης
Οι μικρότεροι μισθοί οδηγούν στην ανάγκη καταναλωτικού και στεγαστικού δανεισμού, πόσο μάλλον όταν, παράλληλα, τα δημόσια προγράμματα στέγασης εκφυλίζονται προοδευτικά.
Η μειωμένη φορολογία κεφαλαίου οδηγεί σε αυξημένα κρατικά ελλείμματα αλλά και σε δυνατότητα αποθησαυρισμού από τους επιχειρηματίες, σε συνθήκες μάλιστα ελευθερίας κίνησης κεφαλαίων.
Τόσο τα νοικοκυριά, όσο και τα κράτη θα προσφύγουν ''αναγκαστικά'' σε δάνεια, τα οποία  θα τα προσφέρει το κεφάλαιο, μέσω της σύμφυσής του με το εθνικό και διεθνές τραπεζικό χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αλλά τελικά, τα δάνεια πάντα δίνονται με υποθήκες. Ότι ισχύει για τα νοικοκυριά  με τις υποθήκες για στεγαστικά δάνεια, ισχύει και για τα κράτη στο πλαίσιο των δανειακών συμβάσεων με το ΔΝΤ ή/και τις κάθε τύπου τρόικες. Έτσι είδαμε σε μια νύχτα όλη η δημόσια περιουσία στην Ελλάδα, όπως και σε τόσες άλλες χώρες, να εγγράφεται στο ενεργητικό μιας ανώνυμης εταιρείας (ΤΑΙΠΕΔ), για να ξεπουληθεί ή υποθηκευτεί.
Να λοιπόν ποια μηχανή δουλεύει μπροστά στα μάτια μας: Διαρκής μετατόπιση ιδιοκτησίας, όλο και σε λιγότερα χέρια.
Μπορεί κανείς να παρουσιάσει στοιχεία ανά κλάδο και χώρα για αυτό το μεγάλο μετασχηματισμό στο ζήτημα της ιδιοκτησίας, στην εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της καταλήστευσης των εργαζομένων και της φύσης. Αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός σε αυτό το σημείωμα. Ας θυμηθούμε μόνο πως σε μια  νύχτα εκατομμύρια υποθηκευμένα χωράφια και χωραφάκια μικρομεσαίων αγροτών, βρέθηκαν στα χέρια του Σάλλα και της Τράπεζας Πειραιώς με την ιδιωτικοποίηση της Αγροτικής Τράπεζας. Και ας προσθέσουμε τις μεγάλες κινητοποιήσεις σε Γαλλία και Βέλγιο, των εργαζομένων στις χαλυβουργίες της Arcelor-Mittal, ενθυμούμενοι ότι ο Ινδός μεγιστάνας Mittal, από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, μάζεψε μέσα σε 20 χρόνια τη μεγάλη πλειοψηφία των χαλυβουργείων σε Ανατολική κυρίως, αλλά και Δυτική Ευρώπη, για να τα φουντάρει στη συνέχεια ένα –ένα σκορπώντας απολύσεις και κοινωνική ερήμωση.
Ο καπιταλισμός, σε αντίθεση με τα εγχειρίδια για αρχαρίους των απολογητών του, δεν είναι γενικά υπέρ της ατομικής ιδιοκτησίας, δηλαδή υπέρ του ‘’δικαιώματος’’ να έχει κάποιος  εργοστάσιο, αγελάδα ή σπίτι. Είναι υπέρ της καπιταλιστικής  ιδιοκτησίας, αξιοποίησης και ιδιοποίησης του κοινωνικού πλούτου.
Έτσι λοιπόν, αυτό που βλέπουμε είναι η μαζική καπιταλιστική απαλλοτρίωση του αποτελέσματος της προσωπικής ή ευρύτερης κοινωνικής εργασίας. Πρόκειται για μια διπλή κίνηση, με το ίδιο ταξικό πρόσημο. Από κάτω προς τα πάνω, εσωτερικά σε κάθε χώρα και από το τοπικό/εθνικό πεδίο στο υπερτοπικό/παγκόσμιο σε ευρύτερο πλαίσιο.
Οι περιουσίες και οι πόροι αφαιρούνται, μαζί με τους χώρους διεκδίκησης τους, με καταιγιστικό τρόπο, στη μεγάλη επιχείρηση ανασυγκρότησης του καπιταλισμού. Πρόκειται όχι μόνο για κλοπή του παρόντος, αλλά και του μέλλοντος. Της προοπτικής για μια άλλη ζωή, μιας και ο καπιταλισμός έχει αναπτύξει ιδιαίτερα τη χρονική διάσταση  δράσης του, αγοράζοντας,  καταλαμβάνοντας και προεξοφλώντας την επόμενη μέρα και χρόνο. Τι άλλο είναι μια υποθήκη, ή μια κλειστή πατέντα ή ο έλεγχος των σπόρων;
Ποιος μετασχηματισμός στην ιδιοκτησία;
Τίθεται το ερώτημα αν  η εργατική τάξη, η κοινωνία, ή τουλάχιστον η επαναστατική κομμουνιστική αριστερά σε πρώτη φάση, μπορούν να θέσουν τα δικά τους ερωτήματα, προτάγματα και διεκδικήσεις.
Γιατί όχι λοιπόν ένα καθολικό δικαίωμα σε μια ποιοτική στέγη, όχι ως προσωπικός Γολγοθάς, αλλά ως δημόσια κοινωνική σχεδίαση και υλοποίηση;
Πρέπει να φανταστούμε γενικότερα, μια  αποφασιστική ανάδειξη της ανάγκης ενός αντίστροφου μεγάλου μετασχηματισμού στο επίπεδο της ιδιοκτησίας και της ιδιοποίησης του πλούτου. Στην κατεύθυνση μιας γενικευμένης κοινοκτημοσύνης και δημοκρατικού παν-κοινωνικού ελέγχου, δηλαδή ενός νέου κομμουνισμού, που δε θα αποτελεί απρόσιτο διακηρυκτικό ορίζοντα αλλά ζωτική απάντηση, που θα ορίζει την ουσία των σημερινών διεκδικήσεων.
Συχνά,  οι απαντήσεις δεν είναι διόλου ενθαρρυντικές στα ερωτήματα αυτά. Προδίδουν  αμηχανία και απροθυμία,  θυμίζοντας  τη διαπίστωση του Φ. Ένγκελς  για ‘’θυσία του μέλλοντος του κινήματος, για χάρη του παρόντος’’.
Ωστόσο, ο δικαστικός επιμελητής είναι απ’ έξω από το σπίτι, για να  μας υπενθυμίσει ότι ίσως πρέπει να σκεφτούμε και να πράξουμε διαφορετικά.
*Το άρθρο γράφηκε για το τεύχος 28 του ηλεκτρονικού περιοδικού baboushka

Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

Ο μύθος του ανταγωνισμού



(Επενδυτής, 23-2-2013)
http://kibi-blog.blogspot.gr
Χαζεύω μια τηλεοπτική, lifestyle εποποιία. Όχι από τις κραχτές, αλλά απ’ αυτές που έχουν λίγο απ’ όλα: ολίγον υγεία, fitness, οικογένεια, κατανάλωση, ψυχαγωγία, ψυχολογία. Δεν έχει αστρολόγο. Την προσοχή μου τραβάει μια παιδοψυχολόγος, που συνιστά να μην πιέζουμε τα παιδιά για τις επιδόσεις τους στο σχολείο. Και, κυρίως, να μην τα χρησιμοποιούμε ως τρόπαια της δικής μας ανταγωνιστικής διάθεσης. Η αποτυχία είναι στο πρόγραμμα, λέει η παιδοψυχολόγος. Και προειδοποιεί για τους κινδύνους που εγκυμονεί το πνεύμα του ανταγωνισμού στην ισορροπία των παιδιών. 

Κοινότοπα πράγματα, τα λένε οι παιδοψυχολόγοι, τα παραδέχονται και οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί, παρ’ όλο που υπηρετούν ένα καθ’ όλα ανταγωνιστικό εκπαιδευτικό σύστημα. Το σχολείο πια δεν είναι μόνο ανομολόγητη προσομοίωση του κοινωνικού ανταγωνισμού, αλλά διδάσκει τον ανταγωνισμό ως όρο κάθε βήματος προόδου στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αλλά και ως όρο επιβίωσής της στο μέλλον. Η ανταγωνιστικότητα είναι ο θεμελιώδης μύθος πάνω στον οποίο πρέπει να ανοικοδομηθεί η Ελλάδα, η «τελευταία σοβιετική δημοκρατία στην Ευρώπη», η ανταγωνιστικότητα είναι ο στόχος όλων των «μεταρρυθμίσεων» και η προϋπόθεση ανάκαμψης της οικονομίας, και είναι η πρόκληση που αντιμετωπίζει όλη η Ευρώπη αν σκοπεύει να αντέξει στην πολιορκία της από τους αναδυόμενους ανταγωνιστές της.

Το ιδεολόγημα του ανταγωνισμού είναι τόσο παλιό όσο και ο φιλελευθερισμός του Άνταμ Σμιθ. Μόνο που ο πατέρας του φιλελευθερισμού είχε κατά νου έναν ανταγωνισμό μεταξύ περίπου ισότιμων παραγωγών που προσέρχονταν σε μια αγορά ελεύθερη από παρεμβάσεις, με μόνο τους όπλο την ποιότητα και την τιμή των αγαθών και υπηρεσιών που πωλούσαν. Αλλά ακόμη και αυτών ο ανταγωνισμός είχε ένα όριο: την προσέγγιση της «φυσικής τιμής» κάθε αγαθού γύρω από την οποία η αγορά έβρισκε ισορροπία. Ο Σμιθ δεν υποψιαζόταν στην εποχή του ότι ο «ενάρετος» ανταγωνισμός του, αργά ή γρήγορα, θα οδηγούσε σ’ αυτό που ήθελε να αποτρέψει: στη συσσώρευση μονοπωλιακής δύναμης από λίγους «ενάρετους ανταγωνιστές». Ο αγαθός ανταγωνισμός του δεν υπήρξε παρά μια σύντομη παρένθεση στους τρεις αιώνες καπιταλισμού.

Ο νεοεφιλελευθερισμός προσπάθησε να αναστηλώσει το ιδεολόγημα του ελεύθερου ανταγωνισμού και να το προσαρμόσει στις συνθήκες των πολυεθνικών, των τεράστιων μονοπωλιακών ομίλων και των επενδυτικών κεφαλαίων που δεν παρήγαγαν και δεν πουλούσαν τίποτα, αλλά επένδυαν σε οτιδήποτε αποφέρει κέρδη. Η Θάτσερ έδωσε την αυθεντικότερη εκδοχή του νέου μοντέλου ανταγωνιστικότητας με την ιστορική φράση: «Δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνον άτομα, άνδρες, γυναίκες και οι οικογένειές τους». Έκτοτε, περίπου έτσι πορεύεται το οικονομικό μας σύμπαν. Ο καθένας μόνος του και όλοι εναντίον όλων. Δύση εναντίον Ανατολής. Βορράς εναντίον Νότου. Ευρώπη εναντίον ΗΠΑ. Κράτη εναντίον κρατών. Επιχειρήσεις εναντίον επιχειρήσεων. Μισθωτοί εναντίον μισθωτών. Απασχολούμενοι εναντίον ανέργων. Εργαζόμενοι εναντίον συνταξιούχων. Όλη η οικονομική «πρόοδος», η μεγέθυνση, η ανάπτυξη που προέκυψε κατά τον «χρυσό αιώνα» του νεοφιλελευθερισμού υποτίθεται ότι πήγασε από την απελευθερωτική δύναμη του ανταγωνισμού. Ατόμων, ομάδων, κρατών, εθνών, συνασπισμών. Ο μόνος ανταγωνισμός που αποκλείστηκε είναι ο ανταγωνισμός των τάξεων. Απαγορευμένος ή περιορισμένος. Ακόμη και διά νόμου.

Αυτό το τελευταίο είναι και το θεμελιώδες «κενό» στο ιδεολόγημα του γενικευμένου ανταγωνισμού, που προσπάθησε να βρει επιστημονικό καταφύγιο στη φύση και στον ανταγωνισμό των ειδών, ερήμην του Δαρβίνου, φυσικά. Για να είναι παραγωγικός ο ανταγωνισμός, πρέπει να αποβάλει το ιστορικά διαρκέστερο στοιχείο του. Τον ανταγωνισμό των τάξεων για την κατανομή του πλούτου και της ισχύος. Αυτό κυρίως υπονοούσε η Θάτσερ λέγοντας ότι «δεν υπάρχει κοινωνία». Ότι δεν υπάρχουν τάξεις. Για την ακρίβεια ότι δεν πρέπει να υπάρχουν τάξεις. Ή, κι αν υπάρχουν, τους απαγορεύεται να συμπεριφέρονται ως τέτοιες. Κι αυτό αφορούσε κυρίως την εργατική τάξη, που, στα πρόσωπα των απεργών ανθρακωρύχων, υπέστη προ τριακονταετίας το πρώτο ισχυρό πλήγμα στη συλλογική της έκφραση, με το ξήλωμα της εργατικής νομοθεσίας στη Βρετανία. Οι μισθωτοί, στο εξής, όφειλαν να ανταγωνίζονται απλώς ο ένας τον άλλο για τη διατήρηση της θέσης εργασίας τους, γεγονός ευεργετικό για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, και ταυτόχρονα να δρουν συλλογικά μόνο στο πλαίσιο της συνεργασίας των «κοινωνικών εταίρων».

Ο ηχηρός απόηχος αυτής της κραυγαλέας απόκλισης από το ιδεολόγημα του ανταγωνισμού φτάνει ως τις μέρες μας και ως τα μέρη μας. Η μνημονιακή Ελλάδα αποτελεί κατεξοχήν πεδίο του πιο ακραίου πειράματος της α λα καρτ απελευθέρωσης του ανταγωνισμού. Η στρατηγική της εσωτερικής υποτίμησης, που αποτελεί πεμπτουσία του προγράμματος προσαρμογής, δεν είναι παρά η επιβολή ενός ακραίου ανταγωνισμού εντός κάθε υποτελούς τάξης, με κύριο πεδίο τη μισθωτή εργασία, στην οποία ο αρνητικός ανταγωνισμός των μισθών απελευθερώνεται από κάθε κατώτατο όριο. Αυτό είναι το τίμημα της διατήρησης μιας θέσης εργασίας με τη θηριώδη ανεργία 30%, το ίδιο ορίζεται και ως τίμημα για την ανάπτυξη. Αλλά, την ίδια ακριβώς στιγμή, αποκλείεται το δικαίωμα συλλογικού ανταγωνισμού των τάξεων, η συλλογική διαπραγμάτευση για τον μισθό και τους όρους εργασίας, και σ’ αυτό κατατείνει τώρα και η συζήτηση για τη «μεταρρύθμιση» της συνδικαλιστικής νομοθεσίας. Στη θέση του ανταγωνισμού κεφαλαίου και εργασίας που, κουτσά στραβά, επιβίωσε στον 20ό αιώνα αποτελώντας έναν από τους παράγοντες διαμόρφωσης εισοδημάτων και ζήτησης, αναπτύσσεται μια ιδιότυπη, καταναγκαστική «αλληλεγγύη» των τάξεων, στο όνομα της εθνικής ή πανευρωπαϊκής επιβίωσης. Ο ατομικισμός, που αποτελεί ιδεολογικό πυρήνα του φιλελευθερισμού και θεωρείται προωθητικό καύσιμο του πλούτου, όταν μιλούμε για μισθούς και εισοδήματα μεταμορφώνεται σε κάτι δυσοίωνο, αντικοινωνικό και αντιπαραγωγικό, που λειτουργεί εις βάρος των ανέργων, των φτωχότερων, των μελλουσών γενεών. Γι’ αυτό αποκλείεται κατά περίπτωση. Τελικώς, ο ατομικισμός και ο ανταγωνισμός είναι προνόμια των πατρικίων. Για τους πληβείους επιβάλλεται καταναγκαστική «αλληλεγγύη».

Κατά κάποιο τρόπο, αυτή είναι και μια χρήσιμη ομολογία. Ακόμη και για τους φανατικά φιλελεύθερους που φιλοτεχνούν τα προγράμματα προσαρμογής, φαίνεται ότι ο ανταγωνισμός και ο ατομικισμός έχουν εξαντλήσει την προωθητική τους δύναμη στη δημιουργία πλούτου και προόδου. Στο ελληνικό μνημονιακό εργαστήριο μπορεί να «απελευθερώνονται» από κάθε φραγμό η επιχειρηματικότητα και οι επενδύσεις, αλλά για να πέσει έστω κι ένα ευρώ επένδυσης θα πρέπει το Μέγαρο Μαξίμου να μετατραπεί σε data room, όπου η κυβέρνηση εκθέτει την πραμάτεια της και προσπαθεί να πείσει τους επενδυτές να ρισκάρουν τα λεφτά τους. Μπορεί τα θεσμικά τείχη που υποτίθεται ότι εμπόδιζαν τις επενδύσεις να κατεδαφίζονται, αλλά οι ξένοι «πολιορκητές» κάθονται απρόθυμοι μπροστά στη θέα των ερειπίων. Μπορεί η τρόικα να έχει επιβάλει ένα ανταγωνιστικό διαγωνιστικό πλαίσιο στην εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, αλλά χρειάζεται να επιστρατευτούν πρόεδροι και πρωθυπουργοί κρατών, σαν τον Ολάντ και τη Μέρκελ, για να κινητοποιηθεί το ενδιαφέρον των εθνικών τους πρωταθλητών για την ελληνική πραμάτεια. Αυτό δεν μου μοιάζει με ανταγωνισμό, αλλά με εμποροπανήγυρη του 19ου αιώνα.

Τα πράγματα για τον ανταγωνισμό γίνονται ακόμη πιο σκούρα σε γεωπολιτική κλίμακα. Ο «πόλεμος όλων εναντίον» όλων στην παγκόσμια οικονομία δεν είναι τόσο πλουτοπαραγωγικός όσο υπόσχονταν οι οραματιστές του. Έπειτα από δεκαετίες διαπραγματεύσεων για την απελευθέρωση κάθε αγοράς, οι G20 τρέμουν στην ιδέα ενός νέου γύρου νομισματικών ή εμπορικών πολέμων και αναζητούν μορφές συλλογικής, «αντι-ανταγωνιστικής» διαχείρισης. ΗΠΑ και Ε.Ε., έπειτα από δεκαετίες δασμολογικών ανταγωνισμών, συζητούν τη δημιουργία ελεύθερης ζώνης συναλλαγών, που πρακτικά δεν είναι άλλο από ένας ευρωατλαντικός προστατευτισμός έναντι των ανταγωνιστών της Ασίας. Και το ίδιο κάνουν οι Λατινοαμερικανοί, οι Ασιάτες, οι BRICS.

Η ίδια η Ε.Ε. -και η Ευρωζώνη- ενσωματώνει με ακραίο τρόπο την αντίφαση. Ενώ επαίρεται ότι είναι η πιο ανταγωνιστική αγορά στον κόσμο, με ακραίες ανισότητες μεταξύ των κρατών-μελών της, την ίδια στιγμή εξελίσσεται σε πολιτική, δημοσιονομική και τραπεζική ένωση που αποκλείει ποικίλες μορφές φορολογικού, δασμολογικού, επενδυτικού  ανταγωνισμού. Πού σταματάει ο ανταγωνισμός και πού αρχίζει η αλληλεγγύη των ανταγωνιστών; Το δυσδιάκριτο σύνορο είναι ένα λεπτό σκοινί πάνω στο οποίο ακροβατεί επικίνδυνα η ευρωκρατία. Η Ε.Ε., η ένωση των ανελέητων ανταγωνιστών, ή θα εξελιχθεί σε λεόντειο εταιρεία, μια γερμανική ή το πολύ βορειοευρωπαϊκή αυτοκρατορία, ή απλώς θα διαλυθεί. Η κουλτούρα του ανταγωνισμού χρειάζεται επειγόντως λίθιο...
 

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Η γενναιόδωρη αμοιβή της εργασίας, όπως είναι το αποτέλεσμα της αύξησης του πλούτου, έτσι είναι και η αιτία αύξησης του πληθυσμού. Το να παραπονιέται κανείς γι’ αυτό σημαίνει ότι θρηνεί για το αναγκαίο αποτέλεσμα και την αιτία της μεγαλύτερης δημόσιας ευημερίας.

Αξίζει ίσως να αναφερθεί ότι η κατάσταση των εργαζόμενων φτωχών, της μεγάλης πλειονότητας του πληθυσμού, φαίνεται να είναι η ευτυχέστερη και η πλέον άνετη κατά τη φάση της μεγέθυνσης, καθώς η κοινωνία προχωρεί προς περαιτέρω κατακτήσεις, κι όχι όταν η κοινωνία έχει κατακτήσει την πλήρη ανάπτυξη του πλούτου της. Η κατάστασή τους είναι σκληρή κατά τη στάσιμη φάση και δυστυχής κατά τη φάση της παρακμής. Η φάση της μεγέθυνσης είναι, στην πραγματικότητα, η φάση της ευθυμίας και της εγκαρδιότητας για όλες τις τάξεις της κοινωνίας. Η στασιμότητα είναι ανιαρή και η παρακμή μελαγχολική.

Άνταμ Σμιθ, «Έρευνα για τη φύση και τις αιτίες του πλούτου των εθνών»

Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2013

Παγκόσμιος πόλεμος για τον έλεγχο της Αφρικής



Οι τεράστιες πλουτοπαραγωγικές πηγές της Μαύρης Ηπείρου αποτελούν μαγνήτη για τους μεγάλους διεθνείς παίκτες και έτσι ο Ολάντ αδυνατεί να θάψει το αποικιοκρατικό παρελθόν της Γαλλίας, όπως είχε υποσχεθεί προεκλογικά

Του Μιχάλη Ψύλου
η εφημεριδα των συντακτων 
Η στρατιωτική επέμβαση της Γαλλίας στο Μάλι δεν ήταν φυσικά κεραυνός εν αιθρία. Οσο και αν ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ είχε υποσχεθεί ως «σοσιαλιστής», τον περασμένο Οκτώβριο σε ομιλία του στο Κοινοβούλιο της Σενεγάλης, ότι θα «θάψει» την αποικιοκρατική πολιτική της «Γαλλο-Αφρικής», το Παρίσι δείχνει ότι δεν μπορεί να ξεχάσει τις μεγάλες περιοχές της Μαύρης Ηπείρου. Το πρόσχημα της αντιμετώπισης της «ισλαμικής τρομοκρατίας» δεν πείθει ούτε καν τους πλέον αδαείς.

Η κρίση στο Μάλι έδωσε στη Γαλλία την ευκαιρία να επιχειρήσει να παίξει ξανά τον ρόλο του χωροφύλακα της Αφρικής, σε μια περίοδο που εντείνεται η παγκόσμια διαπάλη για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών της Μαύρης Ηπείρου. Ηνωμένες Πολιτείες, Γαλλία, Γερμανία και Κίνα έχουν επιδοθεί το τελευταίο διάστημα σε ένα αδίστακτο «μπρα ντε φερ» για την επέκταση της επιρροής τους στην Αφρική.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες καλύπτουν σήμερα από την Αφρική το 18% των ενεργειακών τους αναγκών και ώς το 2015 το ποσοστό αυτό θα ανέλθει στο 25%» γράφει ο Αμερικανός οικονομολόγος Κον Χέιλιναν. «Η Αφρική προμηθεύει επίσης το ένα τρίτο της ενέργειας που χρειάζεται η Κίνα, συν τις τεράστιες ποσότητες χαλκού, πλατίνας και σιδηρομεταλλευμάτων».

Σύμφωνα με το Ερευνητικό Ινστιτούτο Οκλαντ της Καλιφόρνιας, μεγάλα αμερικανικά πανεπιστήμια επένδυσαν γύρω στα 500 εκατ. δολάρια για να αγοράσουν τεράστιες καλλιεργήσιμες εκτάσεις στην υποσαχάρια Αφρική με σκοπό να καλύψουν τις διατροφικές ανάγκες του μέλλοντος. Η έρευνα αφορά επτά αφρικανικές χώρες (Αιθιοπία, Σουδάν, Νότιο Σουδάν, Τανζανία, Μοζαμβίκη, Μάλι και Σιέρα Λεόνε) και έδειξε ότι το Χάρβαρντ, το Βάντερμπιλτ και αρκετά άλλα αμερικανικά πανεπιστήμια έχουν επενδύσει πολλά σε αφρικανικές εκτάσεις τα τελευταία χρόνια.

Η Ουάσιγκτον, σε συνεργασία με άλλες δυτικές «δορυφορικές» δυνάμεις, προσπαθεί να χρησιμοποιήσει αμερικανική στρατιωτική δύναμη για να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στη Μαύρη Ηπειρο. Η Κίνα έχει ξεπεράσει τόσο τις ΗΠΑ όσο και την Ευρωπαϊκή Ενωση και είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Αφρικής. Οι εμπορικές σχέσεις της Κίνας με τις αφρικανικές χώρες από 11 δισεκατομμύρια δολάρια το 2000 έφτασαν τα 160 δισεκατομμύρια δολάρια το 2011 και αναμένεται φέτος να υπερβούν τα 200 δισεκατομμύρια.

Οπως εξηγεί ο ιστορικός Μαξιμίλιαν Φόρτε «τα κινεζικά συμφέροντα θεωρούνται μάλιστα άκρως ανταγωνιστικά ως προς τα Δυτικά σε ό,τι αφορά την πρόσβαση σε πλουτοπαραγωγικές πηγές, αλλά και στην πολιτική επιρροή. Η αμερικανική Στρατιωτική Διοίκηση Αφρικής (AFRICOM) και μια σειρά άλλες αμερικανικές υπηρεσίες έχουν στόχο να αντιμετωπίσουν αυτό το φαινόμενο».

Αυτοί είναι οι πραγματικοί λόγοι για τις επεμβάσεις στην Αφρική και όχι φυσικά η «ισλαμική τρομοκρατία» ή η δήθεν «αποκατάσταση της δημοκρατίας». Το «Εκόνομιστ» στην ετήσια έκθεσή του χαρακτήρισε μάλιστα «πλήρη δημοκρατία» μόνο μία υποσαχάρια αφρικανική χώρα – κι αυτή δεν είναι άλλη από το μικρό νησί Μαυρίκιος που βρίσκεται στον Ινδικό Ωκεανό!

Οπως γράφει ο Ζαν Μπρικμόντ στο βιβλίο του «Ανθρωπιστικός Ιμπεριαλισμός» «η ιδεολογία της εποχής μας, τουλάχιστον όταν πρόκειται να νομιμοποιήσει έναν πόλεμο, καταφεύγει στα… ανθρώπινα δικαιώματα και στη δημοκρατία. Δεν ήταν όμως το ΝΑΤΟ που όπλισε τους ακραίους ισλαμιστές σαλαφιστές για να ανατρέψουν τον Καντάφι στη Λιβύη; Οπως τώρα η Δύση ενισχύει τους σαλαφιστές αντάρτες για να ανατρέψουν τον Ασαντ στη Συρία, ενώ την ίδια ώρα τούς βομβαρδίζουν στην Υεμένη, τη Σομαλία και τώρα στο Μάλι».

Σύμφωνα με τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», το αμερικανικό Πεντάγωνο δαπάνησε την τελευταία τετραετία περίπου μισό δισεκατομμύριο δολάρια για να ενισχύσει στρατιωτικά τις κυβερνήσεις των χωρών της Δυτικής Αφρικής, δίνοντας μάλιστα τη μερίδα του λέοντος στο Μάλι. Αμερικανοί στρατιωτικοί σύμβουλοι εκπαίδευσαν, άλλωστε, τους ισλαμιστές αντάρτες του πολέμαρχου Αμαντού Χάγια Σανόγκο, που ανέτρεψε τον πρόεδρο Αμαντού Τουμανί Τουρέ.

Ταξιαρχία «Στιλέτο»

Το Πεντάγωνο σχεδιάζει μέσω της AFRICOM να αναπτύξει χιλιάδες στρατιώτες σε 35 διαφορετικές χώρες της Αφρικής το 2013. Η επονομαζόμενη και «Ταξιαρχία Στιλέτο», η οποία διαθέτει 3.500 στρατιώτες, έχει ήδη προγραμματίσει 104 ξεχωριστές αποστολές που αρχίζουν τον επόμενο Μάρτιο. Μετά το Αφγανιστάν, η μεγαλύτερη βάση μη επανδρωμένων αεροσκαφών τύπου Predator -με 16 πτήσεις την ημέρα- βρίσκεται στο στρατόπεδο Λεμονιέ, στο Τζιμπουτί.

Η «Ουάσινγκτον Ποστ» αποκάλυψε επίσης έκθεση του Πενταγώνου σύμφωνα με την οποία αμερικανικά αεροπλάνα επιτήρησης σταθμεύουν σήμερα «παρανόμως» σε βάσεις στην Μπουρκίνα Φάσο, την Μαυριτανία, την Ουγκάντα, την Αιθιοπία, το Τζιμπουτί και την Κένυα, ενώ σχεδιάζεται ν” ανοίξει μια νέα βάση στο Νότιο Σουδάν.

Η «Ποστ» αναφέρει ότι «το Πεντάγωνο ξοδεύει 8,1 εκατομμύρια δολάρια για την αναβάθμιση μιας βάσης στη Μαυριτανία, στο δυτικό άκρο της Σαχάρας. Η βάση βρίσκεται κοντά στα σύνορα με το πολύπαθο Μάλι».

Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου του αμερικανικού στρατού, στρατηγός Ρέιμοντ Οντιέρνο, δήλωσε στους «Ουάσινγκτον Τάιμς» ότι η AFRICOM είναι μέρος μιας νέας παγκόσμιας στρατιωτικής στρατηγικής, γνωστής ως «Περιφερειακές Συμμαχικές Δυνάμεις». Σύμφωνα με τον σύμβουλο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Πίτερ Φαμ, που υπήρξε μόνιμο μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής της AFRICOM από την ίδρυσή της, βασική αποστολή της νέας διοίκησης είναι «η προστασία της πρόσβασης σε υδρογονάνθρακες και άλλους στρατηγικούς πόρους, τους οποίους η Αφρική έχει σε αφθονία, και η διασφάλιση ότι άλλα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη, όπως η Κίνα, η Ινδία, η Ιαπωνία ή η Ρωσία, δεν θα έχουν προνομιακή μεταχείριση από τις αφρικανικές κυβερνήσεις».

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

Ιδιωτικοποιήσεις ή πώς να κατασκευάζεις πελάτες…


Ιδιωτικοποιήσεις ή πώς να κατασκευάζεις πελάτες…


Παναγιώτης Μαυροειδής
http://aristeroblog.gr«Έλαβα πρόσφατα μια εγκύκλιο από την τοπική αρχή της περιοχής του Λονδίνου όπου μένω, που απευθυνόταν σε μένα ονομάζοντας με  ‘’πελάτη’’.  Είχα εξοικειωθεί ως τώρα με την αδυσώπητη διείσδυση του νεοφιλελευθερισμού στην καθημερινή ζωή των πολιτών, αλλά παρ’ όλα αυτά  αιφνιδιάστηκα. Δεν αγοράζω οτιδήποτε από το τοπικό συμβούλιο, αντίθετα, υποτίθεται ότι με αντιπροσωπεύει. Το εκλέγω και ξοδεύει τους φόρους μου. Αλλά, ο επίσημος που έγραψε την εγκύκλιο είναι φανερό πως αντιλαμβάνεται την τοπική αρχή σαν κάτι περισσότερο από επιχείρηση, που πουλάει κάτι, ικανοποίηση ίσως».
Οι παρατηρήσεις αυτές διατυπώνονται στην εισαγωγή του βιβλίου του Collins Leys, Total Capitalism, Market Politics, Market State (MERLIN PRESS, LONDON, 2008). Γράφονται σε μια μεγάλη και ισχυρή καπιταλιστική χώρα, τη Μεγάλη Βρετανία, μία από τις γενέτειρες  του νέο-συντηρητισμού και του δόγματος  ‘’το ιδιωτικό είναι καλύτερο’’ και με αυτή την έννοια έχουν μια ιδιαίτερη σημασία οι σχετικές παρατηρήσεις και σχολιασμοί του συγγραφέα. Πολύ περισσότερο όταν αυτές, δεν αφορούν μόνο την οικονομική πλευρά του ζητήματος, αλλά τη μετάλλαξη της καθημερινής ζωής, μέσω της ολοκληρωτικής παράδοσης των πάντων στη λογική του κεφαλαίου και του κέρδους.
Το όραμα του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού, είναι  το καθετί να μεταβληθεί σε πεδίο επιχειρηματικής κερδοφόρας δραστηριότητας. Ακόμη και σε τομείς που είχαμε συνηθίσει να θεωρούμε εξ ορισμού δημόσιους ή εκτός της ανθρώπινης παρέμβασης.
Ο κόσμος όλος, με αυτή τη συλλογιστική, δεν συγκροτείται από τίποτα άλλο παρά από αλληλο-γρονθοκοπούμενες ανταγωνιστικότητες  μεταξύ  επιχειρήσεων, τομέων, κρατών, οικονομικών ενοτήτων, που με ένα μαγικό τρόπο ωθούν τα πάντα προς μια μέγιστη αποτελεσματικότητα και βελτιστοποίηση.
Το δόγμα αυτό δεν συμπυκνώνει μόνο μια υπαγωγή όλων των κοινωνικών λειτουργιών και ζωτικών ανθρώπινων δραστηριοτήτων στη λογική του ιδιωτικού κέρδους, αλλά αποτελεί και το υπόστρωμα για μια μεγάλη πολιτική μεταβολή, καθώς οι εργαζόμενοι, οι  συλλογικά ζώντες άνθρωποι και πολίτες, μετατρέπονται με καθολικό τρόπο σε ατομικούς καταναλωτές ή ακόμη σαφέστερα σε ‘’πελάτες’’.  Μια κοινωνία ολοκληρωτικά καπιταλιστική όσο ποτέ, από την ενέργεια και τα τρόφιμα, έως τη διασκέδαση, το νερό και τα απορρίμματα, είναι μια κοινωνία των πελατών και τίποτα περισσότερο.
Η αγαθή περίπτωση είναι να θυμηθούμε την ελληνική ταινία στην οποία ο Θανάσης Βέγγος φωνάζει κραδαίνοντας το ντουφέκι του ‘’πελάτες μου….’’, έξω από  ένα μαγαζάκι.  Για να έρθουμε ωστόσο πιο κοντά στη σοβαρότητα του  θέματος, ας θυμηθούμε  την υποτιμητική έννοια με την οποία οι οπαδοί μιας ποδοσφαιρικής ομάδας, αποκαλούν ‘’πελάτες’’ μια άλλη  ποδοσφαιρική ομάδα , στην περίπτωση που της επιβάλλουν συνεχώς ήττες, μαζί και εξευτελισμό.
Ο Collins Leys, βρίσκει αναλογίες ανάμεσα σε μια τέτοια κοινωνία του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, με τον ‘’ολοκληρωτικό πόλεμο’’ των πρώτων χρόνων του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, ο οποίος οριζόταν ως ‘’πόλεμος μεταξύ ολόκληρων κοινωνιών και όχι μόνο μεταξύ στρατών’’.
Δημόσιες συγκοινωνίες, εκπαίδευση, υγεία, κοινωνικές υπηρεσίες, επιστημονική έρευνα, τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες, εκδόσεις, τύπος, συντάξεις, χρήσεις γης, νερό, δημόσιες υποδομές, όπως δρόμοι και λιμάνια, ακόμη και η ίδια η διαμόρφωση πολιτικών στρατηγικών, μεταφέρονται στον ιδιωτικό τομέα. Τα πάντα αλέθονται στο μύλο της ‘’αγοράς’’, στο όνομα της αποτελεσματικότητας, η οποία φυσικά ορίζεται με όρους  απόδοσης μιας ιδιωτικής επένδυσης και όχι με το κριτήριο του δημόσιου οφέλους και μιας καλύτερης κοινωνίας.
Στο σημείωμα αυτό, για λόγους οικονομίας,  δεν θα ασχοληθούμε με το ερώτημα που αφορά το γιατί οι δημόσιες λειτουργίες στον καπιταλισμό δεν είναι πραγματικά δημόσιες, ούτε  ποιοτικές, ούτε και εντελώς δωρεάν. Θα επικεντρωθούμε στην κατάργηση τους, μέσω της ιδιωτικοποίησης, που αποτελεί ζήτημα τεράστιας σημασίας.  Η ιδιωτικοποίηση φυσικά έχει μεταμφιεστεί  στο λεξιλόγιο των τροϊκανών και γενικά των απολογητών του καπιταλισμού στο πιο εύηχο ‘’αποκρατικοποίηση’’,  σαν τα υπουργεία Πολέμου, τα οποία σε όλες τις χώρες ονομάζονται Υπουργεία Άμυνας.
Όπως και να  την ονομάσουμε όμως, η μετάβαση μιας επιχείρησης, από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα, συνιστά κάτι περισσότερο από ξεπούλημα για τριάντα αργύρια σε ένα ιδιώτη.
Πρώτα από όλα η λειτουργία της δημόσιας επιχείρησης πρέπει να επανα-ορισθεί,  με τεμαχισμό σε μια σειρά διακριτών  επιμέρους λειτουργιών, οι οποίες να μπορούν να κοστολογούνται και  να πωλούνται.  Για παράδειγμα, αντί για μια συνολική λειτουργία νοσοκομειακής φροντίδας, γίνεται πλέον λόγος για εκατοντάδες ανεξάρτητες  ‘’ιατρικές πράξεις’’,  ή για αναρίθμητες διακριτές ‘’συμβουλές υγείας’’,  που κοστολογούνται και πωλούνται ανάλογα. Αυτός ο τεμαχισμός όμως, δεν είναι  μόνο τεχνικό ζήτημα. Αλλοιώνει την  ίδια την έννοια της συνολικής νοσοκομειακής φροντίδας υγείας, που αποτελεί μια οργανική ενότητα και δεν αποτελείται από  άθροισμα πράξεων, με τον ίδιο τρόπο που τα διάφορα διαμελισμένα μέλη ενός σώματος, δεν μπορούν να αθροιστούν για να αποτελέσουν  ένα ζωντανό οργανισμό, με τη σοφία της λειτουργίας που αυτός έχει.
Δεν αρκεί όμως να μετατραπεί μια δημόσια κοινωνική λειτουργία, σε άθροισμα εμπορεύσιμων πράξεων, προϊόντων και υπηρεσιών. Πρέπει να δημιουργηθούν πελάτες, πρόθυμοι να αγοράσουν. Μια δεύτερη πλευρά επομένως, έχει να κάνει με την  καλλιέργεια   της  αναγκαιότητας, να πληρώνουν οι ίδιοι οι πολίτες. Αυτό φυσικά δεν θα μπορούσε ποτέ να επιβληθεί αν πρώτα δε διασυρθούν στην κοινή χλεύη ή δεν οδηγηθούν στην οικονομική ασφυξία και λειτουργική παράλυση οποιοιδήποτε επιζώντες οργανισμοί, που παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες δωρεάν. Όταν λοιπόν βλέπουμε ή ακούμε για αίσχη και ρεμούλες  σε ένα δημόσιο νοσοκομείο, ας ψάχνουμε να βρίσκουμε και ποια ιδιωτική κλινική χτίζεται ή ποια ιδιωτικοποίηση είναι στα σκαριά…
Επειδή όμως ακόμη δεν έχει εφευρεθεί τρόπος-και δεν πρόκειται- να παράγονται και να πωλούνται υπηρεσίες χωρίς εργαζόμενους, πρέπει και αυτοί οι τελευταίοι να μετασχηματιστούν. Από εργαζόμενους που υπηρετούν συλλογικούς σκοπούς, με στοιχειώδη αντίληψη κοινωνικού λειτουργού, σε εργαζόμενους  που παράγουν προϊόν προς πώληση, για λογαριασμό ενός αφεντικού και φυσικά υποταγμένων στο τελευταίο. Όταν κατακλυζόμαστε από ειδήσεις για φακελάκια γιατρών δημοσίου ή άλλα τέτοια, δεν είναι γιατί οι Πρετεντέρηδες θέλουν να στιγματίσουν  την διαφθορά.  Αυτές οι τάσεις του προσωπικού πλουτισμού ή και απλής επιβίωσης θα είναι πάντα παρούσες  στο πλαίσιο ενός δημόσιου τομέα υπηρέτη του κεφαλαίου και μιας κοινωνίας που καλλιεργεί τη λογική της κοινωνικής αδιαφορίας και του προσωπικού οφέλους. Δε θέλουν να στιγματίσουν το γιατρό που κάνει αυτή την πράξη, αλλά αντίθετα να κάνει να φαίνονται γελοίοι και μη πιστευτοί, ο γιατρός και η νοσοκόμα που δεν ενδίδουν σε αυτά. Να απαξιώνεται ως ψεύτικη, υποκριτική  και μη πραγματική οποιαδήποτε αντίληψη εργασίας ως ενσυνείδητη κοινωνική προσφορά. Άρα, να προκύπτει ως μοιραία η πλήρης κατάργηση  κάθε -έστω και τυπικής - δυνατότητας να υπάρξει ως τέτοια και να φαίνεται αναπόδραστη η αντικατάσταση της από την τυπική εργασία παραγωγής και πώλησης  εμπορεύματος για λογαριασμό ενός ιδιώτη. Είναι σα να αποκαλύπτει κανείς  την κρυφή ερωτική ζωή της κυρα-Μαρίας, για να δικαιώσει τη λειτουργία και τη διαφάνεια του επίσημου πορνείου της γειτονιάς.
Ωστόσο, η  μετατροπή μιας δημόσιας λειτουργία, σε εμπορεύσιμη υπηρεσία, δεν είναι αρκετή, για να λειτουργήσει αποδοτικά με επιχειρηματικά κριτήρια. Την ίδια στιγμή, σε ένα σύγχρονο καπιταλισμό που σέβεται το όνομα του, υπάρχει η σκληρή πραγματικότητα του ανταγωνισμού.  Πρέπει να αναζητηθούν οι λεγόμενες οικονομίες κλίμακας, που προϋποθέτουν μείωση κόστους παραγωγής, μαζική παραγωγή και φυσικά τυποποίηση. Αυτά φαίνονται περίπου φυσιολογικά σε μια περίπτωση  υλικών προϊόντων μαζικής παραγωγής, όπως  για παράδειγμα αυτοκίνητα ή λάμπες φωτισμού. Όταν όμως ο λόγος γίνεται για υπηρεσίες και ειδικά όταν αυτές βασίζονται, τουλάχιστον σε ένα βαθμό, σε προσωπικές υπηρεσίες, είτε μιλάμε για γιατρό, είτε για τηλεφωνήτρια, τα πράγματα αλλάζουν αρκετά και είναι αρκετά πιο σύνθετα. Εννοείται πως κανένας επιχειρηματίας δεν μπορεί να δεχθεί ότι το ποσοστό κέρδους του, δεν θα είναι – αν όχι το μεγαλύτερο δυνατό στην αγορά-  τουλάχιστον στο επίπεδο του μέσου ποσοστού κέρδους, στους παραγωγικούς τομείς που είναι πάντα σημείο αναφοράς. Διαφορετικά, δεν θα έβαζε τα λεφτά του σε μια ιδιωτικοποίηση δημόσιας εταιρείας που παρέχει υπηρεσίες.
Ποια μπορεί να είναι η απάντηση αε αυτό το πρόβλημα;  Μοιάζει με την απάντηση, που θεωρείται και κλειδί επιτυχίας για την ΙΚΕΑ: Τα έπιπλα σχεδιάζονται με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να μπορούν να μεταφερθούν και να συναρμολογηθούν από τους πελάτες. Δεν αποτελεί αποκλειστική καινοτομία. Ας κοιτάξουμε γύρω μας. Τα μηχανήματα αυτόματης ανάληψης αντικαθιστούν τραπεζικούς υπάλληλους και παιδεύουν γιαγιάδες και ανθρώπους με προβλήματα όρασης. Αυτόματοι τηλεφωνητές αεροπορικών εταιρειών ή εταιρειών τηλεφωνίας, δείχνουν την πόρτα της απόλυσης σε υπαλλήλους και ο κόσμος παιδεύεται με τα πλήκτρα και τις επιλογές.  Υπολογιστές και e-mails αντικαθιστούν ταχυδρομικές υπηρεσίες, κάτι που ενθουσιάζει τους νέους ανθρώπους, αλλά καταδικάζει κοινότητες χωρίς καμία επικοινωνία. Αυτόματα μηχανήματα αντικαθιστούν τους ταμίες στα σουπερμάρκετ, ή γιατρούς και νοσηλευτές στα νοσοκομεία. Check out και check in σε ξενοδοχεία ή αεροδρόμια χωρίς μεσολάβηση υπαλλήλων. Μαθήματα με υπολογιστές, αλλά χωρίς δασκάλους, που μετατρέπουν τη μόρφωση από κοινωνική λειτουργία σε μηχανική ένθεση πραγμάτων στον εγκέφαλο. Τι το κοινό έχουν όλα αυτά; Εκτός από την αντικατάσταση ανθρώπινης εργασίας με μηχανήματα, διαπιστώνουμε και κάτι  άλλο πολύ σπουδαίο: Ό,τι δεν μπορεί να το κάνει η μηχανή, θα το κάνει ο πελάτης.
Αυτή όμως η διαδικασία, πραγματικά, αλλάζει  ριζικά την ίδια την φύση των υπηρεσιών και οι δημόσιες υπηρεσίες για τις οποίες συζητούμε εδώ, δεν αποτελούν εξαίρεση.  Η συμβουλευτική, δια ζώσης,  υποστήριξη  από  ένα οικογενειακό γιατρό του δημόσιου συστήματος υγείας,  για να επιστρέψουμε στο κύριο παράδειγμα μας, συνοδευόμενη από μια σύντομη εξέταση και συζήτηση, μετατρέπεται αρχικά σε μια υποστήριξη από κάποιο  μη σταθερό γιατρό μιας μεταβαλλόμενης ομάδας, αργότερα σε μια απλή συμβουλή νοσοκόμας ή βοηθού-νοσοκόμας και τελικά περιορίζεται σε τηλεφωνική υποστήριξη σε ένα ιατρικό τηλεφωνικό κέντρο, όπου απαντά μια  φωνή από κομπιούτερ στη βάση πρωτοκόλλου κατά το καινοτόμο πρότυπο των ροζ γραμμών.
Τα παραπάνω μας βοηθούν να καταλάβουμε ότι δεν  έχουμε μόνο  μια μετάβαση  σε κοινωνικές υπηρεσίες που ελέγχονται επιχειρησιακά και οικονομικά  από κάποιο  ιδιώτη επιχειρηματία και όχι από το κράτος. Είναι αλήθεια πως πολύς κόσμος αυτό είχε πιστέψει και τσίμπησε, έχοντας τη λογική ‘’εδώ που φτάσαμε, ας δουλέψει σωστά, ας με εξυπηρετήσει και ας βάλει και αυτός στην τσέπη του ένα κέρδος’’.  Η ζωή δείχνει, ειδικά σε χώρες που ξεκίνησαν πρώτες αυτό το χώρο, όπως η Μεγάλη Βρετανία, πως έχουμε μια  μετατροπή κοινωνικών –από τη  φύση τους- υπηρεσιών σε εξατομικευμένη υπόθεση με ακρωτηριασμένο χαρακτήρα. Σε όλους τους ιδιωτικοποιημένους  τομείς, διαμορφώνονται διαφορετικά επίπεδα ποιότητας και πρόσβασης, που κοστολογούνται και χρεώνονται με ανάλογο τρόπο. Έτσι, έχεις υποτίθεται την δυνατότητα να διαλέξεις, αν θέλεις μια ‘’full service’’ υπηρεσία,  μόνο εφόσον την πληρώσεις αδρά. Αυτό επιτυγχάνεται δια μέσου της εισαγωγής διαφορετικών πληρωμών για ‘’έξτρα’’ υπηρεσίες διαφόρων ειδών, που συμπληρώνουν τις ‘’βασικές’’ παροχές οι οποίες είναι απολύτως υποβαθμισμένες ή/και ανύπαρκτες. Έτσι, μπορείς να πληρώσεις χωριστά για να  έχεις  καλό φαγητό, κρεβάτι ή τακτική επίσκεψη γιατρού ή νοσοκόμας σε ένα νοσοκομείο, σχολικά βιβλία και πρόσβαση σε βιβλιοθήκες σε ένα σχολείο, καλής ποιότητας τηλεοπτικά προγράμματα σε μια σύνδεση. Δηλαδή, πράγματα που αρχικά ήταν ή έπρεπε να ήταν αναπόσπαστα μέρη μιας συνολικής ποιοτικής υπηρεσίας προσφερόμενη σε όλους.
Με αυτό τον τρόπο η κοινωνική υπηρεσία, δεν ιδιωτικοποιείται, αλλά καταργείται, μεταλλάσσεται σε μια αγοραπωλησία χωρίς κοινωνικό αποτέλεσμα. Ότι ξεκίνησε ως δημόσια λειτουργία και σχεδιάστηκε για να ικανοποιήσει ένα συλλογικά καθορισμένο κοινωνικό ή πολιτικό σκοπό, καταλήγει σε μια παραγωγή προϊόντων μαζικής κατανάλωσης που πωλούνται επικερδώς. Η έννοια του δημόσιου αγαθού διαφοροποιείται σε μια πανσπερμία ‘’πακέτων’’ που προσφέρονται σε διαφορετικού επιπέδου πελάτες ανάλογα με την τσέπη τους.  Το παλαιό ‘’στο νοσοκομείο και στον  πόνο, είμαστε όλοι ίσοι’’, πρέπει να ξεχαστεί.  Οι συλλογικές ανάγκες και οι καθολικές αξίες που μια δημόσια κοινωνική λειτουργία πρέπει να υπηρετεί, περιθωριοποιούνται και τελικά καταργούνται. Ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός, αναζητεί, στοχεύει και κατασκευάζει έναν ολοκληρωτικά εξατομικευμένο πληθυσμό, χωρίς συλλογικές ανάγκες και καθολικές αξίες. Για να μη  λέμε πολλά, ας το δούμε όπως το είχε θέσει ωμά η Θάτσερ : ‘’Δεν υπάρχει κοινωνία γενικά, μόνο άτομα και οι οικογένειες τους’’, που ξοδεύουν τα χρήματα τους στις αγορές.
Μπορούμε όμως αλήθεια να έχουμε δημοκρατία, αν δεν έχουμε ‘’κοινωνία’’; Χωρίς  κοινή ζωή, δημόσιες κοινωνικές πολιτικές, πολιτισμό και αλληλεγγύη; Αν δεν τα χρειαζόμαστε αυτά, τότε η καλύτερη πολιτική μορφή είναι ένας φασισμός νέου τύπου και ας μη τρομάξουμε να έρθουμε αντιμέτωποι με αυτή την προοπτική.
Είμαστε σε εποχή μιας ιστορικών διαστάσεων μετάβασης. Είναι δυνατόν  οι οικονομικές, κοινωνικές μορφές, με πρώτιστο το ζήτημα της ιδιοκτησίας, να μετασχηματιστούν  στην  κατεύθυνση της κοινής νομής, δημιουργίας και απόλαυσης, δηλαδή κομμουνιστικά, δίνοντας ανώτερη διάσταση στη δημοκρατίας; Ή μήπως  οι πολιτικές, πολιτιστικές μορφές, προϊόντα καταχτήσεων προηγούμενων επαναστάσεων,  θα προσαρμοστούν βίαια στην  οικονομική, κοινωνική βαρβαρότητα του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, δηλαδή θα ζήσουμε ένα σύγχρονο φασισμό της ηλεκτρονικής εποχής;  
Για το ένα ή το άλλο, δε θα αποφασίσουν τα άστρα ή η μοίρα. Αντίθετα, στο μεσοδιάστημα αυτής της ιστορικής διχάλας, υπάρχουμε εμείς, οι εργαζόμενοι, οι τάξεις, τα δρώντα υποκείμενα, οι κοινωνίες στην ταξική τους διαπάλη, που θέλουμε και αγωνιζόμαστε να καταστήσουμε δυνατό, εφικτό και αναγκαίο  τον πρώτο δρόμο.
* Το άρθρο ετοιμάστηκε για το ηλεκτρονικό περιοδικό baboushka

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

Βιβλίο "δανεικό"... Γονείς μαθητών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας σχολικής εκπαίδευσης θα καταβάλλουν στο εξής χρηματική εγγύηση για τα σχολικά βιβλία που θα διανέμονται(υποτίθεται δωρεάν) στους μαθητές !


αναδημοσίευση από φιλικό blog

κάψιμο βιβλίων από τους ναζί

http://dikaex.blogspot.grΓονείς μαθητών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας σχολικής εκπαίδευσης θα καταβάλλουν στο εξής χρηματική εγγύηση για τα σχολικά βιβλία που θα διανέμονται(υποτίθεται δωρεάν) στους μαθητές ! 

Έτσι ορίζει σχέδιο υπουργικής απόφασης που οι σοφοί των δανειστών συνέταξαν και προώθησαν για περαιτέρω επεξεργασία από το υπουργείο παιδείας.

Ως εδώ λοιπόν πέταξε ο κερδοσκοπικός οίστρος των λεγεωναρίων των δανειστών οι οποίοι, αφού έβαλαν τα νούμερα κάτω, συμπέραναν πως με αυτό τον τρόπο θα εξοικονομηθούν περίπου 30 εκ. ευρώ, φιλοδώρημα στις τσέπες των δανειστών μας. Και προχώρησαν πιο πέρα:

-Απαγόρευση διορισμών εκπαιδευτικών στα επόμενα χρόνια.
-Ολική περικοπή ή δραστικός περιορισμός των επιδοτήσεων σε φορείς και συλλόγους πολιτιστικού και εκπαιδευτικού χαρακτήρα ακόμη και σε σχολικές επιτροπές ή συλλόγους.
-Σχεδιαζόμενη κατάργηση τμημάτων ΑΕΙ και ΤΕΙ, αλλά και σχολείων σε όλη τη χώρα.

*****

Μα απλά λόγια: Κάθε παιδί θα πηγαίνει με τον κηδεμόνα του για να παραλάβει τα υποτιθέμενα δωρεάν βιβλία. Εκεί ο ταμίας του Στουρνάρα θα του ζητά μια χρηματική εγγύηση που θα διασφαλίζει τον δανειστή του βιβλίου ότι αυτό θα επιστραφεί στο τέλος της χρονιάς ατσαλάκωτο. Ούτε σημειώσεις, ούτε αφιερώματα, ούτε μία γρατζουνιά παρακαλώ. Ατσαλάκωτο ή και αδιάβαστο, ακόμη καλύτερα.

...και δεν μας λές κυρ Στουρνάρι μας εσύ επέστρεψες τα δανεικά ...βιβλία και διπλώματα και masters και διδακτορικά που προπληρώθηκαν από ευγενικούς χορηγούς ;

Και βουνό ακόμη τα ερωτήματα...
 Πόση θα είναι η εγγύηση ; Το βιβλίο είναι ένα δάνειο ; Θα συνάπτεται σύμβαση δανείου ; Η δανειακή σύμβαση θα κοινοποιείται στην εφορία όπως κάθε άλλη σύμβαση ; θα χρειάζεται και προσημείωση ; Και πότε και πως θα επιστρέφεται αυτή η "εγγύηση"; Θα χρειάζεται φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα ; Μήπως θα συμφέρει τελικά στον γονέα να τους σιχτιρίσει και να πάει να αγοράσει το βιβλίο αντί να χάσει το μεροκάματο ; 

ή λέω ή, Μήπως αυτό επιδιώκουν τελικά όπως το πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό και με τις υποτιθέμενες δωρεάν παροχές υγείας ;

[Και αφού τα πάντα γίνονται εμπόρευμα στην ψυχή του παιδιού, παράλληλα ας εξοικειώνεται το κάθε βλαστάρι μας και με την ιδέα του Δανείου, του τόκου, της κατάσχεσης, κ.λπ.].
Μ' ένα σμπάρο δυό τρυγόνια...

Όλοι γνωρίζουμε ότι τα σχολικά βιβλία πωλούνται παράλληλα και στο εμπόριο σε πολύ χαμηλές τιμές. Μέχρι τώρα. Οι σκέψεις των ιθυνόντων λένε πως τα νέα βιβλία θα είναι ειδικής εκτύπωσης έτσι ώστε να μη φθείρονται και να μην καταστρέφονταιαπό τις σημειώσεις των μαθητών και γενικά από την πολλή χρήση. Άρα θα ανέβει το κόστος παραγωγής και συνακόλουθα η τιμή τους.

Και κεί που γενιές και γενιές μεγάλωσαν με τα σχολικά ΤΟΥΣ βιβλία, τα οποία και πολλοί φυλάνε στη βιβλιοθήκη τους σαν πολύτιμο θησαυρό, τώρα σου λέει ότι το βιβλίο είναι σαν το αυτοκίνητο που το νοικιάζεις ή άντε σαν το διαμέρισμα, ή στη συγκεκριμένη περίπτωση σαν το αντικείμενο ενός αγοραίου πόθου. Ξένο ρούχοαταίριαστο στην ψυχή μας.

Και πως νοείται ανάγνωση ενός βιβλίου χωρίς να σημειώνεις πάνω στις σελίδες, χωρίς να ορίζεις bookmarks πάνω στις λέξεις τους; χωρίς να αποθέτεις πάνω του τα σημεία του ταξιδιού μέσα στις γραμμές του ; 

Πως νοείται η αγάπη για το βιβλίο που ορίσθηκε αιώνες* πριν σαν τον καλύτερο σύντροφο στις αναζητήσεις μας ;

Οι ιθύνοντες μπορούν να απαντήσουν ότι η οπτική αποστήθιση είναι η μοναδική και συμφέρουσα λύση. Μπορούν να απαντήσουν πως η σχέση με το βιβλίο είναι μια σχέση χρήσης και τίποτα άλλο. Μπορούν ξεδιάντροπα να πούν πως η γνώση είναι εμπόρευμα και πως η ανάγνωση του βιβλίου είναι σαν μια προπληρωμένη δόση έρωτα. 

Ακόμη και αυτή η γνώση που το Σύνταγμα ορίζει σαν υποχρεωτική, σαν αναγκαία για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα ενός παιδιού και ως εκ τούτου η δωρεάν προσφορά της είναι υποχρέωση της Πολιτείας.

Αλλά είπαμε, σκοπός είναι από την ηλικία της αθωότητας να εξοικειώνεσαι με την ιδέα πως τα πάντα είναι εμπόρευμα. Ας έλθουν οι τυμπανιστές ακαδημαϊκοί λεγεωνάριοι, γνωστοί και ως πνευματικοί ταγοί μας, να εκφωνήσουν λόγους για τηναγάπη στο βιβλίο, για την αγάπη στη γνώση.

Μια αγάπη που καλείσαι να την πληρώσεις παρά τη θέλησή σου κάπως αλλοιώς λέγεται. Και αυτός που θα εισπράξει το αντίτιμό της λέγεται νταβατζής.

Ένας γονέας, εμείς όλοι, μπροστά σε αυτή τη βαρβαρότητα τί θα απαντήσουμε ; Θα επιτρέψουμε στους στρατηλάτες της να σοδομήσουν τις ψυχές των παιδιών μας ;

* Δεν έχτισαν δικές τους πυραμίδες
με την οροφή τους να τρυπά τον ουρανό.
Οι πάπυροί τους ήταν τα παιδιά τους
είχανε για σύζυγο τη γραφίδα τους.
Μα η μνήμη τους θα ζεί μες στα βιβλία της σοφίας
για όσο θα υπάρχει Χρόνος και άνθρωπος στη Γή.
Τεύκρος Μιχαηλίδης, Αχμέτ, ο Γυιός του Φεγγαριού.