Σελίδες

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2010

Φθαρμένο ρόπαλο δελτίο των οκτώ

του Κώστα Καναβούρη
από την Κυριακάτικη Αυγή

Πέμπτη μεσημέρι γύρω στη μία. Γωνία Ακαδημίας και Χαριλάου Τρικούπη. Όπως συνήθως -αυτο το αφύσικο "όπως συνήθως"- η περιοχή βράζει από βαριά ενδεδυμένους και βαριά οπλισμένους μπάτσους που επιτηρούν τις προσβάσεις προς τα κατεχόμενα των Εξαρχείων. Πιο μέσα είναι κι άλλοι. Πολλοί. Με τις ασπίδες παραπόδα και το ύφος της βαριεστημένης μαγκιάς εκεί στη Ναυαρίνου, με την πλάτη στραμμένη στο Κολωνάκι, να επιτηρούν εν πλήρη εξαρτύσει την επικίνδυνη περιοχή.

Ποιον προστατεύουν; Και από τι; Τόσα λεφτά σε μισθούς, οπλισμό, ρουχισμό και αναλώσιμα (χημικά, σφαίρες, δακρυγόνα κ.λπ.), μάσκες και άλλα προστατευτικά της δημοκρατίας εργαλεία, ξοδεμένα για ποιον λόγο; Πότε κινητοποιείται αυτός ο τερατόμορφος και τερατουργός μηχανισμός και ποιο το όφελος για τον περίφημο μέσο πολίτη; Πέμπτη μεσημέρι γύρω στη μία, στους πέριξ των Εξαρχείων χώρους η συνηθισμένη μικροαστική παραβατική συμπεριφορά οργιάζει.

Παραβιάσεις των φαναριών από τους μάγκες οδηγούς, αλαφιασμένοι πεζοί, παράνομα παρκαρίσματα, παράνομες αποθέσεις απορριμμάτων και μύρια όσα άλλα. Κι όμως όλος αυτός ο συντεταγμένος πληθυσμός της στρατοκρατικής και ένοπλης προστασίας της έννομης -λεγόμενης- τάξης παραμένει παγερά αδιάφορος.

Θα μου πεις, εδώ στον Αγ. Παντελεήμονα οι εγκληματίες φασίστες δρουν υπό τα όμματα και την ανοχή, για να μην πούμε και την προτροπή, των "φουσκωτών" με τα κράνη, τις ασπίδες, τα ρόπαλα και τα πιστόλια. Τότε ποιον προστατεύουν; Εμένα; Από ποιον; Ποιος με απειλεί για να βλέπω ξαφνικά να περνάει από μπροστά μου μια ολόκληρη διμοιρία με όλο... το νοικοκυριό τής άγρια κατασταλτικής πρόληψης, εκεί γύρω από τη Ζωοδόχου Πηγής, χωρίς να υπάρχει κανένας απολύτως λόγος, να πηγαίνει καμιά εκατοστή μέτρα πιο πέρα πάλι χωρίς κανένα λόγο, να σταματάει, αδιευκρίνιστο για ποιον λόγο, για κάποια ώρα και να επιστρέφει ακολουθώντας αντίθετα την ίδια πορεία σε φάλαγγα κατ' άνδρα.

Είκοσι κράνη το ένα πίσω από το άλλο. Είκοσι ασπίδες η μία πίσω από την άλλη. Είκοσι μισθοί ο ένας πίσω από τον άλλο. Είκοσι πιστόλια, το ένα πίσω από το άλλο. Πηγαινοέρχονται, έτσι, χωρίς λόγο. Από τι κινδυνεύω και δεν μου το λένε; Και πού να τολμήσεις να ρωτήσεις "γιατί πηγαίνετε πάνω - κάτω ρε παιδιά;". Η αντίδραση του συντεταγμένου συρφετού είναι άμεση. Ενεργοποιούνται τα δημοκρατικά τους αντανακλαστικά.

Πριν λίγο καιρό -μου διηγήθηκε φίλος που είδε το επεισόδιο-, σε παρόμοια κίνηση των ραβδούχων, κάποιος θαμώνας σε καφετέρια κοντά στη Θεμιστοκλέους χειροκρότησε, ειρωνικά μάλλον. Ιδού ο κίνδυνος για την ένοπλη τάξη και την εργασιακή ευθανασία των ημερών: τον μπαγλάρωσαν τον άνθρωπο.

Και πάλι όμως κανένας δεν μου εξηγεί: Εγώ από τι κινδύνευα επειδή κάποιος χειροκρότησε εκείνους που κάνουν επίδειξη αγελαίας αρκουδομαγκιάς; Και επίσης από τι γλίτωσα αφού τον συνέλαβαν; Και ακόμα: Υπάρχει νόμος που επιτρέπει στους μπάτσους να μπαγλαρώνουν όποιον τους χειροκροτεί ειρωνικά; Και εάν ναι, για ποιο λόγο υπάρχει αυτός ο νόμος; Εάν όχι πάλι, τι σημαίνει για τη δική μου ασφάλεια η ασύδοτη -και συντεταγμένα, όχι εν θερμώ ατομικώς- συμπεριφορά των μπάτσων; Ποια δημοκρατία προστατεύουν;

Δεν είναι η μόνη περίπτωση. Όποτε αποφασίζω να κατεβώ με τα πόδια από το σπίτι μου στο κέντρο (περίπου σαράντα λεπτά ποδαρόδρομος) τρομάζω από το πόσα πολλά πιστόλια, πόσα αυτόματα όπλα, πόσους ετοιμοπόλεμους (ναι, ετοιμοπόλεμους, όχι επιτηρητικούς ένστολους) πρέπει να μετρήσω ώσπου να φτάσω στο Σύνταγμα και παρακάτω.

Όλοι αυτοί πώς με προστατεύουν, γιατί στρατοπεδεύουν στο κέντρο της πρωτεύουσας έτοιμοι για μάχη; Ποια μάχη αποτρέπουν; Ποια απειλή εξουδετερώνουν; Από ποια εχθρικά πυρά γλιτώνω κατεβαίνοντας τη Βασ. Σοφίας απέναντι από τη Βουλή των Ελλήνων μια συνηθισμένη (ειρηνική;) μέρα. Δεν μπορεί, τόσο στράτευμα στους δρόμους κάτι σημαίνει. Κάποιος κίνδυνος υπάρχει και δεν μας τον λένε. Κι από κοντά οι δικυκλιστές να περνούν σαν σφήκες, ειδικά οι διπλοκάβαλοι, που πάνε και πολλοί μαζί.

Μόνο δυο φορές αντιλήφθηκα τη χρησιμότητά τους. Μια στη διασταύρωση Λ. Αλεξάνδρας και Βασ. Σοφίας, όταν τέσσερις μοτοσυκλέτες, σύνολο εφτά άνδρες (η μία ήταν μονοκάβαλη), δηλαδή εφτά μισθοί, εφτά μοτοσυκλέτες, εφτά ανάγκες βενζίνης και ανταλλακτικών, και τα εφτά κακά της μοίρας μας εν γένει, στρίμωξαν -μέρα μεσημέρι- και κατέβασαν για έλεγχο από το μηχανάκι του... έναν ντελιβερά! Να από ποιον κινδύνευα!!!

Τη δεύτερη φορά ήταν σ' ένα φανάρι της Ακαδημίας όταν τέσσερις από δαύτους (δύο μοτοσυκλέτες, τέσσερις μισθοί, τέσσερα πιστόλια κ.λπ.) κάνανε πλάκα σαν αποχαυνωμένοι χουλιγκάνοι ("είδες ρε μαλάκα") για το πώς τρομοκράτησαν λίγο πριν έναν μοτοσυκλετιστή. Πάλι μέρα μεσημέρι.

Ήταν φανερό ότι το χαίρονταν. Αρκεί να τους δεις εκεί που αράζουν τις μοτοσυκλέτες πάνω (ΠΑΝΩ) στα πεζοδρόμια. Απίστευτες φάτσες, κάποιοι με μαύρα κεφαλομάντηλα, άλλοι φραπεδοφρενείς, άλλοι αρειμάνιοι της κινητής χοντρογελούσας τηλεφωνίας και όλοι με θράσος χίλιων πιθήκων. Σταρχιδιστές. Εμφανείς και προκλητικοί. Από ποιον και πώς με προστατεύουν;

Από ποιον με προστατεύει ο μπάτσος, νέο παιδί, Πέμπτη στη μία το μεσημέρι, γωνία Χαρ. Τρικούπη και Ακαδημίας (επί της Χαρ. Τρικούπη), που στέκεται βλοσυρός άνευ λόγου και αιτίας; Ασκεπής, το ένα πόδι λυγισμένο μπροστά, χέρια στη μέση, έτσι που η στάση να αναδεικνύει ολόκληρο τον οπλισμό του. Όντως. Και κυρίως -μόνος αυτός απ' όλους τους γύρω του- αναδεικνύοντας ένα τεράστιο ξύλινο ρόπαλο, εμφανώς, εμφανέστατα φθαρμένο. Χρησιμοποιημένο. Σαν να ήταν -και είμαι βέβαιος πως ήταν- περήφανος για τις φθορές του. Στην άκρη μάλιστα είχε ξεφτίσει εντελώς η βαφή και φαινόταν το ξύλο.

Αυτό λέγεται φρίκη. Όταν ένας νέος άνθρωπος γίνεται επηρμένος κεφαλοθραύστης των γονιών του, των φίλων του, των συνοδοιπόρων του (κι ας μην το ξέρει), τότε τα πράγματα είναι εξαιρετικά άσχημα για τη δημοκρατία. Γιατί, όταν η δημοκρατία χρειάζεται επικίνδυνους οπλοφόρους ακατάστατης ψυχοσύνθεσης για να προστατευθεί από τους πολίτες, δεν είναι δημοκρατία.

Είναι απλώς η συνέχεια των τηλεοπτικών δελτίων των οκτώ με άλλα μέσα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου