http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=Blog&file=page&blogger=kozanitis Γύρισε... Έχασε τις μέρες και σκέφτηκε... “Κύκλος...Όλα είναι κύκλος”...
Βγήκε στην πορεία... Αυτήν την φορά, δεν φορούσε κουκούλα... Δεν φορούσε το μαύρο μπουφάν... Δεν φορούσε σταράκια... Φορούσε μια μπλε μπλούζα... Το γαλάζιο του ουρανού με το χρώμα της θάλασσας... Φορούσε παντόφλες... Όπως το διαβάζεις... Παντόφλες... Ίσως κάποια στιγμή, φτάνοντας προς το Σύνταγμα να ήταν ξυπόλητος... Δεν τον ένοιαζε πια... Αυτήν την φορά, το ξέρε, δεν θα τον ποδοπατούσε κανείς... Απέναντι το ξύλο έπεφτε συνεχόμενο...
Πλησίασε στα κυγκλιδώματα. Από πίσω συνομίληκοι δικοί του. Φορούσαν την ίδια γνωστή στολή. Πλησίασε ακόμη πιο πολύ... “Αδερφέ, ξέρω με βλέπεις έτσι. Αλλά ξέρω ότι με ακούς. Αδερφέ, τα πράγματα είναι δύσκολα. Σε λίγες ώρες θα μείνουμε μόνοι μας. Εσύ θα πας να αλλάξεις για να πας για καφέ και εγώ θα γυρίσω στην γωνιά μου. Αδερφέ, μέχρι χτες σκοτωνόμασταν. Σου πετούσα μολότοφ, μου πετούσες δακρυγόνα. Και ξέρεις κάτι αδερφέ; Εγώ στις πετούσα γιατί σε μισούσα. Γιατί ήθελα να σε σκοτώσω. Όχι σαν αυτούς στην γωνία που πετάνε πλακάκια και περιμένουν πίσω χημικά. Εγώ ήμουν αυθεντικός. Σε σημάδευα για να σε σβήσω. Δεν σε ήθελα. Εσύ δεν ήξερες αν αυτός που ήταν απέναντι ήταν δικός σου ή όχι. Τώρα ξέρεις. Εγώ ήμουν. Τώρα αδερφέ, πρέπει να καταλάβεις. Πρέπει να ακούσεις μέσα από την στολή. Εκεί σου μιλάω. Εδώ δεν είναι Πολυτεχνείο, δεν είναι ο φαντάρος απέναντι στον φοιτητή. Είναι ο κάτοικος αυτού το μέρους εδώ με τον συγκάτοικό του απέναντι. Εδώ δεν είναι η ζωή του στρατιώτη απέναντι σε εκείνη του αντάρτη. Εδώ είναι η ζωή του ανθρώπου απέναντι στον συνάνθρωπο. Εδώ είσαι εσύ και τα κατάφεραν έτσι που και πάλι εμένα έχεις απέναντί σου. Θέλουν να μας σκοτώσουν και τους δύο. Αυτός ο πόλεμος δεν έχει όπλα. Είναι πολύπλευρος, πονηρός και στοχεύει στον επόμενο καφέ που θες να πας να πιεις. Στο επόμενο κρασί που θέλω να κατεβάσω. Καταλαβαίνεις; Καταλαβαίνεις; Αν είσαι Έλληνας όπως θες να δείχνεις και να τηρείς τους νόμους, ήρθε η ώρα να το πράξεις. Έχουν καταπατήσει κάθε νόμιμο δικαίωμα. Και τους φυλάς εσύ. Έχουν εσένα για φρουρό. Φυλάσσεις προδότες. Μέσα εκεί, ετοιμάζουν την επόμενη μέρα σου. Σου σβήνουν ακόμη μία μέρα. Και εσύ κάθεσαι και κρατάς το γκλοπ. Φοράς κράνος. Πέτα το κράνος. Εγώ την κουκούλα την έβγαλα. Είδες ποιος είμαι. Άλλοι, εκεί απέναντι, μπορεί να μην την βγάλουν ποτέ. Εγώ όμως σήμερα είμαι ελεύθερος. Πέτα το κράνος. Ο νόμος είμαστε εμείς. Εμείς τον τηρούμε, τον επιβεβαίωνουμε, τον κάνουμε πράξη. Και όταν κάποιος καταπατεί το Σύνταγμα και την περιουσία, τον τιμωρούμε. Εμείς. Όχι η δικαιοσύνη. Εμείς. Η δύναμή μας, είμαστε εμείς. Εσύ, εγώ, ο δίπλα. Εσύ... Σε λίγο καιρό θα είμαστε μόνοι μας, οι άλλοι θα είναι σε ένα ελικόπτερο, σε ένα τούνελ, σε ένα καράβι, σε ένα τρένο... Το δικό σου τρένο δεν θα έρθει ποτέ... Ούτε το δικό μου. Δεν μας φτάνουν τα λεφτά ούτε για εισιτήριο, σε αυτό το Μετρό που περνά από κάτω από τα πόδια μας. Αδερφέ, σου ουρλιάζω και δεν με κοιτάς. Θέλω για μια φορά να με κοιτάξεις. Είτε είσαι αστυνομικός είτε μπάτσος. Θέλω να με δεις. Δες με! Είμαι σαν εσένα. Και έμεινα με τις παντόφλες. Σκέψου βαθιά μέσα σου, πόσο θα ήθελες να ήσουν εδώ. Κάντο λοιπόν! Κάντο τώρα! Ή τώρα ή ποτέ! Ρίξτο το γαμημένο το γκλοπ κάτω... Ρίξτο κάτω και άσε τον κόσμο να αποδώσει δικαιοσύνη. Αυτήν που δεν απέδωσαν ποτέ οι 12 του Ολύμπου, ο ένας του Ισραήλ. Αυτήν που δεν απέδωσαν τα δικαστήρια. Να καταλάβουν οι Ευρωπαίοι ότι λάθος λαό έκαναν πλύση εγκεφάλου. Να καταλάβουν ότι πρέπει να μας σέβονται. Τίποτα παραπάνω. Να μας σέβονται... Αδερφέ, για τελευταία φορά, γύρνα και κοίτα την Βουλή. Εκεί μέσα είναι το γενικό κακό. Εδώ είναι αυτοί που το εμπιστεύτηκαν. Ποιος δεν προδόθηκε από μια αγάπη; Ποιος δεν τιμώρησε τον εαυτό του; Αδερφέ, μέχρι εδώ ήταν όμως. Αρκετά τιμωρήσαμε εμάς. Αν χυθεί αίμα, να μην είναι το μεταξύ μας. Να μην είναι κανενός. Κανενός από εμάς. Κάνε πίσω και έλα μπροστά. Αδερφέ”...
Βγήκε στην πορεία... Αυτήν την φορά, δεν φορούσε κουκούλα... Δεν φορούσε το μαύρο μπουφάν... Δεν φορούσε σταράκια... Φορούσε μια μπλε μπλούζα... Το γαλάζιο του ουρανού με το χρώμα της θάλασσας... Φορούσε παντόφλες... Όπως το διαβάζεις... Παντόφλες... Ίσως κάποια στιγμή, φτάνοντας προς το Σύνταγμα να ήταν ξυπόλητος... Δεν τον ένοιαζε πια... Αυτήν την φορά, το ξέρε, δεν θα τον ποδοπατούσε κανείς... Απέναντι το ξύλο έπεφτε συνεχόμενο...
Πλησίασε στα κυγκλιδώματα. Από πίσω συνομίληκοι δικοί του. Φορούσαν την ίδια γνωστή στολή. Πλησίασε ακόμη πιο πολύ... “Αδερφέ, ξέρω με βλέπεις έτσι. Αλλά ξέρω ότι με ακούς. Αδερφέ, τα πράγματα είναι δύσκολα. Σε λίγες ώρες θα μείνουμε μόνοι μας. Εσύ θα πας να αλλάξεις για να πας για καφέ και εγώ θα γυρίσω στην γωνιά μου. Αδερφέ, μέχρι χτες σκοτωνόμασταν. Σου πετούσα μολότοφ, μου πετούσες δακρυγόνα. Και ξέρεις κάτι αδερφέ; Εγώ στις πετούσα γιατί σε μισούσα. Γιατί ήθελα να σε σκοτώσω. Όχι σαν αυτούς στην γωνία που πετάνε πλακάκια και περιμένουν πίσω χημικά. Εγώ ήμουν αυθεντικός. Σε σημάδευα για να σε σβήσω. Δεν σε ήθελα. Εσύ δεν ήξερες αν αυτός που ήταν απέναντι ήταν δικός σου ή όχι. Τώρα ξέρεις. Εγώ ήμουν. Τώρα αδερφέ, πρέπει να καταλάβεις. Πρέπει να ακούσεις μέσα από την στολή. Εκεί σου μιλάω. Εδώ δεν είναι Πολυτεχνείο, δεν είναι ο φαντάρος απέναντι στον φοιτητή. Είναι ο κάτοικος αυτού το μέρους εδώ με τον συγκάτοικό του απέναντι. Εδώ δεν είναι η ζωή του στρατιώτη απέναντι σε εκείνη του αντάρτη. Εδώ είναι η ζωή του ανθρώπου απέναντι στον συνάνθρωπο. Εδώ είσαι εσύ και τα κατάφεραν έτσι που και πάλι εμένα έχεις απέναντί σου. Θέλουν να μας σκοτώσουν και τους δύο. Αυτός ο πόλεμος δεν έχει όπλα. Είναι πολύπλευρος, πονηρός και στοχεύει στον επόμενο καφέ που θες να πας να πιεις. Στο επόμενο κρασί που θέλω να κατεβάσω. Καταλαβαίνεις; Καταλαβαίνεις; Αν είσαι Έλληνας όπως θες να δείχνεις και να τηρείς τους νόμους, ήρθε η ώρα να το πράξεις. Έχουν καταπατήσει κάθε νόμιμο δικαίωμα. Και τους φυλάς εσύ. Έχουν εσένα για φρουρό. Φυλάσσεις προδότες. Μέσα εκεί, ετοιμάζουν την επόμενη μέρα σου. Σου σβήνουν ακόμη μία μέρα. Και εσύ κάθεσαι και κρατάς το γκλοπ. Φοράς κράνος. Πέτα το κράνος. Εγώ την κουκούλα την έβγαλα. Είδες ποιος είμαι. Άλλοι, εκεί απέναντι, μπορεί να μην την βγάλουν ποτέ. Εγώ όμως σήμερα είμαι ελεύθερος. Πέτα το κράνος. Ο νόμος είμαστε εμείς. Εμείς τον τηρούμε, τον επιβεβαίωνουμε, τον κάνουμε πράξη. Και όταν κάποιος καταπατεί το Σύνταγμα και την περιουσία, τον τιμωρούμε. Εμείς. Όχι η δικαιοσύνη. Εμείς. Η δύναμή μας, είμαστε εμείς. Εσύ, εγώ, ο δίπλα. Εσύ... Σε λίγο καιρό θα είμαστε μόνοι μας, οι άλλοι θα είναι σε ένα ελικόπτερο, σε ένα τούνελ, σε ένα καράβι, σε ένα τρένο... Το δικό σου τρένο δεν θα έρθει ποτέ... Ούτε το δικό μου. Δεν μας φτάνουν τα λεφτά ούτε για εισιτήριο, σε αυτό το Μετρό που περνά από κάτω από τα πόδια μας. Αδερφέ, σου ουρλιάζω και δεν με κοιτάς. Θέλω για μια φορά να με κοιτάξεις. Είτε είσαι αστυνομικός είτε μπάτσος. Θέλω να με δεις. Δες με! Είμαι σαν εσένα. Και έμεινα με τις παντόφλες. Σκέψου βαθιά μέσα σου, πόσο θα ήθελες να ήσουν εδώ. Κάντο λοιπόν! Κάντο τώρα! Ή τώρα ή ποτέ! Ρίξτο το γαμημένο το γκλοπ κάτω... Ρίξτο κάτω και άσε τον κόσμο να αποδώσει δικαιοσύνη. Αυτήν που δεν απέδωσαν ποτέ οι 12 του Ολύμπου, ο ένας του Ισραήλ. Αυτήν που δεν απέδωσαν τα δικαστήρια. Να καταλάβουν οι Ευρωπαίοι ότι λάθος λαό έκαναν πλύση εγκεφάλου. Να καταλάβουν ότι πρέπει να μας σέβονται. Τίποτα παραπάνω. Να μας σέβονται... Αδερφέ, για τελευταία φορά, γύρνα και κοίτα την Βουλή. Εκεί μέσα είναι το γενικό κακό. Εδώ είναι αυτοί που το εμπιστεύτηκαν. Ποιος δεν προδόθηκε από μια αγάπη; Ποιος δεν τιμώρησε τον εαυτό του; Αδερφέ, μέχρι εδώ ήταν όμως. Αρκετά τιμωρήσαμε εμάς. Αν χυθεί αίμα, να μην είναι το μεταξύ μας. Να μην είναι κανενός. Κανενός από εμάς. Κάνε πίσω και έλα μπροστά. Αδερφέ”...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου